Η Μαρουλία του Γυναικόκαστρου
Ένας θρύλος πλανιέται πάνω από τον κάμπο της Κρηστωνίας. Εκεί πάνω στο βράχο, κατάντικρυ του Αξιού, οι προσταγές μιας μαχόμενης στο κάστρο γυναίκας, σχίζουν τον ψυχρό αέρα του Οκτώβρη. Ήταν το 1383 “κατά τῶν ρωμαῑων χρονολογία”, όπως σημειώνεται, διευκρινιστικά στα κείμενα των βυζαντινών.
Αμέτρητοι αλλόθρησκοι ασιάτες κατέκλυσαν την περιοχή. Ορμούν με λύσσα να κατακτήσουν το κάστρο.
Οι Σέρρες κυριεύθηκαν ήδη από το Σεπτέμβρη και έγιναν ορμητήριο τους, Το κάστρο της Ρεντίνας έπεσε. Από προχθές τα μαντάτα δεν ήταν καλά. Οι Τούρκοι περάσανε το Γαλλικό ποταμό και έρχονται δυτικά, στον κάμπο του Αξιού. Ερήμωσαν τα χωριά και οι κωμοπόλεις. Οι κάτοικοι έντρομοι, μπροστά στο νέο εχθρό βρίσκουν καταφύγιο στα κάστρα της Θεσσαλονίκης και στις ψηλές βουνοκορφές.
Μαρουλία! Μαρουλία!
Η ηρωΐδα του Γυναικοκάστρου ορθώνει το ανάστημά της στον πιο ψηλό και προτεταμένο πύργο του κάστρου. Το αγέρωχο βλέμμα της χάνονταν στο βάθος της πεδιάδας . Την έβλεπαν οι άνδρες και τα γυναικόπαιδα από τον αυλόγυρο, ολόρθη στις επάλξεις του υψηλού πύργου, με εκείνο το άφοβο, σχεδόν τρελό, ύφος. Ήταν, πια, βέβαιο πως στις φλέβες της κυλούσε βασιλικό αίμα. Αυτό που μουρμούριζαν σε όλο το κάστρο πως η μάνα της, η άλλοτε παλλακίδα, κοιμήθηκε με το βασιλιά δεν ήταν μια ψεύτικη ιστορία των ανδρών. Πώς μπορούσε μια γυναίκα να στέκεται ολόρθη με τους “παρ’ έπαλξιν” και να διατάζει;
Πριν μερικές μέρες, στις τέσσερις Οκτωβρίου, ο διοικητής της φρουράς του Γυναικοκάστρου κατάκοιτος πια από το σμπαράλιασμα της σπλήνας του, αποχώρησε από το κάστρο και άφησε πρόσκαιρα στη θέση του την ευνοούμενη του επιτρόπου, Μαρουλία. Τη γυναίκα “κεραυνό” όπως ονόμασε, αφού κατάφερε μόνη της πριν από ένα χρόνο να διαλύσει μια ολόκληρη ομάδα λατίνων μισθοφόρων που απειλούσε να σκοτώσει και να ληστέψει γνωστή αριστοκρατική οικογένεια της Θεσσαλονίκης καθώς διάβαινε τον Αξιό.
Έτσι το “αγρίμι του κάστρου”, όπως την αποκαλούσαν οι στρατιώτες, έγινε αποδεκτό από όλους στο ισχυρό κάστρο.
Πρώτη της δουλειά ήταν να ελέγξει τα αποθέματα νερού. Τους δύο τελευταίους μήνες δεν είχε πέσει σταγόνα βροχής και η δεξαμενή είχε ελάχιστο νερό. Με δική της εντολή, πριν μια εβδομάδα, στρατιώτες, γέροι και γυναίκες κάνανε γέφυρα μέχρι τις ρίζες του πέτρινου λόφου όπου έτρεχε το μικρό ποτάμι, και με πήλινα αγγεία, χέρι στο χέρι γεμίσανε τη διπλή δεξαμενή του κάστρου με πόσιμο νερό. Γεμίσανε τα μεγάλα αγγεία και τα κελάρια με σιτηρά και τρόφιμα.
Τα νέα που άκουγαν δεν ήταν καθόλου καλά. Ο νέος εχθρός ήταν πολυπληθής, σκληρός και οπλισμένος καλά. Ο επίτροπος της Θεσσαλονίκης της εμήνυσε πως θα έστελνε το νέο διοικητή με ισχυρή φρουρά, την επόμενη εβδομάδα. Τα άλλα δύο κάστρα που έφτιαξε ο Ανδρόνικος ο Γ’, είχανε ήδη κυριευθεί. Το Γυναικόκαστρο, όμως ήταν φτιαγμένο από τους μηχανικούς του Ανδρόνικου ώστε και τα γυναικόπαιδα να μπορούν να το κρατήσουν. Και ήταν έτσι, λέει, κατασκευασμένο που να αντέχει στις πολιορκητικές μηχανές. Γι’ αυτό άλλωστε το ονόμασε ο ίδιος ο βασιλιάς “Γυναικόκαστρο”.
Πόσο όμως θα μπορούσε να αντέξει, όταν όλη η φρουρά είχε αποδεκατιστεί από την πανούκλα; Οι γυναίκες τον τελευταίο χρόνο έριχναν συνέχεια καυτό ασβέστη να μην μπει η αρρώστια στο κάστρο. Η αρρώστια που ερχόταν από έξω, μόνον τα δύο τελευταία χρόνια θέρισε χιλιάδες ανθρώπων σε όλη την περιοχή. Όπως πριν τριάντα-σαράντα χρόνια η άλλη αρρώστια, η λέπρα, δημιούργησε πανικό σε όλα τα βαλκάνια. Ακόμη και ο κράλης Στέφανος Ντούσαν κατάφυγε το 1347 στο μοναστήρι του Χιλανδαρίου, στο Άγιο Όρος, για να γλυτώσει από την επιδημία.
Ο εχθρός όμως, τώρα, δεν ήθελε απλά να κυριεύσει το Γυναικόκαστρο, ήταν αποφασισμένος να το καταστρέψει. Αποτελούσε το προγεφύρωμα της συμβασιλεύουσας του Βυζαντίου. Είχαν κουβαλήσει οι Οθωμανοί και τη “χελώνα”, όπως τη λέγανε, τότε, για να ρίξουν τα τείχη. Η πολιορκητική αυτή μηχανή είχε ένα κορμό με χυτό σίδηρο μπροστά, σαν το κεφάλι της χελώνας. Καθότανε επάνω σε ξύλινες ρόδες ήταν δύσκολο, λόγω της ιδιομορφίας της περιοχής, να προσεγγίσει τα τείχη. Τη σέρνανε δεκατέσσερα μουλάρια που βήμα – βήμα ακολουθούσαν το δρόμο που άνοιγε μέρα και νύκτα ο εχθρός. Οι πολιορκητές με αμέτρητες τεράστιες κλίμακες (σκάλες από ολόισο λεπτό κορμό κυπαρισσιού) περικύκλωσαν το κάστρο και προσπαθούσαν να αλώσουν τους πύργους και να περάσουν στις επάλξεις. Όταν ο Οθωμανός επικεφαλής άκουσε από τους στρατιώτες του πως μια γυναίκα ακουγότανε στην αμυντική γραμμή των τειχών, να διατάζει και να πολεμάει σκληρά, έβαλε τα γέλια.
« Γι’ αυτό, μωρέ, το λένε “αβράτ χισσάρ” (γυναικόκαστρο) γιατί το κρατά μια γυναίκα;»
Όταν όμως είδε να κατακρημνίζονται οι άνδρες του και γεμίζουν οι απότομες πλαγιές του κάστρου με πτώματα, συνοφρυώθηκε και έδωσε εντολή οι επιθέσεις να μη σταματήσουν ούτε τη νύκτα δίχως εντολή του. Οι εγκλωβισμένοι όμως προσπαθούσαν να αμυνθούν νυχθημερόν με λιθοβόλα μηχανήματα και με βέλη προκαλώντας πανικό στον εχθρό. Είχε ακούσει ο Οθωμανός πως στο κάστρο κρυβότανε πολύ χρυσάφι από τα παλαιότερα ακόμη χρόνια που το κατείχαν οι αριστοκράτες της Θεσσαλονίκης. Σε αυτό μάλιστα φιλοξενούνταν συχνά και ο παλαιός αυτοκράτορας των Ρωμαίων όταν ερχόταν στην περιοχή, από την εποχή ακόμη της επανάστασης των Ζηλωτών. Είναι αλήθεια πως αρκετά χρόνια πριν, τότε που λίθο στο λίθο κτίστηκε, ως προστατευτικό κάστρο της Θεσσαλονίκης, το Γυναικόκαστρο ήταν ένα ασφαλές μέρος για τους αριστοκράτες Θεσσαλονικείς. Καθώς λούζει το κάστρο ο μεσημεριανός χειμωνιάτικος ήλιος, στη βόρεια σκιαδερή πλευρά του φυσάει ένα παγωμένο αεράκι.
Η Θεσσαλονίκη “έβραζε” από τους επαναστατημένους Ζηλωτές, το 1342, καθώς ήθελαν να τιμωρήσουν τους αριστοκράτες. Ο τότε διοικητής της Θεσσαλονίκης πρωτοστράτορας Θεόδωρος Συναδηνός με συνοδεία στρατού έσωσε τους αριστοκράτες καταφεύγοντας τους, στο Γυναικόκαστρο. Εκεί είχανε από παλιότερα φρουρά η οποία τελούσε υπό την προστασία των αρχόντων της Θεσσαλονίκης. Ο πρωτοστράτορας Συναδηνός δεν ήταν ένα τυχαίο πρόσωπο. Ανήκε στη γενιά των ευπατρίδων. Γενεαλογικά καταγόταν από τον αδελφό της μητέρας του αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγου και ο πατέρας του ήταν τοπάρχης στη Δαλματία. Η εξουσία την οποία είχε ο πρωτοστράτορας την εποχή εκείνη ήταν μεγάλη. Υπό αυτού βρισκόταν η Θεσσαλονίκη, πόλεις και κωμοπόλεις γύρω από αυτήν μέχρι το Στρυμόνα ποταμό. Φυσικά στη δικαιοδοσία του βρισκόταν και η περιοχή της παλιάς Κρηστωνίας με τις πόλεις και τα χωριά, που στα χρόνια αυτά ονομαζότανε Μυγδονία. Μάλιστα, όταν κτίστηκε το κάστρο, ο Ανδρόνικος είχε δώσει εντολή να συγκεντρώνεται σε αυτό το σιτάρι της περιοχής, για να μη βρίσκουν τροφή οι περιπλανώμενοι εισβολείς των Βαλκανίων.
Αναφέρεται πως το 1342 ο βασιλιάς για να ταΐσει το στρατό του, καθώς περίμενε να πέσει το ύψος της στάθμης του Αξιού για να τον διαβεί, προμηθεύτηκε σίτο από το Γυναικόκαστρο. Τα περίπου πενήντα χρόνια ζωής του κάστρου αυτού ήταν πολυτάραχα και γεμάτα με γεγονότα που συντάρασσαν τότε την σφαδάζουσα ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Στα χρόνια μάλιστα του εμφυλίου πολέμου, όπου ο Καντακουζηνός είχε γίνει απαιτητής του βυζαντινού θρόνου το Γυναικόκαστρο το είχανε καταλάβει οι Σλάβοι. Διοικητής τότε του φρουρίου ήταν κάποιος ονόματι Βέλκος. Ανακτήθηκε πάλι από τους Ρωμαίους, τους βυζαντινούς, δηλαδή, για να κατακτηθεί τριάντα χρόνια αργότερα από το νέο κατακτητή.
Ή άλωσή του από τους Οθωμανούς το φθινόπωρο του 1383 έγινε μετά από μεγάλες μάχες και αιματοχυσίες. Η αυταπάρνηση και η ηρωική αντίσταση μιας γυναίκας του φρουρίου έμεινε στη μνήμη των υπόδουλων ως παράδειγμα αντίστασης για τη διαφύλαξη της ελευθερίας. Το Γυναικόκαστρο μετατράπηκε σε οθωμανικό διοικητικό κέντρο για τέσσερις αιώνες. Πριν από έναν αιώνα, παλιοί κάτοικοι της περιοχής, λέγανε, πως τα βράδια του φθινοπώρου, όταν άρχιζε να βουίζει ο βαρδάρης, μια γυναικεία φωνή έβγαινε μέσα από τα ερείπια του κάστρου και ακουγόταν ο ήχος ενός σπαθιού να σκίζει τον αέρα.
«Η Μαρουλία», λέγανε, «ξύπνησε η Μαρουλία».
Από τότε όμως που εκδιώχθηκε ο Οθωμανός, λένε, πως τα ήσυχα βράδια του φθινοπώρου μια γυναίκα τριγυρνά στα ερείπια και τραγουδά μελωδικά τραγούδια που λησμονήθηκαν με το πέρασμα των αιώνων. Τα παλικάρια αφήνουν τις δουλειές τους, ανηφορίζουν μαγεμένα στο κάστρο και ψάχνουν, μάταια, τη γλυκιά αοιδό στα ερείπια.
Μια γυναίκα πολεμάει στην πολεμίστρα
Η όμορφη Μαρουλία του κάστρου
Μια λέαινα δε φοβάται τα μαχαίρια
Η όμορφη Μαρουλία του κάστρου
Μια αμαζόνα ρίχνεται στη μάχη
Η όμορφη Μαρουλία του κάστρου
Μια ηρωίδα φωνάζει ελευθερία
Η όμορφη Μαρουλία του κάστρου
Μια νεράιδα τραγουδάει στα συντρίμμια
Η όμορφη Μαρουλία του κάστρου
Από το βιβλίο του Γιώργου Εχέδωρου: Αρχαία Κρηστωνία, ιστορίες & θρύλοι, έκδοση Ο. Γραμματικόπουλος Κιλκίς, 2008.