Το τελευταίο διάστημα παρατηρούμε να ακολουθεί της προηγούμενης επιθετικής τουρκικής φρενίτιδας του 2020 μια θεαματική αναδίπλωση της πολιτικής της. Προς αυτήν την κατεύθυνση έχουμε την επίθεση φιλίας προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, λόγω της ανάληψης της προεδρίας από τον Μπάιντεν, ακόμα με βασικό επικοινωνιακό επιχείρημά ως προς φιλικό προσωπείο της προς τη Δύση την έναρξη των διερευνητικών συζητήσεων με την Ελλάδα στην Κωνσταντινούπολη με στόχο δήθεν την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών με βάση το διεθνές δίκαιο!
Πρόκειται αναμφίβολα για αντιστροφή της πραγματικότητας, μέσω της οποίας επιδιώκεται αφενός, η μη λήψη κυρώσεων από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, δεδομένων, των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων ρευστότητας της τουρκικής οικονομίας και αφετέρου η κεφαλαιοποίηση των προηγούμενων επιθετικών παράνομων ενεργειών στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο. Και αυτό γιατί βασικός στόχος της Τουρκίας στις διερευνητικές είναι, πέρα των άλλων, η άμεση ή έμμεση νομιμοποίηση των παράνομων αξιώσεων της (αποστρατιωτικοποίηση νησιών, γκρίζες ζώνες κλπ).
Περαιτέρω, η προσεχής νέα πενταμερής διάσκεψη για την Κύπρο από τον ΟΗΕ, που έπεται του ΑΤΤΙΛΑ ΙΙΙ στην Κυπριακή ΑΟΖ και του παράνομου ανοίγματος της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου, σε συνδυασμό με τις δηλώσεις του αχυρανθρώπου της Άγκυρας, Τατάρ, ότι μόνον η λύση δύο ανεξάρτητων κρατών είναι εφικτή, προαναγγέλλει νέα αρνητικά τετελεσμένα σε βάρος της πολύπαθης Κύπρου.
Αφανής βασικός στόχος της Άγκυρας, με την τελευταία αναδίπλωση της, η οποία είναι βέβαιον ότι θα έχει προσωρινό χαρακτήρα, λόγω της δομικής αναθεωρητικής φύσεως του νεο-οθωμανικού καθεστώτος Ερντογάν, είναι η υπονόμευση και αποδόμηση του μεγάλου αντιτουρκικού γεωπολιτικού τόξου. Αυτό φάνηκε να αναδύεται την προηγούμενη χρονιά (Γαλλία, Ελλάδα, Κύπρος, Αίγυπτος, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ινδία) και τυχόν ισχυροποίηση του θα αποτελούσε ένα σημαντικό γεωπολιτικό μέγεθος στη σημερινή έντονα ρευστή κατάσταση του αναδυόμενου διεθνούς πολυπολικού κόσμου και τεράστιο εμπόδιο στα μακροπρόθεσμα αναθεωρητικά σχέδια του τουρκικού κατεστημένου.
Είναι αλήθεια ότι η πρόσφατη αναδίπλωση της Άγκυρας και η προσωρινή νηνεμία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις έχει προσφέρει αισθήματα αγαλλίασης στο υπάρχον πολιτικό προσωπικό (κυβέρνηση, αντιπολίτευση), το οποίο διακατέχεται από φοβικό σύνδρομο έναντι της Τουρκίας.
Παρά τις αναγκαστικές αμυντικές κινήσεις τον προηγούμενο χρόνο ενόψει του άμεσου τουρκικού κινδύνου, η χώρα μας δεν κατάφερε να ισχυροποιήσει το ρόλο και τη σημασία της στο υπό διαμόρφωση παραπάνω γεωπολιτικού τόξου, το οποίο πέραν των άλλων αντικειμενικά αποτελεί και σημαντικό παράγοντα στην προσπάθεια της Δύσης να μην υποσκελιστεί από την αναδυόμενη Ασία (Κίνα, Ρωσία κλπ).
Γι’ αυτό, ενόψει όλων αυτών των κινδύνων, ο Ελληνισμός οφείλει να ακολουθήσει την επόμενη περίοδο τον εξής οδικό χάρτη:
Πρώτον, συνεχή και συστηματική διεθνοποίηση και γνωστοποίηση των τουρκικών παράνομων αξιώσεων, έτσι ώστε οι άνευ ουσιαστικής σημασίας διερευνητικές συνομιλίες, να μη θολώσουν τις πραγματικές στοχεύσεις των νεο-οθωμανών, δίνοντας επιχειρήματα στις φιλότουρκες ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία), να ακυρώσουν κάθε ευρωπαϊκή αντίδραση απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό. Προς αυτήν την κατεύθυνση, θα πρέπει να προσδιοριστεί συγκεκριμένος χρόνος αυτών των διερευνητικών συνομιλιών και οποιαδήποτε απόκλιση από την συζήτηση της μοναδικής διαφοράς, που είναι η οριοθέτηση της ΑΟΖ, δεδομένων και των ευρωπαϊκών δηλώσεων ως προς αυτό, οφείλεται να δημοσιοποιηθεί και να καταγγελθεί. Αποχώρηση της Ελλάδος από τις διερευνητικές συνομιλίες μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο μπορεί να συμβάλλει στην παραπέρα διεθνή έκθεση της Τουρκίας έναντι των Δυτικών χωρών.
Δεύτερον, ενόψει της πενταμερούς συνδιασκέψεως για την Κύπρο, η ελληνοκυπριακή πλευρά, η οποία όλα τα προηγούμενα χρόνια παραμένει ασθμαίνουσα και παρατηρητής της συνεχούς διολίσθησης του Κυπριακού, θα πρέπει μετ’ επιτάσεως να επανατοποθετήσει αυτό στην διεθνή διάσταση του, που είναι η παράνομη εισβολή και κατοχή της περίπου μισής Μεγαλονήσου. Στόχος πρέπει να είναι η αποχώρηση των δυνάμενων κατοχής και εφαρμογή των στοιχειωδών δημοκρατικών κανόνων λειτουργίας σε ένα ενιαίο κράτος στο νησί με προστασία των δικαιωμάτων όλων των πολιτών του.
Τρίτον, η σοβαρή ενίσχυση στο διάστημα αυτό της αποτρεπτικής δύναμης της χώρας, η οποία συνδέεται αφενός με την ενίσχυση του γεωπολιτικού αντιτουρκικού τόξου, για το οποίο η Ελλάδα πρέπει να έχει ουσιαστικό και ενεργό ρόλο και αφετέρου με την ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων και τη αξιοποίηση του αρχιπελάγους του Αιγαίου, προκειμένου με φθηνά όπλα να μετατραπεί σε ισχυρότατο αποτρεπτικό στρατιωτικό παράγοντα έναντι των παράνομων επιδιώξεων της Άγκυρας.
Τυχόν αβελτηρία ως προς τις παραπάνω υποχρεώσεις λόγω της ύπουλης «θαλπωρής» που προσφέρει η πρόσκαιρη νηνεμία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μπορεί να έχει καταστρεπτικά αποτελέσματα για τον Ελληνισμό. Εάν το σήμα που θα εκπέμψει η χώρα είναι αυτό του φοβικού συνδρόμου και η έναντι οποιοδήποτε όρων εξεύρεση λύσης, που οδηγεί στη δορυφοροποίηση της έναντι της Τουρκίας είναι βέβαιον ότι θα απομακρύνει τις εν δυνάμει σύμμαχες χώρες του προαναφερόμενου αντι-τουρκικού γεωπολιτικού τόξου. Τότε η χώρα μας θα απωλέσει την τελευταία της ιστορική ευκαιρία για διεθνή και περιφερειακή ισχυροποίηση της.