Η Νέα Δημοκρατία, δεν διστάζει δια του νεοφιλελεύθερου αρχηγού της να δηλώνει προς κάθε κατεύθυνση ότι είναι ένα νεοφιλελεύθερο κόμμα. Ο νεοφιλελευθερισμός όμως, δεν είναι μια ακραία μορφή φιλελευθερισμού. Είναι το αντίθετό του.
Ενώ ο φιλελευθερισμός, ως γέννημα του Διαφωτισμού, ήταν μια διακήρυξη κατοχύρωσης των δικαιωμάτων του ατόμου έναντι της τότε καταπιεστικής κοινωνίας, αντίθετα ο σημερινός νεοφιλελευθερισμός απαιτεί από το άτομο αιματηρές θυσίες, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της οικονομικής μεγέθυνσης, δήθεν για το κοινό καλό. Και λέω δήθεν, καθόσον ο σημερινός νεοφιλελευθερισμός αναγνωρίζει ηθικά την υπεροχή του ατόμου που αποκτά πλούτο. Έτσι αντί να μάχεται για τα δικαιώματα του ατόμου, όπως ο φιλελευθερισμός, ενδιαφέρεται μόνο για τους οικονομικά ικανούς και ισχυρούς.
Του Πέτρου Χασάπη
Στην σύγχρονη δε εποχή της παγκοσμιοποίησης, όπου το οικονομικό στοιχείο έφυγε έξω από τα εθνικά όρια και έγινε παγκόσμιο, ενώ το πολιτικό έμεινε περιορισμένο εντός των εθνικών ορίων, ο νεοφιλελευθερισμός αφορά πλέον στη διεθνή οικονομική ολιγαρχία.
Νεοφιλελευθερισμός και παγκοσμιοποίηση είναι τώρα δύο πραγματικότητες άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι στην ουσία η σκληρή ταξική επιδίωξη για την αναδιανομή του πλούτου από τις κατώτερες τάξεις προς τους «ικανούς» ολιγάρχες. Η μέχρι τώρα γνωστή αναδιανομή του πλούτου από πάνω προς τα κάτω, που επιδιωκόταν μέσα στο εθνικό κράτος, τώρα, επί παγκοσμιοποίησης, αλλάζει κατεύθυνση. Και η παγκοσμιοποίηση είναι ο τρόπος επίτευξης αυτού του στόχου, σε παγκόσμιο επίπεδο, κατ’ αρχήν με τη χρήση των κρατικών μηχανισμών των εθνικών κρατών και στη συνέχεια με τη διάλυση των ίδιων των εθνικών κρατών. Ο νεοφιλελευθερισμός με άλλα λόγια, είναι ο κομμουνισμός των πλουσίων.
Για να επιτύχει τον απόλυτο στρατηγικό του στόχο ο παγκόσμιος νεοφιλελευθερισμός θέτει τέσσερις τακτικούς στόχους:
α) Την αφαίρεση κάθε περιουσίας και οικονομικής δραστηριότητας από το κράτος και εκχώρησή τους στην οικονομική ελίτ.
β) Την κατάργηση των εθνικών ορίων και την ενσωμάτωση της εθνικής οικονομικής ολιγαρχίας στη διεθνή ολιγαρχία, σε μια ενιαία παγκοσμιοποιημένη κατάσταση, με ελεύθερο και ανεμπόδιστο οικονομικό παιχνίδι, μέσω της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων και μεταναστών σε παγκόσμιο επίπεδο.
γ) Τη διάλυση των εθνικών κοινωνιών, με τη δημιουργία πολυπολιτισμικών κοινωνιών και την καλλιέργεια του ατομικισμού μέσω του δικαιωματισμού, ώστε να μην υπάρχουν κοινά ενοποιητικά στοιχεία για ενιαία κοινωνική αντίδραση.
δ) Τη δημιουργία ενός σκληρού αποεθνικοποιημένου κρατικού – περιφερειακού μηχανισμού βίας (επιτελικού κράτους) για να νομοθετεί σχετικά και να ελέγχει τις λαϊκές αντιδράσεις, κατά τη μεταφορά του λαϊκού πλούτου προς την ελίτ.
Ενώ όμως ο νεοφιλελευθερισμός ξέρει πολύ καλά τι θέλει και πως να το επιτύχει, αντίθετα η νεοαριστερά αντιμετωπίζει προβλήματα στον προσανατολισμό της. Κυρίως, μετά την διάψευση και κατάρρευση του κομμουνισμού, τα «πολιτικά άνεργα» στελέχη της τότε αριστεράς, έψαξαν να βρουν καινούργια πολιτική έκφραση και ενασχόληση. Έτσι η νεοαριστερά:
α) Επιδόθηκε με πάθος στον δικαιωματισμό, ανάγοντας κάθε ατομική διαφοροποίηση φυσική ή αφύσικη και κάθε είδους μειονότητα σε βασικό ιδεολογικό αντικείμενο του αγώνα της, για εξασφάλιση φυσικά κομματικής πελατείας. Έτσι εδώ συμπίπτει απόλυτα με τον νεοφιλελευθερισμό. Γι΄ αυτό βλέπουμε δικαιωματιστές και αντίστοιχες ΜΚΟ και από αριστερά και από δεξιά να μάχονται για τους ίδιους λόγους.
β) Αξιοποιώντας ιδεολογικά τον παλιό αριστερό διεθνισμό, ο οποίος είχε εισαχθεί από τη σοβιετική προπαγάνδα, ως όχημα για την επικράτηση παγκοσμίως της Σοβιετικής Ένωσης, μέσω του διεθνιστικού κομμουνιστικού κινήματος, τον έχει μετατρέψει σε έναν ισχυρό εθνομηδενισμό, με την σχεδόν απαίτηση εδώ και τώρα για την κατάργηση των εθνικών ορίων και τη δημιουργία ανοικτών κοινωνιών. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιεί τον δικαιωματισμό και την υπεράσπιση κάθε κοινωνικής διαφορετικότητας, με απόλυτο στόχο τη διάλυση των εθνικών κοινωνιών και ως εκ τούτου την διάλυση των εθνικών κρατών. Όμως κι εδώ εξυπηρετεί απόλυτα τα σχέδια του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος επίσης στοχεύει στην κατάργηση των εθνικών συνόρων και τη μετατροπή των κρατών σε περιφερειακούς μηχανισμούς επιβολής στις λαϊκές μάζες.
γ) Γαλουχημένη όμως από το σοβιετικό μονοκομματικό μοντέλο, θέλει την δια παντός επικράτηση της δικής της κρατικοκομματικής νομενκλατούρας (όπως όλα τα κομμουνιστικά καθεστώτα) μέσω της απόλυτης κατοχής της κρατικής εξουσίας και της βίας του κρατικού μηχανισμού, για την αφαίμαξη και τον έλεγχο της κοινωνίας υπέρ του φιλοτομαρισμού των στελεχών της.
Στο σημείο αυτό βλέπουμε ότι τόσο ο νεοφιλελευθερισμός, όσο και η νεοαριστερά συμφωνούν στην κατοχή της κρατικής εξουσίας και τη χρήση της βίας των κρατικών μηχανισμών εναντίον της κοινωνίας, η διαφορά τους όμως έγκειται στο εξής: Ο μεν νεοφιλελευθερισμός δεν θέλει την ύπαρξη του εθνικού κράτους, αλλά θέλει όμως τον κρατικό μηχανισμό (επιτελικό κράτος), για να τον χρησιμοποιεί ως περιφερειακό χωροφύλακα προάσπισης των συμφερόντων της διεθνούς ολιγαρχίας. Η δε νεοαριστερά, μπλεγμένη στη διεθνιστική ιδεολογία της, δεν θέλει κι αυτή το εθνικό κράτος, θέλει όμως επίσης τον κρατικό μηχανισμό για να εξασφαλίζει το status quo της δικής της κρατικοκομματικής νομενκλατούρας.
Εδώ ακριβώς είναι και το αδιέξοδο της νεοαριστεράς. Οι μεν νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί γνωρίζουν ότι είναι τοποτηρητές – υπάλληλοι της διεθνούς οικονομικής ολιγαρχίας και αποδέχονται πλήρως και ενσυνείδητα το ρόλο τους, οι δε νεοαριστεροί θέλουν να υπηρετούν τα δικά τους προσωπικά και κομματικά συμφέροντα ή και ιδεολογήματα, μέσα στο ανωτέρω παγκοσμιοποιημένο πλαίσιο. Αυτό όμως, εκ των πραγμάτων, δεν μπορεί να γίνει και έτσι στην ουσία πριονίζουν το κλαδί (εθνικό κράτος) πάνω στο οποίο κάθονται, καταλήγοντας στο τέλος να γίνονται εξωνημένες «πόρνες» της διεθνούς ολιγαρχίας, για να παραμείνουν στην εξουσία. Τρανό παράδειγμα είναι αυτό που έπαθε ο ΣΥΡΙΖΑ με την τρόϊκα, η οποία, όπως έχουν αντιληφθεί οι πάντες, προστατεύει τα συμφέροντα της διεθνούς οικονομικής ολιγαρχίας και όχι φυσικά του ελληνικού λαού. Αντίθετα, η ΝΔ, πλήρως συνειδητοποιημένη εντολοδόχος του παγκόσμιου συστήματος, στην ουσία πρωτοστάτησε στην αλλαγή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος του 2015 και σήμερα ως κυβέρνηση δεν έχει κανέναν απολύτως ενδοιασμό να εξυφαίνει πίσω από την πλάτη του λαού εθνικές παραχωρήσεις.
Έτσι λοιπόν, μέσα σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον οι μεν νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί είναι εκεί για να διεκπεραιώσουν ενσυνείδητα, ως εντολοδόχοι, την «αποστολή» που τους έχει ανατεθεί από την διεθνή οικονομική ολιγαρχία, οι δε πολιτικοί της νεοαριστεράς στην ουσία είναι ζήτουλες προσωπικής εξουσίας και γίνονται έτσι αντικείμενα εκμετάλλευσης και πιόνια της διεθνούς ολιγαρχίας.
Το λογικό λοιπόν θα ήταν, τα στελέχη της νεοαριστεράς να μάχονται υπέρ της διατήρησης του εθνικού κράτους, όπου μόνο μέσα σ’ αυτό μπορούν να έχουν αυτόνομο λόγο ύπαρξης. Όμως εκεί γνωρίζουν ότι, λόγω της αποτυχίας του αριστερού πειράματος, δεν μπορούν να αντλήσουν εκλογική πελατεία πάνω από 3-5% γι’ αυτό ζητιανεύουν όπου μπορούν λίγη εξουσία. Παρατηρούμε ήδη προσχωρήσεις πρώην στελεχών της εκσυγχρονιστικής αριστεράς στη νεοφιλελεύθερη ΝΔ, όπου τουλάχιστον θα βρουν σίγουρα κάποια κομμάτια εξουσίας. Μιλάμε για μια νεοαριστερά – παράσιτο που χρησιμοποιείται από το διεθνές Κεφάλαιο ως όπλο του κατά των λαών, μόνο και μόνο για να έχουν τα στελέχη της καρέκλες εξουσίας.
Για να επανέλθουμε στο παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ, αν και το κόμμα αυτό διαμαρτυρόταν γιατί πήρε μόνο την κυβέρνηση αλλά όχι και την εξουσία και θρηνούσε γιατί αναγκάστηκε να αλλάξει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2015, εντούτοις δεν έκανε τις θεσμικές εκείνες αλλαγές, εντός του εθνικού κράτους, προκειμένου να ενισχύσει τη δημοκρατία στη χώρα και να αντλήσει απευθείας εξουσία από το λαό. Εξουσία όμως που αναγκαστικά θα ήταν συνεχώς υπό λαϊκό έλεγχο, ενάντια στην κομματική νομενκλατούρα του. Προτίμησε να παρακάμψει το εθνικό κράτος και το λαό και να αντλεί εξουσία απέξω, αντιγράφοντας τη ΝΔ και ευελπιστώντας σε ένα πολιτικό δίπολο εντολοδόχο της διεθνούς ελίτ.
Απόλυτος στόχος του παγκοσποιημένου «υπαρκτού» νεοφιλελευθερισμού, που προωθείται (με τη συγγνωστή ή ασύγγνωστη ανωτέρω βοήθεια και της φιλοτομαριστικής νεοαριστεράς) είναι η οριστική κυριαρχία των λίγων «ικανών» επί των πολλών. Η απόλυτη κυριαρχία του 1% επί του 99% του πλανήτη. Προκειμένου όμως να επιτευχθεί αυτό, θα πρέπει, όπως είδαμε, να διαλυθούν οι οργανωμένες κοινωνίες, διαφορετικά, αργά ή γρήγορα οι πολλοί και οργανωμένοι θα αντιδράσουν. Θα πρέπει δηλαδή να διαβρωθούν από μέσα οι εθνικές κοινωνίες, με στόχο να ατονήσουν τα εθνικά κράτη, να ανοίξουν τα εθνικά σύνορα και οι εθνικοί λαοί να μετατραπούν σε ανοργάνωτες μάζες, με εσωτερικές συγκρούσεις, τις οποίες θα ελέγχουν και θα εξουσιάζουν οι λίγοι με την προπαγάνδα των ΜΜΕ, τη βία και την ισχύ που θα τους δίνει ο συνεχώς συσσωρευόμενος πλούτος που θα παράγεται από τα λαϊκά στρώματα.
Όμως το μέσον για να φτάσουμε σ’ αυτόν τον υπαρκτό νεοφιλελευθερισμό, είναι οι κρατικοί μηχανισμοί, είναι το ίδιο το σημερινό εθνικό κράτος, το οποίο αποψιλώνεται συνεχώς από δημοκρατικούς θεσμούς, από κοινωνικό έλεγχο, από δημόσια περιουσία, από ιστορία, πολιτισμό, θρησκεία και άλλα και αντικαθίσταται από ΜΚΟ, από δήθεν Ανεξάρτητες Αρχές κ.λ.π. χρησιμοποιούμενο στεγνά για την αντίστροφη αναδιανομή του πλούτου, από τους πολλούς στους λίγους, μέχρι στο τέλος να επέλθει και η αυτοκατάργησή του.
Το κράτος, είτε δεν θα έχει πλέον το δικό του νόμισμα, όπως γίνεται στην Ευρωζώνη, είτε θα έχει μεν τυπικά δικό του νόμισμα, αλλά για να εξασφαλίζει συναλλαγματικά αποθέματα που θα το στηρίζουν, θα πρέπει να δανείζεται από τους ολιγάρχες ιδιώτες – τραπεζίτες και να είναι μονίμως χρεωμένο σ’ αυτούς, καθόσον οι κοινωνικές ανάγκες ενός σύγχρονου κράτους συνεχώς αυξάνονται και πρέπει να καλυφθούν. Η ελεύθερη στη συνέχεια διεθνή διακίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων ενισχύει την ατόνηση των κρατικών χαρακτηριστικών. Τέλος, η κατάργηση των εθνικών συνόρων, με την υιοθέτηση των ανοικτών κοινωνιών (Open Society), η οποία υλοποιείται με την ελεύθερη διακίνηση μεταναστών (βλ. συμφωνία του Μαρακές), ολοκληρώνει το σχέδιο, με την διακίνηση σχεδόν αποκλειστικά μουσουλμάνων και μάλιστα σκληροπυρηνικών, των οποίων η ιδιαιτερότητα περιέργως υπερπροστατεύεται σκανδαλωδώς, μέσω δικαιωματιστών (δεξιών και αριστερών, όπως είδαμε πιο πάνω), ακριβώς για να μην υπάρξει αφομοίωση και ηρεμία, αλλά για να υπάρχουν κοινωνικές εντάσεις και διάλυση εκ των έσω.
Το ερώτημα τώρα είναι, ποια θα είναι η κατάσταση στο μέλλον στην περίπτωση του υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού;
Προβλέπω ότι θα καταλήξουμε στο μέλλον, σε μια κατάσταση όπου τις ασυντόνιστες ανθρώπινες μάζες, θα ελέγχουν ιδιωτικοί στρατοί των ολιγαρχών. Όπου όλα αυτά που λέμε τώρα ατομικά δικαιώματα και προσωπικά δεδομένα, όχι μόνο δεν θα ισχύουν, αλλά οι άνθρωποι θα είναι εκμεταλλεύσιμοι και αναλώσιμοι ανά πάσα στιγμή. Σε ότι αφορά στη δημιουργία ιδιωτικών στρατών, ήδη έχουν κάνει την εμφάνισή τους τέτοιοι στρατοί στη Λιβύη, από όλες τις πλευρές. Και μπορεί τώρα να κρύβεται πίσω τους κάποια κυβέρνηση, αλλά στο μέλλον θα ανεξαρτητοποιηθούν και θα είναι μισθοφορικοί στρατοί ιδιωτών ολιγαρχών.
Θα καταλήξουμε, πέρα από την κατάργηση κάθε ατομικού δικαιώματος και κάθε προσωπικού δεδομένου, στην χωρίς οίκτο εκτέλεση των διαφωνούντων, των αντιφρονούντων προς το σύστημα και των νοσούντων εκείνων που δεν θα συμμορφώνονται προς τις υποδείξεις των ειδικών, καθόσον κανένας οικονομικός ολιγάρχης δεν θα νοιάζεται για τη ζωή ανθρώπων χωρίς καμία αξία ή επιζήμιων για το σύστημα.
Προς αυτή την κατεύθυνση, πολλοί διακεκριμένοι διεθνολόγοι, βλέπουν ως επιδιωκόμενη την εξάπλωση του Ισλάμ για ευνόητους λόγους, προς αντικατάσταση κάθε θρησκείας ή προς ισχυρή σύγκρουση προς κάθε θρησκεία και έντονη κοινωνική εσωστρέφεια. Ήδη η επιλεγμένη εξάπλωση προσφύγων και λάθρα μεταναστών σχεδόν μόνο από μουσουλμανικές χώρες, δεν είναι χωρίς λόγο. Η αραβική άνοιξη ήταν το ιδεολογικό επικάλυμμα για τη σύγκρουση και την διατεταγμένη εξάπλωση μουσουλμάνων κυρίως προς την Ευρώπη, η οποία, πέρα από την οικονομική ευμάρεια, αποτελεί την εστία παραδοσιακών εθνικών κρατών, όπου και θα δοκιμαστεί η νέα συνταγή. Μέσα σ΄ αυτά, η Ελλάδα είναι το κατ’ εξοχήν παραδοσιακό εθνικό κράτος, λόγω εθνικών παραδόσεων κυρίως και όχι λόγω αστισμού και επομένως ένα ικανό εργαστήρι πειραματισμού.
Κάποια στιγμή, οι εκλογές θα απαγορευθούν ή θα καταστούν απόλυτα ετεροκατευθυνόμενες. Όσο όμως ακόμα επιτρέπονται, θα πρέπει οι ψηφοφόροι να αναζητούν πολιτικούς πατριώτες. Να μην ακούν μόνο το μυαλό τους που ετεροκατευθύνεται από την προπαγάνδα του συστήματος, αλλά την καρδιά τους. Να αναζητήσουν κόμματα και πολιτικούς που πιστεύουν στο εθνικό κράτος, στη μικτή οικονομία, στη δημοκρατία, στην απεξάρτησή τους από τα οικονομικά κέντρα και αντιθέτως στην πρόσδεσή τους στα λαϊκά συμφέροντα. Να ζητήσουν να πάρουν τον έλεγχο της ιστορικής Πατρίδα τους πίσω.
Μη φοβόμαστε ότι θα χάσουμε τον κοσμοπολιτισμό. Είμαστε ήδη πολίτες του κόσμου, αλλά δεν χρειάζεται να καταργήσουμε και το εθνικό κράτος. Η πρόοδος και η τεχνολογία, δεν επιτρέπει πλέον την εθνική απομόνωση έτσι κι αλλιώς και επομένως δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα. Το θέμα όμως είναι να φροντίσουμε να έχουμε δημοκρατικά οργανωμένες εθνικές κοινωνίες ώστε μέσα σ΄ αυτές να μπορεί να είναι προστατευμένο, ασφαλές και ολοκληρωμένο το άτομο.
Πρώτα το άτομο ή πρώτα την κοινωνία; Στο ερώτημα αυτό ο Αϊνστάϊν είχε απαντήσει ως εξής: «Χωρίς δημιουργικές, ελευθερόφρονες προσωπικότητες, η εξέλιξη της κοινωνίας είναι το ίδιο ακατανόητη, όπως η εξέλιξη της ατομικής προσωπικότητας χωρίς το θρεπτικό λίπασμα της κοινωνίας».
ΥΓ. Μόλις τελείωνα το άρθρο, όταν πριν από λίγο έφτασε η είδηση, που ενισχύει τις ανωτέρω απόψεις, πως 7 μόνο από τους ηγέτες της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης του 1%, αύξησαν τα πλούτη τους, μόλις από τις 18 Μαρτίου, κατά 219 δις δολάρια.
Πηγή:hasapispetros.gr