Από το 2009 άρχισε η σταδιακή φτωχοποίηση του πληθυσμού και τώρα, με το πρόσχημα της πανδημίας, ήρθε το τελευταίο χτύπημα
Αδειοι δρόμοι, κλειστά μαγαζιά, φυλακισμένοι στα σπίτια τους άνθρωποι, θλίψη, δυστυχία…
Δεν χρειάζονται πολλές λέξεις για να περιγράψεις το σκηνικό της Ελλάδας του 2021. Της Ελλάδας που τελεί υπό νεοφιλελεύθερη κατοχή και αιτιολογεί τα δεινά της ως μέτρα προστασίας κατά της πανδημίας. Ας μη γελιόμαστε. Ο πόλεμος που ζούμε είναι πρώτα οικονομικός και μετά υγειονομικός. Αυτά που διακυβεύονται είναι η ελευθερία των ανθρώπων, η ελεύθερη βούληση, η ατομική επιχειρηματικότητα, η ατομικότητα γενικότερα. Η κατάργησή τους εξυπηρετεί την παγκοσμιοποίηση και το τσουβάλιασμα αξιών, ειδικών χαρακτηριστικών, εθνικών παραδόσεων, συλλογικών δράσεων. Η νέα τάξη πραγμάτων -γιατί περί αυτού πρόκειται- χρειάζεται πιόνια και μαριονέτες. Ποτέ άλλοτε η ανθρωπότητα δεν απειλήθηκε τόσο έντονα από τον ίδιο τον άνθρωπο. Η συσσώρευση πλούτου και δύναμης από μια χούφτα ανθρώπους μεγάλωσε το χάσμα ανάμεσα στις κυβερνήσεις και στους λαούς τους. Το πρόβλημα του πλανήτη δεν είναι πώς θα χορτάσεις τους φτωχούς, αλλά πώς θα σταματήσεις τη λαιμαργία των πλουσίων.
Μια μικρογραφία του σύγχρονου κόσμου είναι και η χώρα μας. Από το 2009 άρχισε η σταδιακή φτωχοποίηση του πληθυσμού και τώρα, με το πρόσχημα της πανδημίας, ήρθε το τελευταίο χτύπημα. Δεν πρόκειται για τον θάνατο του εμποράκου. Δεν μιλάμε για μεμονωμένο γεγονός. Πρόκειται για την ολική εξαφάνιση της μικρομεσαίας τάξης, που πάνω της βασίζονται θεσμοί όπως η οικογένεια, η ιδιοκτησία, η απασχόληση. Η εικόνα διάλυσης με τα κατεβασμένα ρολά των μαγαζιών, το νεκροταφείο των ταξί στα μισθωμένα πάρκινγκ της Αθήνας, τα κλειστά παράθυρα των σπιτιών, τα παγωμένα πρόσωπα των τηλεδιασκέψεων αποτυπώνουν τη σύγχρονη πραγματικότητα. Οι αισιόδοξοι τη θεωρούν προσωρινή. Οι απαισιόδοξοι είτε αυτοκτονούν είτε αποσύρονται απ’ τη μάχη ή κλείνονται στον εαυτό τους. Οι ρεαλιστές -μέσα σ’ αυτούς κι εγώ- τη θεωρούν χρονικό προαναγγελθέντος θανάτου. Το μήνυμα αναγνώσθηκε κι έγινε απολύτως κατανοητό.
Στην κοινωνία που οραματίζεται ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός (και δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο) πρωτοστατούν οι επιχειρήσεις και όχι οι άνθρωποι. Ζουν «βασιλικά» οι κατέχοντες και δουλικά οι υπόλοιποι. Η ατομική πρωτοβουλία μαστιγώνεται, ο οικονομικός στραγγαλισμός των μικρομεσαίων επιβάλλεται (κυρίως με σειρά στοχευμένων νομοθετημάτων), η εργασία είναι είδος προς εξαφάνιση.
Ο μόνος τρόπος για να αλλάξει τη μοίρα του ο σύγχρονος άνθρωπος είναι η αντίδραση. Πρέπει να ξυπνήσει από τον λήθαργο και να βγει μπροστά. Να βγει στον δρόμο. Να φωνάξει, να διαμαρτυρηθεί, να αγωνιστεί, να παλέψει με νύχια και με δόντια μέχρι να νικήσει. Η αδράνεια η δική μας γίνεται όπλο τους. Ο καναπές είναι η δυστυχία μας και το Netflix η αποχαύνωσή μας. Ετσι ακριβώς μας θέλουν: δυστυχισμένους και αποχαυνωμένους.
Η σημερινή κυβέρνηση είναι αυτό ακριβώς που φαίνεται. Αυτοσυστήθηκε στο ελληνικό κοινό από το 2015 και όποιος δεν το κατάλαβε τότε το καταλαβαίνει τώρα. Δεν έκρυψε ποτέ ότι θα στηρίξει τις πολυεθνικές και τις μεγάλες επιχειρήσεις (θυμηθείτε τη στάση της στο Κοινοβούλιο στην ψήφιση του Ν 4530), δεν έκρυψε ποτέ ότι δεν θέλει δικαιοσύνη στο ασφαλιστικό σύστημα (κατάργηση νόμου Κατρούγκαλου), δεν έκρυψε ποτέ ότι δεν θέλει αυτοαπασχολούμενους και μικροεπιχειρηματίες στο εργασιακό κάδρο της χώρας.
Οπότε:
Ποιος εκπλήσσεται από τη διάθεση κρατικών οικονομικών ενισχύσεων στην Aegean ή σε άλλες πολύ μεγάλες επιχειρήσεις;
Ποιος εκπλήσσεται που για έναν ολόκληρο χρόνο 60.000 οικογένειες ταξιτζήδων πήραν μόνο 800 ευρώ;
Ποιος εκπλήσσεται που η κυβέρνηση έστρεψε τον κόσμο στο ηλεκτρονικό εμπόριο (προνόμιο των μεγάλων επιχειρήσεων);
Ποίος εκπλήσσεται που η κυβέρνηση σταμάτησε κάθε είδους εμπορικής δραστηριότητας;
Σε ποια άλλη χώρα της Ευρώπης γίνεται αυτό; Γιατί εκεί λειτουργούν όλα κανονικά την ημέρα και σταματούν όλα μόνο κατά την απαγόρευση κυκλοφορίας τις βραδινές ώρες;
Αν πιστεύετε ότι η κυβέρνηση το κάνει για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας… μην το πείτε πουθενά. Θα γελάνε και τα τηλέφωνα στην Πειραιώς.
Προσαρμόζοντας ένα απόφθεγμα του Τσαρλς Μπουκόφσι στην ελληνική πραγματικότητα, θα πω ότι, εάν καταφέρεις να ξεγελάσεις κάποιον (ελληνικός λαός), δεν σημαίνει ότι είναι χαζός. Απλά σημαίνει ότι σε εμπιστεύτηκε περισσότερο από όσο αξίζεις.