62 γύρους διερευνητικών συνομιλιών με την γειτονική χώρα και κανενα αποτέλεσμα καθώς η Τουρκια όχι μόνο παραμένει αδιάλλακτη στις θέσεις της, αλλά δεν ενδιαφέρεται καν για κάποια πρόοδο, απλώς αφήνει να περνά ο καιρός ώστε να εδραιώνονται καλύτερα οι παράλογες απαιτήσεις της σε Αιγαίο, Θρακη και Κύπρο.
Ανοιγοκλείνει τον διάλογο για ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τεχνάσματα όπως εκείνα του δευτερου παγκόσμιου πολέμου που ροκάνιζε τον χρόνο ώστε να μην μπει η ίδια στον πόλεμο. Έτσι και τωρα όλο θέλει να μπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά στην πραγματικότητα θέλει μόνο τα οικονομικά οφέλη της Ε.Ε. χωρίς τις υποχρεώσεις για τα ίσα δικαιώματα των πολιτων της, των γυναικών και των μειονοτήτων που ζουν στο έδαφος της.
Έτσι φτάνουμε στον νέο κύκλο των διερευνητικών επαφών που όπως διαβάζουμε στο vradini.gr η Ελλάδα για άλλη μια φορά θα πρέπει να κρατάει μικρό καλάθι:
Στις 25 και 26 Μαρτίου θα πραγματοποιηθεί η Σύνοδος Κορυφής στις Βρυξέλλες κατά την οποία ο ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ θα παρουσιάσει την έκθεσή του για την πρόοδο της Τουρκίας, η οποία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις και πληροφορίες, δεν αναμένεται να κρύβει δυσάρεστες εκπλήξεις για την Άγκυρα.
Η σύνοδος κορυφής θα ασχοληθεί μεταξύ άλλων και με τις πιθανές κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας. Θεωρητικά πάντα, γιατί όλα τα στοιχεία συντείνουν στο ότι η Ευρώπη για άλλη μια φορά, θα φανεί γαλαντόμα στην Τουρκία μια και -μεταξύ άλλων- εκκρεμεί η αναθεώρηση της συμφωνίας για το προσφυγικό.
Το επιχείρημα που προωθούν οι Γερμανοί κατά κύριοι λόγο, είναι ότι η Τουρκία συζητά με την Ελλάδα, και αναζητά λύσεις, και δεν πρέπει να ληφθούν αποφάσεις που θα εκτρέψουν πιθανόν αυτή τη διαδικασία.
Γενικώς το κλίμα στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή δεν είναι ενθαρρυντικό για την προώθηση των ελληνικών θέσεων, αφού πέρα από τις λεκτικές εκφράσεις στήριξης της Αθήνας, δεν υπάρχει πρόθεση για δράση που θα φέρει υπό πραγματική πίεση την Τουρκία.
Έμπειροι διπλωμάτες που συνομίλησαν με το vradini.gr τόνισαν ότι δεν περιμένουν καμία αλλαγή προς το καλύτερο στη στάση της Τουρκίας, αλλά αντίθετα αναμένουν αποφασιστική επιμονή στις διεκδικήσεις της. Με στόχο να φέρουν την Αθήνα σε δύσκολη θέση, και παράλληλα να εμφανιστούν στη διεθνή κοινότητα ως “θύματα των μαξιμαλιστικών θέσεων της Αθήνας”.
Να υπενθυμίσουμε ότι ο 61ος γύρος των διερευνητικών επαφών είχε διεξαχθεί στην Κωνσταντινούπολη στα τέλη Ιανουαρίου -παρουσία του εκπροσώπου της Προεδρίας και πορτ παρόλ του Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν- και ήταν επί της ουσίας μία συνάντηση καθαρά αναγνωριστική και διήρκεσε κάτι λιγότερο από τρεισήμισι ώρες.
Όπως εξηγεί διπλωμάτης, τόσο η Τουρκία όσο και η Ελλάδα κατά κύριο λόγο βολιδοσκόπησαν η μία τις προθέσεις της άλλης, αφού είχε προηγηθεί ένα “καυτό” εξάμηνο. Και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ελλήνων διπλωματών δεν αναμένεται κάποια στροφή στις θέσεις που είχαν εκφραστεί τηλεγραφικά σχεδόν, κατά την προηγούμενη συνάντηση στην Πόλη.
Οι τούρκοι αναμένεται να επιμείνουν εκ νέου στα θέματα που αφορούν στα χωρικά ύδατα, την υφαλοκρηπίδα, την αποστρατικοποίηση των νησιών, το καθεστώς νησίδων και βραχονησίδων, το εύρος του εναέριου χώρου και τη δικαιοδοσία στις περιοχές έρευνας και διάσωσης διάσωσης.
Αναφορικά με την Ανατολική Μεσόγειο, η Άγκυρα ζητά -σύμφωνα με πληροφορίες από πηγές που επικαλείται το επίσημο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων- «να ληφθεί κατ’ αρχήν υπ’ όψη η αρχή της “δίκαιης κατανομής” στην χάραξη της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), αλλά παράλληλα με τα δικά της δικαιώματα αποσκοπεί στο να προστατέψει τα δικαιώματα των τουρκοκυπρίων».
Η θέση της ελληνικής πλευράς παραμένει ίδια, και η κατάληξη διαφαίνεται ήδη, αφού καμία από τις δυο πλευρές δεν φαίνεται να προτίθεται να κάνει πίσω.
Η τουρκική πλευρά, θέτει τις μαξιμαλιστικές της απαιτήσεις, ώστε να αποσύρει στη συνέχεια κάποια από τα κραυγαλέα αιτήματα, και να εμφανιστεί ως διαλλακτική που αναζητά έντιμη λύση, αλλά η απάντηση της ελληνικής πλευράς παραμένει ίδια.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις κορυφαίων παραγόντων όπως ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος αλλά και απόμαχων σημαντικών διπλωματών, «η Τουρκία θα προσπαθήσει «να χτίσει» υπέρ αυτής επιχειρήματα και μόνον από την γενική διατύπωση περί «Θαλάσσιων Ζωνών», η οποία προκρίθηκε για να οριοθετήσει το πλαίσιο αυτών των Διερευνητικών Επαφών.
Με άλλες λέξεις-σύμφωνα με τους ίδιους- ήδη από αυτή την φάση των Διερευνητικών Επαφών πρέπει να διευκρινισθεί, μ’ εξαιρετική σαφήνεια, μεταξύ άλλων, ποια διαφορά υφίσταται μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και, συνακόλουθα, τι είναι εκείνο, το οποίο μπορεί ν’ αχθεί προς εκδίκαση ιδίως ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης».
Σύμφωνα με αυτή την άποψη, με την γενική διατύπωση περί «Θαλάσσιων Ζωνών» δεν διαφοροποιείται, έστω και κατ’ ελάχιστο, η πάγια Εθνική γραμμή μας, σύμφωνα με την οποία μια, και μόνη, διαφορά υφίσταται μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, που αφορά στην οριοθέτηση της νησιωτικής υφαλοκρηπίδας με έμφαση στον όρο «νησιωτική», καθόσον η οριοθέτηση αυτής της μορφής υφαλοκρηπίδας αποτελεί αντικείμενο συζήτησης με την Τουρκία- σε συνάρτηση με την αντίστοιχη Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Προς την κατεύθυνση αυτή κατά τον τ.ΠτΔ θα πρέπει να εμμείνει ιδιαιτέρως η Ελλάδα, προκειμένου να διευκρινιστεί αμετακλήτως στο «τι» εννοείται ως διαφορά, μετά μάλιστα από το «Κοινό Ανακοινωθέν» Ελλάδας – Τουρκίας στην Μαδρίτη, το 1997 και τα συμπεράσματα της Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Ελσίνκι, το 1999.
Και αυτό διότι πρέπει να καταστεί σαφέστατο το αντικείμενο της διαφοράς, ώστε να αρθεί η όποια εντύπωση που μπορεί να δημιουργείται από το «Κοινό Ανακοινωθέν» ή, άλλως, «Κείμενο Αρχών» του 1997, που έλαβε χώρα στο περιθώριο Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Μαδρίτη, μεταξύ των Κώστα Σημίτη και Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ.