30 Μαΐου: Το «κλειδί» για πρόωρες κάλπες
Στο τραπέζι του Μαξίμου σενάρια και ημερομηνίες για εκλογικό αιφνιδιασμό.
Αν αποδειχθεί ο Απρίλιος μήνας πολιτικής και δημοσκοπικής ανάκαμψης
Του Ανδρέα Καψαμπέλη – Δημοκρατία
Η κυβέρνηση συνεχίζει να διαψεύδει σε όλους τους τόνους το ενδεχόμενο των πρόωρων εκλογών και ο κ. Μητσοτάκης κάνει προσωπικά με κάθε ευκαιρία λόγο για εξάντληση της τετραετίας, αλλά αυτό δεν συνιστά πλέον είδηση. Ουδέποτε, άλλωστε, οι εκλογές έχουν προαναγγελθεί. Ομως, πίσω από αυτόν τον επιφανειακό εφησυχασμό, η αγωνία για τις εξελίξεις διαρκώς μεγαλώνει και μάλιστα, όπως αναφέρουν πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας», στο τραπέζι έχουν πέσει πλέον και συγκεκριμένες ημερομηνίες για την περίπτωση που επιχειρηθεί τελικώς ο αιφνιδιασμός.
Προς το παρόν το κυβερνητικό επιτελείο φαίνεται ότι επιχειρεί να αποτιμήσει το τελευταίο δίμηνο, που συνοδεύτηκε από δραματικούς χειρισμούς οι οποίοι έπληξαν σημαντικά την εικόνα της Ν.Δ. Ακόμη κι αν το πλήγμα δεν θεωρείται ανεπανόρθωτο, δεν παύει να αντιμετωπίζεται από πολλούς -και εντός της κυβερνητικής παράταξης- ως «η αρχή του κακού». Το έτερο σκέλος της κυβερνητικής προσπάθειας θα είναι να αποδειχθεί ο Απρίλιος μήνας σχετικής ανάκαμψης, τόσο πολιτικής όσο και δημοσκοπικής. Και λίγο πριν από το Πάσχα -ανάλογα και με το κλίμα που θα έχει πια διαμορφωθεί- θα ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις. Εάν δηλαδή δεν πρέπει να χαθεί άλλος πολιτικός χρόνος και να δρομολογηθεί η πορεία για την «ανανέωση της λαϊκής εντολής» ή να ακολουθήσει την πεπατημένη όλων των κυβερνήσεων όταν μπαίνουν σε τροχιά φθοράς. Στην πρώτη περίπτωση, η ημερομηνία-κλειδί που, σύμφωνα με τις πληροφορίες, βρίσκεται στο τραπέζι του Μεγάρου Μαξίμου για να στηθούν οι πρόωρες κάλπες είναι η Κυριακή 30 Μαΐου. Ο Ιούνιος δεν συγκεντρώνει σοβαρές πιθανότητες, διότι -παρά τη σύγχυση και την αβεβαιότητα λόγω της πανδημίας- είναι ο μήνας των πανελλαδικών εξετάσεων, ενώ η τελευταία Κυριακή του Μαΐου προσφέρει και το πρόσθετο πλεονέκτημα της σύντομης προεκλογικής περιόδου, καθώς λόγω του Πάσχα θα επικρατεί γενική χαλάρωση τουλάχιστον και την Εβδομάδα της Διακαινησίμου έως τις 9 του μήνα.
Σε κάθε περίπτωση, όποια κι αν είναι η τελική απόφαση, όλες οι κινήσεις που έχει αρχίσει να σχεδιάζει και να εφαρμόζει η κυβέρνηση παραπέμπουν σε μια κατάσταση προεκλογικής ετοιμότητας. Αυτό δείχνουν οι τελευταίες εξαγγελίες, οι οποίες διαδέχονται η μία την άλλη, αλλά και η προσπάθεια να σχηματοποιηθούν ενώπιον της κοινής γνώμης τα δύο «βασικά πολιτικά στρατόπεδα», δεδομένου ότι οι εξελίξεις θα χρειαστεί να περάσουν από τις συμπληγάδες της απλής αναλογικής.
Ως εκ τούτου δεν θεωρείται τυχαίο ότι κατά τη συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών της Παρασκευής στη Βουλή, με αφορμή την πανδημία, ο κ. Μητσοτάκης έσπευσε να ταυτίσει ανοιχτά τη Φώφη Γεννηματά με τον κ. Τσίπρα. «Δυστυχώς μου θυμίζετε ολοένα και περισσότερο τον κ. Τσίπρα» είπε στην πρόεδρο του Κινήματος Αλλαγής, όταν εκείνη μίλησε για «μπίζνες από τη Μαξίμου Α.Ε.», δείχνοντας ότι έχει αποφασίσει να οξύνει τον αντιπολιτευτικό λόγο της. Η κόντρα αυτή δεν είναι άσχετη και με την υποψηφιότητα Λοβέρδου για την ηγεσία του ΚΙΝ.ΑΛ., η οποία φαίνεται ότι ωθεί την κυρία Γεννηματά πιο «αριστερά» και εκ των πραγμάτων δημιουργεί άλλες προϋποθέσεις για συγκλίσεις στην Κεντροαριστερά με τον ΣΥΡΙΖΑ κ.λπ. την επόμενη ημέρα των εκλογών.
Από την πλευρά του, κ. Μητσοτάκης, με το βλέμμα πάντα στραμμένο στις κάλπες, επιδιώκει να προσεταιριστεί -εν όψει της εκλογικής πόλωσης- το «αντιΣΥΡΙΖΑ» τμήμα της βάσης του εναπομείναντος πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ. Το ποσοστό αυτό μπορεί να είναι μικρό, αλλά ενδέχεται να αποδειχθεί καθοριστικό για τις νέες ισορροπίες. Ηδη οι δημοσκοπήσεις -όσο κι αν ωραιοποιούν την τελική εικόνα- καταγράφουν αμφίπλευρες απώλειες για τη Ν.Δ., ικανές όχι να της στερήσουν την πρώτη θέση, αλλά την πρωτοβουλία των κινήσεων. Εχει απώλειες προς τα «δεξιά» της, αλλά προς την πλευρά των ψηφοφόρων που «στρατοπεδεύουν» μεταξύ της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ. Η μικρή (αλλά για πρώτη φορά μετά τις εκλογές του 2019) άνοδος σχεδόν δύο ποσοστιαίων που κατέγραψε μάλιστα το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στις τελευταίες μετρήσεις αποδίδεται στο επιχειρούμενο άνοιγμα του Αλ. Τσίπρα στον χώρο αυτό.
Η δύσκολη εξίσωση της απλής αναλογικής και οι «κόκκινες» γραμμές
Λόγω του συστήματος της απλής αναλογικής, για τη Ν.Δ. οι «κόκκινες γραμμές» κινούνται στα όρια του 33%-35% ώστε να μπορεί, αν χρειαστεί, να επιβάλει δεύτερες κάλπες με την ενισχυμένη αναλογική και να μην αφήσει χώρο στις «διερευνητικές εντολές» που κατά το Σύνταγμα θα μεσολαβήσουν. Γι’ αυτό και οι αποφάσεις για το θέμα της κάλπης φαίνεται ότι δύσκολα μπορεί πια να περιμένουν το φθινόπωρο, διότι όλες οι τάσεις δείχνουν ότι μήνα με τον μήνα πλέον η φθορά θα μεγαλώνει, λιγότερο ή περισσότερο. Και ενδεχομένως σε μερικούς μήνες η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ να είναι σαφώς μονοψήφια. Αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη της πανδημίας, το θέμα των εμβολιασμών και τη διαχείριση όλων των οικονομικών και κοινωνικών παρενεργειών.
Ο κ. Μητσοτάκης, με τις εξαγγελίες για ενισχυμένη ρευστότητα στην εστίαση, τις ανακοινώσεις για το Ταμείο Ανάκαμψης και τα δισ. που -παρά τις μνημονιακές προϋποθέσεις- φέρνει καθώς και τις άλλες ρυθμίσεις, επιχειρεί να δημιουργήσει ένα αντίδοτο στην κοινωνική δυσαρέσκεια για τους χειρισμούς στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Αυτή η ισορροπία, πάντως, αποδεικνύεται κυριολεκτικά μια ισορροπία τρόμου, όχι μόνο λόγω της κόπωσης ή των λαθών και αντιφάσεων, αλλά κυρίως λόγω της αναποτελεσματικότητας και του φαύλου κύκλου που συνεχίζεται.
Το κυριότερο, όμως, είναι ότι ο πρωθυπουργός φέρεται ότι ανησυχεί σοβαρά και για την προσωπική του φθορά. Μπορεί να παραμένει δημοφιλέστερος έναντι του κ. Τσίπρα και συγκριτικά καταλληλότερος για την πρωθυπουργία, αλλά τα ποσοστά αποδοχής του φθίνουν συνεχώς και φαίνεται ότι πλησιάζει η στιγμή -εάν δεν έχει επέλθει ήδη- που για κάποιες κρίσιμες μάζες του εκλογικού σώματος θα είναι «τοξικός», ανεξαρτήτως της εσωκομματικής κυριαρχίας του στη Ν.Δ. Οπως είχε συμβεί αναλογικά και με τον προκάτοχό του πριν από το 2019. Κι αυτός είναι τούτη τη στιγμή ο μεγαλύτερος κρυφός πονοκέφαλος του κ. Μητσοτάκη.