Ο ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΙΛΛΙΑΝΟΣ, ΠΑΥΛΗ και τα νήπια ΚΛΑΥΔΙΟΣ, ΥΠΑΤΙΟΣ, ΠΑΥΛΟΣ και ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΚΛΑΥΔΙΟΣ, ΥΠΑΤΙΟΣ, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ, ΠΑΥΛΟΣ και ΠΑΥΛΑ
Ο ΟΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ο θαυματουργός
Η ΟΣΙΑ ΙΕΡΙΑ (ή Ιερεία)
Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΠΠΟΣ
Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ιερομάρτυς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ο ΑΓΙΟΣ ΔΩΡΟΘΕΟΣ Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως, ο Πρώϊος
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Επίσκοπος Δέρκων (+ 1821)
Αναλυτικά:
Ο ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΙΛΛΙΑΝΟΣ, ΠΑΥΛΗ και τα νήπια ΚΛΑΥΔΙΟΣ, ΥΠΑΤΙΟΣ, ΠΑΥΛΟΣ και ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ
Ο Κύριος μας διαβεβαίωσε ότι “τα αδύνατα παρά άνθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν”1. Δηλαδή, εκείνα που είναι αδύνατο να γίνουν με την ασθενική δύναμη και λογική του ανθρώπου, αυτά είναι κατορθωτά και δυνατά από το Θεό. Πράγματι, ποιός θα περίμενε από έναν άνθρωπο που πέρασε σχεδόν όλη του τη ζωή μέσα στην ειδωλολατρία, της οποίας, μάλιστα, ήταν και Ιερέας, να γίνει χριστιανός; Κι όμως. Αυτό συνέβη με το γέροντα ιερέα ειδωλολάτρη Λουκιλλιανό, που έζησε στα χρόνια του βασιλιά Αυρηλιανού το 270 μ. Χ. Όταν άκουσε για πρώτη φορά χριστιανικό κήρυγμα στην πατρίδα του Νικομήδεια, η θεία χάρη δημιούργησε μέσα του πραγματικό σεισμό. Γκρεμίστηκαν σα χάρτινοι πύργοι οι ειδωλολατρικές του πεποιθήσεις, που τόσο βαθειά ήταν ριζωμένες στη ψυχή του. Τα γεροντικά του μάτια άνοιξαν και με νεανική ζωηρότητα διακήρυξε την πίστη του στον Χριστό. Προσπάθησε, μάλιστα, να φέρει με το κήρυγμά του και άλλες ψυχές σ’ Αυτόν. Το γεγονός αυτό καταγγέλθηκε στον κόμη Λιβάνια. Με θάρρος ο Λουκιλλιανός ομολόγησε μπροστά του τον Χριστό. Τότε ο κόμης, πιεζόμενος και από τους ειδωλολάτρες ιερείς, που θεώρησαν το Λουκιλλιανό λιποτάκτη της θρησκείας τους, διέταξε και τον βασάνισαν. Έπειτα τον έριξαν στη φωτιά για να καεί, αλλά δυνατή βροχή έσβησε τη φωτιά. Τότε τον έστειλαν στο Βυζάντιο όπου ο Λουκιλλιανός αξιώθηκε να μαρτυρήσει με σταυρικό θάνατο. Στη φυλακή μέσα ο Άγιος Λουκιλλιανός βρήκε τέσσερα παιδιά που ήταν φυλακισμένα για τον ίδιο λόγο και κατόπιν αποκεφαλίστηκαν. Μετά τον θάνατο και του Αγίου, η παρθένος Παύλη πήρε τα Ιερά του λείψανα και τα ενταφίασε. Τότε όμως, συνελήφθη και αυτή, βασανίζεται σκληρά και στο τέλος αποκεφαλίζεται. (Η μνήμη τους – σε ορισμένους Συναξαριστές – περιττά επαναλαμβάνεται και την 19η Ιανουαρίου).
1. Ευαγγέλιο Λουκά, ιη’ 27.
Απολυτίκιο. Ήχος α’. Χορός ‘Αγγελικός.
Ως άστρον φαεινόν, εκ νυκτός της απάτης, ώ Λουκιλλιανέ, εύσεβώς άναλάμψας, νομίμως ήγώνισαι, και τον δόλιον έκτεινας· όθεν πρέσβευε, συν τη Θεόφρονι Παύλη, και τοις τέσσαρσι, Παισί Χριστώ Αθλοφόρε, υπέρ των ψυχών ημών.
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΚΛΑΥΔΙΟΣ, ΥΠΑΤΙΟΣ, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ, ΠΑΥΛΟΣ και ΠΑΥΛΑ
ΟΙ τέσσερις πρώτοι Άγιοι ήταν νεαροί, και ήταν μέσα στη φυλακή μαζί με τον Άγιο Λουκιλλιανό. Η δε Αγία Παύλα περιποιείτο τις πληγές του Αγίου Λουκιλλιανού. Και οι πέντε μαρτύρησαν μαζί με τον Άγιο Λουκιλλιανό στο Βυζάντιο, με αποκεφαλισμό.
Ο ΟΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ο θαυματουργός
Από νεαρή ακόμα ηλικία ο Αθανάσιος, αφιερώθηκε ολόψυχα στην υπηρεσία του Ευαγγελίου, κηρύττοντας και πράττοντας αυτό. Έτσι ο Θεός του έδωσε τη δύναμη να θεραπεύει ασθένειες του σώματος και του πνεύματος. Οι προσευχές του σε πολλούς έδιναν την υγεία και γι’ αυτόν το σκοπό πολλοί έτρεχαν κοντά του ή τον προσκαλούσαν στα σπίτια τους. Μετά από καιρό, θέλησε να συναναστραφεί με τους άνδρες της μοναστηριακής ζωής. Πήγε λοιπόν σε κάποιο μοναστήρι, κοντά στον ποταμό Σάγαρι, που ηγούμενός του ήταν κάποιος πρώην συγκλητικός. Αλλά στο μοναστήρι αυτό είχαν περάσει κοσμικά πάθη. Ο Αθανάσιος, λοιπόν, με παράκληση του ηγουμένου, δέχτηκε να εργαστεί για τη διόρθωση των ατίθασων μοναχών. Οι προσπάθειές του είχαν καταπληκτική επιτυχία. Ο θερμός λόγος του, το άμεμπτο παράδειγμά του, οι αδελφικές του παρακλήσεις, οι ολονύκτιες δεήσεις του προς τον Θεό επέφεραν το ποθούμενο αποτέλεσμα. Και έτσι, στις άλλοτε ακατέργαστες και σκληρές ψυχές, μπήκε η κατάνυξη και η αγιότητα. Κατόπιν ο Αθανάσιος πήγε στο μοναστήρι του Τραϊανού, όπου και έμεινε ως Ιερέας. Εκεί φιλοτεχνούσε θρησκευτικά συγγράμματα, που τα πουλούσε, και τα χρήματα τα διέθετε για τους φτωχούς. Πέθανε ειρηνικά σε βαθιά γεράματα.
Η ΟΣΙΑ ΙΕΡΙΑ (ή Ιερεία)
Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΠΠΟΣ
Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ιερομάρτυς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Καταγόταν από την οικογένεια Αντωνοπούλου της Δημητσάνας και εκπαιδεύτηκε στη Σχολή Δημητσάνας. Το 1797 εξελέγη Μητροπολίτης Δράμας. Το 1810 εξελέγη Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Συνεργάτης στενός του Γρηγορίου Ε’. Συνελήφθη το 1821 και την 3η Ιουνίου απαγχονίστηκε. Οι Τούρκοι δήμευσαν την περιουσία του που είχε κληροδοτήσει σαν οικονομική ενίσχυση στη Σχολή Δημητσάνας.
Ο ΑΓΙΟΣ ΔΩΡΟΘΕΟΣ Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως, ο Πρώϊος
Εθνομάρτυρας και από τους σπουδαιότερους λόγιους ιεράρχες του 19ου αιώνα. Μητροπολίτης Φιλαδέλφειας (1805-1813) και Αδριανουπόλεως (1813-1821). Γεννήθηκε στη Χίο, όπου και έμαθε τα εγκύκλιο γράμματα. Κατόπιν, φοίτησε στην Πατμιάδα Σχολή, όπου χρημάτισε μαθητής του Δανιήλ Κεραμέα. Συνδέθηκε φιλικά με τον Βενιαμίν Λεσβίο, όπως δείχνει η αλληλογραφία τους. Η φιλία τους έμεινε αδιατάρακτη, γιατί είχαν κοινά ενδιαφέροντα, ως φίλοι της παιδείας και του γένους. Το 1786 χειροτονήθηκε διάκονος και αναχώρησε για ευρύτερες σπουδές στην Ιταλία και Γαλλία. Τον Σεπτέμβριο του 1793 διορίστηκε διδάσκαλος στη Σχολή της Χίου, όπου δίδαξε τη φιλοσοφία και τις επιστήμες, με διευθυντή τον Αθανάσιο Πάριο. Το 1796 όμως εγκατέλειψε τη θέση αυτή, για να αναλάβει τη διδασκαλία των παιδιών του Κωνσταντίνου Χαντζερή, δραγομάνου του τουρκικού στόλου, και εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη (1797). Όταν ο Χαντζερής διορίστηκε ηγεμόνας στη Βλαχία, ο Δωρόθεος τον ακολούθησε, παίρνοντας για βοηθό του εκεί τον μαθητή του Νεόφυτο Βάμβα. Μετά τον αποκεφαλισμό του Χαντζερή από τους Τούρκους, ο Δωρόθεος αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη (1799). Το πατριαρχείο τον ονόμασε ιεροκήρυκα της Μεγάλης Εκκλησίας, προχειρίζοντάς τον σε Αρχιμανδρίτη. Όταν ο Δημήτριος Μουρούζης ίδρυσε τη Σχολή του Γένους στο Κουρουτσεσμέ (Ξηροκρήνη) το 1804, η διεύθυνσή της ανατέθηκε στον Δωρόθεο. Παρέμεινε στη διεύθυνση της σχολής μέχρι το 1807, ενώ στο μεταξύ είχε εκλεγεί μητροπολίτης Φιλαδέλφειας. Δίδαξε τη φυσική, τα μαθηματικά, τη γεωμετρία, τη φιλοσοφία και τη λογική. Από έγγραφά τους και τα χειρόγραφα βοηθήματα, με τα όποια εφοδίαζε τους μαθητές του, φαίνεται η άρτια συγκρότηση και η διοικητική ικανότητά του κατά τη σχολαρχία του. Δεν περιοριζόταν μόνο στα διοικητικά και διδακτικά καθήκοντά του, αλλά επιδόθηκε και σε άλλα, ωφελιμότερα για το γένος έργα. Τέτοιο ήταν η σύνταξη του μεγάλου λεξικού της ελληνικής γλώσσας, με τον τίτλο Κιβωτός, που το ενίσχυαν ηθικά και οικονομικά οι Ζωσιμάδες. Συνεργάτες του Δωροθέου στο έργο αυτό ήταν ο Ν. Βόμβας και ο Νικ. Λογάδης. Ο πρώτος τόμος του λεξικού εκδόθηκε το 1819. Ως σχολάρχης, ο Δωρόθεος αλληλογραφούσε με επιφανείς Έλληνες, ζητώντας τη συμπαράστασή τους στη λειτουργία της σχολής. Το 1807 άφησε ως διάδοχο του στη σχολή τον Πανταλέονα Φραγκιάδη (μετέπειτα Πλάτωνα, μητροπολίτη Χίου) και εγκαταστάθηκε στη Φιλαδέλφεια, την έδρα της μητρόπολής του. Το 1813 μετατέθηκε στη μητρόπολη Αδριανουπόλεως. Προσπάθησε να ιδρύσει στην πόλη Ιερατική σχολή, χωρίς όμως επιτυχία. Οργάνωσε πάντως σχολείο και βιβλιοθήκη με τη συνεργασία του Αδριανουπολίτη Γ. Σακελλαρίου, ο όποιος ήταν από τους πλουσιότερους εμπόρους της Αυστρίας. Σχολάρχης, διορίστηκε ο Στέφανος Καραθεοδωρής, δίδασκε όμως και ο Δωρόθεος θεολογία, φιλοσοφία και επιστήμες. Το 1820 κλήθηκε ως συνοδικός στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ένα έτος μετά (Απρίλιος 1821) συνελήφθη από τους Τούρκους, μαζί με τον οικουμενικό πατριάρχη Γρηγόριο Ε’, και άλλους αρχιερείς και επιφανείς λαϊκούς και απαγχονίστηκε στο Μέγα Ρεύμα. Ο Δωρόθεος ανήκει στους μεγάλους διδασκάλους του γένους κατά τη φθίνουσα τουρκοκρατία συμβάλλοντας στον ελληνοκεντρικό διαφωτισμό του, στη μύηση δηλαδή στις επιστήμες, αλλά μέσα στο πλαίσιο της παράδοσής του. Σπουδαία βοήθεια προσέφερε με τα συγγράμματά του, παρόλο που δεν επιχείρησε δημοσίευση επιστημονικών μελετών, αλλά περιορίστηκε στη σύναξη βοηθημάτων για τους μαθητές του. Τα πολλά όμως αντίγραφά τους, που σώζονται σε διάφορες βιβλιοθήκες, βεβαιώνουν το γεγονός ότι αναγνωρίστηκε πολύ πλατιά η αξία του ως διδασκάλου. Τα σωζόμενα χειρόγραφα περιλαμβάνουν αριθμητική, γεωμετρία, άλγεβρα και τη λογική του Γενουηνσίου. Κατά πληροφορία του C. Iken (Leucothea, Ι. Λειψία 1825, σ. 240/241) ο Δωρόθεος συνέγραψε Εκκλησιαστική Ιστορία, η οποία όμως δεν εκδόθηκε ποτέ. Επιμελήθηκε την α’ έκδοση του πηδαλίου του Αγ. Νικόδημου του Αγιορείτου (1800).
Γ.Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, Επίσκοπος Δέρκων (+ 1821)
Γεννήθηκε στο χωριό Ζουμπάντα της Αχαΐας και σπούδασε στη Δημητσάνα, στο Ναύπλιο και στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, στην Κωνσταντινούπολη. Η μόρφωση και το ήθος του Γρηγορίου είλκυσαν την εκτίμηση του Οικουμενικού πατριάρχη Σωφρονίου Β’ (1774-1780), ο όποιος τον Φεβρουάριο του 1777 τον χειροτόνησε μητροπολίτη Λακεδαιμόνιας σε διαδοχή του άλλου εθνομάρτυρα μητροπολίτη Ανανία Λαμπάρδη (1750-1767). Το 1790 κατόρθωσε να διαφύγει τη σύλληψη από τον πασά της Τριπόλεως και να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη. Μη δυνάμενος να επανέλθει στη Λακεδαίμονα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον μετέθεσε στη μητρόπολη Βιδύνης (1791-1801). Εκεί, συνδέθηκε φιλικά με τον Πασβάνογλου, ο όποιος το 1797 αποστάτησε κατά του σουλτάνου. Επί της πατριαρχίας Καλλινίκου Ε’ (α’ 1801-1806, β’ 1808-1809) ο Γρηγόριος μετατέθηκε στη μητρόπολη Δέρκων. Υπήρξε από τους πρώτους Φιλικούς και προσέφερε πολλές και μεγάλες υπηρεσίες στην Εκκλησία και στο Έθνος. Μετά την εισβολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία (9 Μαρτίου 1821), ο Γρηγόριος φυλακίστηκε μαζί με τους μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Τιρνάθου Ιωαννίκιο και Αδριανουπόλεως Δωρόθεο. Μετά την έκρηξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο (23-25 Μαρτίου 1821) και τα πολεμικά γεγονότα που ακολούθησαν, διατάχθηκε η θανάτωση των φυλακισμένων Ιεραρχών ενώ οι μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Τιρνάβου Ιωαννίκιος και Αδριανουπόλεως Δωρόθεος απαγχονίστηκαν στο Αρναούτκιοι. Για τον Γρηγόριο η αγχόνη είχε στηθεί στην αυλή του σπιτιού του, στα Θεραπεία της Κωνσταντινούπολης. Ο Γρηγόριος προσευχήθηκε, ευλόγησε τη θηλιά της αγχόνης του και την πέρασε στον τράχηλο του, έκαμε το σημείο του Σταυρού και έτσι τελείωσε την επίγεια ζωή του ο μάρτυρας αυτός του Χριστού και του Γένους, ο Μέγας Δέρκων Γρηγόριος, την 3η Ιουνίου 1821.