Επιμέλεια – Έρευνα από Αντώνη Αντωνά.
Η Ελληνική επανάσταση κηρύχτηκε την 21η Φεβρουαρίου 1821 στο Γαλάτσι από το Δημήτριο Αργυρόπουλο, ωστόσο καθιερώθηκε με βασιλικόδιάταγμα να γιορτάζετε κάθε χρόνο την 25η Μαρτίου. Προηγήθηκαν πολλές άλλες επαναστάσεις κατά των οθωμανών. Υπολογίζεται ότι είχαν δημιουργήθει 16 επαναστατικά κινήματα και οι σκλαβωμένοι Έλληνες είχαν εξεγερθεί 124 φορές κατά των Μωαμεθανών βαρβάρων κατακτητών. Υπήρξαν επίσης περί τους 30 – 35 τοπικούς ξεσηκωμούς. Όλοι αυθόρμητοι με προτροπή ξένων δυνάμεων, που εγκατέλειπαν στην πορεία τους ξεσηκωμένους. Η αθέτηση αυτών των υποσχέσεων από τα τότε μεγάλα Χριστιανικά κράτη, είχαν σαν αποτέλεσμα να πνιγούν όλες στο αίμα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ. Το 1481, μόλις 28 χρόνια μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, όταν ο Κορκόδειλος Κλαδάς και οι Μανιάτες αγωνιστές επαναστάτησαν. Έφτασαν ως την Ήπειρο κι απελευθέρωσαν την περιοχή της Χιμάρας. Αβοήθητος από τη Δύση, που τον είχε ενθαρρύνει, ο Κλαδάςαιχμαλωτίστηκε, εννέα χρόνια αργότερα, και γδάρθηκε ζωντανός. Το 1489, όταν ο τελευταίος του βυζαντινού αυτοκρατορικού οίκου Ανδρέας Παλαιολόγος σήκωσε την επαναστατική σημαία στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα και πάλι με ολέθρια αποτελέσματα. Το 1492, ο επαναστατικός άνεμος πήρε τη μορφή σταυροφορίας με σύμμαχο τον Κάρολο Η’ της Γαλλίας. Πέντε χιλιάδες επαναστάτες απελευθέρωσαν την Ήπειρο και μεγάλο μέρος της Θεσσαλίας. Ο αγώνας είναι τόσο δυνατός (γράφει ο Κωνσταντίνος Σάθας), ώστε οι Τούρκοι «αποσύρονται εκ των παραλίων και ετοιμάζονται να εγκαταλείψωσι την Κωνσταντινούπολιν». Όμως, συνασπισμός χριστιανικών κρατών συμμαχεί κατά του Καρόλου, που αναγκάζεται να γυρίσει στη Γαλλία. Αβοήθητοι, οι Έλληνες σφάζονται ανηλεώς. Το 1496, η επανάσταση έχει σβήσει. Νέες επαναστατικές κινήσεις, από το 1525 ως το 1533, κατέληξαν στη σφαγή των Ελλήνων:Στη Ρόδο, του μητροπολίτη Ευθυμίου και των προυχόντων. Στην Πελοπόννησο, των επαναστατών που εγκαταλείφθηκαν στη Μεθώνη από τους ιππότες της Μάλτας. Και, το 1565, πνίγεται στο αίμα ο ξεσηκωμός στην Ήπειρο, με αιτία το παιδομάζωμα. Η ναυμαχία της Ναυπάκτου, το 1571 με την καταστροφή του τουρκικού στόλου, έδωσε νέες ελπίδες στους ραγιάδες. Η συμμαχία Ενετών, Ισπανών και πάπα ώθησε σε νέα επανάσταση. Οι ξεσηκωμένοι εγκαταλείφθηκαν για μια ακόμη φορά. Ακολούθησαν σφαγές στην Παρνασσίδα, στη Θεσσαλονίκη, στο Αιγαίο. Οι μητροπολίτες Πατρών και Θεσσαλονίκης κάηκαν ζωντανοί. Νέος ξεσηκωμός στην Ακαρνανία και την Ήπειρο, το 1585: Οι αρματολοί της Βόνιτσας Θόδωρος Μπούας Γρίβας και της Ηπείρου Πούλιος, Δράκος και Μαλάμος ελευθέρωσαν Βόνιτσα, Ξηρόμερο, Άρτα και βάδισαν για τα Γιάννενα. Νικήθηκαν, όμως, και οι πολλοί σκοτώθηκαν. Ο Μπούας έφυγε στην Ιθάκη, όπου πέθανε υποκύπτοντας στις πληγές του. Εκατόν πενήντα χρόνια αργότερα, οι κλέφτες του Γιάννη Μπουκουβάλα πήραν εκδίκηση πολεμώντας τους προγόνους του Αλή πασά. Από το 1609 ως το 1624, ο δούκας του Νέβερτης Γαλλίας και Έλληνες συνωμότες οργάνωσαν ένα φιλόδοξο σχέδιο για να διώξουν τους Τούρκους από την Ελλάδα και δημιούργησαν τη χριστιανική στρατιά που θα ενωνόταν με τους επαναστάτες. Το σχέδιο ποτέ δεν μπήκε σ’ εφαρμογή. Όμως, στα δεκαπέντε αυτά χρόνια, οι Μανιάτες επαναστάτησαν κάμποσες φορές, ενώ ο μητροπολίτης Τρίκκης Διονύσιος ξεσήκωσε τους χωρικούς και, το 1616, εκστράτευσε στα Γιάννενα και κυρίευσε την πόλη. Νικήθηκε τελικά, αιχμαλωτίστηκε και γδάρθηκε ζωντανός. Το 1659, ξέσπασε νέα επανάσταση των Μανιατών που κράτησε ως το 1667. Τρία χρόνια αργότερα, οι Στεφανόπουλοι και άλλοι Μανιάτες έφυγαν στην Κορσική. Αλλεπάλληλοι ξεσηκωμοί των Ελλήνων, από το 1660, υποκινήθηκαν από τους Ενετούς. Ο Μοροζίνιναυμαχούσε και πολεμούσε τους Τούρκους, ενισχυμένος από ενθουσιώδεις Έλληνες επαναστάτες. Πεθαίνει το 1694 στο Ναύπλιο αλλ’ ο ξεσηκωμός συνεχιζόταν. Το 1699, το βασίλειο της Πελοποννήσου πέρασε στους Ενετούς. Το κράτησαν ως το 1716, οπότε το ξαναπήραν οι Τούρκοι. Το 1711, μια ακόμη μεγάλη δύναμη ενεπλάκη στην Ελλάδα: Ο τσάρος της Ρωσίας, Μέγας Πέτρος, εξέδωσε προκήρυξη, με την οποία καλούσε τους Έλληνες να επαναστατήσουν. Ονόμασε τον εαυτό του «Ρωσογραικών αυτοκράτορα», δίνοντας τροφή στη φαντασία. Στις εκκλησιές, μνημόνευαν τ’ όνομά του, ο Αγαθάγγελος προφήτευε τον λυτρωμό που «θα φέρει το ξανθό γένος» και, στα βουνά, τραγουδούσαν: Ακόμη τούτ’ η άνοιξη, ραγιάδες, ραγιάδες,
τούτο το καλοκαίρι, καημένη Ρούμελη.
Όσο να ρθει ο Μόσκοβος, ραγιάδες, ραγιάδες
να φέρει το σεφέρι, Μοριά και Ρούμελη. Πενηνταπέντεχρόνια αργότερα, τα κοσμοκρατορικά σχέδια της Μεγάλης Αικατερίνης οδήγησαν στην επανάσταση του 1766 και στα ορλωφικά του 1770. Οι επαναστάτες εγκαταλείφθηκαν και πάλι. Άντεξαν ως το 1779, οπότε η Πελοπόννησος ειρήνευσε. Την αμέσως επόμενη χρονιά, το 1780, οι Τούρκοι βάλθηκαν να ξεπαστρέψουν τους κλέφτες της Πελοποννήσου. Οι Κολοκοτρωναίοι αντιστάθηκαν δώδεκα μερόνυχτα στη Μάνη και μετά έκαναν ηρωική έξοδο. Χάθηκαν οι περισσότεροι. Ο δεκάχρονος τότε Θόδωρος Κολοκοτρώνης, η μάνα του και μια του αδερφή οι μόνοι που σώθηκαν. Ο νέος ρωσοτουρκικόςπόλεμος του 1787 ώθησε την Αικατερίνη να ζητήσει από τους Έλληνες να επαναστατήσουν και πάλι. Τα ορλωφικά, όμως, ήταν πρόσφατα. Λίγοι σηκώθηκαν. Το 1788, επαναστάτησαν οι Σουλιώτες. Την ίδια χρονιά, φάνηκε στις θάλασσες ο μικρός στόλος του Λάμπρου Κατσώνη. Ήταν χιλίαρχος του ρωσικού στρατού. Ο οπλαρχηγός Ανδρίτσος με 500 κλέφτες επάνδρωσε τα καράβια. Ως το 1790, τσάκισαν πολλές φορές τους Τούρκους σε ναυμαχίες. Εκείνη τη χρονιά (1790), σε μια φοβερή σύγκρουση ανάμεσα στην Άνδρο και την Εύβοια καταναυμάχησε τους Τούρκους αλλ’ έμεινε με επτά μόνο πλοία. Την επόμενη μέρα, βρέθηκε ανάμεσα σε δυο εχθρικούς στόλους και νικήθηκε. Ο Λάμπρος Κατσώνης και ο Ανδρίτσος συνέχισαν να πολεμούν. Το 1792, Ρωσία και Τουρκία υπέγραψαν ειρήνη. Ο Κατσώνης αρνήθηκε να καταθέσει τα όπλα και εξέδωσε προκήρυξη, την περίφημη «Φανέρωσιν του χιλιάρχου Λάμπρου Κατσώνη», με την οποία κατάγγελλε την Αικατερίνη και διακήρυσσε πως μόνοι τους οι Έλληνες θ’ αποκτούσαν την ελευθερία τους. Κατσώνης και Ανδρίτσος νικήθηκαν στο ακρωτήριο Ταίναρο και χώρισαν. Ο Κατσώνης αποσύρθηκε. Ο Ανδρίτσος με τους 500 του, πολεμώντας σαράντα μερόνυχτα, κατόρθωσε να φτάσει στην Πρέβεζα. Ο Θούριος του Ρήγα,γράφτηκε το 1797 και τον τραγουδούσαν σε συγκεντρώσεις για να ξεσηκωθούν οι Έλληνες.Απόσπασμα. Αρχή. Ως πότε παλικάρια, θα ζούμε στα στενά,
μονάχοι σα λιοντάρια, στις ράχες στα βουνά;
Σπηλιές να κατοικούμε, να βλέπουμε κλαδιά,
να φεύγωμ’ απ’ τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;
Να χάνωμεν αδέλφια, πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς;
Κάλλιο είναι μιάς ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνια, σκλαβιά και φυλακή.
Τέλος. Ο κόσμος να γλυτώση, απ’ αύτην την πληγή,
κ’ ελεύθεροι να ζώμεν, αδέλφια εις την γη.
Η επανάσταση των Σουλιωτών έσβησε στις 12 Δεκεμβρίου του 1803 με τη συνθήκη, που τους επέτρεπε να φύγουν με τον οπλισμό τους. Ο Αλή πασάς, όμως, παρασπόνδησε και τους κυνήγησε. Μια ομάδα Σουλιώτες βρέθηκε, στις 23 Δεκεμβρίου στη Ρινιάσα, ανάμεσα στην Πρέβεζα και την Άρτα. Πάνω τους έπεσαν στίφη Αλβανών και τους κατέσφαξαν. Η Δέσπω Μπότση, με δέκα κόρες, εγγονές κι εγγόνια, πρόλαβε να οχυρωθεί στον πύργο του Δημουλά. Οι Αλβανοί την πολιόρκησαν. Αντιστάθηκε όσο μπορούσε. Στο τέλος, ανατινάχτηκαν όλοι, για να μην πέσουν ζωντανοί στα χέρια του εχθρού. Ο Κίτσος Μπότσαρης κατάφερε να φτάσει ως τ’ Άγραφα, όπου τον πρόλαβαν οι Αλβανοί. Οχυρώθηκε σ’ ένα μοναστήρι κι άντεξε ως τον επόμενο Απρίλιο. Ογδόντα κατάφεραν να ξεφύγουν. Τα παιδιά του Κίτσου, ο Γιάννης και η δεκαπεντάχρονη Λένω, συνέχιζαν να πολεμούν. Ο Γιάννης σκοτώθηκε στο μοναστήρι. Η Λένω έφτασε σ’ έναν θείο της, που πολεμούσε στον Αχελώο. Με το όπλο στο χέρι, η Λένω έγινε ο φόβος των εχθρών της. Όταν έμεινε μόνη και κυκλώθηκε, η 15χρονη Σουλιώτισσα βούτηξε στο ποτάμι και πνίγηκε. Νέος επαναστατικός άνεμος διέτρεχε την Ελλάδα, το 1806, από την Πελοπόννησο ως τη Μακεδονία, καθώς οι Ρώσοι και οι Γάλλοι του Ναπολέοντα ανταγωνίζονταν, ποιοι θα προσεταιριστούν τους Έλληνες. Για μια ακόμα φορά, οι ξεσηκωμένοι εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους και οι Τούρκοι ξέσπασαν επάνω τους. Στην Πελοπόννησο, οι Τούρκοι ζητούσαν να τελειώνουν με τους Κολοκοτρωναίους. Οι σύντροφοι του Θόδωρου Κολοκοτρώνη δεν ήθελαν να φύγουν. Πολέμησαν μήνες, ώσπου να αναγκαστούν να περάσουν στα Κύθηρα κι από κει, στη Ζάκυνθο. Ακολούθησαν η εποποιία του Νικοτσάρα στη Μακεδονία και του Γιάννη Σταθά στο Αιγαίο, που ανάγκασαν την Υψηλή Πύλη να έρθει σε συνδιαλλαγή με τους επαναστάτες. Στα 1814, ιδρύθηκε η Φιλική Εταιρεία. Επτά χρόνια αργότερα, ξεσπούσε η 124η τελική Επανάσταση της Παλιγγενεσίας αυτή την φορά, που οδήγησε στην Ελευθερία.
Οι εξεγέρσεις, με χρονολογική σειρά από την παλαιότερη στην πιο πρόσφατη είναι οι εξήςενδεικτικές …..
1457 – 1472: Εξέγερση στη Μάνη το 1457 Ελλήνων κατά Τούρκων από τον Βησσαρίωνα
1466, Αύγουστος: Εξέγερση στην Πάτρα υπό τον μητροπολίτη Πατρών Νεόφυτο.[1]
1479 – 1481: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1479 Ελλήνων από τον Κροκόδειλο Κλαδά στη Μάνη και Θεόδωρο Μπούα στο Άργος, καθώς και στη Μακεδονία.
1492 – 1496: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1492 Ελλήνων κατά Τούρκων από τον αρχιεπίσκοπο Δυρραχίου, Ανδρέα Παλαιολόγο, Κωνσταντίνο Αριανήτη στην Ήπειροκαι Θεσσαλία. Ακολούθησε σφαγή Ελλήνων και λεηλασία της χώρας.
1501: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1501 Ελλήνων κατά Τούρκων από Ευρωπαίους ηγεμόνες.
1503: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1503 Ελλήνων κατά Τούρκων από τον Μάρκο Μουσούρο.
1525: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1525 Ελλήνων κατά Τούρκων από τον ΙάννοΛάσκαρη.
1531: Ανακάλυψη της επαναστατικής απόπειρας στη Ρόδο και σφαγή του μητροπολίτη Ευθυμίου και άλλων.
1532. Επανάσταση στην Πάτρα με τη βοήθεια του ισπανικού στόλου υπό την ηγεσία του Ανδρέα Ντόρια.[2]
1565: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1565 στην Ήπειρο για το παιδομάζωμα.
1571: Μετά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου (7 Οκτ. 1571), οι Έλληνες σε πολλά μέρη έλαβαν θάρρος και έκαναν εξεγέρσεις με την υποκίνηση και των δυτικών δυνάμεων. Οι δυτικοί όμως δεν πρόσφεραν ουσιαστική βοήθεια και οι εξεγέρσεις κατανικήθηκαν σε λίγους μήνες. Εξεγέρσεις το 1571 έγιναν στην Ήπειρο, τη Μακεδονία (Χαλκιδική, Σέρρες, Θεσσαλονίκη, Αχρίδα, Μπλάτσι, Κατράνιτσα) και στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο από τους Μελισσηνούς (: ο Μακάριοςμητροπολίτης Μονεμβασίας και ο αδελφός του Θεόδωρος). Ακολούθησαν σφαγές στην Παρνασσίδα, Μακεδονία, Πελοπόννησο, τον Άθω και στα νησιά. Επανάσταση έγινε και στην Πάτρα υπό την ηγεσία του Παλαιών ΠατρώνΓερμανού Α’ και προκρίτων.[3]
1583: Εξέγερση Βόνιτσας-Ξηρομέρου 1583 στην Ήπειρο, Αιτωλία, Ακαρνανία από τους Θεόδωρο Μπούα – Γρίβα, Πούλιο Δράκο, Μαλάμο.
1596: Εξέγερση στη Χειμάρρα με συμμετοχή του αρχιεπισκόπου Αχρίδος Αθανάσιου.
1600: Εξέγερση του μητροπολίτη Λαρίσης και Τρίκκης Διονύσιου και του μητροπολίτη Φαναρίου Σεραφείμ στη Θεσσαλία.
1609: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1609 στην Κύπρο και τη Μάνη.
1611: Εξέγερση στην Ήπειρο από το Διονύσιο το Φιλόσοφο.
1659. Εξέγερση χωριών της Μεσσηνίας, Λακωνίας και Αρκαδίας με τη βοήθεια του ενετικού στόλου υπό τον Μοροζίνη. Στο δεύτερο ήμισυ του Μαρτίουκαταλαμβάνεται για λίγο η Καλαμάτα. Ηγετικό ρόλο έπαιξαν δύο ιερείς.[4]
1659 – 1667: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1659 στη Μάνη.
1684 – 1688: Έκτος Βενετοτουρκικός πόλεμος και κατάληψη Αιτωλοακαρνανίας,. Πελοποννήσου και Αθηνών με αρχηγό τον Φραντζέσκο Μοροζίνι. Στις εχθροπραξίες συμμετείχαν Έλληνες οπλαρχηγοί, με κυριότερο τον Μεϊντάνη στην Ανατολική Στερά, Θεσσαλία και Δυτική Μακεδονία.
1696 – 1699: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1696 από τον Γερακάρη[5][6] και άλλους .
1705: Εξέγερση της Ημαθίας του 1705 στην Ημαθία υπό τον αρματωλό Ζήση Καραδήμο για το παιδομάζωμα[7]
1716: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1716 στη Μακεδονία (Κοζάνη, Βόιο, Εορδαία, Κιλκίς κ.α.) υπό τον μητροπολίτη Ζωσιμά Ρούση.
1717: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1717 στην Ακαρνανία από τον Τσεκούρα.
1749: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1749 στη Μακεδονία και τις Βόρειες Σποράδες.
1766 – 1770: Ορλωφικά από τους Γ. Παπάζωλη, Π. Μπενάκη, Α. Ψαρό, Ν. Φορτούνη, Σπ. και Ι. Μεταξά, Χρ. Γρίβα, Στ. Γεροδήμο, Σουσμάνη, Κομνά Τράκα, Μητρομάρα, τους Νοταράδες, Γ. Ζιάκα, Άκ. Χατζημάτη και Ι. Φλώρο. Προδοσία των Ορλώφ και σφαγές Ελλήνων στην Πελοπόννησο και την Στερεά Ελλάδα.
1770 – 1771: Ελληνική εξέγερση στα Σφακιά της Κρήτης υπό το Δασκαλογιάννη.
1788 – 1792: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1788 από τους *Λάμπρο Κατσώνη και Ανδρέα Ανδρούτσο με ταυτόχρονη εξέγερση σε Βορειοδυτική Μακεδονία (περιοχές Κορεστίων, Περιστερίου, Μοριχόβου).
*Ο Λάμπρος Κατσώνης, αξιωματικός του ρωσικού στρατού, έχοντας ως ορμητήριο την Κέα (Τζια), και νομίζοντας πως οι Ρώσοι θα τον βοηθούσαν, κατάφερε με τον μικρό του στρατό να γίνει για λίγα χρόνια ο φόβος και ο τρόμος όχι μόνον των Τούρκων αλλά και των πειρατών. Όμως οι Ρώσοι, που στο μεταξύ είχαν κλείσει ειρήνη με τους Τούρκους, τον εγκατέλειψαν στην τύχη του.Το αποτέλεσμα ήταν να αγωνίζεται μόνος του και τελικά να καταστραφεί ο στόλος του από τους Τούρκους στην θαλάσσια περιοχή έξω από την Άνδρο.
1806 – 1807: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1806 από τους Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Νικοτσάρα, τους Λαζαίους, Γεώργιο Τζαχίλα, Βασίλειο Ρομφέη και τον Νικόλα Τσάμη.
1808: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1808 [8]από τους παπα-Ευθύμιο Βλαχάβα, Θεόδωρο Βλαχάβα και Δημήτριο Βλάχο, Νικοτσάρα, και τους Λαζαίους.[9][10][11]
1821 – 1828 ή 1830: Ελληνική Επανάσταση του 1821. Παλιγγενεσία.
Κυπριακά Κινήματα επί Τουρκοκρατίας: Η οθωμανική κατάκτηση της Κύπρου (Ιούν. 1570- Αύγ.1571) βοηθήθηκε ως ένα σημείο από το αντιβενετικό αγροτικό κίνημα του νησιού, που τελικά ηττήθηκε όταν οι κατακτητές δέχθηκαν να συνεργαστούν με τους παραδιδομένους πλέον ευγενείς και να τοποθετήσουν μερικούς από αυτούς, τους εξισλαμιζομένους, σε καίριες θέσεις του νέου καθεστώτος. Παρά ταύτα, σύντομα οι εξισλαμισμένοι ευγενείς, με τους εξελληνισμένους συγγενείς τους που ανέλαβαν την ηγεσία της Ελληνικής Εκκλησίας και της Ελληνικής κοινότητας βάσει του φερμανίου του Οκτώβριο 1571, γρήγορα αρχίζουν σειρά αντιοθωμανικών κινημάτων με τη βοήθεια, πάντοτε ανεπαρκή και καθυστερημένη, των δυτικών δυνάμεων του καιρού, στις οποίες προσφέρουν την Κύπρο ως αμοιβή για την απαλλαγή τους από τον οθωμανικό ζυγό˙ πολύ περισσότερο που αρκετές από τις δυνάμεις αυτές είχαν παλαιούς δεσμούς με το νησί (Βενετία, Γένουα, Φλωρεντία, Γαλλία, Ισπανία, Σαβοΐα κλπ.). Στα κινήματα αυτά, κάπου 28 μεταξύ 1572 και 1668, τον κύριο ρόλο διαδραματίζουν οι αγροτικοί και οι παλαιοί στρατιωτικοί πληθυσμοί της βόρειας κυρίως οροσειράς, που δέχονται να εμπιστευθούν τους πιο πάνω (γνωστούς τους ήδη από τη Βενετοκρατία) ηγέτες με την ελπίδα να απαλλαγούν από τον σκληρότερο νέο ζυγό, έστω κι αν στη δομή του μετείχαν και οι ηγέτες αυτοί. Το ιστορικό αυτό παράδοξο εξηγείται από την απανθρωπιά του νέου καθεστώτος, που χειροτέρευσε με την επανάσταση των τιμών, που εξουδετέρωσε τις κάποιες βελτιώσεις του νέου καθεστώτος -απελευθέρωση των παροίκων κατά νόμο, αλλά διατήρηση των σκληρών συνθηκών ζωής τους. Τα κυριότερα από τα κινήματα αυτά ή απόπειρες κινημάτων, όπως του Πέτρου Αβεντάνιου, του Βίκτωρος Ζεμπετού, του Φραγκίσκου Ακκίδα κ.α.
Η εμπλοκή του Κύπριου Νικόλαου Θησέα στις επαναστάσεις του 1821 και του 1833 στη Λάρνακα
Πίνακας αγνώστου ζωγράφου που φέρει τον τίτλο «η ανατολή μιας καλύτερης μέρας». Εικάζεται ότι ζωγραφίστηκε και ανατυπώθηκε στη Γαλλία, με παραγγελία του Νικόλαου Θησέα. Εικάζεται ακόμα, ότι, στη μορφή του καπετάνιου, προσωπογραφείται ο ίδιος ο Νικόλαος Θησέας. Στο βάθος του πίνακα δεξιά, η Λάρνακα και το Σταυροβούνι. Το τρικάταρτο καράβι αριστερά, συμβολίζει την Άγια Τριάδα
Tο 1833 σημειώθηκαν στην Κύπρο τρεις συντονισμένες, σχεδόν ταυτόχρονες, εξεγέρσεις: η πρώτη, υπό τον Νικόλαο Θησέα [πρώην αγωνιστή της *Ελληνικήςεπανάστασης του 1821] με επίκεντρο την περιοχή Λάρνακας, Αγίου Γεωργίου Κοντού και Σταυροβουνίου. Η δεύτερη, υπό τον καλόγερο Ιωαννίκιο Λαζιμάνο από τον Άγιο Ηλία Καρπασίας με επίκεντρο την Καρπασία και η τρίτη, στην επαρχία Πάφου με συμμετοχή Ελλήνων και Τούρκων υπό την αρχηγία του Γκιαούρ Ιμάμη. Τα κινήματα αυτά είχαν οικονομικά, πολιτικά και εθνικοαπελευθερωτικά κίνητρα.
Πιο συγκεκριμένα, ο Γκιαούρ Ιμάμης φαίνεται ότι είχε υποκινηθεί και υποβοηθηθείαπό τον ηγεμόνα της Αιγύπτου Μωχάμετ Άλι, πρώην Γενίτσαρος από την Καβάλα. Ο Μωχάμετ Άλι, βρισκόταν την εποχή εκείνη σε εμπόλεμη κατάσταση με την Τουρκία, και εποφθαλμιούσε την Κύπρο και την Κρήτη. Ο Γκιαούρ Ιμάμης γνώριζε καλά τόσο τον Ιωαννίκιο, όσο και τους αδελφούς Θησέα. Η προσωπικότητα του Νικόλαου Θησέα είναι ξεχωριστή. Γεννήθηκε στην Κύπρο αρχές του 19ου αιώνα. Είχε τέσσερα αδέλφια: τον Λεόντιο, τον Κυπριανό που ήταν ο κύριος μέτοχος της εταιρείας «Κυπριανός Θησεύς και Σια στη Λάρνακα», τον Θεοφύλακτο, έμπορα και αργότερα Αρχιμανδρίτη και τη Μαρίτσα. Θείος των αδελφών Θησέα, ήταν ο εθνομάρτυρας, Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός. Το 1815, ο Νικόλαος Θησέας βρίσκεται εγκατεστημένος στη Μασσαλία, όπου ως έμπορος εισάγει στη Γαλλία προϊόντα από την Κύπρο και τη Συρία [κρασιά, λάδι, αραβικάάλογα κ.ά]. Ήταν πολύ μορφωμένος, δίδασκε δε κατά διαστήματα στη σχολή της Τεργέστης. Μιλούσε αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και τούρκικα. Ενώ ήταν στη Μασσαλία συνδέθηκε στενά με τη Φιλική Εταιρεία και το Ελληνόφωνο Ξενοδοχείο, που αποτελούσε την πρόδρομη οργάνωση της Φιλικής Εταιρείας στη Γαλλία. Η οργάνωση αυτή είχε αποστείλει μέχρι το 1814, 40.000 χιλιάδες τουφέκια στην Ελλάδα. Η Φιλική Εταιρεία είχε αναθέσει στον Θησέα, το έργο της στρατολόγησης Ελλήνων και Γάλλων εθελοντών που θα στέλλονταν στην επαναστατημένη Ελλάδα. Ο ίδιος πρόσφερε πολλά χρήματα για την προετοιμασία της Ελληνικής επανάστασης, ενώ μαζί με άλλους εμπόρους της Μασσαλίας πήγε στην Ελλάδα για να πολεμήσει, αφήνοντας πίσω του, περιουσία, εμπόριο και σχολεία. Η πολεμική και εθνική δράση του Νικόλαου Θησέα στην Έλλαδα ήταν πολύπλευρη. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες, όπως στο Ναύπλιο και στο Μοριά, πολεμώντας κατάτου Ιμπραήμ. Ήταν υπασπιστής του Δημήτριου Υψηλάντη, είχε δε στενούς δεσμούς με την ηγεσία, όπως τον Ιωάννη Καποδίστρια και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Μετά το τέλος της επανάστασης, επέστρεψε στη Μασσαλία όπου επαναδραστηριοποιήθηκε ξανά στο εμπόριο
Ο Θεοφύλακτος Θησέας. Έφερε στη Λάρνακα το 1821 την προκήρυξη της Φιλικής Εταιρείας
Το 1821, λίγο μετά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, ο άλλος του αδελφός, ο Θεοφύλακτος, ήρθε στην Κύπρο και κυκλοφόρησε στη Λάρνακα -παρά τις αντιρρήσεις του θείου του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού-, την επαναστατική εγκύκλιο της Φιλικής Εταιρείας. Στις 9 του Απρίλη, οι Τούρκοι συνέλαβαν τον πατέρα και τον αδελφό του Λεόντιο, για να πάρουν πληροφορίες για τη δράση του Θεοφύλακτου. Οι δύο άνδρες δεν λύγισαν. Πέθαναν από τα βασανιστήρια που τους είχε υποβάλει ο τούρκος κυβερνήτης Κουτσιούκ Μεχμέτ. Το 1832-33, οι αδελφοί Θησέα εμφανίστηκαν στη Λάρνακα για να διεκδικήσουν την περιουσία του πατέρα τους και του θείου τους, Αρχιεπισκόπου Κυπριανού. Οι περιουσίες είχαν δημευθεί από το σφαγέα της Κύπρου Κουτσιούκ Μεχμέτ, μετά το αιματοκύλισμα του Ιουλίου του 1821. Και ενώ ο Σουλτάνος είχε διατάξει την επιστροφή των δημευθεισών περιουσιών στους νόμιμους και νομιμόφρονες ιδιοκτήτες, η τροπή των γεγονότων οδήγησε στη εξέγερση του 1833. Συγκεκριμένα: την 1η Μαρτίου 1833, ο νέος κυβερνήτης Σαΐτ Μεχμέτ απαίτησε τη συλλογή των καθυστερημένων φόρων, που λίγο πριν είχαν διαγραφεί με δική του απόφαση. Η επαναφορά των φόρων προκάλεσε κοινωνική αναταραχή με επίκεντροτη Λάρνακα. Τις επόμενες μέρες έγιναν μεγάλες συγκεντρώσεις στη Λάρνακα και Λευκωσία. Η μεγαλύτερη έγινε έξω από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Κοντού. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, στη συγκέντρωση εκείνη συμμετείχαν επτά με οκτώ χιλιάδες άνθρωποι, από ένα ελληνικό πληθυσμό που δεν ξεπερνούσε παγκύπρια τις 30.000 χιλιάδες. Πρωταγωνιστής της εξέγερσης ήταν ο Νικόλαος Θησέας μαζί με άλλους Κύπριους που πολέμησαν στην Έλλαδα. Ένας από αυτούς ήταν ο μοναχός Ιωαννίκιος που κινήθηκε στην Καρπασία. Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, ο Ιωαννίκιος είχε βρεθεί και εκπαιδευτεί στη Λάρνακα για ένα και πλέον μήνα, μαζί με τον Θεοφύλακτο Θησέα. Επί κεφαλής του πλήθους, ο Νικόλαος Θησέας βάδισε προς τα προξενεία της Λάρνακας, ζητώντας από τις προξενικές αρχές την παρέμβασή τους για την ακύρωση της φορολογίας, ενώ από τον Μητροπολίτη Κιτίου Λεόντιο Β’, ζητήθηκε η βοήθειάτου, για να αλλάξει στάση ο Αρχιεπίσκοπος Πανάρετος, που είχε ταχθεί με το μέρος του Τούρκου διοικητή όσον αφορά την πληρωμή των φόρων. Πολλοί ιστορικοί της Τουρκοκρατίας πιστεύουν ότι ο σκοπός των αδελφών Θησέα πέρα από την ακύρωση της φορολογίας, ήταν η αποτίναξη της τουρκικής σκλαβιάς με την αρωγή της Γαλλίας μέσω του Προξένου της στη Λάρνακα, Μποτού. Οι ίδιοι ιστορικοί θεωρούν ότι η επανάσταση του Νικόλαου Θησέα το 1833, ήταν η πρώτησύγχρονη προσπάθεια για «ανεξαρτησία» της Κύπρου, αφού η πόρτα της ενσωμάτωσης με την Ελλάδα είχε κλείσει το 1828, όταν ο Καποδίστριας αρνήθηκε να δεχθεί την κυπριακή αντιπροσωπεία στην οποία συμμετείχε μεταξύ άλλων ο Λαρνακέας γιατρός Παύλος Βαλσαμάκης. Παρόμοιες προσπάθειες για ανεξαρτησία, είχε κάνει ο Νικόλαος Θησέας και πριν το 1833, όταν επισκέφθηκε ο ίδιος το Λονδίνο. Προσπάθειες που όμως δεν τελεσφόρησαν. Μετά την επίτευξη του στόχου της ακύρωσης της φορολογίας, ο Νικόλαος Θησέας, προσπαθώντας να κρατήσει ζωντανή την επανάσταση και περιμένοντας τον οπλισμόπου του είχε υποσχεθεί ο Γάλλος πρόξενος, οδήγησε τις τρεις χιλιάδες άοπλους άνδρες στο Σταυροβούνι, όπου παρέμειναν τον υπόλοιπο Μάρτιο και Απρίλιο. Στο μεταξύ, η συμφωνία ειρήνης μεταξύ του Σουλτάνου και του Μωχάμετ Άλη της Αιγύπτου, οδήγησε στην επιστροφή του τουρκικού στρατού στην Κύπρο και στη ακύρωση της αποστολής των όπλων από το εξωτερικό. Οι εξελίξεις αυτές ανάγκασαν τον Νικόλαο Θησέα να διαλύσει τις ομάδες του και να διαφύγει στη Ρόδο με την προτροπή και βοήθεια του Γάλλου πρόξενου Μποτού. Το ίδιο συνέβη και με τον Θεοφύλακτο, που κατέφυγε στην Παλαιστίνη και πρόσφερε τις υπηρεσίες του στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Ο άλλος αδελφός, ο Κυπριανός, ήταν ήδη εγκατεστήμενος στη Σύρο. Και οι τρεις έχασαν την πολύ μεγάλη περιουσία τους στην Κύπρο. Όσον αφορά τον Γάλλο πρόξενο Μποτού, δολοφονήθηκε, μάλλον δηλητηριασμένος, λίγο μετά την αναχώρηση του Νικόλαου Θησέα. Είχε προσπαθήσει να διαψεύσει τη γαλλική ανάμειξη στα γεγονότα και να αθωώσει στα μάτια των Τούρκων τη στάση των αδελφών Θησέα στην εξέγερση, χωρίς φαίνεται να τα καταφέρει. Πολλοί Κύπριοι είχαν παράπονα από τη Γαλλία και τον πρόξενό της, γιατί με την στάση τους, βρέθηκαν εκτεθειμένοι στις αντεκδικήσεις των Τούρκων. Ο Νικόλαος Θησέας αφού περιπλανήθηκε μέχρι το 1839, επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου διορίστηκε πρώτος πρόξενος της χώρας στη Βηρυτό. Μετά από κάποια χρόνια επέστρεψε στη Αθήνα. Με επιστολή που έστειλε στον Αρχιεπίσκοπο Κύριλλο το 1849, πρόσφερε δέκα υποτροφίες σε Κύπριους για να σπουδάσουν με δικά του έξοδα στην Αθήνα. Πέθανε το 1854 από χολέρα.
*Στην Εθνική Βιβλιοθήκη υπάρχει ο κατάλογος των μαχών που συμμετείχαν εθελοντές Κύπριοι και καταγράφονται ονόματα εκατοντάδων Κυπρίων που πολέμησαν στην Ελλάδα μεταξύ 1821 και 1829. Συλλέξαμε μερικά: Ο Αντώνιος Ιακώβου Λοΐζου από τη Λάρνακα (παππούς του Χριστόδουλου Σώζου), o Κυπριανός Γεωργιάδης από τη Λευκωσία, ο Χαράλαμπος Γεωργίου Φράγκος από την Καλαβασό, ο Φραγκίσκος Αντωνίου από την Αθηένου, ο Φυλακτής Ιωάννου και ο Λοΐζος Παπαχρήστου από τη Μαραθάσσα, ο Χρίστος Παπανικολάου Λειβαδιώτης από το Κοιλάνι, ο Θεοχάρης Τρίψιμος από τη Λάρνακα, ο Κυριάκος Χρίστου από τη Βαβατσινιά, ο Μάρκος Ιερώνυμος από το Όμοδος, ο Σολομών Μάρκου, ο Γεώργιος Δ. Οικονομίδης, ο Αντώνιος Χατζηχρίστου, ο Γιάγκος Φραγκούδη, ο Γιάννης Πασαπόρτης από την Κοίλη Πάφου, ο Χατζηχριστόδουλος Μακρής από την Τσάδα Πάφου, ο Γιωργάκης Πετρακίδης από την Κυθραία, ο Χριστοφής Αυξέντης από τα Πέρα Ορεινής, ο Κωσταντίνος Κυπριώτης Ψαριανός και ο μοναχός Ιωαννίκιος από το Τρίκωμο κ.ά.π.
Προσωπογραφία του Ιωαννίκιου με μολύβι, σκίτσο του Λευτέρη Οικονόμου, δημοσιευμένο στις «Κυπριακές Σπουδές», στη μελέτη του Χάρη Xριστοδούλου για τον Ιωαννίκιο
Όσον αφορά την εξέγερση στην Καρπασία και την Πάφο καταπνίγηκαν και οι δύο στο αίμα. Νεότερα ιστορικά στοιχεία, ανατρέπουν τη γνώση που είχαμε για τον μοναχό Ιωαννίκιο, ότι δηλαδή συνελήφθη τον Αύγουστο του 1833 και υπέστη στη Λευκωσία τον δι’ ανασκοπολισμού θάνατο [παλούκωμα]. Σύμφωνα με νεότερα έγγραφα που δημοσιεύτηκαν, ο Ιωαννίκιος διέφυγε το 1833 τη σύλληψη. Συνελήφθη στις 18/5/1839 κατά την επιστροφή του από το Φλαμούδι στο Δαυλό. Οι Τούρκοι που όλα αυτά τα χρόνια τον καταζητούσαν, τον έδεσαν πισθάγκωνα και τον οδήγησαν κοντά στην περιοχή Κορωνιά, σ’ ένα ψηλό βράχο που ονομάζεται «τα λιχάρκα [λιθάρκα] του Κονόμου«, ένα χλμ. νοτιοδυτικά του Κάστρου της Καντάρας. Από τα «λιθάρκα του Κονόμου» τον έριξαν δύο φορές μέχρι να πεθάνει. Τον έθαψαν οι συνμοναχοί του στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου του Δαυλού, εκεί που υπηρέτησε τον Θεό επί σειρά ετών, ως οικονόμος του μοναστηριού.
Τέλος ο Γκιαούρ Ιμάμης που είχε διαφύγει στην Αίγυπτο, όταν επέστρεψε αργότερα στην Κύπρο, πιάστηκε και αποκεφαλίστηκε. Πρέπει να τονίσουμε ότι, το κίνημα του 1833, ήταν η τελευταία προσπάθεια που έγινε για την ελευθερία της Κύπρου την περίοδο της τουρκοκρατίας, μέχρι την κατάληψη του νησιού από τους Άγγλους το 1878. Οι επόμενες μεγάλες εξεγέρσεις που θα ακολουθήσουν, ήταν τα Οκτωβριανά του 1931
Αποσπασματικές πληροφορίες 1. Άντρος Παυλίδης, Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια [Μ.Κ.Ε.], τόμ. 6, σσ.34-38, Φιλοκυπρός, Λευκωσία 1987 2. Χάρης Χριστοδούλου, Κυπριακαί Σπουδαί, Τόμος ΞΔ΄-ΞΕ΄, 2000-2001, Λευκωσία 2003 [η μελέτη αναφέρεται στα νέα στοιχεία τα σχετικά με το μοναχό Ιωαννίκιο]. 3. Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών, Πρακτικά του Δευτέρου Διεθνούς Κυπριολογικού Συνεδρίου [Λευκωσία, 20-25 Απριλίου 1982], τόμ. Γ΄, Λευκωσία 1987, 4. Ιστορικά βιβλία ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΗ ΠΕΡΗΦΑΝΗ ΚΥΠΡΟΣ, ΕΣΧΑΤΗ ΙΚΕΣΙΑ ΜΝΗΜΗΣ ΚΑΙΓΝΩΣΗΣ ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ του Α, Αντωνά
Τουρκοκρατία, Κύπρος. 20η Απριλίου 1833…..
ΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΛΥΡΙΚΟ – ΕΠΙΚΟ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ….. Του Αντώνη Αντωνά.
Μια φορά και σε χαλεπούς καιρούς στη Κύπρο την Τουρκοκρατούμενη, ζούσε ο Ιερέας – Μοναχός Ιωαννίκιος. Ήταν ένα φλογερός αγωνιστής, που συμμετείχε και στην Επανάσταση των αδελφών του Ελλήνων, κατά των βαρβάρων κατακτητώνΤούρκων…. Ο πάτερ λειτουργούσε στην εκκλησία του Άη Ηλία και παρά την βάναυση τουρκική απαγόρευση, παράνομα κτυπούσε καθημερινά την μικρή καμπάνα του χωριού του…. είτε χαρμόσυνα, είτε θλιμμένα…
Ο Τούρκος Πασάς της περιοχής, φιρμάνι του ΄στειλε, πριν το Πάσχα, να μην χτυπήσει την καμπάνα για την Ανάσταση… Το Πασχαλιάτικο χαρμόσυνο μήνυμα, δεν θα το άκουγαν τα γύρω χωριά… Ο πάτερ Ιωαννίκιος σε θλίψη περιέπεσε …. Πήγε εις την εκκλησιά του, του Άη΄Λια, προσευχήθηκε με λυγμούς και ζήτησε την βοήθεια του Εσταυρωμένου …. Τελειώνοντας άκουσε νοερά, ήχους καμπάνων να κτυπούν χαρμόσυνα στα αυτιάτου…. Ήταν το μήνυμα, ότι η καμπάνα του ΆηΛιά…. έπρεπε να κτυπήσει….
Αφού ξεκίνησε η Αναστάσιμη Λειτουργία και οι ευλαβείς συγχωριανοί του, περίμεναν το Αναστάσιμο χαρμόσυνο μήνυμα …. ο Ιωαννίκιος βγαίνει έξω και αφού με βροντερή φωνή ψάλλει το Χριστός Ανέστη…, προχωρά ταυτόχρονα προς το σχοινί της καμπάνας και αρχίζει τις κωδονοκρουσίες…. Ο Πασάς, που έμενε στο χωριό ακούει την καμπάνα… Τα άρματα ζώνετε και καβάλλα στ΄άλογο, φτάνει σε λίγο στην αυλή της εκκλησιάς… Ο Ιωαννίκιος απτόητος συνέχιζει να την χτυπά… Με υψωμένη την χαντζάρα του, ο πασάς, προχωρά απειλητικά προς τον Ιωαννίκιο…. (Ο Ιωαννίκιος ακριβώς δίπλα στο καμπαναριό, μάζευε ξύλα για το τζάκι και είχε και το τσεκούρι του…). Όταν ο πασάς αγριεμένος φτάνει κοντά του …, ο σβέλτος αντάρτης παπάς αρματωλός και κλέφτης, αρπάζει το τσεκούρι του και προτούπρολάβει ο πασάς να κατεβάσει την μεγάλη του χατζάρα, του καταφέρνει ένα κτύπημα στο κεφάλι… Όπως το εξιστόρησαν οι τότε λαογράφοι γυρολόγοι Κυπραίοι ποιητάρηδες…. «Φακκά του μια με την κουνιά, πάνω στην τζιεφαλή του (του Πασά) τζιαί όπως μου ιστορίσασιν εζάβωσε το δει του…..» – Τον κτυπά μια φορά, με το τσεκούρι πάνω στο κεφάλι και όπως μου εξιστόρησαν, στράβωσε το βλέμμα του….. (Τα μάτια του.)
Καταφεύγει κυνηγημένος στην Καντάρα, στον Πενταδάκτυλο και μαζί με άλλους αντάρτεςεπαναστάτες κτυπούν αλύπητα τους Τούρκους….
Στις 20 Απριλίου του 1833, μαζί με τους συντρόφους του, από την ηρωική Καρπασία και Μεσαορία στρατοπεδεύουν στο ηρωϊκό χωριό Τρίκωμο (Γενέτειρα του Στρατηγού Γρίβα – Διγενή ), για να επιτεθούν σε ασκέρι Τούρκων, που κατέφθασε από Τουρκία…. Ήταν όλοι έτοιμοι να θυσιαστούν, για την σκλαβωμένη τους πατρίδα Κύπρο…. και περίμεναν ενισχύσεις και πολεμοφόδια από την Λευκωσία για να επιτεθούν….Δυστυχώς οι ενισχύσεις δεν έφτασαν ποτέ…. Οι Τούρκοι μετά από προδοσία, ανέκοψαν τους εθελοντές, που πήγαιναν να βοηθήσουν τον επαναστάτη Ιωαννίκιο και τους άνδρες του… Ήταν υπέρτεροι οι Τούρκοι…. και αφού κατέσφαξαν τους λιγοστούς επαναστάτες προχώρησαν προς το στρατόπεδο του Ιωαννίκιου …Ήταν χιλιάδες Τούρκοι….. και οι επαναστάτες μια νηπιακή φούχτα.
Μετά από άνιση μάχη και ηρωϊκή αντίσταση, σχεδόν όλοι έπεσαν μαχόμενοι…. Ο Ιωαννίκιος βαριά λαβωμένος συλλαμβάνεται…. Βασανίζεται βάναυσα…., ακρωτηριάζεται αλλά δεν προσκυνά …. Παλουκωμένος με ένα σταυρό στο χέρι αφήνει την τελευταία του πνοή ψέλνοντας… Το ιερό του αίμα σμίγει με τα αχνίζοντα αίματα των ηρωικών του συντρόφων και ποτίζουν το ιερό δέντρο της Ελευθερίας και τα άγια χώματα της νήσου Αγίων και ηρώων. Η τελευταία του φράση… ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ή ΘΑΝΑΤΟΣ….. ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ…..
Ενδεικτικά πληροφοριακά αποσπάσματα.
Τη χρονιά 1833 σημάδεψαν τρεις εξεγέρσεις: αυτήτου Νικόλαου Θησέα στη Λάρνακα, του καλόγερουΙωαννίκιου στην Καρπασία και του Γκιαούρ Ιμάμστην Πάφο. Αρχική αφορμή ήταν η επιβολή ενός έκτακτου φόρου, ο οποίος θεωρήθηκε δυσβάσταχτος τόσο από τον μουσουλμανικό, όσο και τον χριστιανικό αγροτικό πληθυσμό.
..Η δεύτερη εξέγερση πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 1833. Ο καλόγερος Ιωαννίκιος, ξεκινώντας με καράβι από τη Λάρνακα, αποβιβάστηκε στο Μπογάζι, προχώρησε στο χωριό καταγωγής του (τον Άγιο Ηλία) και άρχισε να ξεσηκώνει τους χωρικούς εναντίον της οθωμανικής διοίκησης. Εγκατέστησε το αρχηγείο της εξέγερσής του στο Τρίκωμο.
Επιμέλεια του Αντώνη Αντωνά – Συγγραφέα
www.ledrastory.com