Η Ελλάδα και η Κύπρος ακολουθούν βίους παραλλήλους. Έχουν κοινή μοίρα. Ο Ταγίπ Ερντογάν μας το κατέστησε σαφές με τις νέες προκλήσεις του.
Χθες ήταν τα Βαρώσια, σήμερα το Καστελλόριζο. Ή για να θέτουμε τα πράγματα στην σωστή τους διάσταση η μάχη είναι ενιαία και στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Δεν διαχωρίζονται τα μέτωπα αυτά. Δεν διασπώνται. Αυτό μας διδάσκει και η αιφνιδιαστική έξοδος του Oruc Reis με κατεύθυνση το Καστελλόριζο, 24ωρα μετά την νέα τουρκική εισβολή στην Αμμόχωστο.
Έπρεπε να είχαμε επιμείνει σε κοινό μέτωπο με την Κύπρο στην επιβολή κυρώσεων στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής αντί να τρέχουμε τώρα . Έπρεπε να έχουμε κρατήσει ζωντανό το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδος-Κύπρου. Φευ! Τώρα είμαστε μπροστά σε νέα δεδομένα.
Να θυμίσουμε ότι, ενώ το Oruc Reis είχε αποσυρθεί από την ελληνική υφαλοκρηπίδα, τουρκικά ερευνητικά παρέμεναν στην κυπριακή ΑΟΖ και εμείς προσποιούμασταν ότι η Κύπρος είναι «άλλη» χώρα. Να σημειώσουμε ότι κάποιοι αφελείς πίστευαν ότι θα επικρατήσει ηρεμία μέχρι τον Δεκέμβριο. Τόσο που άρχισαν να επανεμφανίζονται στην επικαιρότητα και εκείνοι οι οποίοι βλέπουν στην ελληνική αμυντική προσπάθεια «εθνικισμό» και στις τουρκικές διεκδικήσεις «λογική».
Ιδού τώρα! Τώρα βλέπουμε το τουρκικό ερευνητικό να εφορμά στις ελληνικές θάλασσες. Οι Τούρκοι αποκλείουν με Navtex και πάλι το Καστελλόριζο φθάνοντας αυτή την φορά στα όρια των χωρικών υδάτων του συμπλέγματος. Επτά μίλια από τις ακτές μας θα κάνει έρευνες αυτή την φορά το Oruc Reis. Μόλις ένα μίλι πέρα από τα όρια.
Και αυτό, ενώ κάποιοι περιμένουν ακόμη τις κυρώσεις της ΕΕ! Επικίνδυνη ψευδαίσθηση να πιστεύει κανείς ότι ευρωπαϊκή ή η συμμαχική αλληλεγγύη θα φέρουν άλλες χώρες να μας ενισχύσουν. Το σχόλιο του Γερμανού κυβερνητικού Εκπροσώπου Στέφεν Ζάιμπερτ συνοψίζει το πολύ που μπορούμε να περιμένουμε. «Λυπηρό και μη συνετό» κατά τον Γερμανό εκπρόσωπο το γεγονός ότι οι Τούρκοι ξαναβγάζουν τον ερευνητικό τους στην περιοχή Καστελλορίζου. Λες και από αυτόν περιμέναμε να μάθουμε ότι η Τουρκία είναι μια «μη συνετή» χώρα!
Δυστυχώς όμως αποδεικνύονται «μη συνετοί» και όλοι εκείνοι οι οποίοι πιστεύουν ότι η συνύπαρξη με την Τουρκία είναι εφικτή, με όρους πολιτισμού του 21ου αιώνα. Ότι μπορεί ένας «διάλογος» να οδηγήσει σε διευθέτηση των προβλημάτων που δημιουργεί. Ότι μπορεί το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης να επισφραγίσει μια συμφωνία που θα σημάνει τον τέλος των διαφορών μας!
Προβάλλει λοιπόν για μιαν ακόμη φορά το φοβικό ερώτημα εκείνων που αυτοπροσδιορίζονται ως «κήρυκες της λογικής»: Και τι να κάνουμε; Πόλεμο; Σε αυτό πρέπει να αντιτείνουμε το πραγματικό ερώτημα: Και τι να κάνουμε; Να υποταχθούμε στην Τουρκία; Γιατί να μην γελιόμαστε. Εχθρός μας είναι η Τουρκία, είτε την κυβερνά ο Ερντογάν, είτε οι κεμαλικοί, είτε οι Γκρίζοι Λύκοι. Όλοι τις ίδιες αρπακτικές διαθέσεις έχουν απέναντι στην Ελλάδα (αλλά και σε όποιον άλλο λαό έχει την ατυχία να συνορεύει μαζί τους).
Βρισκόμαστε σήμερα προ μιας κατάστασης που καταδεικνύει σειρά σφαλμάτων της Ελλάδας. Σφαλμάτων τα οποία έχουν φέρει την Κυβέρνησή μας σήμερα προ του διλήμματος να αποδεχθεί τα τετελεσμένα της Αγκύρας ή να οδηγήσει τα πράγματα σε σύρραξη.
Η ελληνική Κυβέρνηση είχε πιστέψει ότι μπορούμε να μπούμε σε μια τροχιά διαλόγου. Αλλά είναι αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι ένας διάλογος με την Τουρκία, μπορεί να είναι ειλικρινής και καλόπιστος.
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός, είχε περιγράψει τα επόμενα βήματα, όπως τα φανταζόταν: Διάλογο και σε περίπτωση αποτυχίας, προσφυγή στην Χάγη. Αλλά ουδόλως συνετό είναι να παρουσιάζει κανείς τις προθέσεις του, όταν προσέρχεται σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων, έστω διερευνητικών.
Από την άλλη πλευρά η Άγκυρα παρουσιάζει μια εμμονική συνέπεια στις αρπακτικές της διαθέσεις. Είτε για λόγους πρακτικούς, είτε για λόγους τακτικής κατά καιρούς αναδιπλώνεται, δίνοντας την ευκαιρία στους ημετέρους αφελείς να μιλούν για αποκλιμάκωση. Πολύ γρήγορα όμως επανέρχεται στην πορεία των ιδίων ακριβώς διεκδικήσεων.
Πώς λοιπόν πρέπει να αντιμετωπισθεί αυτή η επιθετικότητα;
Ούτε με άμεσο πόλεμο, ούτε βυθίζοντας ερευνητικά πλοία. Το τελευταίο θα μας έφερνε σε εξαιρετικά δύσκολη θέση στην διεθνή σκηνή. Ξαφνικά όλοι θα ανακάλυπταν πως τα τουρκικά πλοία κινούνται σε «διεθνή ύδατα» και αν υπήρχαν και νεκροί, θα εξεγείρονταν εναντίον μας όλοι οι «ανθρωπιστές» του κόσμου. Θα «αρπάζονταν» βεβαίως από την κατά γράμμα ερμηνεία νομικών όρων και αποσπασματικών διατάξεων του διεθνούς δικαίου για να μας κατηγορήσουν.
Μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η Άγκυρα ήδη προετοιμάζει την ενορχήστρωση των κινήσεων στις οποίες θα προβεί μετά από μια ελληνική «απερισκεψία». Διότι δυστυχώς η Άγκυρα έχει αυτό που εμείς δεν φροντίσαμε να δημιουργήσουμε. Έχει σχέδια και διαθέτει συγκροτημένο μηχανισμό διαχειρίσεως κρίσεων. Κάθε ενέργειά της είναι μελετημένη. Οι επιτελείς της σχεδιάζουν τις επόμενες πριν καν εμείς κινηθούμε.
Τώρα φέρνουν το ερευνητικό τους ένα μόλις μίλι από τα χωρικά ύδατα του Καστελλορίζου. Αν τους αφήσουμε θα συνεχίσουν. Θα έλθουν ίσως να κάνουν έρευνες στην περιοχή που έχουμε οριοθετήσει με την Αίγυπτο. Ίσως να επιχειρήσουν και γεωτρήσεις. Το μόνο βέβαιον είναι πως όσο τους αφήνουμε, κάθε βήμα τους θα είναι και πιο επιθετικό.
Η Ελλάδα από την άλλη πλευρά πιστεύει ότι αρκεί η προσήλωση στο δίκαιο (υπό την ηθική του έννοια) για να προασπίσουμε την κυριαρχία και τα δικαιώματά μας. Δυστυχώς αυτό δεν αρκεί. Χρειάζονται επιτελικοί μηχανισμοί, σχέδια και στρατιωτική ισχύς. Εν ολίγοις απαιτείται η ανάπτυξη αποτρεπτικής δυνατότητας. Όπως ακριβώς προβλέπει η Πολιτική Εθνικής Άμυνας.
Οι Τούρκοι πιστεύουν ότι μετά 15 χρόνια εξοπλιστικής απραξίας η αποτρεπτική μας ισχύς έχει υποβαθμισθεί. Η κινητοποίηση του περασμένου Αυγούστου δεν τους έπεισε. Πρέπει λοιπόν να την επαναλάβουμε. Η επίδειξη αποφασιστικότητας είναι η μόνη οδός πλέον για την αποτροπή. Να δείξουμε ότι σε πείσμα των προβλημάτων, είμαστε προετοιμασμένοι να φθάσουμε στα άκρα. Και αυτό δεν επιτυγχάνεται με προσφυγές σε διεθνείς οργανισμούς και συμμαχίες. Και η Κύπρος 46 χρόνια περιμένει από τον ΟΗΕ…
Ούτε το «δίκαιο» είναι απάντηση. Οι διαφορές μεταξύ κρατών δεν είναι φύσεως νομικής. Έχουν να κάνουν με επιρροές, κυριαρχία και επιβολή. Και αυτό επιτυγχάνεται αποκλειστικά δια της ισχύος.
Ο Θουκυδίδης πρώτος προσδιόρισε το περίγραμμα των διεθνών σχέσεων: Ο ισχυρός προχωρεί όσο του επιτρέπουν οι δυνάμεις του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του. Αυτή η ρήση πρέπει να είναι ο οδηγός του σχεδιασμού και της πολιτικής μας.
Σε πρακτικό πεδίο χρόνος για συγκρότηση μηχανισμών και οργάνων χειρισμού κρίσεως δεν υπάρχει. Θα πάμε με αυτά που έχουμε. Σε επίπεδο πολιτικό και στρατιωτικό.
Με γνώμονα όμως πως δεν μπορεί η χώρα να υποταχθεί σε τετελεσμένα, λίγους μήνες πριν την επέτειο της επανάστασης του 1821.
πηγή: «ΕΣΤΙΑ»