ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ
Χθές, 3/11/2020, ἡμέρα Τρίτη καί ὥρα 6μ.μ. συζητήθηκε ἡ προσωπική μου ἀγωγή κατά τοῦ Ε’ Σμήματος τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας (ΣτΕ) περί κακοδικίας του εἰς τήν ὑπ’ ἀριθμόν 1458/2019 ἀπόφασιν σχετικά μέ τήν νομιμότητα ἀνεγέρσεως τοῦ ἰσλαμικοῦ τεμένους εἰς τόν Βοτανικόν καί ἐπί τῆς Ἱεράς Ὁδοῦ ἀρ. 114.
Γνωρίζοντες οἱ κινοῦντες τά σχετικά νήματα τόσον τήν ἐκκρεμοῦσαν ἀγωγήν, ὅσον καί τίς ἐκκρεμοῦσες μηνύσεις μας κατά τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ὑπηρεσίας καί τῆς Εἰσαγγελικῆς Ἀρχῆς καί ἐκμεταλλευόμενοι τό εὐαίσθητον γεγονός τῆς πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ σάν τούς κλέφτες, διατί κλέφτες τῆς πολιτιστικῆς μας κληρονομιᾶς εἶναι, ἀνεκοίνωσαν τά περί – δῆθεν – προσευχῆς τῶν γνωστῶν ὀπαδῶν τῆς γνωστῆς ἑτεροδόξου θρησκείας.
Ἀναφέρομαι ἐν προκειμένῳ εἰς σημεῖα τῆς ἀγωγῆς κακοδικίας, δεδομένου ὅτι τό ἐν λόγῳ δικόγραφον ἀποτελούμενον ἀπό 129 σελίδες καί συνοδευόμενον ἀπό 110 σχετικά ἒγγραφα, φωτογραφίες, σχεδιαγράμματα κλπ εἶναι δύσκολον νά μεταφερθῇ ὁλόκληρον:
Ἡ ἀνωτέρω ἀπόφασις ἐκδοθεῖσα ὑπό τῶν ἐναγομένων τοῦ Ε’ τμήματος τοῦ ΣτΕ ἐπικυρώνει τήν ὅλην διαδικασίαν τῆς Διοικήσεως καί τάς αὐθαιρεσίας της, μίαν διαδικασίαν μεθοδευμένην καί ἀδιαφανῆ ὅπως καταγγείλαμεν πλειστάκις τόσον εἰς τήν Πολεοδομίαν, ὅσον καί εἰς τήν ΕΤΔΕΚ, καί εἰς τά Ἀποφαινόμενα Ὂργανα.
Καταγγείλαμεν καί ἐνώπιον τοῦ ΣτΕ μέ ἀντιστοίχους αἰτήσεις ἀκυρώσεως καί οὕτω ἡ Διοίκησις διώρθωνεν καθ’ ἑκάστην φοράν τάς αὐθαιρέτους πράξεις αὐτάς – πάντοτε ὅμως μέ τυπικόν Νόμον – τάς γνωστάς τροπολογίας τῶν Ν. 2 4327/2015 καί 4414/2016.
Ὁ τελευταῖος αὐτός Νόμος ἀποτελεῖ καί τήν ἔγκρισιν τῆς μελέτης πού περιλαμβάνεται εἰς τήν ἀπόφασιν τῆς ΕΤΔΕΚ 819/25.11.2011 καί ἐπέχει θέσιν ἀδείας δομήσεως.
Ἡ ἀπόφασις αὐτή ἐκδοθεῖσα ὑπό τῶν ἐναγομένων ἀπέρριψεν μεταξύ ἂλλων καί τό αἴτημα τῆς πραγματογνωμοσύνης καί αὐτοψίας διότι ἀπό αὐτάς θ’ ἀπεδεικνύετο καί ἡ ἀλήθεια καί αἱ πολεοδομικαί αὐθαιρεσίαι τῆς ἀδείας δομήσεως, δεδομένου ὅτι ἡ ἄδεια δομήσεως τοῦ ἀνωτέρω ἔργου ὁμοῦ μέ τίς μελέτες, σχέδια, διαγράμματα κλπ. ἀπαιτεῖ εἰδικάς γνώσεις τῆς ἐπιστήμης καί ἐξειδικευμένην ἐμπειρίαν προκειμένου νά ἐλεγχθῇ ἡ νομιμότης της.
Τό αἴτημά μας διά πραγματογνωμοσύνην τό ἔχομεν ὑποβάλλει πλειστάκις εἰς τό ΣτΕ καί πλειστάκις δολίως ἐκώφευσεν, πλήν τῆς ἀνωτέρω ἀποφάσεως ἡ ὁποία εἰς τήν ὑπ’ ἀριθμόν 34 σκέψιν της ἀναφέρει:
«Επειδή τέλος, σύμφωνα με τα όσα εκτέθηκαν (ιδίως σκ. 11 και 25), και εφόσον ουδόλως προέκυψε σχετική ασάφεια ή αμφιβολία, δεν συντρέχει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, λόγος να διαταχθεί πραγματογνωμοσύνη και να πραγματοποιηθεί αυτοψία, όπως ζητείται με τα από 15/3/2017 και 9/11/2017 υπομνήματα των αιτούντων, προκειμένου να γίνει έλεγχος του φακέλου της άδειας δόμησης και να διαπιστωθεί το βάθος των εκσκαφών για την ανέγερση του κτιρίου καθώς και η ύπαρξη ή μη κτιρίων προϋφισταμένων του έτους 1955».
Ἑπομένως, ἐν προκειμένῳ, ἡ ἀπόφασις ἀναφέρεται εἰς τά δύο αὐτά συγκεκριμένα θέματα διά τό βάθος τῶν ἐκσκαφῶν καί διά τήν ὕπαρξιν ἤ μή κτηρίων προϋφισταμένων τοῦ ἔτους 1955 (προκειμένου ν’ ἀπαλλάξη τούς ἁρμοδίους ὑπαλλήλους πλήν τῶν ἂλλων εὐθυνῶν τους καί ἀπό τίς ἀσκηθεῖσες μηνύσεις μας).
Οὕτως ὅμως ἀποφασίσαντες οἱ ἐναγόμενοι ἐκακοδίκησαν καί ἐκάλυψαν τήν Διοίκησιν ἀπό τήν ὁποίαν ἒλαβον καί τήν ἐντολήν.
Καί συγκεκριμένως ὡς προανέφερον:
Τήν 13/3/2017 ὑπέβαλον οἱ Νικόλαος Βαλμᾶς καί Λάμπρος Σταθόπουλος τήν ἀπό 12/3/2017 μήνυσίν των κατά ἁπαξαπάσης τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ὑπηρεσίας Ἀθηνῶν διά παράβασιν καθήκοντος, ἀπιστίαν, παράβασιν τοῦ Νόμου περί ἀρχαιοτήτων, ψευδορκία, ψευδῆ βεβαίωσιν ὡς καί δι’ οἱονδήποτε ἄλλο ἀδίκημα ἤθελεν προκύψει.
Τήν μήνυσιν δέ αὐτήν προσεκομίσαμεν κατά τήν συζήτησιν τῆς 4/10/2017 ἐπί τῆς ἀπό 10/9/2016 αἰτήσεως ἀκυρώσεως ἐφ’ ἧς ἐξεδόθη ἡ ἀνωτέρω ἀπόφασις τοῦ ΣτΕ ὑπ’ ἀριθμόν 1458/2019 ὑπό τῶν ἀνωτέρω ἐναγομένων ὑπό τό γράμμα «Α», ὡς σχετικόν, εἰς τό ἀπό 15/3/2017 ὑπόμνημά μας.
Τήν μήνυσιν ὅμως αὐτήν οἱ ἐναγόμενοι καθώς καί τά συνοδεύοντα αὐτήν δημόσια ἔγγραφα καί φωτογραφίες ὄχι μόνον δέν ἔλαβαν ὑπ’ ὄψιν τους, ὡς ἔδει, ἀντιθέτως προσεπάθησαν νά καλύψουν καί προστατέψουν τήν Διοίκησιν καί ἐκακοδίκησαν κρίνοντες ὅτι δέν χρειάζεται νά διαταχθῇ πραγματογνωμοσύνη καί νά πραγματοποιηθῇ αὐτοψία καί νά διαπιστωθῇ τό βάθος τῶν ἐκσκαφῶν διά τήν ἀνέγερσιν τοῦ κτιρίου!
Ἐν προκειμένῳ οἱ ἀνωτέρω ἐναγόμενοι ἐκακοδίκησαν κρίναντες προσέτι:
«Περαιτέρω, ἡ χωροθέτηση τοῦ ἰσλαμικοῦ τεμένους στόν Ἐλαιῶνα δέν ἀντιβαίνει στό ἄρθρο 24 (παρ. 1, 2 καί 6), 28 (παρ. 1) καί 106 (παρ. 1) τοῦ Συντάγματος, ἐκ μόνου τοῦ λόγου ὅτι ἡ κατασκευή του προβλέπεται στήν εἴσοδο τῆς πόλης ἐπί τῆς Ἱεράς Ὁδοῦ, δεδομένου ἄλλωστε ὅτι οὐδόλως προκύπτει ἡ κατασκευή τοῦ τεμένους ἐπί προστατευμένου στοιχείου τῆς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς….».
Ἐκακοδίκησαν οἱ ἐναγόμενοι διότι ἤχθησαν εἰς τήν ἀνωτέρω κρίσιν των «ὅτι δηλαδή δέν ὑπάρχει προστατευόμενον στοιχεῖον πολιτιστικῆς κληρονομίας» ἐνῶ εἶναι γεγονός πασίγνωστον κατά τήν ἔννοιαν τῆς ἀνωτέρω διατάξεως καί παγκοσμίως πασίγνωστον, ὅτι ἡ Ἱερά Ὁδός εἰς ὅλον τό μῆκος καί εὗρος της βρίθει ἀρχαιοτήτων!!
Ἐτόνισα δέ καί κατέστησα σαφές εἰς αὐτούς καί γνωστόν τόσον εἰς τήν αἴτησιν ἀκυρώσεως ὑπ’ ἀρ. 3361/2016 (φύλλον 22, 23, 42 αὐτῆς) ἐφ’ ἧς αἰτήσεως οἱ ἐναγόμενοι ἐξέδωκαν τήν ὑπ’ ἀριθμόν 1458/2019 κακόδικον ἀπόφασιν ὅσον καί εἰς τά ἀπό 15/3/2017 (φύλλον 40) καί 9/11/2017 (φύλλον 3, 9 ἕως 12) ὑπομνήματά μου τήν ἱστορικότητα καί ἀρχαιολογικήν ἀξίαν τῆς περιοχῆς, προσκομίσασα καί τ’ ἀντίστοιχα ἀποδεικτικά στοιχεῖα, ὅπως:
τήν ὑπ’ ἀρ. Δ/2017/888 (σχετ. Α καί Α’) μήνυσιν τῶν Νικολάου Βαλμᾶ καί Λάμπρου Σταθόπουλου κατά τῆς Διευθύντριας τῆς Ἐφορείας Ἀρχαιοτήτων Ἀθηνῶν καί λοιπῶν ἀρχαιολόγων καί ἐργατοτεχνιτῶν μέ ἀντιστοίχους φωτογραφίας.
τίς φιλολογικές πηγές τοῦ Παυσανίου (Ι.36, 36) εἰς τ’ ΑΤΤΙΚΑ καί τοῦ Ξενοφῶντος Ἑλληνικά 114, 33, καί Θουκυδίδου 2.34.5 (σχετ. 4 – 4δ).
τίς ἐκδόσεις ΚΡΗΝΗ «Ὁ Κεραμεικός τῆς Ἀθήνας τῆς URSULA KNIGGE ΙΣΤΟΡΙΑ-ΜΝΗΜΕΙΑ-ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ τοῦ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΑΘΗΝΩΝ, τήν ὁποίαν ἒκδοσιν μάλιστα πωλεῖ τό Ἑλληνικόν Δημόσιον εἰς τόν ἀρχαιολογικόν χῶρον τοῦ Κεραμεικοῦ (σχετ. 4 – 4δ).
ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίον τῆς Σιμόν Λέ Μπαρόν «Ἡ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ» (σχετ. 10).
τήν κατάθεσιν τοῦ Ἰωάννου Γιαννοπούλου, ἱστορικοῦ, συγγραφέως, ἐρευνητοῦ «περί τῆς τοποθεσίας τῆς προτεινομένης γιά τήν ἀνέγερση τοῦ μωαμεθανικοῦ τεμένους ὡς τελείως ἀπαγορευτικῆς» (σχετ. 11).
φωτογραφία τῶν ἐκσκαφῶν τῆς ἀρχαιολογικῆς ὑπηρεσίας (σχετ. Α΄).
Τήν μελέτην τοῦ ἱστορικοῦ – ἐρευνητοῦ κ. Κωνσταντίνου Ποταμιάνου
Σχετικές μελέτες σύγχρονων ἀρχαιολόγων – μελετητῶν τῆς Ἱερᾶς Ὁδοῦ.
Πέραν τῶν ἀνωτέρω ἀποδεικτικῶν στοιχείων πού προσεκόμισα νομίμως καί ἐμπροθέσμως μετ’ ἐπικλήσεως εἰς τήν ἀνωτέρω δίκην τό γεγονός ὅτι ἡ περιοχή εἶναι ἀρχαιολογική εἶναι «γνωστόν τοῖς πᾶσι» καί παγκοσμίως καί μέ προστατευόμενα ἀρχαῖα ὑπό τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ὑπηρεσίας ἔξωθεν τοῦ ἐπιδίκου χώρου, ὡς προανέφερον, μέ παρακείμενον τόν Ναόν τοῦ Ἁγίου Σάββα ἐκτισμένον μέ ἀρχαῖα δομικά ὑλικά τοῦ Μειλιχείου Διός, καί τήν ἀρχαίαν γέφυραν Κηφισσοῦ, ἀπ’ ὅπου ἀπηγγέλοντο οἱ περίφημοι «γεφυρισμοί»!
Ὅπως γεγονός γνωστόν τοῖς πᾶσιν εἶναι ὅτι ἐκεῖ, ἐντός τοῦ ἐπιδίκου, κεῖται τμῆμα τοῦ δημοσίου σήματος καί ὁ Ναός τῶν Τεσσάρων Θεῶν, ἀλλά καί ὁ παλαιότατος Χριστιανικός Ὀρθόδοξος Ναός τοῦ Ἁγίου Χριστοφόρου.
Καί ἐάν καί αὐτό δέν ἐγνώριζαν οἱ ἐναγόμενοι, οὔτε ἐγνώριζαν κἄν ὅτι ἡ Ἱερά Ὁδός περιέχει ἀρχαιότητες, ἔδει νά προστρέξουν εἰς τά διδάγματα τῆς κοινῆς πείρας δηλαδή «στίς ἀρχές γιά τήν ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων, πού συνάγονται ἀπό τήν παρατήρηση τοῦ καθημερινοῦ βίου, τήν ἐπιστημονική ἔρευνα καί τήν ἐπαγγελματική ἐνασχόλησιν, καί μποροῦν νά χρησιμοποιηθοῦν εἴτε γιά τήν ἑρμηνεία κανόνων δικαίου, εἴτε γιά νάἐξακριβωθεῖ ἡ βασιμότητα πραγματικῶν περιστατικῶν, πού ἀπετέλεσαν τό ἀντικείμενον τῆς ἀπόδειξης (Ἄρθρον 336 παρ. 4 Κ.Πολ.Δικονομίας) (Γ΄ Σμ. Α.Π. 813/2018).
Οὔτε αὐτά ὅμως ἔλαβαν ὑπ’ ὄψιν οἱ ἐναγόμενοι, οὔτε τά ἐχρησιμοποίησαν (οὐχί κατά τήν ἐκτίμησιν τῶν ἀποδείξεων) ἀλλά παρέλειψαν νά τά χρησιμοποιήσουν διά τήν ὑπαγωγήν τοῦ πραγματικοῦ γεγονότος ὑπάρξεως τῶν ἀρχαιοτήτων τῆς Ἱερᾶς Ὁδοῦ εἰς τούς κανόνας δικαίου καί δή εἰς τό Ἄρθρον 24 §1 καί 6 τοῦ Συντάγματος ὡς καί εἰς τόν Νόμον περί ἀρχαιοτήτων 3028/2002.
Ὅθεν δέν ἐχρησιμοποίησαν οἱ ἐναγόμενοι οὒτε τά διδάγματα τῆς κοινῆς πείρας διά νά ἐξεύρουν τήν ἀλήθειαν.
Ἐγνώριζαν ὡσαύτως οἱ ἐναγόμενοι ὅτι εἰς τήν παράλληλον πρός τήν Ἱεράν Ὁδόν, ὁδόν Ἁγίου Πολυκάρπου κεῖται ὁ καταυλισμός τῶν μουσουλμάνων (hotspot), ἀφοῦ προσεκόμισα μετ’ ἐπικλήσεως τήν σχετικήν βεβαίωσιν τοῦ Δήμου Ἀθηναίων (προκοσμιζόμενον κί ἐπικαλούμενον σχετ. 7, 7α, 7β, 7γ).
Ὡσαύτως προσεκόμισα νομίμως κι ἐμπροθέσμως μετ’ ἐπικλήσεως:
τήν ἀπό 23/5/2016 μέ Ἀριθμόν Πρωτ. 159416 ἀπάντησιν τοῦ Δήμου Ἀθηναίων εἰς τήν ὑπ’ ἀριθμόν πρωτ. 152803/17.5.2016 αἴτησιν τῆς Υιλιῶς Λαγούρα μιᾶς ἐκ τῶν αἰτουσῶν κί ἀντιστοίχων ἀπαντήσεων εἰς τήν ἰδίαν 7α καί 7β εἰς τήν ὑπ’ ἀριθμόν 3361/2016 ὡς ἀνωτέρω αἴτησιν ἐφ’ ἧς ἐξεδόθη ἡ ὑπ’ ἀρ. 1458/2019 ἀπόφασις ὑπό τῶν ὦδε ἐναγομένων (σχετ. 7).
τήν πανοραμικήν φωτογραφίαν τῆς περιοχῆς (σχετ. 7δ).
Ἐγνώριζαν λοιπόν οἱ ἐναγόμενοι ὅτι ὁ οἰκισμός αὐτός τῶν μουσουλμάνων, ἢδη ἀριθμῶν 1.973 ἂτομα, θά λειτουργηθῇ μόλις «ἀνοίξῃ» τό περίφημον αὐτό κτῖσμα καί θά πηγαινοέρχωνται ἀπό τόν καταυλισμόν εἰς τό τέμενος καί τἀνάπαλιν καί οὕτω ἡ περιοχή θά ἀπολέσῃ τήν Ἑλληνικήν της ταυτότητα καί θά διακοπῇ ἡ πολιτιστική μας συνέχεια καί συνοχή καί θά δημιουργηθῇ μία μειονότης μουσουλμάνων κατά παράβασιν τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάννης πρό τῶν πυλῶν τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν.
Ἀκόμη ὅμως κι ἄν δέν εἶχα προσκομίσει τά ἀνωτέρω σχετικά ἔγγραφα τό γεγονός ὅτι ὑπάρχει ἐκεῖ ὁ καταυλισμός καί συσχετίζεται μέ τό παράνομον αὐτό κτῖσμα εἶναι γεγονός «γνωστόν τοῖς πᾶσι» ὅτι δηλαδή κεῖται ἐκεῖ ὁ καταυλισμός τῶν μουσουλμάνων (hotspot) ἐπί τῆς ὁδοῦ Πολυκάρπου, ὅπως εἶναι «γεγονός γνωστόν τοῖς πᾶσιν» ποῦ κεῖται ἡ ὁδός Πολυκάρπου.
Ἀλλά ἐάν καί αὐτό δέν ἐγνώριζαν οἱ ἐναγόμενοι, ἔδει οὗτοι νά προστρέξουν εἰς τά διδάγματα τῆς κοινῆς πείρας δηλαδή «στίς ἀρχές γιά τήν ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων, πού συνάγονται ἀπό τήν παρακολούθηση τοῦ καθημερινοῦ βίου, τήν ἐπιστημονικήν ἔρευνα καί τήν ἐπαγγελματικήν ἐνασχόλησιν, καί μποροῦν νά χρησιμοποιηθοῦν εἴτε γιά τήν ἑρμηνεία κανόνων δικαίου, εἴτε γιά νά ἐξακριβωθῇ ἡ βασιμότητα πραγματικῶν περιστατικῶν πού ἀποτέλεσαν τό ἀντικείμενο τῆς ἀπόδειξης» (Αρ. 336 §4 Κ.Πολ.Δικ., Γ’ Σμῆμα Α.Π. 813/2018).
Οὔτε ὅμως τά διδάγματα τῆς κοινῆς πείρας ἐχρησιμοποίησαν οἱ ἐναγόμενοι (οὐχί ὅμως κατά τήν ἐκτίμησιν τῶν ἀποδείξεων) ἀλλά παρέλειψαν νά τά χρησιμοποιήσουν διά τήν ὑπαγωγήν τοῦ πραγματικοῦ γεγονότος τῆς ὑπάρξεως καταυλισμοῦ μουσουλμάνων παρακειμένου τοῦ τεμένους εἰς τούς κανόνας δικαίου καί δή εἰς τά Ἄρθρα 24§2, 28§1 καί 106§1 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος.
Οὕτω ἐξ αὐτῆς τῆς παραλείψεως ἀλλοιώνονται τό πολιτιστικό καί θρησκευτικό μας περιβάλλον, διασαλεύεται ἡ εἰρήνη καί ἡ ἀσφάλειά μας, δέν ἀναπτύσσεται ὁ οἰκισμός μας καί ὁ Βοτανικός καί δέν ἐξασφαλίζονται οἱ καλύτεροι δυνατοί ὅροι διαβιώσεως οὔτε ἐξασφαλίζεται ἡ οἰκονομική μας ἀνάπτυξις εἰς τήν περιοχήν.
Ἀντιθέτως δημιουργεῖται πέριξ τοῦ παράνομου αὐτοῦ κτίσματος μία ὁλόκληρος ἰσλαμική πόλις καί δή χωρίς νά ὑπάρχουν ἀντίστοιχοι ὅροι ἀμοιβαιότητος.
Εἰς τήν ἐξεύρεσιν τῆς ἀληθείας ὅλων τῶν ἀνωτέρω ἔδει οἱ ἐναγόμενοι νά προστρέξουν ἀκόμη καί αὐτεπαγγέλτως δι’ ἕνα τόσον σημαντικόν θέμα ὅπως εἶναι ἡ κατασκευή καί δή ἑνός παράνομου κτίσματος
ἑνός ξένου πολιτισμοῦ καί θρησκείας καί δή ἐντελῶς ξένης πρός τά ἱερά καί ὅσια τῶν Ἑλλήνων ἐντός τῆς συγκεκριμένης περιοχῆς, ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων ἑλληνικῆς (Γ΄ Τμῆμα ΑΠ 813/2018).
Καί οὕτω οἱ ἐναγόμενοι συγκάλυψαν ἐκ προθέσεως τήν Διοίκησιν εἰς τήν ὅλην παράνομον κατασκευήν τοῦ κτίσματος, σκοπίμως καί ἐκ προθέσεως, ὄντες ἀποκλειστικοί ὑπαίτιοι καί συνυπεύθυνοι μ’ αὐτήν διά τήν παραδοχήν καί νομιμοποίησιν τοῦ αὐθαιρέτου αὐτοῦ κτίσματος ἐντός κοινοχρήστου χώρου πρασίνου καί ἐντός ἀρχαιολογικῆς περιοχῆς, ὡς δι’ αὐτήν ἀνωτέρω ἀνέπτυξα.
Ἐν κατακλεῖδι ἐπισημαίνω καί τά ἑξῆς:
Α. ἐκκρεμεῖ εἰσέτι ἡ ἀπό 10/6/2020 ἔφεσίς μου εἰς τό ΣτΕ διά τά ἀνωτέρω θέματα.
Β. ἐκκρεμοῦν οἱ κάτωθι μηνύσεις:
α.Δ17/888 κατά τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ὑπηρεσίας Ἀθηνῶν
β. ἀρ. πρωτ. ΑΠ 9726/2018 κατά τῆς Εἰσαγγελικῆς Ἀρχῆς
Αἱ μηνύσεις αὐταί ἐσκεμμένως καί δολίως περιφέρονται ἀπό γραφείου εἰς γραφεῖον εἰς τήν Εἰσαγγελίαν Ἀθηνῶν καί Πειραιῶς ἀντιστοίχως,ροκανίζοντες οὕτω οἱ ἐπιτήδειοι τόν χρόνον, ἐλπίζοντες ὅτι θά τύχουν τῆς περιπόθητης παραγραφῆς.
Οὕτω ἐκοινοποίησα σχετικά ἐξώδικα τόσον εἰς τήν ἀπελθοῦσαν κυρίαν Ξένην Δημητρίου ὅσον καί εἰς τόν διαδεχθέντα αὐτήν κ. Πλιώτα. Τῆς κ. Δημητρίου «τό αὐτί οὐδέποτε ἴδρωσεν» δι’ ὅ,τι ἀφορᾶ τό μέγιστον σχετικόν θέμα, παρά τό γεγονός ὅτι τῆς ἔχει κοινοποιηθῇ ἐξωδίκως ὅλη ἡ σχετική πολυσέλιδος δικογραφία, ἀπό κάθε ἄποψιν καί διά κάθε δικόγραφον ἐπί σειρά ἐτῶν.
Ὁ κ. Πλιώτας ἐνῷ εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἐνδιαφέρθηκε διά τήν προώθησιν τῆς ἐκδικάσεως τῶν μηνύσεων ὅμως φαίνεται ὅτι δέν εἰσηκούσθη καί ἀπεδείχθη ὅτι οἱ κινοῦντες τά νήματα τῆς ὑποθέσεως τοῦ τεμένους εἶναι ἰσχυρότεροι.
Ἐμεῖς ὅμως «πειθόμενοι τοῖς κείνων ρήμασι» εἴμεθα ἰσχυρότεροι τούτων καί θά συνεχίσωμε τούς ἀγῶνες μας, πού παραχρῆμα ἐπίκεινται.
Ἀθῆναι,
4/11/2020
Ἡ Δικηγόρος
Αἰκατερίνη Κ. Παντελίδου