Λύστε μου, σας παρακαλώ, μια απορία: Πόσο χαλβάς πρέπει να είναι ένας μέτοχος μειοψηφίας, ισχνής έστω, που παρίσταται σε ένα διοικητικό συμβούλιο με πλήρες δικαίωμα βέτο για όλα τα θέματα της ημερήσιας διάταξης και δεν είναι σε θέση να ανταλλάξει τη συναίνεσή του με την κάλυψη των δικών του ατομικών αξιώσεων;
του Γιώργου Χαρβαλιά
«δημοκρατία»
Πόσο μπούφος πρέπει να είναι για να του σερβίρουν ένα κείμενο πασιφανώς απαράδεκτο, που, αν το δεχόταν, δεν θα μπορούσε να επιστρέψει στην έδρα του παρά μόνο με περούκα, και, αντί να στυλώσει τα πόδια και να μπλοκάρει το συμβούλιο επ’ αόριστον, τρώγοντας ακόμη και τους καφέδες των άλλων στο κεφάλι, χαζογελάει, παρακαλά τον μέτοχο πλειοψηφίας να του αλλάξει τρεις ασήμαντες λέξεις στο ανακοινωθέν και στο τέλος δηλώνει «βαθιά ικανοποιημένος»;
Ή χαλβάς ή μπούφος είναι ή πονηρούλης μιλημένος και εξωνημένος, που παριστάνει τον ανεξάρτητο μέτοχο, αλλά στην πράξη έχει πουληθεί και υποδύεται τον λαγό του μετόχου πλειοψηφίας.
Δυστυχώς αυτά τα ερωτήματα μου ήρθαν στο μυαλό βλέποντας την τόσο προβλέψιμη και απόλυτα αξιοθρήνητη ελληνική «διαπραγμάτευση» στη Σύνοδο Κορυφής. Απάντηση καθαρή δεν έχω, φοβάμαι όμως ότι εδώ αναδύεται ένα ολόκληρο ζήτημα φιλοσοφίας της «διπλωματίας Μητσοτάκη». Γιατί αν η προηγούμενη κυβέρνηση, του «cool Aλέξη», έδινε προς τα έξω την εικόνα ενός αστοιχείωτου περί τα διεθνή «τζάμπα μάγκα», πολύ φοβούμαι ότι ετούτη εδώ, η σημερινή, του Μωυσή, βγάζει μια κακομοιριά ταλαίπωρου πλασιέ, που πασχίζει να τα ξεπουλήσει όλα σε τιμή ευκαιρίας.
Δίχως τόλμη και φαντασία, απευθύνεται μόνο σε συγκεκριμένους πελάτες. Γερμανούς, Γάλλους και Αμερικανούς. Με τη Ρωσία του Πούτιν έχουμε διακόψει κάθε ουσιαστική δοσοληψία και το αποτέλεσμα είναι ότι οι σχέσεις βρίσκονται στο ναδίρ της μεταπολιτευτικής περιόδου, πιο παγωμένες κι από την εποχή του… Ψυχρού Πολέμου. Με την Κίνα υπάρχει μία επίφαση επιχειρηματικής κινητικότητας, αλλά, όταν οι επενδυτικές πρωτοβουλίες αγγίζουν τομείς που κάνουν «τζιζ», κυριαρχεί το «απεταξάμην». Μακριά από εμάς, μη μας παρεξηγήσουν.
Δεν είμαι από αυτούς, πιστέψτε με, που θεωρώ ότι η λύση για τους υπαρξιακούς κινδύνους που μας απειλούν είναι η προσκόλληση στο «ξανθό γένος». Η Ρωσία κοιτάζει τα συμφέροντά της, πέρα από συναισθηματισμούς και παραδόσεις. Ομως το να γκρεμίζεις τις σχέσεις μαζί της χωρίς να παίρνεις τίποτα, πέραν μιας φιλοφρόνησης του επαγγελματία «ρωσοφοβικού» Αμερικανού πρέσβη, είναι πραγματικά ακατανόητο. Ή ύποπτο.
Θα δίσταζα επίσης να προσδέσω τις τηλεπικοινωνίες της χώρας σε κινεζική τεχνολογία αιχμής, για μία σειρά λόγων. Αλλά πρώτα θα το ζύγιζα παζαρεύοντας σκληρά με τους ανταγωνιστές. Και σίγουρα δεν θα απέκλεια με άγαρμπο τρόπο την πρόσβαση σε μία υπερδύναμη επειδή έτσι με ορμήνεψε ένας φωνακλάς Αμερικανός υπουργός, που σε λίγες εβδομάδες θα έχει πάει σπίτι του, χάσει κερδίσει ο Τραμπ.
Να έχουν λόγο οι Αμερικανοί (και) στο ελληνικό «5G», καμία αντίρρηση. Εμείς δεν είμαστε Ιταλία που τους έκλεισε την πόρτα στα μούτρα και «τρέχει» τις δουλειές με τους Κινέζους στο φουλ. Ομως με κάποιο αντάλλαγμα, βρε παιδί μου, έστω για τα μάτια του κόσμου. Αλλιώς η χώρα μας δεν διαφέρει σε τίποτα από μία αποικία. Με πολλές υποχρεώσεις, δουλείες και δεσμεύσεις, αλλά χωρίς την παραμικρή χειροπιαστή εγγύηση για την εθνική της ασφάλεια.
Η πρόσφατη επίσκεψη Πομπέο ενίσχυσε δυστυχώς την προσλαμβάνουσα παράσταση των Αμερικανών για μια ιδιαίτερα «βολική» ελληνική κυβέρνηση, που, όπως και η προηγούμενη, είναι έτοιμη για εθνικές υποχωρήσεις, επιπρόσθετα όμως βιάζεται να… ξεπουλήσει ό,τι πετάει και ό,τι κολυμπάει.
Πέρα από τη γνώριμη «επίδειξη κομψότητας» της Μαρέβας, είχε κάτι το βαθιά επαρχιώτικο και δουλοπρεπές η υποδοχή του Μητσοτάκη, απέναντι σε έναν καουμπόι από το Κάνσας, που δεν μπορείς να πεις ότι αποπνέει ιδιαίτερο κύρος. Εβγαζε έντονα το στοιχείο της Ψωροκώσταινας που φόρεσε τα καλά της για να υποδεχτεί τον θείο από την Αμερική με την ελπίδα στο τέλος της επίσκεψης να της βάλει ένα τρύπιο δολάριο στον κόρφο. «Καλωσορίσατε στο φτωχικό μας η Ελλάς! Ο,τι φάτε κι ότι πιείτε, κερασμένο από εμάς». Μόνο που στο τέλος ο θείος ούτε τρύπιο δολάριο δεν άφησε.
Ο Πομπέο δεν ήρθε για να… μεταφέρει το Ιντσιρλίκ στη Σούδα. Ηρθε για να βεβαιωθεί ότι οι Κινέζοι είναι «κομμένοι» από τις τεχνολογίες του μέλλοντος που θα εισάγει (με το αζημίωτο πάντα) η Ψωροκώσταινα του Πιερρακάκη και για να την «μπει» στον Πούτιν, εκφωνώντας από ελληνικό έδαφος έναν «δεκάρικο» εναντίον των Ρώσων.
Ωραία όλα αυτά, ξαναλέω, αλλά εμείς τι κερδίσαμε; Πήραμε κάποια δημόσια δέσμευση ότι αν μας την πέσουν οι Τούρκοι θα βάλει πλάτη ο θείος; Εγγυήθηκε κανείς την εδαφική μας ακεραιότητα; Ή, μήπως, ήρθαν οι επενδύσεις που διαρκώς ευαγγελίζεται ο Αδωνις, παρέα με τον φίλο του τον παιχνιδιάρη πρέσβη. Αυτόν που, όταν έρθει η ώρα να τον σουτάρει ο Τραμπ, σε κάποιον Ελληνα ολιγάρχη θα φορτωθεί, για να συνεχίσει την καριέρα του, θυμηθείτε το. Οπως κανα δυο άλλοι προκάτοχοί του…
Πολύ γλείψιμο, πολλές φιοριτούρες, πολλές επικύψεις, λοιπόν, αλλά στο τέλος αποτέλεσμα μηδέν. Το «Ανήκομεν εις την Δύσιν» του Καραμανλή είχε νόημα γιατί υπήρχε και το σοβιετικό μπλοκ, στο οποίο η Ελλάδα (ευτυχώς) δεν ήθελε να ανήκει. Το «ανοίξαμε και σας περιμένουμε, ό,τι φάτε κι ό,τι πιείτε ένα ευρώ» του Μητσοτάκη είναι δυστυχώς άλλο πράγμα. Σίγουρα αντιαισθητικό, φοβούμαι δε και βλαπτικό για τα συμφέροντα της πατρίδας…