«Μου χρειάζεται πριν από το θάνατο μου μια ύστατη γνώση, η γνώση του θανάτου μου, για να μπορέσω να πενθήσω» Γ. Ρίτσος
Γράφει ο Απόστολος Απόστολου
Η χώρα έχει μπει σε τροχιά εξαφάνισης, παρά το γεγονός ότι όλα δείχνουν να καλύπτονται από μια ομαλότητα βοηθούμενη βέβαια από τη φθορά της συνήθειας και αυτό γιατί η κίνηση της εξαφάνισης της χώρας συμπίπτει με τη διολίσθηση στην επαναληπτικότητα, μνημόνια, λαθρομετανάστευση, Μακεδονία, και τώρα Αιγαίο, εκσυγχρονισμός της Λωζάννης.
Το τέλος της χώρας εμφανίζεται παντού, αλλά ο Έλληνας πολίτης μένει ανυποψίαστος γιατί σιτίζεται με τα ξεπλύματα της κομματικό-τηλεοπτικής αναλυτικής αρλούμπας. Ζει μια συμβατή κατάθλιψη βουλιάζοντας στην απραξία του και στην υπολογισμένη αοριστία του. Θάφτηκε στα χώματα της πολιτικής μεμψιμοιρίας. Άδειασε από όλα, γιατί η πλασματική ευωχία και παραίσθηση των χρόνων της μεταπολίτευσης, κατάφερε να του εξαγοράσει το βάθος του «βλέπειν».
Ο Έλληνας πολίτης μετέτρεψε σε απειλητικούς δορυφόρους όλες τις αλήθειες προκειμένου να τις εξορκίσει από την επιφάνεια της πραγματικότητας. Πατρίδα, ιστορία, νοσταλγία, εμφανίζονται σαν κινούμενες φωτογραφίες, κάτι σαν είδωλα, σαν διάθλαση, που κατοπτρίζουν ένα φάντασμα, μια κακή μετωνυμία. Όλα τα παραπάνω αποτελούν πια για τους νέο-ανθρώπους μια αφήγηση με αδρανή σημασία, εκφρασμένα από κάποιον που είναι αθεράπευτα ρομαντικός ή γραφικός και ο οποίος με αδιάλυτο πείσμα απολαμβάνει την αυθεντική θέαση της πατρίδας, της ιστορίας, της νοσταλγίας, ως σύμβολα, ως πολύτιμα τιμαλφή της ζωής, που έχουν διάρκεια και μαζί μια ασπαίρουσα μυχιότητα.
Για τους νέο-ανθρώπους όλα αυτά αναδύονται από μια προσωπική ψύχωση. Θα μας πουν: Τι είναι η πατρίδα; Μα φυσικά σωβινισμός. Τι είναι θρησκεία; Μα φυσικά μισαλλοδοξία. Τι είναι οικογένεια; Μα φυσικά αυταρχισμός. Τι είναι ιστορία; Μα φυσικά η αφήγηση του νικητή. Κατά συνέπεια η ιστορία πρέπει να έχει ρεπό, η πατρίδα να είναι παρκαρισμένη στα αζήτητα, η νοσταλγία να κατατάσσεται στη κυκλοθυμική σύγχυση, η οικογένεια να δεχτεί ηλεκτροπληξία στη ρίζα της και να αφανιστεί, η δε θρησκεία δεν είναι τίποτε περισσότερο για τους νέο-ανθρώπους από μια πλαστή εικόνα νευρωσικών παραστάσεων.
Όλα αυτές οι εκτιμήσεις των νέο-ανθρώπων, αποτελούν απαλλοτριώσεις του ποδαριού, που μας λένε ότι τίποτε σήμερα δεν μπορεί να εκτιμηθεί, γιατί οι έννοιες είναι αδιαχώρητες μέσα στην αντιστρεψιμότητα τους, έχοντας χάσει το κέντρο βάρους τους, μετασχηματιζόμενες έτσι σε στοιχεία παθολογίας της πραγματικότητας μας. Στο εξής ιδέες, έννοιες, απόψεις, θα αποτελούν ιδεοψυχαναγκαστικές συναριθμήσεις. Φαίνεται πως ο συναγερμός της Χιροσίμας δεν έληξε, γιατί ακόμη και τώρα οι ατομικές βόμβες κτυπάνε, και κτυπάνε τώρα πια τις έννοιες, τις ελπίδες, τα σύμβολα, τις κανονικότητες.
Οι πρώτοι που θα συνομολογήσουν με τη νέο-ανθρωπολογική θεωρία είναι οι ηγεσίες της χώρας, πολιτικές, θρησκευτικές, εκπαιδευτικές. Όλοι τους θα μπουν κάτω από την ομπρέλα με τα νεοφανή πολιτιστικά σκουπίδια και με τις νέες πολιτικές σοφιστείες. Σύμφωνο πολιτιστικής και πολιτικής σταθερότητας αποκαλούν αυτή την ομπρέλα. Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να μάθεις να παραιτείσαι από την ιδιοσυστασίας σου, το ξεχωριστό της πολιτιστικής σου στόφας, του διαφορετικού φρονήματος σου, που πλάθει τα πανάκριβα κειμήλια σου και εγγυάται την αξιοπρέπεια σου.
Θα πρέπει τώρα πια, να αφομοιώνεσαι στα κώνεια της νέας εποχής, θα πρέπει να εκπαιδεύεσαι στα υδροκυάνια της νέας λογικής. Αν δεν μπορούν να εκτιμηθούν σήμερα οι έννοιες ελευθερία / σκλαβιά, πατρίδα / απάτριδα διεθνοποίηση, είναι γιατί αυτές οι έννοιες καταλήγουν στο απόλυτο βαθμό του αδιαχώριστου, και αποχρωματίζονται μέχρι να χάσουν και τα τελευταία ίχνη από τα πινέλα, για να ενταχθούν στην υδροκυάνωση του υβριδικού νέο-πολιτισμού.
Αλήθεια ποιος θα υπερασπιστεί σήμερα τη χώρα; Η πλειοψηφία των μίσθαρνων πολιτικών; Η πλειοψηφία των συμβιβασμένων αρχιερέων; Τα φώτα χαμηλής ατμόσφαιρας, δηλαδή, οι κλόουν διανοούμενοι; Όχι, αυτοί όλοι έχουν επενδύσει στη μουτζούρα της ιστορίας, στον ματωμένο σφαγέα της πολιτικής σκηνής, στη παγίδα της υποτέλειας.
Μνημόνια, λαθρομετανάστες, Μακεδονία, και τώρα Αιγαίο, εκσυγχρονισμός της Λωζάννης, αποτελούν το δρομολόγιο του εθνικού ακρωτηριασμού. Όλα στο σφυρί του δημοπρατηρίου, στη μουγκή διεκπεραίωση, όλα αιχμάλωτα στην αμνησία. Αυτό που με ευκολία διακρίνεις είναι ότι παντού φωλιάζει η εξορία της σημασίας που μας έδινε κάποτε το συλλογικό βίωμα. Στο εξής κάθε πατριωτικό προτέρημα θα έχει απέναντι του μια απατηλή αντανάκλαση που καλείται συνεκμετάλλευση, παγκόσμιο χωριό, δηλαδή να μην έχεις τίποτε δικό σου.
Και μέσα στη ατυχία μας προστέθηκε «μια-κάποια» πανδημία. Μια πανδημία που θεμελιώθηκε μέσω της αυτό-αμφισβήτησης των ιατρογνωμόνων και της ανεκλάλητης absurdité τους. Ταυτόχρονα όμως δεχτήκαμε και ένα άλλο κτύπημα στην εφαρμογή του πολιτεύματος μας, γιατί διαθέτουμε χρόνια τώρα μια Δημοκρατία υψηλού κινδύνου.
Αν με τα μνημόνια πετύχαμε τη καταστρατήγηση του συντάγματος μας και υποκαταστήσαμε τη λαϊκή κυριαρχία με την επικυριαρχίας της τριαρχίας των δανειστών, με την πανδημία φτιάχνουμε ένα ιδιόμορφο δίκαιο ανάγκης που κανείς ακόμη δεν ξέρει πως θα εξελιχθεί. Πως χρησιμοποιείται η αναλογικότητα στο ιδιόμορφο δίκαιο της ανάγκης με βάση τα πραγματικά δεδομένα που έχουμε για τον ιό και την εξάπλωση του; Ή με κατευθυνόμενα δεδομένα; Έχουμε τη γνώση που θέλουμε για τον ιό και την εξάπλωση του; Ή μια γνώση περιορισμένη και περιοριστική; Άρα πως χρησιμοποιούμε το δίκαιο της ανάγκης; Γιατί πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να φθάσουμε σε νέες εκπτώσεις των δικαιωμάτων μας και των ελευθεριών μας.
Τελικά φθάνουμε να στοχαστούμε μπροστά στις νέο-ανθρωπολογικές θεωρίες του «τέλους» που σαρώνουν όλες τις συνθήκες της ζωής σαν τον μοναχό του Ζεν «ο τόπος βρίσκεται μέσα μας . Μην αγγίζεται.»
*Απόστολος Αποστόλου
Δρ. Φιλοσοφίας