Της Αναλήψεως
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ και ΑΝΤΩΝΙΝΑ
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΑΝΙΣΚΟΣ και σοφότατος Μάρτυρας
Ο ΑΓΙΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΣ, επίσκοπος Προύσας
Ο ΟΣΙΟΣ ΚΑΝΙΔΗΣ
ΟΙ ΟΣΙΟΙ ΘΕΟΦΑΝΗΣ και ΠΑΝΣΕΜΝΗ
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΛΛΩΣ (ή Απόλλων), ο Επίσκοπος
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΛΕΞΙΟΣ, επίσκοπος Βιθυνίας
Αναλυτικά:
Της Αναλήψεως
Εορτάζει 39 ημέρες μετά το Άγιο Πάσχα.
Ἐκ δεξιᾶς κάθισας πατρικῆς Λόγε,
Μύσταις παρασχὼν πίστιν ἀσφαλεστέραν.
«Ὁ Κύριος ἀνελήφθη εἰς οὐρανούς, ἵνα πέμψῃ τὸν Παράκλητον τῶ κόσμω, οἱ οὐρανοὶ ἡτοίμασαν τὸν θρόνον αὐτοῦ, νεφέλαι τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ, Ἄγγελοι θαυμάζουσιν, ἄνθρωπον ὁρῶντες ὑπεράνω αὐτῶν, ὁ Πατὴρ ἐκδέχεται, ὃν ἐν κόλποις ἔχει συναϊδιον, Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον κελεύει πᾶσι τοὶς Ἀγγέλοις αὐτοῦ, Ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ἡμῶν, Πάντα τὰ ἔθνη κροτήσατε χείρας, ὅτι ἀνέβη Χριστός, ὅπου ἣν τὸ πρότερον».
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός μετά την λαμπροφόρο Ανάστασή Του από τους νεκρούς, δεν εγκατέλειψε αμέσως τον κόσμο, αλλά συνέχισε για σαράντα ημέρες να εμφανίζεται στους μαθητές Του (Πράξ.1,3). Αυτές οι μεταναστάσιμες εμφανίσεις Του προς αυτούς είχαν πολύ μεγάλη σημασία. Έπρεπε οι πρώην δύσπιστοι και φοβισμένοι μαθητές να βιώσουν το γεγονός της Αναστάσεως του Διδασκάλου τους και να αποβάλλουν κάθε δισταγμό και ψήγμα απιστίας για Εκείνον.
Την τεσσαρακοστή λοιπόν ημέρα, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Λουκά, ο Κύριος τους μαθητές του «εξήγαγε έξω έως τη Βηθανία», στο όρος των Έλαιών όπου συνήθως προσηύχετο. «Και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε» (Λουκά 24,50) και «ευλογώντας τους, εχωρίσθηκε απ’ αυτούς και εφέρετο πρός τα πάνω, στον ουρανό» μέχρι που τον έχασαν από τα μάτια τους. Και μετά αφού Τον προσκύνησαν επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με χαρά μεγάλη και έμεναν συνεχώς στο ναό, υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό.
Ο ευαγγελιστής Μάρκος, περιγράφοντας πιο λακωνικά το θαυμαστό και συνάμα συγκινητικό γεγονός, αναφέρει πως μετά από την ρητή αποστολή των μαθητών σε ολόκληρο τον κόσμο κηρύττοντας και βαπτίζοντας τα έθνη, «ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού. Εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος δια των επακολουθούντων σημείων» (Μαρκ.16,19-20).
Αυτή η ευλογία είναι πια η αρχή της Πεντηκοστής. Ο Κύριος ανέρχεται για να μας στείλει το παράκλητο Πνεύμα, όπως λέγει το τροπάριο της εορτής: «Ανυψώθηκες στη δόξα, Χριστέ Θεέ μας, αφού χαροποίησες τους μαθητές σου με την επαγγελία του Αγίου Πνεύματος και βεβαιώθηκαν από την ευλογία σου».
Η Ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποτελεί αναμφίβολα το θριαμβευτικό πέρας της επί γης παρουσίας Του και του απολυτρωτικού έργου Του. «Ανελήφθη εν δόξη» για να επιβεβαιώσει την θεία ιδιότητά Του στους παριστάμενους μαθητές Του. Για να τους στηρίξει περισσότερο στον τιτάνιο πραγματικά αγώνα, που Εκείνος τους ανάθεσε, δηλαδή τη συνέχιση του σωτηριώδους έργου Του για το ανθρώπινο γένος.
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός ανήλθε στους ουρανούς, αλλά δεν εγκατέλειψε το ανθρώπινο γένος, για το οποίο έχυσε το τίμιο Αίμα Του. Μπορεί να κάθισε στα δεξιά του Θεού στους ένδοξους ουρανούς, όμως η παρουσία Του εκτείνεται ως τη γη και ως τα έσχατα της δημιουργίας. Άφησε στη γη την Εκκλησία Του, η οποία είναι το ίδιο το αναστημένο, αφθαρτοποιημένο και θεωμένο σώμα Του, για να είναι το μέσον της σωτηρίας όλων των ανθρωπίνων προσώπων, που θέλουν να σωθούν. Νοητή ψυχή του σώματός Του είναι ο Θεός Παράκλητος, «το Πνεύμα της αλήθείας» (Ιωάν. 15,26), ο Οποίος επεδήμησε κατά την αγία ημέρα της Πεντηκοστής σε αυτό, για να παραμείνει ως τη συντέλεια του κόσμου.
Η σωτηρία συντελείται με την οργανική συσσωμάτωση των πιστών στο θεανδρικό Σώμα του Χριστού. Αυτό εννοούσε, όταν υποσχόταν στους μαθητές Του: «ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ.28,20).
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ και ΑΝΤΩΝΙΝΑ
Χριστιανή παρθένος η Αντωνίνα αποτελούσε φωτεινό αστέρι της κωμόπολης Καρδάμου. Η εγκράτεια, η αγνότητα, η πίστη και η ελπίδα στο Θεό ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά της ζωής της. Βασική ασχολία είχε την περίθαλψη ορφανών και την ανακούφιση δυστυχισμένων συνανθρώπων της. Η διαγωγή της αυτή καταγγέλθηκε στον έπαρχο Φήστο, που τη συνέλαβε και την υπέβαλε σε ανάκριση. Η Αντωνίνα χωρίς δισταγμό ομολόγησε πως ήταν χριστιανή. Ο έπαρχος, βλέποντας ότι δε μπορεί να την μεταπείσει και ότι η Αντωνίνα έδινε μεγάλη βαρύτητα στην παρθενική της τιμή, την έριξε σ’ ένα καταγώγιο διεφθαρμένων γυναικών. Αλλά η προσευχή της παρθένου κόρης προκάλεσε τρομερό σεισμό στο σπίτι αυτό, ώστε οι ίδιες αυτές γυναίκες να τη διώξουν. Ο Φήστος την επανασυνέλαβε και την έριξε σε άλλο όμοιο καταγώγιο. Κάποιος, όμως, χριστιανός, ονομαζόμενος Αλέξανδρος, πήγε σ’ αυτό το διαφθορείο, μπήκε στο δωμάτιο της Αντωνίνας και τη φυγάδευσε με τα δικά του ρούχα. Όταν πληροφορήθηκε το γεγονός ο Φήστος, εξοργίστηκε τόσο πολύ, ώστε αφού συνέλαβε και τους δύο, ακρωτηρίασε και άλειψε με πίσσα τα σώματά τους. Στη συνέχεια τους έριξε στη φωτιά, όπου μαρτυρικά παρέδωσαν το πνεύμα τους. Έτσι, ο Αλέξανδρος και η Αντωνίνα έγιναν “τύπος των πιστών εν άγνείρ”1. Δηλαδή, παράδειγμα των πιστών στην αγνότητα και καθαρότητα της ζωής.
1. Α’ πρός Τιμόθεον, δ’ 12.
Απολυτίκιο. Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Ξυνωρίς ή αγία των Μαρτύρων ύμνείσθω μοι, συν τω εϋκλεεί Αλεξάνδρω, Άντωνίνα ή πάνσεμνος· αγάπη γαρ και πίστει ευσεβεί, έκλάμψαντες εν άθλοις ιεροίς, ίαμάτων έφαπλοϋσι μαρμαρυγάς, τοις ποθώ άνακράζουστ δόξα τω ένισχύσαντι υμάς, δόξα τω στεφανώσαντι, δόξα τω ένεργούντι δι’ υμών, πασιν ιάματα.
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΑΝΙΣΚΟΣ και σοφότατος Μάρτυρας
Έζησε στα χρόνια του ηγεμόνα Αλεξανδρείας Μαξίμου, του οποίου η δούλη κατάγγειλε τον σοφότατο και ωραίο αθλητή του Χριστού Νεανίσκο. Ο ηγεμόνας τον βασάνισε ποικιλοτρόπως για να αρνηθεί τον Χριστό, αλλά όταν είδε ότι δε μπορούσε να το καταφέρει, διέταξε να θανατωθεί. Όταν τον οδηγούσαν στον τόπο της εκτέλεσης, μαζί με το πλήθος που τον ακολουθούσε, ήταν και η δούλη που τον πρόδωσε. Τότε, ο Νεανίσκος της έκανε νόημα να τον πλησιάσει και όταν τον πλησίασε της έδωσε το χρυσό δαχτυλίδι του και της είπε: “Σε ευχαριστώ, γυναίκα, διότι με την προδοσία σου έγινες πρόξενος σ’ εμένα τέτοιων αγαθών”. Όταν έφτασαν στον τόπο της καταδίκης, προσευχήθηκε και στη συνέχεια τον αποκεφάλισαν.
Ο ΑΓΙΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΣ επίσκοπος Προύσας
Μαρτύρησε στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη (360-363). Οι Συναξαριστές αφηγούνται ότι σκότωσε δράκοντα με θαυματουργικό τρόπο, που φώλευε μεταξύ της Προύσας και των θερμών υδάτων. Όταν το έμαθε ο Ιουλιανός, έστειλε απεσταλμένο του στον επίσκοπο ν’ αρνηθεί τον Χριστό. Αλλά επειδή ο Τιμόθεος έμεινε σταθερός στην πιστή του, ο Ιουλιανός τον αποκεφάλισε και έτσι έλαβε το αμάραντο στεφάνι του μαρτυρίου.
Ο ΟΣΙΟΣ ΚΑΝΙΔΗΣ
Έζησε στα χρόνια του βασιλιά Θεοδοσίου του Μεγάλου, το έτος 379. Ήταν γιος ευσεβών γονέων, Θεοδότου και Θεοφάνους, που κατοικούσαν στην Καππαδοκία. Μικρός ακόμ, είχε κλίση στη μοναχική ζωή και έφυγε σ’ ένα βουνό, όπου κλείστηκε μέσα σε μια σπηλιά και εκεί με νηστεία και προσευχή κατάρτιζε τον εαυτό του. Από την πολλή υγρασία της σπηλιάς αυτής, έπεσαν οι τρίχες της κεφαλής του και των γενιών του. Έτσι ασκητικά και όσια αφού έζησε, απεβίωσε ειρηνικά.
ΟΙ ΟΣΙΟΙ ΘΕΟΦΑΝΗΣ και ΠΑΝΣΕΜΝΗ
Ο όσιος Θεοφάνης καταγόταν από την Αντιόχεια και γεννήθηκε από γονείς ειδωλολάτρες. Σε ηλικία μόλις 15 χρονών, παντρεύτηκε και μετά τρία χρόνια έγγαμης ζωής, η σύζυγος του πέθανε. Αυτός τότε αποσύρθηκε σ’ ένα μικρό κελί, αφού πρώτα κατηχήθηκε και βαπτίστηκε χριστιανός, και εκεί ζούσε ζωή όσια. Έμαθε όμως ότι κάποια πόρνη, Πανσέμνη ονομαζόμενη, παρέσυρε πολλούς στο θάνατο της αμαρτίας. Έβγαλε λοιπόν τα φτωχικά του ρούχα, ντύθηκε λαμπρή φορεσιά και πήγε στον πατέρα του. Του είπε ότι θέλει να ξαναπαντρευτεί και γι’ αυτό χρειαζόταν χρήματα. Ο πατέρας του χάρηκε και του έδωσε αρκετά χρυσά νομίσματα για τους γάμους του. Ο Θεοφάνης μόλις πήρε το χρυσό, πήγε και βρήκε την ωραία Πανσέμνη. Αφού έφαγαν και ήπιαν μαζί, τη ρώτησε αν θέλει να γίνει γυναίκα του, με την προϋπόθεση όμως να γίνει χριστιανή. Η Πανσέμνη διέκρινε ότι αυτός δεν ήταν σαν τους συνηθισμένους εραστές και τα λόγια του είχαν μιλήσει στην καρδιά της. Με χαρά λοιπόν μοίρασε τα υπάρχοντά της στους φτωχούς, βαπτίστηκε χριστιανή και έζησε με τον όσιο Θεοφάνη σ’ ένα διπλανό κελί. Μετά 15 μήνες, πέθαναν ειρηνικά και οι δύο μαζί.
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΛΛΩΣ (ή Απόλλων) ο Επίσκοπος
Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΛΕΞΙΟΣ επίσκοπος Βιθυνίας
Απεβίωσε ειρηνικά.