Του Γεωργίου Παπασίμου
Δικηγόρου
Η απρόσμενη γιγάντωση της εξέγερσης των «κίτρινων γιλέκων» στη Γαλλία, η οποία δείχνει να κλυδωνίζεται, καταδεικνύει με τον πιο εύγλωττο τρόπο, δύο βασικές παραμέτρους της σημερινής περιόδου:
Την κυρίαρχη, που είναι οι συνέπειες της βαθιάς κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματοςαπό την τερατώδη κοινωνική ανισομέρεια, που υπάρχουν ακόμα και στις κεντρικές μητροπολιτι
κές καπιταλιστικές Χώρες.
Επιπροσθέτως, όμως, «φωτογραφίζει» ακόμα περισσότερο, το ελλιπές της Ευρωπαϊκήςαρχιτεκτονικής, που ακολουθώντας και εξυπηρετώντας τους κυρίαρχους στόχους του σημερινού μεταλλαγμένου χρηματοπιστωτικού καπιταλιστικού προτάγματος, ευνοεί προκλητικά κάθε «ελίτ», έναντι των μεσαίων και κατώτερωνκοινωνικών οικονομικών στρωμάτων, που βιώνουν στο πετσί τους την φτώχεια και το περιθώριο.
Ο πυρήνας του προβλήματος είναι ακριβώς αυτή η βίαιη μετάλλαξη του καπιταλισμού σε παγκόσμιο επίπεδο τις τελευταίες δεκαετίες σε ένα «εξτρεμιστικό σύστημα», όπου οι χρηματιστηριακοί πολυεθνικοί «γίγαντες» και οι διαχειριστές του παγκόσμιου χρήματος, σωρεύοντας βουνά «νεκρού πλούτου», υπονομεύουν τις κοινωνίες, με την άνισηοικονομική ανάπτυξη και τον έλεγχό τους μέσω τουχρέους.
Αυτή η εξέλιξη έχει διαφοροποιήσει και διευρύνει την παραδοσιακή αντίθεση μεταξύ αστικής τάξης και εργατικής, που κυριαρχεί στο μαρξιστικό αφήγημα,ακόμα και στις γνήσιες βιομηχανικές καπιταλιστικές Χώρες, όπως η Γαλλία. Οι διαχωριστικές κοινωνικές γραμμές, σε όλο το εύρος των καταπιεζόμενων τάξεων, πλέον είναι πολλαπλές και αλληλοεφαπτόμενες, Μεταξύ εργαζομένων και ανέργων, νέων και ηλικιωμένων, κατοίκων των πόλεων και της υπαίθρου, μορφωμένων και ανειδίκευτων κ.λπ. Τα χάσματα αυτά ενισχύουν τον κατακερματισμένο κοινωνικό ιστό, με συνέπεια, σε πολιτικό επίπεδο να ευδοκιμεί το επιφανειακό, επικοινωνιακό σχήμα «λαός κατά ελίτ», που είναι το πολιτικό «όχημα» όλων των σημερινών λαϊκίστικωνκινημάτων, που έχουν καταλάβει την εξουσία(Τραμπ, Σαλβίνι, Ορμπάν, Μπολσονάρου κ.λπ.). Η βασική αιτία αυτού του αδυσώπητου κοινωνικού κατακερματισμού και η ουσιαστική έλλειψη κοινωνικής προστασίας, όπως αυτή δομήθηκεμεταπολεμικά στην Ευρώπη, με την μεγάλη, τότε,συναίνεση του Κεφαλαίου και της εργατικής τάξης (ως Κράτος Πρόνοιας), οφείλεται στην μετεξέλιξη του σύγχρονου καπιταλισμού από την δεκαετία του ’80.Με την επικράτηση της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας,η ανάπτυξη γίνεται με εντελώς ανισομερή τρόπο, δημιουργώντας συνεχή ρήγματα μεταξύ των καταπιεζομένων τάξεων και γιγαντώνοντας το λεγόμενο «λούμπεν προλεταριάτο», το οποίο είναι και απόλυτα ελεγχόμενο από το σύστημα, εξ ου και η μη εξέγερση αυτών των κοινωνικών στρωμάτων σε διάφορες Χώρες, παρά την ύπαρξη των αντικειμενικών συνθηκών για κάτι τέτοιο.
Η περίπτωση των «κίτρινων γιλέκων», που αποτελεί ένα αυθόρμητο κίνημα της οργής, έχει ρίζες σε αυτές τις κοινωνικές συνθήκες, που έχουν διαμορφωθεί πλέον στις γνήσιες καπιταλιστικές χώρες, όπως η Γαλλία. Η γιγάντωση και το πείσματους οφείλονται εν μέρει στην πολιτική παράδοση τηςΓαλλίας, η οποία αποτελεί πάντα το πολιτικό εργαστήρι της Ευρώπης, μετά την Γαλλική επανάσταση του 1789. Παρά όμως, την προσπάθειακάποιων να τις συσχετίσουν με αυτήν ή τον Γαλλικό Μάη του ’68, οι διαφορές αναμφισβήτητα είναι τεράστιες. Απουσιάζει η μεγάλη μαζικότητα, παρά την υποστήριξη μεγάλου τμήματος της Γαλλικής κοινωνίας στις κινητοποιήσεις αυτές, η συνοχή, η ηγεσία και, κυρίως, το πολιτικό σχέδιο και πρόταγμα, που θα οδηγούσε σε ένα επόμενο βήμα, πέραν τηςδιεκδίκησης των επιμέρους κοινωνικών και οικονομικών σωστών αιτημάτων τους.
Ο Γάλλος ειδικός για την φτώχεια Νιλς Πλενέλ, τόνισε στην «Ουάσιγκτον Ποστ», ότι «Περισσότεροαπό μια βαθειά φτώχεια, κυριαρχεί το αίσθημα της ’’μεταβιομηχανικής απελπισίας’’».Συνεχίζοντας, ανέφερε ότι «Οι κάτοικοι των μικρών πόλεων και χωριών, που έχουν ήδη πληγεί από την κρίση και δεν έχουν άλλο τρόπο από τα αυτοκίνητάτους για να πάνε στην δουλειά τους, δεν ενδιαφέρονται για την κλιματική αλλαγή, που πομπωδώς υποστηρίζει η κυβέρνηση του Μακρόν, αφού νωρίτερα είχε περάσει μεγάλες φοροαπαλλαγέςστα πλούσια γαλλικά στρώματα, ούτε δέχονται να πληρώσουν εκείνοι για τον περιορισμό των επιπτώσεών της».
Ουδείς μπορεί να προβλέψει την κατάληξηαυτής της κοινωνικής εξέγερσης, αφού το αυθόρμητο, που ήταν το μεγάλο πλεονέκτημα των «κίτρινων γιλέκων», μπορεί να μετατραπεί σεμειονέκτημα. Χαρακτηριστική περί αυτού του κινδύνου είναι η ανάλυση του κοινωνιολόγου και φιλοσόφου Εντγκαρ Μορέν, ότι: «Ο αυθόρμητος χαρακτήρας του κινήματος των ’’κίτρινων γιλέκων’’και η εξάπλωσή του μέσω των
σόσιαλ μίντιασυνέβαλαν στην αρχική του επιτυχία. Κανένας αρχηγός, καμία δομή, καμία ιδεολογία, πράγμα που επέτρεψε να συσπειρώσει δυσαρέσκειες, απογοητεύσεις και οργή. Όμως αυτή η αρχική του δύναμη, γίνεται μειονέκτημα, όταν έρχεται η στιγμή να ανακοινώσει ένα πρόγραμμα, στερείται τελείως μια καθοδηγητικής σκέψης. Συνεπώς, όσα συνέβαλαν στην επιτυχία του, κινδυνεύουν να οδηγήσουν στην αποτυχία».