Η οικονομική επίπτωση από την ισπανική γρίπη ήταν πολύ λιγότερο δραματική από όσο εκείνη του νέου κορωνοϊού. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε απότομα αλλά ανέκαμψε μέσα σε λίγους μήνες. Το λιανικό εμπόριο επηρεάστηκε ελάχιστα. Ωστόσο, η ισπανική γρίπη ίσως να αποδειχθεί ότι ήταν πολύ πιο θανατηφόρα από τον νέο κορωνοϊό.
Τον Οκτώβριο του 1918, η ισπανική γρίπη κατέφθασε στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Οι οικότροφοι φορούσαν μάσκες, τα ποδοσφαιρικά παιχνίδια ακυρώθηκαν και οι φοιτητές κλήθηκαν να μπουν σε καραντίνα στην πανεπιστημιούπολη. Αλλά τα μαθήματα και οι συναθροίσεις συνέχισαν να γίνονται. Και εκτός από την εκπλήρωση των τακτικών ακαδημαϊκών τους υποχρεώσεων, οι άνδρες μαθητές εκπαιδεύτηκαν να πολεμήσουν τα γερμανικά πολυβόλα και τα δηλητηριώδη αέρια στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πάνω από το ένα δέκατο όλων των μαθητών αρρώστησαν και δώδεκα πέθαναν –χονδρικά, ανάλογα με τα 45.000 κρούσματα και τους 3.000 θανάτους που καταγράφηκαν στο κοντινό Σαν Φρανσίσκο. Ωστόσο, οι καθηγητές και οι μαθητές άρχισαν να εγκαταλείπουν την κάλυψη του προσώπου μόλις ένα μήνα μετά την αρχική επιδημία. Το ποδόσφαιρο επέστρεψε στην πανεπιστημιούπολη λίγο αργότερα, ακόμη και όταν η ασθένεια σερνόταν καθ’ όλη την διάρκεια του χειμώνα.
Η αντίθεση με την τρέχουσα πανδημία του κορωνοϊού είναι εντυπωσιακή. Δεν μπορώ να μπω στο γραφείο μου στο Στάνφορντ χωρίς ειδική άδεια από τον πρύτανη. Σχεδόν όλοι οι προπτυχιακοί φοιτητές έχουν εγκαταλείψει την πανεπιστημιούπολη, και όλοι όσοι μπορούν απαιτείται να εργαστούν μέσω διαδικτύου. Το πανεπιστημιακό νοσοκομείο, το οποίο πρόσφατα ανοικοδομήθηκε με ποσό ύψους 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων, έπρεπε να μειώσει τις πληρωμές στο μισό για το σύνολο των 14.000 υπαλλήλων του, καθώς οι ανήσυχοι ασθενείς ανέβαλλαν την θεραπεία τους.
Η κομητεία του Σαν Φρανσίσκο, που είναι τώρα σχεδόν δύο φορές πιο πυκνοκατοικημένη από όσο πριν από έναν αιώνα, έχει αναφέρει 2.400 μολύνσεις και 40 θανάτους -ποσοστό κατά κεφαλήν θνησιμότητας 99,2% χαμηλότερο από εκείνο της πανδημίας του 1918-19. Όμως, δύο ολόκληρους μήνες αφότου ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια, Gavin Newsom, διέταξε τους κατοίκους να «βρουν καταφύγιο στο σπίτι τους» [1], η προοπτική ακόμη και της σταδιακής επιστροφής στην ομαλότητα παραμένει στην καλύτερη περίπτωση αόριστη.
Η κλιμάκωση της εμπειρίας της Καλιφόρνιας κατά αρκετές τάξεις μεγέθους δίνει μια καλή αίσθηση της κατάστασης του κόσμου αυτήν την στιγμή. Πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια εργαζόμενοι έχασαν την δουλειά τους. Το παγκόσμιο ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί κατά μεγαλύτερο ποσοστό από ό, τι ανά πάσα στιγμή μετά τη Μεγάλη Ύφεση. Ενάμισι δισεκατομμύριο μαθητές -περίπου το 90% του παγκόσμιου συνόλου – έχουν επηρεαστεί από το κλείσιμο των σχολείων. Οι περισσότερες κοινωνίες αντιμετωπίζουν τώρα μια παρατεταμένη οικονομική ύφεση που θα εκτροχιάσει και θα πλήξει αμέτρητες ζωές.
Η οικονομική επίπτωση από την ισπανική γρίπη ήταν πολύ λιγότερο δραματική. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε απότομα αλλά ανέκαμψε μέσα σε λίγους μήνες. Το λιανικό εμπόριο επηρεάστηκε ελάχιστα και οι επιχειρήσεις δεν κήρυξαν πτώχευση σε ποσοστά υψηλότερα από το συνηθισμένο.
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη οικονομετρική ανάλυση, η πανδημία του 1918-1919 μείωσε το πραγματικό ΑΕΠ και την κατανάλωση των Ηνωμένων Πολιτειών κατά όχι περισσότερο από δύο ποσοστιαίες μονάδες [2]. Το ίδιο φαίνεται ότι συνέβη και στις περισσότερες προηγμένες Δυτικές οικονομίες.
Ωστόσο, η ισπανική γρίπη μπορεί να αποδειχθεί ότι ήταν πολύ πιο θανατηφόρα από τον νέο κορωνοϊό. Σκότωσε τουλάχιστον 550.000 Αμερικανούς -το 0,5% του πληθυσμού. Προσαρμοσμένο στην αύξηση του πληθυσμού κατά τον περασμένο αιώνα, αυτό θα αντιστοιχούσε σε λίγο κάτω από δύο εκατομμύρια θανάτους σήμερα, κοντά στον αριθμό που προβλέπεται στο χειρότερο, μηδενικής απόστασης σενάριο [3] για τον κορωνοϊό που δημοσίευσε το Imperial College London τον Μάρτιο. Τα ποσοστά θανάτου το 1918-19 ήταν πολύ υψηλότερα έξω από τον βιομηχανικό κόσμο.
Σε όλο τον κόσμο, η ισπανική γρίπη έφερε τον θάνατο σε 40 εκατομμύρια ανθρώπους, ή το 2% της ανθρωπότητας, που ισοδυναμεί με περισσότερα από 150 εκατομμύρια άτομα σήμερα. Ακόμα χειρότερα, καταδίωξε όχι μόνο τους ηλικιωμένους και τους ασθενείς, αλλά και τα βρέφη και τα άτομα στα είκοσι και στα τριάντα τους. Αυτό συμπίεσε το εργατικό δυναμικό και έκοψε το νήμα της ζωής πολλών που είχαν μόλις ξεκινήσει να κάνουν οικογένειες, αφήνοντας πίσω τους συζύγους και τα παιδιά για να φροντίσουν τον εαυτό τους σε μια κοινωνία «βούλιαξε ή κολύμπησε».
Γιατί λοιπόν εκείνη η άγρια πανδημία απέτυχε να καταστρέψει την οικονομία; Η απάντηση είναι απατηλά απλή: ως επί το πλείστον, είτε από αναγκαιότητα είτε από επιλογή, οι άνθρωποι προχώρησαν.
Οι Αρχές σε πολλές χώρες συνέστησαν το πλύσιμο των χεριών και την χρήση μαντηλιών ως καλύμματα προσώπου. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα μέτρα διέφεραν πολύ από πόλη σε πόλη και από πολιτεία σε πολιτεία, αλλά σε ολόκληρη την χώρα, τοπικοί αξιωματούχοι έκλεισαν πολλά σχολεία και μεγάλους δημόσιους χώρους. Ωστόσο, ως επί το πλείστον οι μη απαραίτητες επιχειρήσεις παρέμειναν ανοιχτές και η ζήτηση των πελατών ήταν αρκετά ισχυρή για να τις κρατήσει ζωντανές χωρίς τη βοήθεια δαπανηρών πακέτων τόνωσης.
Η ζωή των Αμερικανών τότε άξιζε λιγότερο από ό, τι σήμερα; Μόνο με την πιο τεχνική έννοια. Τα τελευταία χρόνια, διάφορες κυβερνητικές υπηρεσίες των ΗΠΑ έχουν ορίσει την αξία μιας ανθρώπινης ζωής σε περίπου 10 εκατομμύρια δολάρια [4]. Οι εκτιμήσεις σε άλλες κοινωνίες υψηλού εισοδήματος δεν είναι πολύ πίσω. Πριν από έναν αιώνα, κανείς δεν θα είχε σκεφτεί να βάλει εξίσου μεγάλη τιμή στα ανθρώπινα όντα. Πιο συγκεκριμένα, η ζωή ήταν συνολικά μικρότερη. Στα μέσα της δεκαετίας του 1910, το μέσο προσδόκιμο ζωής κατά την γέννηση στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν μόνο τα δύο τρίτα αυτού που είναι τώρα. Σε όλο τον κόσμο, έχει διπλασιαστεί από τότε.
Επιπλέον, πριν από έναν αιώνα οι Αμερικανοί κατοικούσαν ακόμη σε ένα φυσικό και διανοητικό σύμπαν που δεν είχε ακόμη απολυμανθεί λόγω της σύγχρονης επιστήμης. Η παλαιότερη γενιά θα θυμόταν τις καταστροφικές επιδημίες της χολέρας και του κίτρινου πυρετού. Δεν υπήρχαν εμβόλια γρίπης, φυματίωσης, τετάνου, διφθερίτιδας, τύφου, ιλαράς ή πολιομυελίτιδας, δεν υπήρχαν αντιβακτηριδιακά φάρμακα σουλφοναμίδης, δεν υπήρχε πενικιλίνη, ούτε αντι-ιικά φάρμακα και ούτε χημειοθεραπεία. Ο πλούτος προσέφερε στην καλύτερη περίπτωση περιορισμένη προστασία: τις περισσότερες φορές, οι πλούσιοι και οι φτωχοί ήταν σε αυτό μαζί.
Τα τελευταία εκατό χρόνια, η ειρήνη, η ιατρική, και η ευημερία οδήγησαν την ανθρωπότητα σε μεγαλύτερη άνεση, ασφάλεια και προβλεψιμότητα. Για πρώτη φορά στην ιστορία, οι κάτοικοι του ανεπτυγμένου κόσμου έχουν καλό λόγο να περιμένουν από την επιστήμη να τους προστατεύσει και να τους θεραπεύσει. Σε διάφορους βαθμούς, αυτές οι προσδοκίες έχουν επίσης επικρατήσει στις αναπτυσσόμενες χώρες καθώς το εισόδημα και η εκπαίδευση έχουν επεκταθεί, η πείνα και ο πρόωρος θάνατος έχουν υποχωρήσει, και η στρατολόγηση έχει βγει εκτός μόδας. Οι άνθρωποι περιμένουν περισσότερα από την ζωή και συμπεριφέρονται ανάλογα.
Μπορεί να είναι δελεαστικό να λάβουμε την συλλογική υιοθέτηση των lockdown και των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης ως ενδείξεις ότι οι υψηλότερες προσδοκίες έχουν κάνει τους ανθρώπους πιο ευγενικούς, έτοιμους να επωμιστούν τα οικονομικά βάρη προκειμένου να προστατεύσουν τους ηλικιωμένους, τους ανοσοκατασταλμένους και τους απλά άτυχους [που ζουν] μεταξύ τους. Όμως οι επιμελείς πολίτες που βρίσκονται υπό lockdown θα πρέπει να είναι επιφυλακτικοί μήπως συγχαίρουν τον εαυτό τους επειδή άφησαν τα καλύτερα στοιχεία το χαρακτήρα τους να χαθούν. Η συμπόνια παραμένει ανεπαρκής: εάν οι Αμερικανοί νοιάζονταν πραγματικά για τους πρόσφυγες ή εκείνους που επλήγησαν από τους πολέμους τους στο εξωτερικό, οι πολιτικές τους θα φαίνονταν πολύ διαφορετικές. Η καλοσύνη τους δεν επεκτείνεται ούτε καν στους συμπολίτες τους -μάρτυρας η ατελείωτη ταλαιπωρία των μη- ή των υπο-ασφαλισμένων και εκείνων που είναι καταδικασμένοι με πολλούς τρόπους λόγω του τόπου διαμονής τους.
Θεωρημένη σε αυτό το μη κολακευτικό υπόβαθρο, η απάντηση πολλών Αμερικανών στην πανδημία μπορεί να εξηγηθεί πιο εύλογα από τον φόβο –ασυνήθιστος σε αυτούς τους καιρούς της ευημερίας και της επιστήμης- ότι το επόμενο θύμα θα μπορούσε να είναι ένας ευάλωτος σύζυγος, ένας αφοσιωμένος γονέας ή ένας αγαπημένος παππούς. Είναι αυτές οι προσωπικές ανησυχίες και οι φυλετικές συμπάθειες που έχουν ρουφήξει το οξυγόνο από την οικονομία και έχουν θέσει τις ζωές σε αναμονή.
Για πρώτη φορά στην ιστορία, πολλοί στον ανεπτυγμένο κόσμο μπορούν να αντέξουν να αφήσουν ανεξέλεγκτες τις ανησυχίες τους. Ακόμα και πριν από 20 χρόνια, δύσκολα κάποιος θα μπορούσε να εργαστεί ή να σπουδάσει από το σπίτι του. Η τεχνολογία από μόνη της έχει καταστήσει την διαρκή αποστασιοποίηση εφικτή, ακόμη και ανεκτή. Όχι όμως για όλους. Οι μέρες όταν οι μαθητές του Στάνφορντ αψήφησαν τους ίδιους κινδύνους για την ζωή και την ακεραιότητά τους όπως οι σημερινοί αστυνομικοί και οι ταμίες, έχουν παρέλθει προ πολλού. Οι προσδοκίες για την ζωή έχουν αυξηθεί γενικά, αλλά για κάποιους περισσότερο από όσο για κάποιους άλλους.
Σήμερα, η επιλεκτική συμπάθεια για τα προνόμια ενισχύει τις υπάρχουσες ανισότητες. Χάρη στην Κοινωνική Ασφάλιση και το Medicare, οι Αμερικανοί έχουν συνηθίσει να μεταφέρουν πλούτο από τους νέους στους ηλικιωμένους. Αλλά τώρα έχουν κάνει το πιο ριζοσπαστικό βήμα, αυτό της καταστροφής των πόρων –με το να συρρικνώσουν την οικονομία- για να προστατεύσουν τα συχνά λίγα εναπομείναντα χρόνια εκείνων που κινδυνεύουν περισσότερο από την COVID-19, την ασθένεια που προκαλείται από τον νέο κορωνοϊό. Η τεχνολογία καθιστά αυτό το στοίχημα λιγότερο επώδυνο για τους πιο προστατευμένους, εκείνους που μπορούν να ελπίζουν να ξεφύγουν από την καταιγίδα στην σχετική ασφάλεια των οικιακών γραφείων τους και της υψηλότερων αποδοχών δουλειάς τους.
Εν τω μεταξύ, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας μένει πίσω, βυθίζεται στην ανεργία και την αβεβαιότητα ή έχει κολλήσει σε θέσεις εργασίας που απαιτούν προσωπική παρουσία και που υπόσχονται συνεχή έκθεση [σε ιούς]. Οι νέοι και οι φτωχοί, που ήδη πιέζονται από τις ανισότητες, τα χρέη, και τις μειούμενες προοπτικές κοινωνικής κινητικότητας, είναι υποχρεωμένοι να πληρώσουν το βαρύτερο τίμημα.
Οι ειδικοί δεν έχουν ακόμη κουραστεί να προβλέπουν το πώς αυτή η κρίση θα αλλάξει τα πάντα. Όμως, θα εμπνεύσει η εκνευριστική εμπειρία αυτής της πανδημίας την ανθρωπότητα να επανεξετάσει επίσης μερικές από τις υψηλότερες προσδοκίες που έχουμε καλλιεργήσει;
Πρέπει να δούμε κατά πρόσωπο τα ανταλλάγματα που σπεύδουμε να αποδεχτούμε με ελάχιστη προσοχή προς εκείνους που μπορούν να τα αντέξουν λιγότερο.
Ο WALTER SCHEIDEL είναι καθηγητής Κλασικών Σπουδών και Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Stanford.
Σύνδεσμοι:
[1] https://www.fmcsa.dot.gov/emergency/california-governor-newsom-shelter-p…
[2] https://www.nber.org/papers/w26866.pdf
[3] https://www.nytimes.com/2020/03/17/world/europe/coronavirus-imperial-col…
[4] https://www.npr.org/transcripts/835571843
foreignaffairs.gr