Οι Τρεις Ιεράρχες κατάγγειλαν την κοινωνική αδικία
Με αφορμή την επέτειο του εορτασμού των Τριών Ιεραρχών, σε συνδυασμό με την αύξηση των ανισοτήτων στη σύγχρονη κοινωνία, η Χριστιανική Δημοκρατία εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:
Ο Επίσκοπος Ευχαΐτων Ιωάννης Μαυρόπους (990/1000-1070) θεωρείται ως αυτός στον οποίο οφείλεται η καθιέρωση της γιορτής των Τριών Ιεραρχών κατά τον 11ο αιώνα. Επρόκειτο για ένα Χριστιανό ελληνικής καταγωγής και ποιητή, ο οποίος μεταξύ άλλων είχε συνθέσει το ακόλουθο επίγραμμα, όπου προσεύχεται για τη σωτηρία του Πλάτωνα και του Πλούταρχου στη Βασιλεία των Ουρανών, διότι παρά τα σφάλματά τους ο Χριστός «τους σώζει όλους δωρεάν, λόγω της καλοσύνης του»:
“Εἴπερ τινὰς βούλοιο τῶν ἀλλοτρίων τῆς σῆς ἀπειλῆς ἐξελέσθαι, Χριστέ μου,
Πλάτωνα καὶ Πλούταρχον ἐξέλοιό μοι·ἄμφω γὰρ εἰσὶ καὶ λόγον καὶ τὸν τρόπον
τοῖς σοῖς νόμοις ἔγγιστα προσπεφυκότες.εἰ δ’ ἠγνόησαν ὡς Θεὸς σὺ τῶν ὅλων,ἐνταῦθα τῆς σῆς χρηστότητος δεῖ μόνον, δι’ ἣν ἅπαντας δωρεὰν σῲζεινθέλεις”.
Μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι οι 3 Ιεράρχες είναι τρεις από τους περισσότερο γραμματισμένους Αγίους της Εκκλησίας μας. Σε σχετική έριδα που είχε υπάρξει στην περιοχή του, ο Μέγας Βασίλειος είχε διερωτηθεί δημόσια εάν υπήρχε κάποιος που γνώριζε την αρχαιοελληνική γραμματεία καλύτερα από τον ίδιο. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, στον Επιτάφιο λόγο του προς τον Μ. Βασίλειο, συνεχίζοντας μια γνώμη που υπάρχει από την Παλαιά Διαθήκη, διατρανώνει την αξία της παιδείας αναμεταξύ των αγαθών που υπάρχουν στον κόσμο, χριστιανικής αλλά και μη-χριστιανικής (εξωτερικής, θύραθεν), γράφοντας: «Νομίζω ότι έχουν ομολογήσει όλοι όσοι έχουν νου ότι η παιδεία είναι το πρώτο αγαθό που υπάρχει. Και όχι μόνο η ευγενέστερη και δική μας αλλά και η εξωτερική…».
Επίσης, οι Τρεις Ιεράρχες βρίσκονται στις ψηλότερες κορυφές της χριστιανικής πνευματικότητας όλων των αιώνων, με όλες τις αρετές που τη συνοδεύουν. Ο Πατρολόγος Στυλιανός Παπαδόπουλος έγραφε για τον Μ. Βασίλειο σε μυθιστορηματική βιογραφία χαρακτηριστικά ότι όταν τον έβλεπε κανείς στο δρόμο, έμοιαζε συνήθως σκεπτικός, ωστόσο όταν επικοινωνούσε κανείς μαζί του, αποκόμιζε την εντύπωση ότι «ζει μόνο για αυτόν». Τέτοια εν Χριστώ αγάπη είχε και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, για τον οποίο ο ιστορικός J. B. Bury είχε γράψει πως ήταν «σχεδόν σοσιαλιστής», λόγω της μεγάλης αγάπης που είχε και της συνακόλουθης οδύνης για τον ενδεή συνάνθρωπο:
«για τον Χρυσόστομο, η αντίθεση μεταξύ της ζωής των ανώτερων τάξεων και της δυστυχίας του απλού λαού ήταν ένα θέαμα τόσο επώδυνο που ήταν σχεδόν σοσιαλιστής(..). Οι παθιασμένες αποκηρύξεις των πλουσίων εκ μέρους του έχουν σχεδόν την ίδια αξία και σπουδαιότητα όσο οι αποκηρύξεις των σύγχρονων Ευρωπαίων πλουτοκρατών από τους σοσιαλιστές».
Παράλληλα, ο μεγάλος Ορθόδοξος φιλόσοφος και συγγραφέας Νικολάι Μπερντιάγιεφ σε ωριμότατη ηλικία, το 1939, είχε γράψει πως «ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ήταν ένας αυθεντικός Κομμουνιστής στην εποχή του, ο εκπρόσωπος του προλεταριάτου της Κωνσταντινούπολης». Πράγματι, οι Τρεις Ιεράρχες δε μιλούσαν μόνο εν κενώ για μια ατομική ηθική, αλλά προέβαιναν σε συγκεκριμένες πολιτικές προτάσεις, δηλαδή σε προτάσεις κοινωνικής διαρρύθμισης και ολοκληρωμένης κοινωνία-πρότυπο. Ο Χρυσόστομος θεωρεί πως η επίτευξη της οργάνωσης κοινοκτημοσύνης αναμεταξύ (αρχικά) των Χριστιανών θα ενέπνεε και τους υπόλοιπους να γίνουν Χριστιανοί και θα καθιστούσε τη γη ουρανό. Ο Μέγας Βασίλειος προτείνει να αποκτήσουμε ζήλο για την οργάνωση των πρώτων Χριστιανών, όπου όλα ήταν κοινά και επίσης υπήρχε και κοινωνία των ψυχών μέσω της πίστης. Ο Μέγας Βασίλειος θεωρεί πως το κύριο γνώρισμα που ακολουθεί τον πολιτικό άρχοντα σαν τη σκιά του είναι η βοήθεια προς τους δυστυχισμένους και επίσης ότι η βέλτιστη διανομή των αγαθών γίνεται με βάση την αρχή «στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του». Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος θα προτείνει φοροαπαλλαγή των φτωχών. Ο Χρυσόστομος και πάλι θα θεωρήσει τον Χριστιανό πολιτικό άρχοντα ως αυτόν που φέρνει κοντά του τους “κοπιώντεςκαι πεφορτισμένους” της κοινωνίας και ως τον “σύμμαχο των αδικημένων”, που στέκεται σαν πύργος που τους προστατεύει από τους κοινωνικά δυνατούς.
Όλες οι παραπάνω ωστόσο θέσεις σήμερα, είτε είναι άγνωστες είτε τουλάχιστον είναι σα να μην υπάρχουν, διότι δεν επηρεάζουν τα στερεότυπα με τα οποία συνήθως προσεγγίζουμε τους 3 Ιεράρχες. Όλα τα παραπάνω όμως μας εμπνέουν ως Κίνημα Χριστιανικής Δημοκρατίας και προσδιορίζουν τον πολιτικό μας λόγο και την κοινωνία για την οποία αγωνιζόμαστε, καθώς και την αντίστοιχη παιδεία και εκπαίδευση. Η σημερινή κοινωνία στην καλύτερη περίπτωση παρέχει μια εκπαίδευση που μπορεί να βοηθήσει τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις να ανελιχθούν οικονομικά. Ωστόσο, μια τέτοια εκπαίδευση δεν αρμόζει σε ανθρώπους, αλλά σε άλογα ζώα, που εκπαιδεύονται κατάλληλα, ώστε να επιτελέσουν αυτό που θέλει ο εκπαιδευτής τους. Για μας, η εκπαίδευση πρέπει να απαλλαγεί από τον τεχνοκρατισμό της και να πάρει τη θέση του «πρώτιστου αγαθού», με όλο το εύρος και βάθος και τις αντίστοιχες προτεραιότητες.
Αθήνα 1.2.2020. Το Γραφείο Τύπου της ΧΔ