Ο Santa Claus μπορεί επίσης να αναγνωριστεί σαν ο μεγαλύτερος «άγιος» του καπιταλισμού και του εμπορίου
του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου
Αν μπορούσε κάποιος να γυρίσει τον χρόνο και να μεταφερθεί στα Χριστούγεννα του 1822, θα παρατηρούσε πως ο Santa Claus, ή ο «Άι Βασίλης» κατά το ελληνορθόδοξο, δεν υπήρχε ακόμα. Η συμπαθητική φιγούρα με την κόκκινη στολή και την λευκή γενειάδα, με το σάκο και τα δώρα, που το σέρνουν ζωηρά ελάφια ή τάρανδοι πάνω σε ένα έλκηθρο, ήταν τότε παντελώς άγνωστη.
Η σημερινή μορφή του Άι Βασίλη έγινε δημοφιλής με το ποίημα «A Visit from St. Nicholas» (Μια επίσκεψη από τον Άγιο Νικόλαο) που δημοσιεύτηκε το 1823. Η οπτικοποιημένη εκδοχή πρωτοεμφανίστηκε στο περιοδικό «Harper’s Weekly» το 1863, ενώ συμμετοχή στην δημοφιλία είχε και το παιδικό βιβλίο «The Life and Adventures of Santa Claus» του 1902. Είναι μια φιγούρα, η οποία προφανώς εκφράζει κάποιες παλαιότερες δοξασίες, που συναντώνται με διαφορετικό τρόπο στις λαογραφικές παραδόσεις πολλών λαών και τα οποία χαρακτηρίζονται από μια αύρα θρησκευτικότητας και μεταφυσικής. Είναι ο «Σάντα Κλάους» των Άγγλων, ο «Περ Νοέλ» των Γάλλων, ο «Σίντερ-Κλάας» των Ολλανδών, ο «Βάιναχτσμαν» των Γερμανών, ο «Λαμ-Κουνγκ-Κουνγκ» (= «ο Καλός γερο-πατέρας») των Κινέζων, ο «Χοτέισο» των Ιαπώνων και «Babbo Natale» των Ιταλών.
Φυσικά, για τους Άγγλους, ο Άγιος Νικόλαος είναι ο καλοκάγαθος Santa Claus, που φέρνει τα δώρα και όχι ο Μέγας Βασίλειος. Παρόλο δε, που και οι δύο μεγάλοι άγιοι του Χριστιανισμού ήταν αγαθοί και φιλάνθρωποι, ο Άγιος Νικόλαος προτιμήθηκε μάλλον εξαιτίας της μεταφοράς των λειψάνων του στο Μπάρι και την κατοχή τους από την ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, πράγμα που έκανε το όνομα του πιο δημοφιλές και γνωστό στην απώτερη δύση από ότι του Μεγάλου Βασιλείου. Μάλιστα, η κλοπή αυτή του Αγίου από τα Μύρα της Λυκίας, συνέβη το 1087, δηλαδή όχι σε αδιάφορο χρόνο, αναφορικά με τις εξελίξεις του προηγηθέντος σχίσματος του 1054. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Όπως και αν έχει, παρά τις προθέσεις που μπορεί να είχε ο δημιουργός της χάρτινης καλοσυνάτης φιγούρας όταν την έφτιαχνε, ο Santa Claus εν έτει 2014, δεν είναι «Άγιος Νικόλαος», πόσο μάλλον, ούτε «Άι Βασίλης». Διότι, τι σχέση μπορεί να έχει ο ασκητικός, λιτοδίαιτος και πνευματοφόρος θεολόγος Μέγας Βασίλειος, με τον χοντρό καλοσυνάτο γέροντα με τις γούνες, με τα ροδοκόκκινα μάγουλα και με την χωρατατζίδικη διάθεση του αγαθού χωριάτη, που φωνάζει και γελά τρανταχτά πετώντας με ένα έλκηθρο; Πόσο ακόμη, που δεν έχει καμία σχέση με τον Άγιο Νικόλαο τον ίδιο!
Επί της ουσίας, ο Santa Claus δεν έχει κανένα χριστιανικό υπόβαθρο, πλην του ονόματος του και ας φωνάζει «Merry Christmas», αφού δεν τον έβαλαν να φωνάζει «God save the Queen!». Είναι μια σύνθεση στοιχείων από θρύλους και λαογραφικές δοξασίες των βορειοευρωπαϊκών λαών. Μάλιστα η παρουσία του τα τελευταία 190 χρόνια, είναι εμβόλιμη ανάμεσα στα Χριστουγέννα και στα Θεοφάνεια, που είναι οι αληθινές θρησκευτικές εορτές των ημερών. Οι Ορθόδοξοι Έλληνες, παρόλο που αποδέχθηκαν την δυτικόφερτη αυτή φιγούρα στο πλαίσιο των εορτασμών της Πρωτοχρονιάς, ωστόσο δεν υιοθέτησαν το όνομα του Αγίου Νικολάου για αυτήν. Έχοντας δε και τον ορθόδοξο εορτασμό της Περιτομής του Κυρίου και της Κοιμήσεως του Μεγάλου Βασιλείου την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου, την προσάρμοσαν στην περίσταση, ονομάζοντας την απλά «Άι Βασίλη», επιτείνοντας τη σύγχυση μεταξύ ψευδούς και αληθούς.
Το γεγονός πάντως είναι, πως ο Santa Claus, εντασσόμενος εμβόλιμα στους χριστουγεννιάτικους εορτασμούς του Δωδεκαημέρου, έχει αποκτήσει μια δική του λαογραφική υπόσταση, σχεδόν «θρησκευτικού» τύπου, που δείχνει να είναι πλέον αυτονομημένη από την χριστιανική ατμόσφαιρα των ημερών. Και είναι πράγματι άξιος κοινωνιολογικής μελέτης ο εκπληκτικός τρόπος με τον οποίον, μια εφευρεμένη χάρτινη φιγούρα, μπόρεσε μέσα σε διάστημα 190 χρόνων να ριζώσει τόσο πολύ, ώστε να αποκτήσει ιδία υπόσταση μέσα στη συνείδηση πολλών ανθρώπων, κυρίως παιδιών. Έχει επίσης μια τέτοια αναγνωρισιμότητα, που να ανταγωνίζεται ακόμα και τα ίδια τα Χριστούγεννα, τα οποία έρχονται σχεδόν σε δεύτερη μοίρα. Παρατηρήστε γύρω σας, πως η εικόνα του Santa Claus βρίσκεται παντού, σε στολίδια, σε αφίσες και σε παιχνίδια, ενώ τραγούδια και ταινίες δημιουργούνται για αυτόν, την ίδια στιγμή που οι Φάτνες συνεχώς λιγοστεύουν.
Ο Santa Claus, αν είναι «άγιος» κάποιου πράγματος, αυτό δεν είναι άλλο από την παγκοσμιοποίηση. Απόδειξη είναι, πως αποτελεί σε παγκόσμια κλίμακα τον αγαπημένο ήρωα των παιδιών τις ημέρες αυτών των εορτών, ακόμη και σε χώρες μη Χριστιανικές. Αλλά γιατί; Μα, ακριβώς επειδή μπορεί να απευθύνεται σε όλους, ανεξάρτητα από το θρήσκευμα τους και ως γνωστόν η παγκοσμιοποίηση απεχθάνεται σύνορα, έθνη και θρησκείες, όπως ακριβώς η Νέα Τάξη και οι πολυεθνικές εταιρείες που την προωθούν. Όμως ο Santa Claus δεν έχει κανένα ιδιαίτερο χριστιανικό πρόσημο. Είναι εντελώς αποχριστιανισμένος, ή καλύτερα παγκοσμιοποιημένος. Αρκεί να σκεφτεί κανείς, πως στην Κίνα κατασκευάζονται κάθε χρόνο αιβασίληδες από ανθρώπους, που μπορεί οι ίδιοι να είναι Βουδιστές, Κομφουκιστές, ή Ταοϊστές.
Ο Santa Claus μπορεί επίσης να αναγνωριστεί σαν ο μεγαλύτερος «άγιος» του καπιταλισμού και του εμπορίου* με μεγάλη «καριέρα» στις διαφημίσεις των πολυεθνικών εταιριών-που είναι μαζί με τις τράπεζες και τις Αγορές οι αρχιέρειες της παγκοσμιοποίησης-και οι οποίες συνέβαλλαν τα μέγιστα στην καθιέρωση του και στην εξέλιξη του σε αυτό που γνωρίζουμε σήμερα. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει, λοιπόν, το περιβάλλον μέσα στο οποίο δημιουργήθηκε ο Santa Claus, που δεν είναι άλλο από την Αγγλία της καταθλιπτικής Βικτωριανής εποχής, της Βιομηχανικής επανάστασης και των τοκογλυφικών τραπεζικών Οίκων του Λονδίνου, του Σκρούτζ και ακόμα του Όλιβερ Τουίστ. Η χρήση των συμβόλων του σε κάθε είδους εμπορικές διαφημίσεις, ακόμη και σε ταινίες ερωτικού περιεχομένου, δείχνει ότι δεν πρόκειται καθόλου για έναν saint, αφού κάτι τέτοιο θα ήταν βλάσφημο και ανεπίτρεπτο για έναν άγιο. Παρόλα αυτά, η φιγούρα του μεσουρανεί ανάμεσα σε αληθινούς αγίους, κατά τη διάρκεια των πιο ιερών ημερών του χρόνου. Αποδεικνύεται έτσι, πως το εμπόριο και το χρήμα κινούν τα πάντα, προωθώντας την υλόφρονα αντίληψη των εορτών και αφήνοντας ελάχιστο χώρο για την ουσία και το πνεύμα τους.
Έπειτα από την αρχική λογοτεχνική του εμφάνιση, ο Santa Claus εξελίχθηκε κυριολεκτικά σε έναν αστέρα του καπιταλιστικού στερεώματος. Η White Rock Beverages ήταν μια εταιρία αναψυκτικών που τον χρησιμοποίησε το 1915 για να πουλήσει μεταλλικό νερό και το 1923 τζίντζερ-έιλ. Χρησιμοποιήθηκε ακόμα και για την διαφήμιση των τσιγάρων Camel, σοκολατών κλπ. Το 1931 η γνωστή αμερικάνικη εταιρεία αναψυκτικών Coca-Cola παρουσίασε τον Άι-Βασίλη με πρωτοχρονιάτικα δώρα τα προϊόντα της εταιρείας στα χρώματα βεβαίως εκείνης. Η διαφήμιση αυτή υπήρξε εμπορικά τόσο επιτυχής που έμελλε να γίνει σήμα δημοτικότητάς της ανά τον κόσμο. Η μακρόχρονη χρήση του σε διαφημίσεις της Coca-Cola παγίωσε την εμφάνισή του και ειδικά τα κόκκινα ρούχα, αλλά οπωσδήποτε δεν ήταν δική της εφεύρεση. Δική της ήταν όμως η βούληση, να τον μετατρέψει σε έναν κράχτη του καταναλωτισμού και των δικών της προϊόντων. Έτσι που, εκτός από την «Coca–Cola που πάει με όλα», να πηγαίνει και ο Santa Claus με όλα, καθώς αποδεικνύεται μια πάρα πολύ προσαρμόσιμη φιγούρα και σίγουρα πολύ επικερδής. Οι έξυπνοι Φιλανδοί, μάλιστα, έστησαν και ένα ολόκληρο χωριό κοντά στο Ροβανιέμι της Λαπωνίας, που είναι υποτίθεται του Santa Claus, εισπράττοντας χρήμα από το ψέμα.
Η «γενναιοδωρία» του καλοσυνάτου Santa Claus, προϋποθέτει βέβαια την επίσκεψη των γονιών στο ταμείο του καταστήματος από όπου θα αγοράσουν τα δώρα. Αυτά, που δήθεν εκείνος θα χαρίσει στα παιδιά τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς, πράγμα το οποίο ποτέ δεν κατάλαβα γιατί συμβαίνει και ποια είναι η σκοπιμότητα της διατήρησης αυτού του ψέματος. Γιατί δηλαδή, να αποδίδεται στη «γενναιοδωρία» ενός ανύπαρκτου ήρωα το χάρισμα δώρων, που ο ιδρώτας της εργασίας του γονιού αγόρασε για τα παιδιά του και κανείς άλλος; Ποια είναι η ανάγκη για αυτό το εφήμερο και επωφελές ψέμα, που η αποκάλυψη του μοιραία θα έρθει, όταν τα παιδιά θα μεγαλώσουν και θα μάθουν την αλήθεια; Μιαν αλήθεια που την αποκάλυψη της συνοδεύουν συνήθως η απογοήτευση, αλλά και ένα αίσθημα εξαπάτησης, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε όλοι, έχοντας υπάρξει και εμείς παιδιά. Το κυριότερο, όμως, είναι, πως το ψέμα που έχει πια ενσταλάξει στην τρυφερή παιδική ψυχή από την αρχή κιόλας της ζωής του, συνεγείρει με την διάψευση του και την δυσπιστία απέναντι σε όλα τα άλλα. Διότι, ένα παιδί, μη όντας σε θέση να διακρίνει τα όρια του ψεύδους και της αλήθειας, θα αρχίσει πλέον να αναρωτιέται, αν ο Santa Claus ήταν το μοναδικό ψέμα που του είπαν, ή μήπως όλα όσα του έχουν πει είναι ψέματα, ακόμη και ο θεός; Μιλάμε για μια καταστροφή της παιδικής ψυχής, που εθισμένη καθώς είναι στο ψέμα, σύρεται ξαφνικά στον κόσμο της αμφιβολίας και της δυσπιστίας, ακόμα και απέναντι στην ίδια την αλήθεια.
Δεν αντιλαμβάνομαι, λοιπόν, την παιδαγωγική διάσταση του ζητήματος αυτού, αφού κάθε σύγκριση του Santa Claus με τα παραμύθια θα ήταν άστοχη. Διότι τα «ψεύδη» των γνωστών παραμυθιών αποσκοπούν στο να διδάξουν με εικόνες το παιδί και εμπεριέχουν πάντα στον πυρήνα τους κάποιο ηθικό δίδαγμα. Ενώ η φιγούρα της Coca-Cola, δεν διαθέτει τίποτα από αυτά. Πόσο παιδαγωγικό είναι εντέλει, το να μεγαλώνει κανείς ένα παιδί με ψεύδη περί Santa Claus, στο όνομα δήθεν του παιδικού «ονείρου» και της «μαγείας» που έχει ανάγκη ένα παιδί; Γιατί δεν είχαν μια τέτοια ανάγκη οι άνθρωποι, πριν από την εμφάνιση του ψευτοαγίου; Πώς είναι δυνατόν, να προκρίνεται η σοφιστική άποψη πως το ψευδές είναι καταλληλότερο σε ότι αφορά την διαπαιδαγώγηση, έναντι του αληθούς; Και γιατί δεν είναι παιδαγωγικό άραγε, το να μιλήσει κανείς στα παιδιά για τον Μέγα Βασίλειο τον ίδιο, αντί του ψεύτικου Santa Claus; Πολλά τα ερωτήματα που χρήζουν απαντήσεων.
Κάποιοι από εσάς, ίσως να αντιδράτε για όσα γράφω για τον αγαπημένο Αι Βασίλη των παιδικών μας χρόνων. Αυτό, θα μπορούσε να εκληφθεί ως μια απόδειξη της βαθιάς επίδρασης του ψέματος στην παιδική ηλικία, που απλά δεν ξεπεράστηκε με την ενηλικίωση. Ποτέ όμως δεν είναι αργά. Άλλωστε, δεν πιστεύω ότι ένα άρθρο θα μπορούσε να αλλάξει τα πράγματα, καθώς γενιές ολόκληρες έχουν μεγαλώσει με ένα ψέμα, που κατέληξε να μοιάζει αληθινό. Όμως, θεωρώ ότι είναι αναγκαίο να προβληματιστούμε για το γεγονός, πως «κάποιοι» έχουν τη δύναμη να εισάγουν «καινά δαιμόνια» και να τα καθιερώνουν, επιδρώντας με σκοπιμότητα στις ανθρώπινες ψυχές.
*(ένας δεύτερος άγιος του καπιταλισμού στον οποίον ανάβονται πολλά «κεριά», είναι και ο νεοφανής «άγιος Βαλεντίνος», αφού ως γνωστόν και ο έρωτας ξοδεύει πολύ χρήμα)
http://peritexnisologos.blogspot.gr/2014/12/santa-claus.html#more