Έρευνα- σχολιασμός: ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΡΑΣΤΕΡΓΙΟΣ
(δημοσιεύθηκε στο 19ο τεύχος του περιοδικού Κύτταρο Ιερισσού)
Ο σεισμός στις 26 Σεπτεμβρίου του 1932 αποτελεί, με τραγικό τρόπο, το σημαντικότερο γεγονός στη σύγχρονη ιστορία της Ιερισσού, και είναι αυτός που διαμόρφωσε τη νέα αρχιτεκτονική της περιοχής αποκόπτοντας τον οικισμό από την αρχική του τοποθεσία και τα πολεοδομικά αυτά στοιχεία που καταμαρτυρούσαν την μακραίωνη ιστορία του.
Από τους πρώτους δημοσιογράφους που έφτασαν στην Ιερισσό μετά τον σεισμό, στις 27 Σεπτεμβρίου με το πολεμικό πλοίο «ΠΕΡΓΑΜΟΣ», και κατέγραψε τις πρώτες ώρες της καταστροφής, είναι ο Λ. Διαφωνίδης της εφημερίδας «Ταχυδρόμος».
Γι αυτό τον λόγο η μαρτυρία που μας διασώζει είναι πολύτιμη και περιγράφει με βαθύ συναίσθημα, αλλά και ρεαλισμό,την κατάσταση των κατοίκων της κωμόπολης και την ατμόσφαιρα των τραγικών εκείνων στιγμών[i].
Εφημερίδα «Ταχυδρόμος» 29 Σεπτεμβρίου 1932, σ.1.
«Ο ‘’ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ’’ ΕΙΣ ΤΟΝ ΤΟΠΟΝ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ
Η ΑΦΑΝΤΑΣΤΟΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
ΑΙ ΑΝΘΟΥΣΑΙ ΚΩΜΟΠΟΛΕΙΣ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΛΕΟΝ
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΜΟΝΟΝ ΝΕΚΡΟΙ, ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ, ΕΡΕΙΠΙΑ ΚΑΙ ΦΛΟΓΕΣ
Η ΕΚΘΕΣΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ. – ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ
ΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ, ΤΩΝ ΙΔΙΩΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ
ΠΛΗΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΑΠΕΣΤΑΛΜΕΝΟΥ ΜΑΣ κ. Λ. ΔΙΑΦΩΝΙΔΟΥ
ΕΡΙΣΣΟΣ 28. – Εὑρισκόμεθα εἰς τὸν τόπον τῆς κολάσεως. Μπροστὰ μας ἐκτείνεται ἡ εἰκὼν τῆς φρίκης.
Φρίκης; Ἡ λέξις δέν εἶναι ἱκανὴ διὰ νά ἀπεικονίσῃ τὸ μέγεθος τῆς καταστροφῆς. Ἡ εἰκὼν δέν περιγράφεται.
Ἡ καταστροφὴ εἶναι πρωτοφανὴς εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς Ἑλλάδος. ΝΕΚΡΟΙ, ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ, ΕΡΕΙΠΙΑ ΚΑΙ ΦΛΟΓΕΣ ΕΠΑΝΩ ΕΙΣ ΕΝΑ ΕΔΑΦΟΣ ΤΟ ΟΠΟΙΟΝ ΣΥΝΕΧΩΣ ΧΟΡΕΥΕΙ. Αὐτὸ εἶδα εἰς τὴν περιφέρειαν αὐτήν. Ἀλλὰ πῶς ἔφθασα;
Δέν θὰ μακρηγορήσω ἐπὶ τῶν λεπτομερειῶν ἀρκεῖ να ἀναφέρω, ὅτι συνεπείᾳ ἐντολῆς τῆς Διευθύνσεως τοῦ ‘’Ταχυδρόμου’’ καὶ κατόπιν μιᾶς μικρᾶς Ὀδυσσείας, χάριν εἰς τὴν εὐγενῆ μεσολάβησιν τοῦ κ. Λιμενάρχου Θεσ/νίκης εὑρισκόμην ἐπὶ τῆς ‘’Περγάμου’’ ὅταν τὸ σκάφος ἀπέπλευσε τὴν 3ην μ.μ. τῆς προχθὲς δι΄ Ἱερισσόν.
Ἐπὶ τοῦ πολεμικοῦ εὑρίσκετο ἐκτὸς τοῦ κ. Ὑπουργοῦ, ὁ Ἀνώτερος Διοικητὴς Χωροφυλακῆς κ . Κολοκοτρώνης, οἱ νεοεκλεγέντες βουλευταὶ Χαλκιδικῆς Λαϊκοὶ κ.κ. Βασιλικὸς καὶ Κότσανος, ὁ Διευθυντὴς τῆς Δημοσίας Ὑγείας κ. Παρασκευόπουλος, ὁ διευθυντὴς τῆς Προνοίας κ. Κουτρουμπὰς μετὰ ὑπαλλήλων τῆς ὑπηρεσίας του, συνεργεῖον ἐκ στρατιωτικῶν ἰατρῶν καὶ ἕτερον τοῦ Προσφυγικοῦ Νοσοκομείου ὑπὸ τὸν ἰατρὸν κ. Μισιρλόγλου, ὁ ἐπιθεωρητὴς τῶν Τ.Τ.Τ. κ. Φωτεινὸς μετὰ συνεργείου διὰ τὴν προσωρινὴν ἀντιμετώπισιν τῆς τηλεφωνικῆς καὶ τηλεγραφικῆς ἐπικοινωνίας τῶν σεισμοπλήκτων μερῶν, μία διμοιρία σκαπανέων, δύναμις χωροφυλακῆς καὶ ἀρκετοὶ νοσοκόμοι μετὰ δύο ἀδελφῶν τοῦ ἐλέους, πρὸς περίθαλψιν τῶν τραυματιῶν.
Εἰς τὰ πρόσωπα ὅλων εἶναι ζωγραφισμένη ἔκδηλος κατήφεια διὰ τὴν τραγικὴν καταστροφὴν καὶ μεγάλη ἀγωνία, διὰ τὴν κατάστασιν τὴν ὁποίαν θὰ ἀντιμετωπίσωμεν εἰς τοὺς θλιβεροὺς τόπους καὶ θλιβερὰς συμφοράς.
Ἡ ‘’Πέργαμος’’ ὀργώνει τὴν θάλασσαν, διασχίζει τὴν ἀχανῆ ὑγρὰν ἔκτασιν μετὰ μεγάλης ταχύτητος, ἀναπτύσσει ὅλας αὐτῆς τάς δυνάμεις πρὸς ταχύτερον πλοῦν, καὶ ὅλοι οἱ ἐπ΄ αὐτῆς ἀπὸ τοῦ κυβερνήτου μέχρι τοῦ τελευταίου ναύτου καταβάλλουν ἀπεγνωσμένας προσπαθείας νά συντομεύσουν τὸν δρόμον τῶν 150 μιλίων διὰ νά φθάσουν εἰς τὴν μοιραίαν Ἱερισσὸν μίαν ὥραν ἐνωρίτερον αἱ μεταφερόμεναι βοήθειαι.
Ο ΤΡΑΓΙΚΟΣ ΛΙΜΗΝ
Τὴν 11ην νυκτερινὴν τὸ τορπιλλοφόρον, ἐλαττώνει τὴν ταχύτητα αὐτοῦ καὶ κατὰ διαταγὴν τοῦ κυβερνήτου γίνεται ἀνίχνευσις τοῦ λιμένος καὶ τοῦ ἐδάφους διὰ τῶν προβολέων τοῦ πλοίου.
Ὅλων μας τὰ βλέμματα ἀκολουθοῦν ἀγωνιωδῶς τὴν φωτεινὴν γραμμὴν τοῦ προβολέως, μέσα εἰς τὴν ὁποίαν, ἐντείνοντες τὴν ὅρασιν μας, ὅλοι μας, ἀνυπομονοῦμεν να ἀντιληφθῶμεν πρὸ ποίας θλιβερᾶς εἰκόνος θὰ εὑρεθῶμεν.
Τὴν ἀγρίαν σιωπὴν τῆς νύκτας, διακόπτουν τὰ σύντομα παραγγέλματα τῆς κυβερνήσεως, καὶ τὸ ὁλόμαυρον περιβάλλον, τὰ φῶτα τοῦ προβολέως.
Καὶ αἴφνης, βλέπομεν ὅλοι, μερικὰ ἐρείπια εἰς τὴν παραλίαν. Διακρίνομεν διάφορα κτίρια κατεστραμμένα καὶ ἕνα θαμπὸ φῶς εἰς τὴν παραλίαν.
Ἡ Ἱερισσός, δέν ἐγνωρίζομεν ἀκόμη, ὅτι δέν ἦτο δυνατὸν νά μᾶς εἶναι ὁρατή, διότι εὑρίσκετο εἰς ἀρκετὴν ἀπόστασιν ἀπὸ τῆς παραλίας, ὄπισθεν τοῦ μικροῦ λιμένος της.
Εὑρισκόμεθα εἰς μεγάλην ἀπόστασιν ἀπὸ τῆς ξηρᾶς καὶ δέν ἀκούομεν οὔτε ἀντιλαμβανόμεθα τίποτε.
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΞΗΡΑΝ
Μία λέμβος τοῦ πολεμικοῦ ῥίπτεται εἰς τὴν θάλασσαν, κατέρχεται ὁ κ. Κουτρουμπὰς διευθυντὴς τῆς περιθάλψεως, τρεῖς ὑπάλληλοι τῆς ἰδίας ὑπηρεσίας καὶ ὁ ὑποφαινόμενος, ἡ λέμβος προχωρεῖ πρὸς τὴν Ἱερισσόν.
Τὴν ἰδίαν στιγμὴν ἀκούομεν να ταράζῃ τὴν νυχτερινὴν γαλήνην, ὁ ῥυθμικὸς θόρυβος πλησιάζοντος μοτέρ, εἶναι ὡς ἑξακριβοῦται μετ΄ ὀλίγον μία μεγάλη ἀτμάκατος ἐρχομένη ἀπὸ τὸν ἀντικρινόν λιμένα τοῦ Στρατονίου. Δι΄αὐτῆς διακπεραιοῦνται εἰς τὴν ξηρὰν οἱ κ. ἰατροὶ καὶ τὰ ἰατρικὰ συνεργεῖα.
Ἤδη πλησιάζομεν πρὸς τὴν παραλίαν τῆς Ἱερισσοῦ καὶ ὁδηγούμενοι ἀπὸ τὸ φῶς ἀνημμένης λυχνίας εἰς τὴν ξηράν, ἀντιλαμβανόμεθα ὅμιλον ἀνθρώπων. Κάτω ἀπὸ τὸ ἀσθενέστατον φῶς πού τοὺς φωτίζει, μᾶς φαίνονται σὰν φαντάσματα. Πλησιάζομεν καὶ ἀποβιβαζόμεθα. Οἱ ἄνθρωποι τῆς παραλίας μᾶς περιτριγυρίζουν μὲ μίαν θλιβερὰν ἰκανοποίησιν.
-Σᾶς περιμέναμε. Καλῶς ἤλθατε!
Ὁ κ. Κουτρουμπὰς προχωρεῖ καὶ ἀρχίζει πλέον ἡ συνομιλία.
Φλεγόμεθα ἀπὸ ἀνυπομονησίαν νά μάθωμεν.
Ἐρωτῶμεν καὶ ἀπὸ τάς πρώτας ἀπαντήσεις ἀντιλαμβανόμεθα ἀμέσως ἂν σὲ λίγο θὰ ἀντικρύσωμεν κάτι τὸ ἀφαντάστως τραγικόν, κάποια κολοσσιαῖα συμφορά, κάποια μεγάλη καταστροφή.
Σὲ λίγα λεπτά, στό ἴδιο σκοτάδι μέσα, μὲ περιτριγυρνοῦν καὶ ἄλλοι που ἔρχονται ἀπὸ τὸ χωριό, τὸ ὁποῖον εὑρίσκεται εἰς ἀπόστασιν ὀλίγων λεπτῶν.
Προσπαθοῦμεν νά τοὺς παρηγορήσωμεν, καὶ ἀποτείνομεν νέας ἐρωτήσεις.
Εἰς μίαν στιγμήν πού ἔπαυσαν αἱ ὁμιλίαι, κάποιοι μακρυνοὶ θρῆνοι, κάποιοι λυπητεροὶ στεναγμοὶ μαζὺ μὲ ἀπελπισμένες φωνὲς φθάνουν στ΄ αὐτιὰ μας.
Ὁρκίζομαι ὅτι τὴν ὥραν ἐκείνην ἐνόμισα ὅτι τὰ θλιβερὰ ἀνεστενάγματα καὶ οἱ κοπετοὶ ἤρχοντο ἀπὸ τὰ ἔγκατα τῆς γῆς. Ὁλόγυρά μας τὸ αὐτὸ ἀπαίσιο σκοτάδι, τὸ ἴδιο ἄγριο περιβάλλον τῆς νύκτας καὶ τῆς φρίκης.
Η ΚΟΛΑΣΙΣ ΤΟΥ ΔΑΝΤΕ
Αὐθορμήτως προχωρῶ καὶ ἀνεβαίνω ἀπὸ τὴν παραλίαν πρὸς τὸ ὕψωμα. Κάποιος μοῦ ψιθυρίζει ὅτι λίγο παραπέρα εῖναι τὸ κατεστραμμένον χωριό.
Ἑξακολουθῶ τὸν δρόμο καὶ αἴφνης σταματῶ. Τὰ πόδια μου δέν μὲ βοηθοῦν. Μὲ καταλαμβάνει ἔνας τρομερὸς φόβος- τὸ ὁμολογῶ- μιά ἀπερίγραπτη φρίκη, ἀπὸ ἐκεῖνα πού ἀντικρύζω, ἀπὸ ἐκεῖνα πού ἀκούω.
Οἱ στεναγμοὶ φθάνουν ἤδη εὐκρινεῖς μέχρις ἐμοῦ, δυνατώτεροι καὶ ἀπελπιστικώτεροι, διακρίνω εἰς μίαν ἀπόστασιν 50 μέτρων ἀνθρώπους, κατὰ γῆς, κλαίοντας καὶ βογγοῦντας. Αἴφνης μία λάμψις ἀπαισία ὅσον καὶ τρομακτική, προερχομένη ἀπὸ φλόγας πυρκαϊᾶς ἐρειπίων, τὴν ὁποίαν δέν ἦτο δυνατὸν νά διακρίνω ἀπὸ τὴν παραλίαν, φωτίζει τὸ τραγικὸν περιβάλλον.
Βλέπω ἐρείπια, παντοῦ, ἐρείπια, ἄγρια, τρομακτικά. Ἀντιλαμβάνομαι πλέον ὅτι εὑρίσκομαι εἰς τὴν καταστραφεῖσαν Ἱερισσόν. Τὸ φῶς ἀπὸ ΤΑ ΚΑΙΟΜΕΝΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ἐντείνεται, δυναμώνει καὶ μέσα εἰς τὴν λάμψιν των τὰ καιόμενα χαλάσματα μοῦ φαίνονται ὡς ἔνας τεράστιος δαυλός, ποὺ φωτίζει τὴν ἀγριωτέραν καὶ ἀπαισιωτέραν εἰκόνα μιᾶς δαντικῆς κολάσεως ἥν ἀπηθανάτισε τόσον παραστατικὰ ἡ φαντασία καὶ ὁ κάλαμος τοῦ Δάντε.
Η ΕΚΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ
Προχωρῶ ὁλονὲν καὶ διασταυροῦμαι μὲ τὰ πλήθη τῶν ἀνδρῶν ποῦ κατέρχονται ἀπὸ τὴν ἀντικρυνὴν πλευρὰν τοῦ καταστραφέντος χωρίου. Ἔμαθαν ἤδη τὴν ἄφιξιν τοῦ πολεμικοῦ καὶ σπεύδουν πρὸς τὴν παραλίαν. Αἱ φωναὶ καὶ ἡ παρουσία των ἡμερώνουν κάπως τὴν ἀγριότητα τοῦ τραγικοῦ περιβάλλοντος.
Ἔνας ἐξ αὐτῶν σταματᾶ καὶ μὲ χαιρετᾶ.
-Εἶμαι ὁ πρόεδρος τῆς κοινότητος Γεώργιος Γκοῦτσος[ii], μοῦ λέγει.
Μετὰ τὴν συμφοράν, φύγαμε γυμνοί, προσθέτει ὁ κ. πρόεδρος, καὶ περάσαμε ἀντίκρυ γιατὶ φοβόμαστε νά μείνουμε κοντὰ στά ἐρείπια.
Ὁ κ. Γκοῦτσος μοῦ κάμνει τὴν χάριν νά μείνῃ μαζύ μου δι΄ ὀλίγα λεπτά, ἐνῶ οἱ ἄλλοι πηγαίνουν πρὸς τὴν παραλίαν:
-Ἀκοῦστε νά σᾶς πῶ, τέτοιο τρομερὸ πρᾶγμα δέν εἶναι δυνατὸν νά σᾶς τὸ περιγράψω, πρωτάκουστη καὶ πρωτοφανὴς καταστροφή, ἀνεξήγητο, ὅ,τι κι ἂν μάθεται, ὅ,τι κι ἂν δῆτε, δέν μπορεῖτε νά σχηματίσετε οὔτε τὴν ἀμυδρότερη ἰδέα γιά΄κεῖνα ποῦ εἶδαν τὰ ἕρμα μάτια μας.
Ἕνα παιδάκι, ἔρχεται ἀπὸ τὴν πρόχειρη κατασκήνωσιν τῶν κατοίκων, μὲ ἕνα μικρὸ φανάρι στά χέρια. Ὁ πρόεδρος τὸ καλεῖ, καὶ τὸ παιδάκι μένει μαζὺ μας, ‘’ἐπὶ τέλους’’ λέγει, ‘’φῶς μέσα στό κατάμαυρο σκοτάδι’’.
Παρατηρῶ, τὸν συνομιλητήν μου καὶ διαβάζω στήν κουρασμένη φυσιογνωμία του, τὸ μεγάλο μαρτύριο πού ὑπέφερε ὁ ἄνθρωπος, τὸν τρομερὸν κίνδυνον ποῦ εἶδε καὶ ἐπέρασε στό μεγάλο δρᾶμα πού ἔλαβε χώραν πρὸ τριάντα ὡρῶν στήν πολύπαθη Ἱερισσό.
Η ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ ΜΕΤΕΒΛΗΘΗ ΕΙΣ ΚΟΛΑΣΙΝ
ΠΩΣ ΣΥΝΕΤΕΛΕΣΘΗ Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
ΤΑ ΘΥΜΑΤΑ ΑΝΕΡΧΟΝΤΑΙ ΕΙΣ ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΑΣ ΝΕΚΡΟΥΣ-ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΣ
ΑΜΥΔΡΑ ΕΙΚΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΑΣ
-’Ἤταν ἐννέα καὶ τέταρτο’’ ἀρχίζει ὁ κ. Γκοῦτσος, ‘’ὅταν μονομιᾶς ἐννοιώσαμε ὅτι γίνεται σεισμός. Τὴν ἴδια στιγμὴ ἀκούσαμε κρότους, φοβερούς, τρομακτικούς, καὶ πρὶν ἀκόμα μπορέσουμε νά ἀντιληφθοῦμε περὶ τίνος πρόκειται, βλέπομε τὸ χωριὸ μας, τὰ σπίτια, τοὺς ἀνθρώπους νά κουνιούνται, νά στριφογυρίζουν. Κρότοι, σὰν βρονταί, ὅμοιοι μὲ ἑκατομμύρια κανονιοβολισμῶν, ἐξέσπασαν, καὶ τὴν ἰδίαν στιγμὴν σύννεφα σκόνης πελώρια, μᾶς ἐτύφλωσαν, μᾶς ἔπνιξαν. Εἶναι ἀδύνατο νά σᾶς περιγράψω ὅ,τι ἐπηκολούθησε. Ὁ κόσμος ἤρχισε νά τρέμῃ, νά σείεται, νά κρημνίζεται. Σπίτια, πέτρες, ἄνθρωποι, ὅλα ἄρχισαν νά πίπτουν, νά ἐκσφενδονίζωνται. Αἱ τρομακτικαὶ βρονταί, ὁ τρομερὸς κρότος των, καὶ τὰ σύννεφα τῆς σκόνης, κατέπνιγαν τοὺς θρήνους καὶ κοπετούς, τὰ κλάματα καὶ τές φωνὲς τῶν ἀνθρώπων.
Κλαυθμοί, ὀδυρμοί, σπαρακτικαὶ κραυγαί. Τὰ κτήρια καταρρέουν, ἄνθρωποι σκοτώνονται, αἱ πέτρες καὶ οἱ τοῖχοι κατεπλάκωσαν τὸ σύμπαν, καὶ κανεὶς δέν ξέρει πῶς νά προφυλαχθῇ ἀπὸ τὴν κοσμοχαλασιὰν αὐτήν, ἀπὸ τὸν κατακλυσμὸν αὐτὸν.
O ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΝΕΔΡΕΥΕΙ
Ἀλλόφρονες ἀπὸ τὸν φόβον, ἄλλοι γυμνοί, σὰν τρελλοί, κτυπημένοι, πληγωμένοι· ὅλοι μας ὀρμοῦμε πρὸς τὰ ἀνοικτά. Φεύγουμε ἀπὸ τὰ σπίτια, τοὺς μαχαλάδες, καὶ τρέχουμε ἀπελπισμένοι. Καὶ τὰ σπίτια ἑξακολουθοῦν νά κρημνίζονται, αἱ δοκοὶ νά σκοτώνουν, οἱ ὀγκόλιθοι νά θερίζουν ὅσους βρεθοῦν στό διάβα τους:
Μητέρες μὲ τὰ παιδιὰ στήν ἀγκαλιὰ προσπαθοῦν νά σωθοῦν καὶ νά σώσουν τὰ παιδάκια των. Μὰ ὁ θάνατος ἐνεδρεύει· οἱ κρημνιζόμενοι τοῖχοι, αἱ πέτρες ποῦ κυλοῦν, τὸ ἔδαφος πού ἀνοίγει, τάς ῥίχνει πληγωμένες, σκοτωμένες, στό χῶμα.
Καὶ τὴν ἀγωνία, τὸν τρόμο, τὴν αὐξάνει ἡ σκοτεινὴ νύκτα, καὶ τὰ ἄγρια ξεφωνητά, ἐκείνων πού πέφτουν, ποὺ βλέπουν τὸ θάνατο, ποὺ σκοτώνωνται.
Πῶς νά σᾶς τὸ παραστήσω; Πρὶν νά καταλάβωμε πῶς ἦλθε ἡ συμφορά, ἡ καταστροφὴ εἶχε συντελεσθεί. Ἑκατοντάδες τραυματισμένων, μὲ πληγάς πού τὸ αἷμα ἔτρεχε σὰν ποτάμι, πολλοὶ τρελλοὶ ἀπὸ τὸν φόβον καὶ χωρὶς ἐλπίδα νά σωθοῦν, καταφθάσαμε νά φύγουμε, νά φύγουμε ἀπὸ τὸ χωριὸ πρὸς τὸ ὕπαιθρον. Ἡ θεομηνία εἶχε περάσει, μὰ τὰ βάσανα ἐκείνων πού ὁπωσδήποτε ἐσώθηκαν μόλις ἄρχιζαν.
ΑΙ ΟΙΜΩΓΑΙ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ
Πεθαμένοι ἀπὸ τὸν φόβον, κατατρομαγμένοι καὶ μὲ τραύματα, ἄλλοι σοβαρὰ ἄλλοι ἐλαφρώτερα, μόλις ἔπαυσε τὸ κακό, ἐστρέψαμε τὸ βλέμμα πρὸς τὸ χωριὸ μας, ἀντίκρυ μας δέν ὑπῆρχαν παρὰ σωροὶ ἐρειπίων, μέσα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἠκούοντο αἱ σπαρακτκαὶ οἰμωγαὶ ἐκείνων πού ἔμειναν κάτω ἀπὸ τὰ χαλάσματα.
Πού καὶ πού ἀκούαμεν ἐκ νέου τάς τρομερὰς βροντάς, ἤτανε ὁ ἀμείλικτος θόρυβος τῶν σπιτιῶν καὶ τῶν τοίχων πού ἔπεφταν τελειωτικά, συντρίμια καὶ παρέσερναν ὅ,τι βρίσκονταν μπροστὰ των.
Αἱ φωναὶ καὶ αἱ ἐπικλήσεις δέν μᾶς ἄφηναν να μένωμε θεαταὶ τοῦ δράματος πού ἐβλέπαμε μπροστὰ μας, καὶ ὅσοι μποροῦσαν ὥρμησαν πρὸς τὰ ἐρείπια στά σκοτεινά, μὲ χίλια βάσανα, μὲ ἀδιάκοπο φόβον καὶ τρόμον, ὁδηγούμενοι ἀπὸ τάς ἐπιθανατίους ἐπικλήσεις καὶ τάς σπαρακτικὰς κραυγάς, ἐπροσπαθήσαμε νά περισώσουμε ὅσους ἦταν δυνατόν.
Ἀλλὰ τοῦ κάκου, οἱ ὄγκοι τῶν λίθων τοὺς εἶχαν σκεπάσει, καὶ ἦτο ἀδύνατον νά τοὺς μετακινήσωμε.
Καὶ ἔτσι, καταδικαστήκαμε νά βλέπωμεν νά πεθαίνουν τὰ παιδιὰ μας, τὰ ἀδέλφια μας, οἱ πατέρες καὶ μητέρες μας, χωρὶς νά μποροῦμε νά τοὺς βοηθήσωμε, νά τοὺς σώσωμε….’’ Ὁ πρόεδρος τῆς Κοινότητος δέν ἠδυνήθη πλέον νά ἑξακολουθήσῃ.
Τὸν ἔπνιγαν οἱ λυγμοί…
ΑΙ ΠΡΩΤΑΙ ΒΟΗΘΕΙΑΙ
Ἐν τῷ μεταξὺ εἰς τὴν παραλίαν ἐγένετο ἡ διαλογὴ τῶν τραυματιῶν, ὑπὸ τῶν ἰατρῶν τῶν συνεργείων. Οἱ ἀναστεναγμοὶ καὶ οἱ ὀδυρμοὶ τῶν πληγωμένων, ἐπερίσσευαν τὴν ἀγωνίαν καὶ τὴν φρίκην τῆς ἀπαισίας νυκτός.
Οἱ ἰατροὶ ἐπιδένουν τὰ τραύματα τῶν θυμάτων καὶ διὰ τῶν λέμβων τοῦ πολεμικοῦ καὶ ἄλλων ἀτμακάτων, μεταφέρονται οἱ βαρέως τραυματισμένοι εἰς τὸ τορπιλλοφόρον, διότι εἰς τὴν Ἱερισσὸν εἶναι ἀδύνατον νἀ τοὺς παρασχεθῇ καὶ ἡ στοιχειώδης περἰθαλψις λόγῳ τῆς καταστάσεώς των.
Ὁ κ. Γεν. Διοικητὴς δίδει τάς δεούσας διαταγάς, παρακολουθῶν ἐκ τοῦ σύνεγγυς τάς πρασπαθείας τῶν συνεργείων καὶ τῶν ὑπηρεσιῶν.
Οἱ ἰατροὶ κ.κ. Παρασκευόπουλος, Μισιρλόγλου, Βακιρτζῆς καὶ ἄλλοι, βοηθούμενοι ἀπὸ τοὺς νοσοκόμους, καθὼς καὶ ὁ βουλευτὴς Χαλκιδικῆς καὶ ἰατρὸς κ. Κότσανος, ἐξετάζουν, ἐπιδένουν, παρηγοροῦν.
Ἡ ὑπηρεσία περιθάλψεως διανέμει ἄρτους, διότι οἱ δυστυχεῖς κάτοικοι, λόγῳ τῆς καταστροφῆς δέν ἔχουν οὔτε ψωμί, οὔτε τρόφιμα.
Οἱ τραυματίαι μεταφέρονται εἰς τὴν «Πέργαμον» ὅπου τὸ πλήρωμα τοῦ πολεμικοῦ τοὺς τοποθετεῖ καὶ τοὺς περιθάλπει διὰ νά λησμονήσουν ἔστω καὶ ἐν ὀλίγῳ τὰ μαρτύρια τὰ ὁποῖα ὑπέστησαν.
ΑΙ ΣΥΝΕΧΕΙΣ ΔΟΝΗΣΕΙΣ
Οἱ κάτοικοι Ἱερισσοῦ εἶναι τρομοκρατημένοι, ὄχι μόνον ἀπὸ τὴν ἀφάνταστον καταστροφὴν τὴν ὁποίαν ἔπαθον, ἀλλὰ καὶ διότι αἱ σεισμικαὶ δονήσεις ἐπαναλαμβάνοντο διαρκῶς, πότε ἰσχυραὶ καὶ πότε ἐλαφρότεραι. Ὅπως ἐξ ἰδίας ἀντιλήψεως γνωρίζω, αἱ φρικιαστικαὶ δονήσεις λαμβάνουν χώραν συχνότατα, συνοδεύονται δὲ καὶ ὑπὸ ἰσχυρῶν κρότων ὁμοίων πρὸς ἠχηρὰς ὁμοβροντίας. Ἐκτὸς τῆς διηνεκοῦς ἀγωνίας εἰς τὴν ὁποίαν εὑρίσκονται λόγῳ τῶν ἀλλεπαλλήλων δονήσεων, φοβούμενοι νεωτέρας καταστροφάς, τὰ δυστυχῆ ταῦτα θύματα ἐκ τῆς ἀνηκούστου συμφορᾶς στεροῦνται τῶν πάντων, διότι ἅπασαι αἱ παρακαταθῆκαι καὶ τὰ τρόφιμα αὐτῶν ἔχουν χαθεῖ ὑπὸ τὰ ἐρείπια.
ΕΝΑΣ ΓΕΡΟΣ ΕΙΣ ΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ
Περὶ τὴν 2αν πρωινὴν ἐπιχειροῦμεν τῇ συνοδείᾳ τοῦ χωροφύλακος Ἱερισσοῦ Γεωργίου καὶ τοῦ γραμματέως τῆς Κοινότητος μακρὰν διαδρομήν, εἰς τὸ καταστραφὲν χωρίον, προχωροῦντες «εἰς τὴν εἴσοδον τοῦ χωρίου, συναντῶμεν τὸν ἐκεῖ προϊστάμενον τῶν Τ. Τ. Τ. κ. Ἐμ. Κοντέλην, καθήμενον παρά τινὰ στύλον τῶν τηλεφώνων, ἐγκαταστήσαντα ἀπὸ τῆς πρώτης στιγμῆς, μετὰ τὴν καταστροφὴν πρόχειρον τηλεφωνεῖον, εἶναι ὁ πρῶτος ἀναγγείλας εἰς Θεσσαλονίκην καὶ ἐκεῖθεν ἀνὰ τὸ Πανελλήνιον τὴν τρομερὰν συμφοράν.
Ἀφανὴς ἥρως, πιστὸς τοῦ καθήκοντος στρατιώτης, παρὰ τὸν μεγάλον κίνδυνον, ἐργάζεται δίπλα εἰς τὰ ἐρείπια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διεσώθη ὡς ἐκ θαύματος. Ματαίως καλεῖ τὴν Θεσσαλονίκην. Προφανῶς λόγῳ βλάβης δέν εἶναι δυνατὸν να συνδεθῇ μετ΄ αὐτῆς.
Προστίθεται μόνον, ὅτι τὴν μεγαλυτέραν θραῦσιν εἰς ἀνθρώπινα θύματα ἔπαθαν αἱ οἰκίαι ἐκείνων αἵτινες εὑρίσκοντο κάτωθι τῆς μεγάλης τοῦ χωρίου Ἐκκλησίας. Αὔτη ἦτο κτισμένη παρὰ τὰ ἀρχαῖα τείχη, στηριζομένη ἐπὶ κολοσιαίων ὀγκολίθων, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν πτῶσιν των κατέστρεψαν τάς πλείστας οἰκίας, ἰσοπεδώσαντας κυριολεκτικῶς αὐτάς, σὰν ἔνας τεράστιος ὁδοστρωτήρ.
Ἀπὸ τὴν ἀκμάσασαν τόσον πολὺ κατὰ τὴν ἀρχαιότητα Ἱερισσόν, ἀπὸ τὴν πόλιν ἥτις διεσώθη ἀπὸ χιλιετηρίδων ἐτῶν, τὴν Ἱερισσὸν ὅπου ὁ Ξέρξης ἐδέχθη τὸν φόρον ὑποτελείας τῶν ὑπ΄ αὐτὸν βασιλέων, τὴν Ἱερισσὸν μὲ τὰ πανάρχαια κειμήλια καὶ τὰ μεγαλοπρεπῆ τείχη, τὴν Ἱερισσὸν τὴν Παυλοκατηραμένην, δέν ὑφίσταντο πλέον, παρὰ τραγικὰ ἐρείπια τὰ ὁποῖα μετεβλήθησαν εἰς τάφους ἑκατοντάδων θυμάτων, εὑρόντων τὸν τραγικώτερον τῶν θανάτων.
Λ. ΔΙΑΦΩΝΙΔΗΣ
ΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΙ
Χθὲς ἐλήφθησαν εἰς τὴν Γεν. Διοίκησιν τὰ ἀκόλουθα τηλεγραφήματα τοῦ Γεν. Διοικητοῦ κ. Γονατᾶ ὅστις εὑρίσκεται εἰς τὴν σεισμόπληκτον περιοχήν.
ΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΕΙΣΑΙ ΟΙΚΙΑΙ
Ἐκ συγκεντρωθεισῶν ἐπὶ τόπῳ πληροφοριῶν καὶ αὐτοψίας διεπιστώθη πλήρης καταστροφὴ οἰκιῶν Ἱερισσού, Νέων Ῥόδων, Στρατωνίου, Γοματίου, Σταγείρων καὶ κατάρρευσις καὶ ἀχρηστοποίησις μεγάλου μέρους οἰκημάτων Στρατωνίκης, Βαρβάρας, Νεοχωρίου, Μ. Παναγίας, καὶ Παλαιοχωρίου. Ἐπίσης σημαντικαὶ βλάβαι εἰς Ἀρναίαν καὶ ἐν μέρει εἰς Πολύγυρον. Ὑπολογίζομεν ἀπαιτηθησόμενα ξύλινα δωμάτια διὰ προσωρινὴν στέγασιν 2400 ἀναλογοῦντα εἰς 9600 περίπου κυβικὰ μέτρα ξυλείας. Ἡ ἀπαιτηθησομένη δαπάνη μὲ τρέχουσαν τιμὴν ξυλείας μεταφορικῶν καὶ ἐργατικῶν εἰς 27 ἑκατομμύρια τοὐλάχιστον.
Γενικός Διοικητής
ΓΟΝΑΤΑΣ
ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ
Ἐξ ἐπιτοπίου ἐρεύνης καὶ συγκεντρωθεισῶν πληροφοριῶν ἔχομεν νεκροὺς ἐκ σεισμῶν εἰς Ἱερισσὸν 76, Στρατώνιον 41, Νέα Ῥόδα 8, Στρατωνίκην 7, Γομάτι 4, Στάγειρα 3, Μ. Παναγία 1, καὶ Παλαιοχώρι 1. Βαρέως τραυματίας ἐν συνόλῳ 52, ἐκ τῶν ὁποίων διὰ τοῦ τορπιλλικοῦ «Πέργαμος» διεκομίσθησαν εἰς Καβάλαν καθὸ πλησιέστερον. Οἱ τραυματίαι ἀνερχόμενοι εἰς 351 νοσηλεύονται εἰς Ἱερισσὸν καὶ Στρατώνι καὶ παράρτημα ἐρυθροῦ Σταυροῦ εἰς Ἀρναίαν.
Γενικός Διοικητής
ΓΟΝΑΤΑΣ
Η ΕΚΘΕΣΙΣ ΤΟΥ κ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
Ὁ ἀναχωρήσας μετὰ τοῦ Γεν. Διοικητοῦ Ἀνώτερος Διοικητὴς Χωροφυλακῆς κ. Κολοκοτρώνης, ἀπηύθυνε, σήμερον, τὴν μεσημβρίαν τὴν ἀκόλουθον τηλεγραφικὴν ἀναφορὰν πρὸς τὸ Ὑπουργεῖον τῶν Ἐσωτερικῶν, τὴν Γεν. Διοίκησιν καὶ τὸ Ἀρχηγεῖον τῆς Χωροφυλακῆς:
«Καθὰ μέχρι τοῦδε ἐξηκριβώθησαν:
Ἱερισσὸν κατέρρευσαν 650 οἰκίαι, νεκροὶ 76, τραυματίαι 115 ἐκ τῶν ὁποίων 35 σοβαρῶς, δέν ἀνευρέθησαν δὲ εἰσέτι 20.
Νέα Ῥόδα 220 οἰκίαι καταρρεύσασαι, νεκροὶ 8, τραυματίαι 20 ἐξ ὧν δύο βαρέως.
Ἀμμουλιανὴν 10 οἰκίαι κατέρρευσαν καὶ 180 ἐβλάβησαν.
Ξηροπόταμος 8 οἰκίαι κατέρρευσαν καὶ 70 ἐβλάβησαν.
Πύργον (Ουρανούπολη) 15 οἰκίαι κατέρρευσαν καὶ 85 ἐβλάβησαν.
Ἐπίσης ὑπέστη ζημίας τὸ Μετόχι Κουμίτσης τῆς Μονῆς Χιλιανδαρίου.
Στρατώνιον κατεστράφησαν 105 οἰκίαι καὶ ἐγκαταστάσεις Μεταλλευτικῆς Ἑταιρείας, νεκροὶ 41, τραυματίαι 10(;) ἐξ ὧν 9 σοβαρῶς.
Στρατωνίκην 400 οἰκίαι κατεστράφησαν καὶ 120 κατέστησαν ἀκατοίκητοι, νεκροὶ 7 καὶ τραυματίαι 15.
Στάγειρα 180 οἰκίαι κατέρρευσαν, νεκροὶ 4 τραυματίαι 35 ὧν 3 βαρέως.
Βαρβάραν 200 οἰκίαι κατεστράφησαν καὶ 15 ἐβλάβησαν ἐλαφρῶς.
Ὀλυμπιάδα 6 οἰκίαι ἡμικατεστράφησαν καὶ 15 ἐβλάβησαν ἐλαφρῶς.
Ἀρναίαν 250 οἰκίαι κατέστησαν ἀκατοίκητοι καὶ ὑπόλοιπαι ἐβλάβησαν ὀλιγώτερον, τραυματίαι 2 ἐλαφρῶς.
Νεοχώριον 120 κατεστράφησαν.
Παλαιοχώριον 200 κατέστησαν ἀκατοίκητοι, νεκρὸς εἷς, τραυματίαι 2 σοβαρῶς.
Στανὸν 10 οἰκίαι κατέστησαν ἀκατοίκητοι.
Μεγάλην Παναγίαν 250 κατέστησαν ἀκατοίκητοι. Νεκρὸς εἷς, 5 τραυματίαι σοβαρῶς καὶ εἷς παράφρων.
Γομάτι 140 οἰκίαι κατέρρευσαν, νεκροὶ 4 τραυματίαι 20 ἐξ ὧν 10 σοβαρῶς.
……………………………………………………………………………………………………………..
Περιοδεύων Ἀνώτ. Διοικητὴς
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
ΔΕΝ ΚΑΤΕΠΟΝΤΙΣΘΗ Η ΑΜΜΟΥΛΙΑΝΗ
Ἡ πληροφορία ἡ μεταδοθεῖσα χθὲς ὅτι ἡ Ἀμμουλιανὴ κατεποντίσθη ἐξ ὁλοκλήρου δεν εἶναι ἀληθής…….»
Από το εργαστήριο Γεωφυσικής του Α.Π.Θ. βρίσκουμε ότι η μετασεισμική δράση διήρκεσε από τις 26 Σεπτεμβρίου του 1932 ως τις 2 Ιουλίου του 1933. Οι μετασεισμικές δονήσεις ήταν ιδιαίτερα ισχυρές και ήταν αυτές που συνέχισαν το έργο της καταστροφής στον παλιό οικισμό της Ιερισσού.
Πίνακας των Σεισμικών δονήσεων στη περιοχή της Ιερισσού το 1932
Αριθ. Ημερομηνία Ώρα δόνησης Μέγεθος
1. 26/9/1932 19:21 6.9 R
2. 26/9/1932 21:26 5.8
3. 27/9/1932 11:20 4.7
4. 28/9/1932 16:52 5.7
5. 28/9/1932 21:58 4.7
6. 29/9/1932 06:52 6.2
7. 29/9/1932 03:58 4.9
8. 29/9/1932 21:45 4.6
9. 30/9/1932 07:31 4.8
10. 30/9/1932 11:59 4.5
11. 1/10/1932 08:08 5.1
12. 1/10/1932 13:36 5.0
13. 9/10/1932 06:25 5.0
14. 12/10/1932 02:59 4.9
15. 1/11/1932 16:20 5.6
16. 8/5/1933 01:14 5.0
17. 11/5/1933 19:10 6.3
18. 31/5/1933 19:56 4.9
19. 1/6/1933 02:41 5.1
20. 2/7/1933 12:21 4.8
Στον πίνακα παρατηρούμε 3 σεισμούς άνω των 6 R, 8 άνω των 5 R και 9 άνω 4.5 R. Οι ασθενέστεροι σεισμοί δε καταγράφηκαν. Από τις 2 Ιουλίου η πυκνότητα και το μέγεθος των μετασεισμικών δονήσεων μειώθηκαν μέχρι που σταμάτησαν.
[i]Πλούσιο φωτογραφικό υλικό μπορείτε να βρείτε στο 3ο τεύχος του περιοδικού μας, στις σελίδες 3, 12, & 13. Τις φωτογραφίες αυτές του 3ου τεύχους τις αγόρασε η ομάδα του “Κυττάρου Ιερισσού” καθ΄ υπόδειξη στον γράφοντα του φίλου και συνεργάτη μας Ιωάννη Κύρκου Αικατερινάρη.
[ii] Ο Γεώργιος Γκούτσος του Νικολάου διετέλεσε πρόεδρος της κοινότητας την εποχή του σεισμού. Γεννηθείς το 1880, το 1932 ήταν 52 χρ..