Ο Σερ Φράνσις Μποφόρ (Sir Francis Beaufort) (27 Μαΐου 1774 – 17 Δεκεμβρίου 1857) ήταν Ιρλανδός υδρογράφος και υποναύαρχος στο βρετανικό Πολεμικό Ναυτικό. Υπήρξε μέλος της Βασιλικής Εταιρείας (Royal Society) και της Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας (Royal Geographical Society).
Είναι γνωστός για τη δημιουργία της κλίμακας Μποφόρ, η οποία αποτελεί εμπειρικό τρόπο μέτρησης της έντασης των ανέμων και βασίζεται στην παρατήρηση των αποτελεσμάτων του ανέμου στη στεριά ή τη θάλασσα.
Ο Μποφόρ καταγόταν από τους Ουγενότους που εγκατέλειψαν τη Γαλλία μετά τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου και τελικά εγκαταστάθηκαν στην Ιρλανδία. Ο πατέρας του, Ντάνιελ Αύγουστος Μποφόρ, ήταν πρύτανης στην πόλη Ναβάν της Ιρλανδίας. Αν και εγκατέλειψε το σχολείο στην ηλικία των 14 ετών για να μπαρκάρει, αργότερα κατόρθωσε να σχετιστεί με μερικούς από τους κορυφαίους επιστήμονες της εποχής του, όπως τον Τζορτζ Έρι, τον Τζον Χέρσελ και τον Τσαρλς Μπάμπατζ.
Ο Μποφόρ ναυάγησε σε ηλικία 15 ετών και κινδύνεψε από λιμό . Αιτία ήταν ένας ελαττωματικός ναυτικός χάρτης και γι αυτό ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την εκπαίδευσης των ναυτικών και τη δημιουργία ναυτικών χαρτών υψηλής ακρίβειας. Ξεκινώντας από ένα εμπορικό πλοίο της Βρετανικής Εταιρίας Ανατολικών Ινδιών (British East India Company), ανελίχθηκε κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντιων Πολέμων σε δόκιμο αξιωματικό, υπολοχαγό, κυβερνήτη και τελικά σε καπετάνιο στο Βασιλικό Ναυτικό. Ενώ οι άλλοι αξιωματικοί αναζητούσαν ευκαιρίες να ξεκουραστούν ο Μποφόρ αξιοποιούσε τον ελεύθερο χρόνο του κάνοντας αστρονομικές παρατηρήσεις, υπολογίζοντας γεωγραφικά μήκη και πλάτη και μετρώντας ακτογραμμές.
Την περίοδο 1811–1812, ο Μποφόρ χαρτογράφησε και εξερεύνησε τη νότια Ανατολία, εντοπίζοντας πολλά ιστορικά ερείπια. Η εργασία του διακόπηκε στη πόλη Αγιάς κοντά στα Άδανα από μία επίθεση Οθωμανών στο πλήρωμα της βάρκας του, κατά την οποία μάλιστα τραυματίστηκε σοβαρά στο γοφό. Επέστρεψε στην Αγγλία και σχεδίασε τους χάρτες μόνος του, ενώ το 1817 εξέδωσε το βιβλίο του «Καραμανία ή μία σύντομη περιγραφή της βόρειας ακτής της Μικράς Ασίας και των της αρχαιότητας» (Karamania; or a brief description of the South Coast of Asia Minor, and of the Remains of Antiquity’).
Το 1829, σε ηλικία 55 ετών (ηλικία συνταξιοδότησης για τους περισσότερους συναδέλφους του), o Μποφόρ έγινε υδρογράφος του βρετανικού ναυαρχείου. Παρέμεινε στη θέση αυτή για μία εικοσιπενταετία, ρεκόρ που δεν καταρρίφθηκε ούτε από τους διαδόχους του. Μετέτρεψε ένα μέχρι τότε ασήμαντο χαρτογραφικό αποθετήριο στο μεγαλύτερο χαρτογραφικό και ερευνητικό ινστιτούτο παγκοσμίως. Μερικοί από τους πολύ καλούς χάρτες που δημιούργησε συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται έως και σήμερα, παρά την παρέλευση διακοσίων χρόνων από τη δημιουργία τους.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του, μερικά από τα σημαντικότερα αστεροσκοπεία στο Γκρήνουιτς της Αγγλίας και στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας στη Αφρική βρέθηκαν υπό την εποπτεία του. Ο Μποφόρ διεύθυνε μερικές από τις σημαντικότερες εξερευνήσεις της εποχής του. Για οκτώ έτη διοικούσε το Αρκτικό Συμβούλιο κατά τη διάρκεια των ερευνών για τον εντοπισμό του εξερευνητή Σερ Τζον Φράνκλιν. Ο Φράνκλιν είχε εξαφανιστεί στο τελευταίο του ταξίδι, αναζητώντας το θρυλικό Βορειοδυτικό Πέρασμα.
Ως μέλος της Βασιλικής Εταιρείας , της Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας και του Βασιλικού Παρατηρητηρίου του Γκρήνουιτς, ο Μποφόρ χρησιμοποίησε τη θέση και το κύρος και λειτούργησε σαν διαμεσολαβητής για πολλούς επιστήμονες του καιρού του. Ο Μποφόρ παρουσίασε στο κυβερνητικό Υδρογραφικό Γραφείο πολλούς γεωγράφους, αστρονόμους, ωκεανογράφους, γεωδαίτες και μετεωρολόγους με σκοπό τη στήριξη της ερευνητικής τους δραστηριότητας. Στα πλαίσια της δραστηριότητάς τους αυτής ενέκρινε το ταξίδι του Καρόλου Δαρβίνου στα Νησιά Γκαλαπάγκος.
Παρακάμπτοντας πολλές αντιρρήσεις, κατόρθωσε να κερδίσει κρατική υποστήριξη για το ταξίδι του Τζειμς Κλαρκ Ρος στην Ανταρκτική (1839–1843) με σκοπό εκτεταμένες μετρήσεις του γήινου μαγνητισμού , παράλληλα με αντίστοιχες μετρήσεις στην Ευρώπη και την Ασία. Ήταν κάτι ανάλογο με το σημερινό Διεθνές Γεωφυσικό Έτος. Ο Φράνσις Μποφόρ προώθησε επίσης την ανάπτυξη αξιόπιστων πινάκων παλίρροιας και κινητοποίησε ανάλογες προσπάθειες στην Ευρώπη και τη Νότια Αμερική. Με τη βοήθεια του φίλου του και επίσης ερευνητή, Ουίλιαμ Γουίγουελ απέκτησε τη στήριξη του Άρθουρ Γουελέσλεϊ, δούκα του Ουέλιγκτον, στην επέκταση της τήρησης αρχείου σε διακόσιους σταθμούς ακτοφυλακής στη Μεγάλη Βρετανία. Υποστήριξε ακόμη με ενθουσιασμό το φίλο του και αξιόλογο μαθηματικό Τζόρτζ Ερι στην επίτευξη μίας ιστορικής περιόδου μετρήσεων από τα αστεροσκοπεία του Γκρήνουιτς και της Καλής Ελπίδας.
Ο Φράνσις Μποφόρ βίωσε με πολύ άσχημο τρόπο τις πολιτικές διαμάχες της κυβέρνησης σχετικά με τις προαγωγές των ναυτικών. Για πολύ καιρό δεν ανελίχθηκε παρόλο που το άξιζε και αυτή η αδικία ήταν πασιφανής ανάμεσα στους ομοβάθμιους του. Ωστόσο το 1848 στέφθηκε ιππότης και ήταν πλέον γνωστός ως Σερ Φράνσις Μποφόρ.
Ο Μποφόρ εκπαίδευσε τον Ρόμπερτ Φιτζρόυ, ο οποίος ανέλαβε τη διοίκηση του ερευνητικού πλοίου Μπιγκλ μετά την αυτοκτονία του προηγούμενου καπετάνιου. Μέτα τον επαναδιορισμό του για το δεύτερο ταξίδι του Μπιγκλ, ο Φιτζρόυ ζήτησε από το Μποφόρ έναν καταρτισμένο επιστήμονα για συνοδό. Ο Μποφόρ του συνέστησε τον Κάρολο Δαρβίνο, ο οποίος αργότερα δημιούργησε με τις ανακαλύψεις του τη θεωρία της εξέλιξης, την οποία περιέγραψε στο βιβλίο του Η προέλευση των ειδών.
Η εκτεταμένη αλληλογραφία του Μποφόρ, η οποία περιλαμβάνει διακόσιες και πλέον επιστολές και άρθρα, περιέχει κρυπτογραφημένα τμήματα. Ο βιογράφος του κατόρθωσε να τα αποκρυπτογραφήσει και να τα δημοσιεύσει. Ο Μποφόρ ουσιαστικά τροποποίησε τον αλγόριθμο του Βιζενέρ (Vigenère) .Η παραλλαγή που προέκυψε πήρε το όνομά του.
Ο Μποφόρ πέθανε στις 17 Δεκεμβρίου του 1857 στο Σάσεξ της Αγγλίας σε ηλικία 83 ετών. Κηδεύτηκε στο ναό του αγίου Ιωάννη στο Χάκνεϊ του Λονδίνου και ο τάφος του διατηρείται έως σήμερα.
Τοπωνύμια που φέρουν το όνομά του
Ο Μποφόρ, όπως και άλλοι πρωτοπόροι εξερευνητές έδωσε το όνομά του σε αρκετές ανακαλύψεις του. Ανάμεσα τους συγκαταλέγονται:
Η Θάλασσα Μποφόρ (βραχίονας του Αρκτικού Ωκεανού)
Η Νήσος Μποφόρ στην Ανταρκτική
Η νησίδα Μποφόρ στο Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανο
wikipedia