Εγκλωβισμένη σε μοιραίες προτάσεις ξένων μεσολαβητών, οι οποίοι συνδέουν την επανάληψη των διερευνητικών επαφών Αθήνας – Άγκυρας με τη διεύρυνση της θεματολογίας και την «επισημοποίησή» τους (αντί του άτυπου χαρακτήρα της περιόδου 2002-2016 και της εξέτασης μόνο ζητημάτων θαλάσσιων ζωνών), βρίσκεται η ελληνική κυβέρνηση.
Από τον Αλέξανδρο Τάρκα
«δημοκρατία»
Ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης -και λιγότερο ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας και η Διπλωματική Υπηρεσία- αναμένει την έκβαση των επαφών του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σ. Μισέλ και του ύπατου εκπροσώπου Ζ. Μπορέλ με την Άγκυρα, αν και δεν υπάρχουν δείγματα αποτελεσματικότητάς τους. Μεγάλες ελπίδες έχει εναποθέσει το Μέγαρο Μαξίμου και στον πρώην πρεσβευτή της Γερμανίας στην Αθήνα Γ. Πλέτνερ, ο οποίος κατέχει σήμερα την κρίσιμη θέση του πολιτικού διευθυντή του υπουργείου Εξωτερικών.
Ο κ. Πλέτνερ διαδραματίζει αθέατο ρόλο ταυτόχρονα με τις δημοσιοποιημένες επαφές των διπλωματικών συμβούλων των ηγετών Ελλάδας – Γερμανίας Ελ. Σουρανή και Γ. Χέκερ, ενώ οι ξεχωριστές πρωτοβουλίες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είναι πολύ πιο προσεκτικές και οι προτάσεις του πιο μετριοπαθείς.
Αναλυτικά, η εικόνα των κρισιμότατων εξελίξεων είναι η ακόλουθη:
• Πρώτον, οι κ. Μισέλ και Μπορέλ ευνοούν την εφ’ όλης της ύλης ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση υπό το σκεπτικό ότι οι δηλώσεις καταδίκης και η επιβολή οικονομικών κυρώσεων της Ε.Ε. δεν θα έχουν αντίκτυπο στη συμπεριφορά του προέδρου Ρ.Τ. Ερντογάν. Η ηγεσία της Ε.Ε. πανικοβάλλεται με το Μεταναστευτικό και παραμένει εγκλωβισμένη στην προ μηνός απαράδεκτη δήλωση του κ. Μπορέλ περί «διαφωνίας μεταξύ γειτονικών χωρών για την οριοθέτηση υδάτων». Εν όψει του άτυπου συμβουλίου των υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. στις 27 Αυγούστου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 24 Σεπτεμβρίου προκρίνεται η παράλληλη εξέλιξη των διερευνητικών επαφών Αθήνας – Άγκυρας, καθώς και των συνομιλιών Ε.Ε. – Τουρκίας για την αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης και την αύξηση της χρηματοδοτικής βοήθειας για τους πρόσφυγες.
• Δεύτερον, και το Βερολίνο, σε αντίθεση με όσα έλπιζε η Αθήνα και παρά τις επικοινωνιακές διαρροές του Μαξίμου, απορρίπτει την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία. Η κατηγορηματική άρνηση μεταφέρθηκε στις ηγεσίες Ελλάδας και Κύπρου ήδη πριν από την κρίση του «Oruc Reis» με την υπόμνηση ότι δεν θα υπάρξει αλλαγή πολιτικής μέχρι τη λήξη της γερμανικής προεδρίας στην Ε.Ε. στα τέλη του έτους. Το Βερολίνο διαβεβαιώνει, τουλάχιστον, πως δεν θα ασκήσει διαδικαστικό βέτο αν υποβληθούν προτάσεις κυρώσεων προς συζήτηση, χωρίς απαίτηση άμεσης λήψης αποφάσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, ο ρόλος του κ. Πλέτνερ, ο οποίος κατά τη θητεία του στην Αθήνα (2017-2019) είχε αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης με τον κ. Μητσοτάκη, αξιολογείται ως καθοριστικός στην προσπάθεια να καμφθούν οι ελληνικές επιφυλάξεις για εκτροπή των διερευνητικών επαφών σε συνολική διαπραγμάτευση. Το Μέγαρο Μαξίμου φέρεται ότι βασίζει -ακόμα- πολλά στην ανάμειξη του κ. Πλέτνερ, αγνοώντας τις σαφείς ενδείξεις ότι δεν υπερβαίνει τα στενά υπηρεσιακά καθήκοντά του και είναι ταυτισμένος με τον σοσιαλδημοκράτη πρόεδρο Φ. Στάινμαγερ, χωρίς επαρκείς προσβάσεις στη χριστιανοδημοκρατική Καγκελαρία. Αν και είναι, φυσικά, χρήσιμο να υπάρχουν επαφές με ξένους αξιωματούχους σε υψηλές θέσεις, το τελικό ισοζύγιο δείχνει πως η μεσολάβηση Πλέτνερ χαρακτηρίζεται περισσότερο από τις πιέσεις προς την Αθήνα και λιγότερο από τη μετάδοση χρήσιμων ελληνικών μηνυμάτων προς το Βερολίνο.
• Τρίτον, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανησυχούν σε μέγιστο βαθμό για την πιθανή σύγκρουση δύο συμμάχων στη νότια πτέρυγα του ΝΑΤΟ και δίδουν έμφαση στη διαρκή επικοινωνία των στρατιωτικών ηγεσιών Ελλάδας – Τουρκίας προς αποφυγή εκρηκτικών εξελίξεων.
Οι ΗΠΑ είναι ενήμερες για τις γερμανικές μεσολαβητικές προσπάθειες και τις ευνοούν, χωρίς πάντως να ταυτίζονται απόλυτα με αυτές. Η Ουάσινγκτον τάσσεται υπέρ των διερευνητικών επαφών, αλλά -αντίθετα με τη γερμανική ωμότητα και βιασύνη- κρίνει πιο ρεαλιστική τη συμφωνία για διαδοχικές φάσεις συνομιλιών. Προτιμά να υπάρξει μια πρώτη συνάντηση, προς επίτευξη συναίνεσης για τις επόμενες φάσεις, προχωρώντας -αργότερα και σταδιακά- στα δυσκολότερα θέματα.
Με αυτά τα δεδομένα ο κ. Μητσοτάκης βρίσκεται ενώπιον μεγάλων διλημμάτων ως προς την αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας και την πορεία της χώρας και της κυβέρνησής του. Η πρώτη κόκκινη γραμμή, περί «αντίδρασης με μη διπλωματικά μέσα» σε περίπτωση, γενικά, παραβίασης κυριαρχικών δικαιωμάτων, έχει καταπατηθεί. Είναι άγνωστο τι θα γίνει με τη δεύτερη κόκκινη γραμμή για την ειδικότερη περίπτωση τουρκικής γεώτρησης εντός ελληνικής ΑΟΖ.
Σύμφωνα με εγκυρότατες πηγές, ο κ. Μητσοτάκης είχε τονίσει στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Μ. Πομπέο τον Οκτώβριο ότι «θα αναγκαστούμε να αντιδράσουμε και θα υπάρξουν συνέπειες». Παρόμοια μηνύματα αποστέλλει η Αθήνα προς την Ουάσινγκτον και στην παρούσα φάση, αλλά η Άγκυρα τα αγνοεί προκλητικά, όπως και τις περισσότερες αμερικανικές παραινέσεις.
* Εκδότης του περιοδικού «Άμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη