Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΧΙΠΠΟΣ ο Απόστολος
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΞΙΜΟΣ, ΘΕΟΔΟΤΟΣ, ΗΣΥΧΙΟΣ και ΑΣΚΛΗΠΙΟΔΟΤΗ
Ο ΟΣΙΟΣ ΡΑΒΟΥΛΑΣ
ΟΙ ΟΣΙΟΙ ΕΥΓΕΝΙΟΣ και ΜΑΚΑΡΙΟΣ οι όμολογητές
Ο ΟΣΙΟΣ ΚΟΝΩΝ
Ο ΟΣΙΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ
Η ΑΓΙΑ ΦΙΛΟΘΕΗ ή Αθηναία
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΗΤΑΣ ο νέος ίερομάρτυρας
Αναλυτικά
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΧΙΠΠΟΣ ο Απόστολος
Ήταν από τις Κολοσσαίς, όπου τον γνώρισε και τον έφερε στην πίστη του Χριστού ο απ. Παύλος. ο δε ζήλος και ή όλη του προθυμία και ευσέβεια, γρήγορα ανέδειξαν τον μαθητή Άρχιππο και συστρατιώτη του ενδόξου διδασκάλου του, όπως χαρακτηριστικά τον ονομάζει ο απ. Παύλος, στην προς Φιλήμονα επιστολή του. Τον Άρχιππο αναφέρει επίσης και στην προς Κολοσσαείς επιστολή του. Κατά την εκτέλεση της θείας αποστολής του, ο Άρχιππος, συνελήφθη με διαταγή του έπαρχου Άνδροκλέους. Αφού αρνήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα, τον γύμνωσαν και τον έχωσαν μέχρι τη μέση σ’ ένα λάκκο. Επειδή όμως ο Άρχιππος συνέχιζε με μεγάλη φωνή να ομολογεί το Χριστό, τότε τον κέντησαν με βελόνες, μπρος, πίσω, στο λαιμό, τις μασχάλες, τις πλευρές, τα μάτια, τα αυτιά, το στόμα και το κεφάλι. ‘Αλλά και πάλι ο Άρχιππος επέμενε να ομολογεί το Χριστό. ο Ιησούς ήταν ή προσευχή και ο ύμνος του. Πυκνός και βαρύς λιθοβολισμός τότε, έδωσε τέλος στη ζωή του. Και στο στεφάνι του αποστόλου του προστέθηκε και το στεφάνι του μάρτυρα. (“Ορισμένοι Συναξαριστές, αναφέρουν, μαζί με τη μνήμη του ‘Απ. ‘Αρχίππου και τη μνήμη των ‘Απ. Φιλήμονος, ‘Απφίας και Όνησίμου, περιττώς βέβαια, διότι ή μνήμη όλων μαζί αυτών των Αποστόλων, εορτάζεται την 22α Νοεμβρίου).
Απολυτίκιο. Ήχος δ’. ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ως προσπελάσας ολική διαθέσει, τω των αρρήτων μυητή και επόπτη, των Αποστόλων σύσκηνος έδείχθης σοφέ· όθεν τον της πίστεως, θείον λόγον κηρύξας, έτεμες τοίς τρόποις σου, τα φυτά της κακίας, και έναθλήσας Άρχιππε στερρώς, δικαιοσύνης έδέξω τον στέφανον.
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΞΙΜΟΣ, ΘΕΟΔΟΤΟΣ, ΗΣΥΧΙΟΣ και ΑΣΚΛΗΠΙΟΔΟΤΗ
Υπέβαλαν σ’ όλους σειρά σκληρότατων βασανιστηρίων. Το φρόνημα τους όμως δεν κάμφθηκε, άλλ’ έμεινε ακμαίο και άπτωτο. Ή ‘Ασκληπιοδότη ή παρθένος επέδειξε και αυτή την ίδια καρτερία και γενναιότητα. Δεν κάμφθηκαν, όταν τα κόκκαλά τους συντρίβονταν και οι σάρκες τους ξεσχίζονταν κάτω από το χαλάζι των λιθοβολισμών. Μανιώδης ο τύραννος ειδωλολάτρης διέταξε και τον αποκεφαλισμό τους. Άλλ’ οι μάρτυρες τον καταντρόπιασαν και ή ‘Ασκληπιοδότη τον κατανίκησε. Τα ξίφη έκοψαν τα κεφάλια τους, άλλ’ οι ψυχές τους έμειναν ελεύθερες και αδούλωτες. Το δε μαρτυρικό αίμα τους έθρεψε το δένδρο της αλήθειας, ενώ κατέπνιξε τον δράκοντα της πλάνης.
Ο ΟΣΙΟΣ ΡΑΒΟΥΛΑΣ
Υπήρξε στα χρόνια του βασιλιά Ζήνωνα (476) και γεννήθηκε στα Σαμόσατα (Σεμψάτ) της Συρίας. Εκπαιδεύτηκε από έναν φημισμένο δάσκαλο, τον Βαρυψαβά, και μεταξύ άλλων έμαθε τη Συριακή γλώσσα. Αφού ασκήθηκε στην ήσυχαστική ζωή, πήγε στη Φοινίκη μαζί με άλλους και ίδρυσε κοινοβιακή συντροφιά. Αργότερα με συνδρομή του βασιλιά Ζήνωνα και του επισκόπου Βηρυτού Ιωάννη ίδρυσε μοναστήρι, πού ανέδειξε σε κέντρο χριστιανικής εργασίας μεταξύ των ειδωλολατρών. Ή επιτυχία υπήρξε θαυμάσια. “Επειτα με συνδρομή του βασιλιά Αναστασίου του Δικόρου, ο Ραβουλάς έκτισε ομώνυμο του μοναστήρι στην Κωνσταντινούπολη. Άλλα κατόπιν, πήγε και σ’ άλλους τόπους και έκτισε κι’ άλλα μοναστήρια, φροντίζοντας να τα επανδρώσει με μοναχούς μορφωμένους και ζηλωτές. Πράγματι ο Ραβουλάς υπήρξε ο ακάματος εργάτης της πίστης. Πέθανε πάνω από 80 χρονών, στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Ιουστινιανού, ψιθυρίζοντας μέχρι τελευταίας του πνοής το γλυκό εκείνο ρητό του Κυρίου:”Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, κάγώ αναπαύσω υμάς”.
ΟΙ ΟΣΙΟΙ ΕΥΓΕΝΙΟΣ και ΜΑΚΑΡΙΟΣ οι όμολογητές
Έζησαν στα χρόνια του βασιλιά Ιουλιανού του Παραβάτη. Επί των διωγμών, πού γίνονταν επί βασιλείας αυτού του αποστάτη αυτοκράτορα, ο Ευγένιος και ο Μακάριος υποβλήθηκαν σε πολλά βασανιστήρια. Κατόπιν με στρατιωτική συνοδεία στάλθηκαν εξόριστοι στη Μαυριτανία. Πέθαναν από τις κακουχίες, άλλ’ ευχαριστώντας το Θεό, πού τους διατήρησε αλύγιστους στο μαρτύριο τους.
Ο ΟΣΙΟΣ ΚΟΝΩΝ
Καταγόταν από την Κιλικία και από πολύ νέος έγινε μοναχός στο Μοναστήρι του Πενθουκλά, πού ήταν κοντά στον Ιορδανή. Έπειτα έγινε Πρεσβύτερος και έφτασε στα ανώτατα στάδια της πνευματικής άσκησης. Το έμαθε αυτό ο τότε Αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων Πέτρος (524-552) και τον διόρισε να βαπτίζει τους προσερχόμενους στον Ιορδανή. Όταν όμως επρόκειτο να βαπτίσει γυναίκα, σαν άνθρωπος σκανδαλιζόταν και σκεφτόταν να αναχωρήσει από το Κοινόβιο. Άλλα του παρουσιάστηκε ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, πού του έλεγε: “Κάνε υπομονή γέροντα και εγώ θα σε ελαφρύνω από τον πόλεμο”. Κάποια μέρα όμως, ήλθε να βαπτισθεί μια πανέμορφη Περσίδα και ο Όσιος δεν μπόρεσε να τη βαπτίσει και να τη χρίσει γυμνή. Και ή κόρη έμεινε αβάπτιστη. Ο Αρχιεπίσκοπος όταν το έμαθε στενοχωρήθηκε πολύ. ο δε Κόνων πήρε το δρόμο της αναχώρησης. Άλλα του παρουσιάσθηκε και πάλι ο Τίμιος Πρόδρομος και του επανέλαβε τα βοηθητικά εκείνα λόγια. Τότε ο Κόνων του είπε ότι δεν ξαναεπιστρέφει, διότι ενώ του υποσχέθηκε ότι θα τον βοηθήσει δεν το έκανε. ο δε Τίμιος Πρόδρομος, αφού τον σφράγισε με το σημείο του Σταυρού, του είπε να επιστρέψει και να μη αμφιβάλει πλέον. Όποτε ο Γέρων επανήλθε στο κοινόβιο και την επομένη έχρισε και βάπτισε τη νεαρή Περσίδα, χωρίς καθόλου να στοχασθεί, ότι ήταν γυναίκα. Έζησε δε μετά από αυτά ο Όσιος άλλα 20 χρόνια και έφτασε στο μεγαλύτερο βαθμό της απάθειας, και ειρηνικά απεβίωσε.
Ο ΟΣΙΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τη ζωή του. Ή μνήμη του αναφέρεται από τον Παρισινό Κώδικα 1578 και τον Delehaye, όπου καλείται επίσκοπος.
Η ΑΓΙΑ ΦΙΛΟΘΕΗ ή Αθηναία
Αν οι μάρτυρες των πρώτων χριστιανικών χρόνων είναι Ικανοί να παροτρύνουν ψυχές να αγωνιστούν για τον Χριστό, οι νεομάρτυρες αποδεικνύουν ότι άγιοι μπορούν να υπάρξουν σε κάθε εποχή και, επομένως, ο κατά Χριστόν αγώνας πρέπει να είναι συνεχής. Μια τέτοια παραδειγματική νεομάρτυς είναι και ή όσία Φιλοθέη. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1522 από στείρα μητέρα, τη Συρίγη, πού προσευχήθηκε αμέτρητες φορές, για να της χαρίσει ο Θεός αυτή την κόρη. ο δε πατέρας της ονομαζόταν Άγγελος Μπενιζέλος. Όταν ή όσία έγινε δώδεκα χρονών, οι γονείς της με τη βία την πάντρεψαν με έναν αρκετά πλούσιο άνδρα των Αθηνών. Ή ζωή της κοντά του ήταν μαρτυρική, διότι συνεχώς τη χτυπούσε και τη βασάνιζε. ο Θεός βλέποντας την υπομονή της, μετά τρία χρόνια, θερίζει με το δρεπάνι του θανάτου το βάναυσο σύζυγο της. Τότε ή όσία, αν και δέχτηκε πιέσεις για δεύτερο γάμο, αποφασίζει και γίνεται μοναχή. Τη μεγάλη της περιουσία διέθεσε στους φτωχούς και για την απελευθέρωση των σκλαβωμένων χριστιανών από τους Τούρκους. Έτσι έγινε “καρφί” στο μάτι των Τούρκων, και όταν τους δόθηκε ή ευκαιρία, εισέβαλαν στο μοναστήρι της και την έσυραν έξω. Αφού τη χτύπησαν ανελέητα, προκάλεσαν το θάνατο της, στις 19 Φεβρουαρίου 1589. ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, σ’ αύτό το σημείο ρωτά: “Δεν ήταν και αυτή φύση ασθενέστερη καθότι γυναίκα; Δε συνάντησε τόσους και τόσους πειρασμούς και εμπόδια στο δρόμο της ζωής της; Αλλ όμως, κανένα άπ’ αυτά δεν μπόρεσε να ψυχράνει την αγάπη πού είχε στο Θεό”.
Απολυτίκιο. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Όσιων την έλλαμψιν, είσδεδεγμένη σεμνή, την πάλιν έφαίδρυνας, των Αθηναίων τη ση, ασκήσει και χάριτι · συ γαρ εν εύποιίαις, διαλάμπουσα Μήτερ, ήθλησας δι’ άγάπην, εύσεβώς του πλησίον διό σε ώ Φιλοθέη, Χριστός έδόξασε.
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΗΤΑΣ ο νέος ιερομάρτυρας
Καταγόταν από την “Ηπειρο και έγινε Ιερομόναχος στο Άγιον Όρος, και συγκεκριμένα στη Σκήτη της Αγίας Άννας και κατόπιν στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα (Ρώσικη). Τον κατέλαβε ο πόθος του μαρτυρίου και γύριζε τα χωριά γύρω από τις Σέρρες και τη Δράμα, κηρύττοντας τον Χριστό σαν αληθινό Θεό και τον Μωάμεθ σαν πλάνο. Συνελήφθη από τους Τούρκους και φυλακίστηκε στις Σέρρες. Κατόπιν υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια, όπως όσφρηση φωτιάς από τη μύτη, άκάνθινο στεφάνι στο κεφάλι, καλαμένιες ακίδες στα νύχια του και κάψιμο στα απόκρυφα μέλη του. ο Νικήτας όμως, με θαυμαστή σταθερότητα, συνεχώς ομολογούσε την πίστη του στο Χριστό. Τελικά, στις 19 Φεβρουαρίου 1806 τον κρέμασαν και έτσι δέχτηκε το στεφάνι της αφθαρσίας.