Φώτο: Ο Κροίσος λαμβάνει φόρο από έναν Λύδιο χωρικό. (Έργο του Claude Vignon, 1629)
Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος
Ο τεράστιος όγκος των επιγραφικών μαρτυριών, για την πόλη Έφεσο της μικρασιατικής ακτής, εμπλουτίζει σε μεγάλο βαθμό τη φήμη, τον πλούτο, την ακμή, τον πολιτισμό και τη ισχύ που είχε αποκτήσει μέσα στα δισχίλια χρόνια ύπαρξής της.
Έχουν αναβρεθεί πάνω από οκτακόσιες επιγραφές που τονίζουν την ιστορία και τη μνήμη ενός λαμπρού ελληνικού πολιτισμού.
Η παμπάλαια αυτή ελληνίδα πόλη, είναι δημιούργημα των άποικων Ιώνων πριν από την πρώτη χιλιετία π.Χ.
Ο γεωγράφος Στράβων γράφει στο 14ο βιβλίο του:
«ἄρξαι δέ φησιν Ἄνδροκλον τῆς τῶν Ἰώνων ἀποικίας͵ ὕστερον τῆς Αἰολικῆς͵ υἱὸν γνήσιον Κόδρου τοῦ Ἀθηνῶν βασιλέως͵ γενέσθαι δὲ τοῦτον Ἐφέσου κτίστην. »(14.1.3 )
Δηλαδή,
“ Λέει, (ο Φερεκύδης ) ότι ο Άνδροκλος, που ήταν νόμιμο τέκνο του βασιλιά Κόδρου των Αθηνών, ήταν ο αρχηγός του αποικισμού των Ιώνων, που ήταν μεταγενέστερος των Αιόλων, και αυτός έγινε ο ιδρυτής της Εφέσου».
Κι ο αρχαίος γεωγράφος είναι σαφέστατος: Η Έφεσος ιδρύθηκε από το γιο του Κόδρου τον Άνδροκλο που έζησε περί το 1100 π.Χ.
Έξι αιώνες αργότερα αναφέρεται από τον Ηρόδοτο, ως ελληνική πόλη, όταν καταλήφθηκε από τον Κροίσο που ανέλαβε τη βασιλεία της Λυδίας, περί το 560 π.Χ. Η παρουσία της, δηλαδή, τους έξι αυτούς αιώνες μαρτυρά την ισχύ της Εφέσου.
Μας πληροφορεί ο πατέρας της Ιστορίας:
«τελευτήσαντος δὲ Ἀλυάττεω ἐξεδέξατο τὴν βασιληίην Κροῖσος ὁ Ἀλυάττεω, ἐτέων ἐὼν ἡλικίην πέντε καὶ τριήκοντα· ὃς δὴ Ἑλλήνων πρώτοισι ἐπεθήκατο Ἐφεσίοισι. [2] ἔνθα δὴ οἱ Ἐφέσιοι πολιορκεόμενοι ὑπ᾽ αὐτοῦ ἀνέθεσαν τὴν πόλιν τῇ Ἀρτέμιδι, ἐξάψαντες ἐκ τοῦ νηοῦ σχοινίον ἐς τὸ τεῖχος. ἔστι δὲ μεταξὺ τῆς τε παλαιῆς πόλιος, ἣ τότε ἐπολιορκέετο, καὶ τοῦ νηοῦ ἑπτὰ στάδιοι” (Ηρόδοτος 1, 26)
Δηλαδή,
«Όταν πέθανε ο Αλυάτης τον διαδέχτηκε ο γιος του Κροίσος, που ήταν τότε στην ηλικία των τριάντα πέντε ετών. Η πρώτη ελληνική πόλη που δέχτηκε την επίθεση του, ήταν η Έφεσος. Όπου οι Εφέσιοι, όντας πολιορκούμενοι από αυτόν, έθεσαν την πόλη υπό της προστασίας της Αρτέμιδας, δένοντας μ’ ένα σχοινί το ναό της θεάς με τα τείχη. Η απόσταση ανάμεσα στο ναό και την παλιά πόλη που ήταν πολιορκημένη ήταν περίπου επτά στάδια». (σημ. 1 στάδιο= 185 μ.)
Ο Ηρόδοτος μας κάνει γνωστή τη λατρευτική …έφεση της Εφέσου προς τη θεά Αρτέμιδα.
Εκείνα τα χρόνια, στα μέσα, δηλαδή, του έκτου π.Χ. αιώνα, ο Βλόσων, ένας αριστοκράτης της Εφέσου, απέκτησε έναν γιο. Ο πατέρας ήταν ευτυχισμένος για το νέο απόγονό του. Δεν γνώριζε όμως, πως εξ’ αιτίας της δύναμης του πνεύματος του γιου του, θα έμενε και αυτός στην ιστορία ως ο ‘πατέρας του μεγάλου Εφέσιου Φιλόσοφου Ηράκλειτου’!
Οπωσδήποτε, ο Ηράκλειτος δεν …ξεφύτρωσε από το πουθενά. Δεν άρχισε ξαφνικά η Έφεσος, η ιωνική αυτή πόλη, τον 6ο π.Χ. αιώνα να ‘βγάζει’ φιλοσόφους! Υπήρχε, σαφέστατα, μια πρόδηλη πνευματική παράδοση αιώνων.
Αν και η ελληνίδα πόλη καταλήφθηκε από τον Κροίσο, όπως μας ανέφερε ο Ηρόδοτος, εντούτοις ο Λύδιος βασιλιάς Κροίσος όχι μόνον δεν πείραξε τους Εφέσιους, αλλά, επιπρόσθετα, για να έχει την εύνοια της Θεάς, υποσχέθηκε να κτίσει μεγαλοπρεπή ναό και να τον αφιερώσει σε αυτήν. Πράγματι ο ναός της Αρτέμιδος άρχισε να κτίζεται στα μέσα του 6ου αιώνα και τελείωσε …120 χρόνια μετά, το 440 π.Χ.
Ενενήντα, όμως χρόνια αργότερα (περί το 356 π.Χ.), όπως μας λέει ο Στράβων, πυρπολήθηκε από έναν κάτοικο της Εφέσου που έφερε το όνομα Ηρόστρατος για να μείνει στην ιστορία το όνομά του! (Και τα κατάφερε ο μπαγλαμάς!…)
Μια επιγραφή που βρέθηκε στον αρχαιολογικό χώρο της Εφέσου και εκτιμάται πως είναι του 302 π.Χ. (μετά, δηλαδή, τη μακεδονική κατάκτηση) αναφέρεται στη θεά Αρτέμιδα. Από το κείμενο της επιγραφής γίνεται γνωστή η πρόθεση της Εφέσου, που αυτο-χαρακτηρίζεται ως «τῆς πρώτης καὶ μεγίστης μητροπόλεως τῆς Ἀσίας» να ανακηρύξει ως Πολιούχο της Εφέσου τη θεά Αρτέμιδα και να την τιμά όλο το μήνα Αρτεμισιώνα.
Μετά από το γεγονός αυτό, ως φαίνεται, αποφάσισαν οι Εφέσιοι να ξανακτίσουν τον ναό της πολιούχου θεάς.
Παραθέτουμε ένα μέρος της επιγραφής που δικαιολογεί και τον τίτλο του παρόντος αρθριδίου, περί των Μακεδόνων και λοιπών ελληνικών εθνών:
«τοῦτο δὲ μέγιστον τοῦ περὶ αὐτὴν σεβασμοῦ ἐστιν τεκμήριον, τὸ ἐπώνυμον αὐτῆς
εἶναι μῆνα καλούμενον παρ’ ἡ̣μῖν μὲν Ἀρτεμισιῶνα, παρὰ δὲ Μακεδόσιν καὶ τοῖς λοιποῖς ἔθνεσιν τοῖς Ἑλληνικοῖς καὶ ταῖς ἐν αὐταῖς πόλεσιν Ἀ̣ρτεμίσιον, ἐν ᾧ μηνὶ πανηγύρεις τε καὶ ἱερομηνίαι ἐπιτελοῦνται, διαφερόντως δὲ ἐν τῇ ἡμετέρᾳ πόλει τῇ τροφῷ τῆς ἰδίας θεοῦ τῆς Ἐφεσίας, προσῆκον δὲ εἶναι ἡγούμενος ὁ δῆμος ὁ Ἐφεσίων»
Δηλαδή,
«Μέγιστη απόδειξη για το σεβασμό προς αυτήν (την Αρτέμιδα) είναι ότι το όνομά της έχει ένας μήνας, που εμείς(οι Ίωνες) τον ονομάζουμε Αρτεμισιώνα, ενώ οι Μακεδόνες και τα υπόλοιπα ελληνικά έθνη στις πόλεις τους τον ονομάζουν Αρτεμίσιο. Στη διάρκεια του μήνα αυτού γίνονται πανηγύρεις και μεγάλες εορτές. Διαφέρει, βέβαια, ο τρόπος λατρείας στην πόλη μας, της Αρτέμιδος της Εφεσίας. Οι εκδηλώσεις αυτές πρέπει να διοργανώνονται από το Δήμο των Εφεσίων».
Φώτο: το αρχαίο θέατρο της Εφέσου, όπως είναι σήμερα. Το χρησιμοποιούν οι Τούρκοι για θερινές εκδηλώσεις.
Ο Έλληνας συγγραφέας Αντίπατρος ο Σιδώνιος όταν τον είδε το 186 π.Χ. έγραψε στην «Ελληνική Μυθολογία» του: «όταν βλέπω το ναό της Αρτέμιδος που αγγίζει τον ουρανό, τα υπόλοιπα μνημεία χάνουν την λαμπρότητά τους. Εκτός από τον Όλυμπο, ο ήλιος δε φάνηκε πουθενά αλλού τόσο μεγαλοπρεπής, όσο εδώ»…(ΙΧ,58)
Σημειώνεται, μάλιστα, πως στο Αρτεμίσιο (όπως ονομάζονταν ο χώρος του ναού) υπηρετούσαν οι ‘μεγάβυζοι’ που ήταν ιερείς και ιέρειες παρθένοι.
Στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ., στην ελληνιστική περίοδο, κατασκευάστηκε το Θέατρο της πόλης, που ήταν 25.000 θέσεων.
Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση στην πόλη διέμεναν Ρωμαίοι έμποροι και στρατιωτικοί που σύμφωνα με τις επιγραφές, όχι μόνον, διατήρησαν τα μνημεία της αλλά δημιούργησαν και πολλά νέα.
Σχετική επιγραφή με το θέατρο είναι αυτή που αναφέρεται ως ανθύπατος Τινέιος Σακέρδως, το 200-10 μ.Χ. που επισκεύασε ένα τμήμα του:
«τὸν πέτασον τοῦ θεάτρου διαφορηθέντα ὅλον ἐπεσκεύασεν καὶ ἀπήρ̣τ̣ισεν ἔκ τε ἄλλων πόρων καὶ ὧν εὗρεν ὁ λαμπρότατος ἀνθύπατος Τινέιος vacat Σακέρδως»
Εξ’ άλλου ξακουστή ήταν η Βιβλιοθήκη του Κέλσου. Ένα μεγαλοπρεπές οικοδόμημα που κτίστηκε πάνω σε ένα μνημείο του Κέλσου Πολύμηνου, που ήταν ρωμαίος αξιωματούχος. Άρχισε να κτίζεται το 110 μ.Χ. και τελείωσε είκοσι πέντε χρόνια μετά. Υπολογίζεται πως περιελάμβανε ελληνικούς αρχαίους παπύρους και κυλίνδρους (περγαμηνές) περί τους 15.000, ένα τεράστιο, δηλαδή, μέρος της παγκόσμιας και ελληνικής σοφίας.
Με την εμφάνιση των χριστιανών η βιβλιοθήκη υπέστη σοβαρές ζημιές, κυρίως από την καθοδήγηση του Απόστολου Παύλου, αφού συγκέντρωναν τα βιβλία της βιβλιοθήκης και τα έκαιαν ενώπιον όλων και με τον τρόπο αυτόν …μεγάλωνε και ισχυροποιούνταν ο λόγος του (εβραϊκού) Κυρίου:
(ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 19)
Φώτο: Η αρχαία βιβλιοθήκη του Κέλσου στην Έφεσο, όπως είναι σήμερα.
«ἀγαθῇ τύχῃ·
“ἡ πόλις ἐπεσκεύασεν τὸ πρόναον τοῦ Νεμεσείου
ἐκ προσό̣δων̣ Ἰουλίας Ποτεντίλλης,
Γραμματεύοντος Μάρκου Ἀρουνκηΐου Οὐηδίου Μιθριδάτου.”
Η ίδια Ρωμαία αναφέρεται και σε άλλες ευεργεσίες. Μάλιστα μετά το θάνατό της άφησε την περιουσία της στο Δήμο για αγαθοεργίες υπέρ της πόλης της Εφέσου. Η επιγραφή μας λέει για την κατασκευή του ‘συστρώματος’ στο Αυδειτώριο (‘Ρητορείο’;) και της Κέλσου Βιβλιοθήκης :
“ ἀγαθῇ τύχῃ·
ἡ πόλις τὸ σύστρωμα
τὸ πρὸ τοῦ αὐδειτωρίου
καὶ τῆς Κέλσου βιβλιοθή-
κης κατεσκεύασεν ἐκ προ-
σόδων κληρονομίας
Ἰουλίας Ποτεντίλλης.»
Έτσι βλέπουμε πως η πόλη βαδίζει προς την βυζαντινή εποχή. Χτίστηκε μάλιστα και χριστιανικός ναός στην Έφεσο, ενώ παράλληλα μας γίνεται γνωστό από τον χριστιανό επίσκοπο και συγγραφέα Θεοδώρητο του 5ου αιώνα, για καταστροφές που υπέστη το περίφημο Αρτεμίσιο. Αναφέρει ο προαναφερόμενος πως το έτος 401 μ.Χ. ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, γνωστός για τον μισελληνισμό του, έκλεισε το Αρτεμίσιο της Εφέσου προτρέποντας την καταστροφή του, σε όχλο καλογήρων :
«ασκητάς πυρπολούμενους από ζήλον θεού συνέλεξε (μάζεψε, δηλαδή, φανατισμένους καλόγερους) … και κατά των ειδωλικών έπεμψε ιερών…»(!).
Η πλήρης καταστροφή της πόλης της Εφέσου, έγινε αργότερα από τους Οθωμανούς, που την κατέκτησαν το 1304.
Η αρχαία Έφεσος βρίσκεται κοντά στην τουρκική πόλη Σελτζούκ (Selçuk) και οι Τούρκοι την αποκαλούν Εφές (Efes).