Βασίλης Δημ. Χασιώτης : Η προειδοποίηση…

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

image0011

(Συνέχεια του μυθιστορήματος με τα κεφάλαια 3 και 4)

Τα προηγούμενα:

Η προειδοποίηση…

Η προειδοποίηση… : Κεφάλαιο δεύτερο : Σοκ στο σοκ…

Η προειδοποίηση… : Κεφάλαιο δεύτερο : Σοκ στο σοκ… (συνέχεια)

Η προειδοποίηση… : Κεφάλαιο δεύτερο : Σοκ στο σοκ… (2η συνέχεια)

Κεφάλαιο Τρίτο : Ό,τι λέγεται δεν γίνεται πάντα και ό,τι γίνεται δεν λέγεται πάντα…
Η πόρτα του ιδιαιτέρου γραφείου του πρωθυπουργού άνοιξε και μπήκαν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και οι υπουργοί οικονομικών και εργασίας. Και οι τρείς τους κατευθύνθηκαν προς το γραφείο της ιδιαιτέρας του πρωθυπουργού Μαριλένα Κοτζιά και την χαιρέτησαν με χειραψία φιλικά.
«Μαριλένα καλημέρα», είπε ο αντιπρόεδρος.
«Κύριε αντιπρόεδρε, καλημέρα σας».
 
«Μαριλένα καλημέρα», την χαιρέτησαν διαδοχικά οι δύο υπουργοί.
 
«Κύριε Λαμπρόπουλε  καλημέρα σας» είπε στον υπουργό οικονομικών.
 
«Κύριε Δεστούνη» καλημέρα σας, χαιρέτησε στη συνέχεια τον υπουργό εργασίας.
 
Εκείνη τη στιγμή άνοιξε η πόρτα που οδηγεί στο πρωθυπουργικό γραφείο και φάνηκε ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Μόλις τους είδε, άνοιξε διάπλατα τη πόρτα του γραφείου του ενώ ταυτόχρονα χαιρέτησε με τα μικρά τους ονόματα τα τρία μέλη της κυβέρνησής του. «Γιάννη, Λεωνίδα, Φάνη, καλημέρα» είπε απευθυνόμενος διαδοχικά στον αντιπρόεδρο, τον υπουργό οικονομικών και τον υπουργό εργασίας. «Κύριε πρόεδρε καλημέρα» είπαν σχεδόν ταυτόχρονα ενώ έμπαιναν στο γραφείο του πρωθυπουργού. Η Μαριλένα Κοτζιά εν τω μεταξύ, που ήταν όρθια από τη στιγμή που μπήκαν στο γραφείο της ο αντιπρόεδρος και οι δύο υπουργοί, απευθυνόμενοι σ’ αυτούς τους είπε πριν περάσουν στο γραφείο του πρωθυπουργού :
 
«Μήπως θα θέλατε να παραγγείλω κάτι, για να μη σας διακόπτω μετά;» ρώτησε.
 
«Όχι, όχι ευχαριστώ» είπαν και οι τρείς, και μπήκαν στο πρωθυπουργικό γραφείο με τελευταίο τον ίδιο τον πρωθυπουργό να κλείνει τη πόρτα. Μέσα στο πρωθυπουργικό γραφείο, κάθισαν όλοι τους στο σαλόνι που υπήρχε στο χώρο.
 
«Λοιπόν Γιάννη», είπε ο πρωθυπουργός απευθυνόμενος στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησής του, τον Ιωάννη Τσαπόπουλο. «Ζητήσατε να με δείτε, και μάλιστα και οι τρεις μαζί. Μοιάζει λίγο με κίνηση συνωμοσιολογικού χαρακτήρα» είπε ο πρωθυπουργός γελώντας.
 
«Πρόεδρε, αν το πιστεύεις αυτό, τότε, καλύτερα να αποχωρήσουμε…», είπε χαμογελώντας ο αντιπρόεδρος.
 
«Έλα τώρα Γιάννη. Αστειεύομαι και το ξέρεις», είπε ο πρωθυπουργός που εξακολούθησε να γελάει. «Λοιπόν, ακούω».
 
«Πρόεδρε» συνέχισε ο αντιπρόεδρος, χθες, είχα με τον Λεωνίδα και τον Φάνη μια σύσκεψη, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων που μου έχεις αναθέσει να εποπτεύω τον τομέα οικονομίας και κοινωνικού κράτους, και εκεί που ετοιμαζόμασταν να καταστρώσουμε τα σχέδιά  μας εν όψει της άφιξης της Τρόϊκα, έγιναν όσα έγιναν τέλος πάντως χτες, τα οποία όλοι γνωρίζουμε και για την οικονομία του χρόνου, δεν χρειάζεται να επαναλάβω, για τα οποία καταληφθήκαμε όλοι μας εξ απήνης. Θεωρήσαμε ότι έπρεπε να είχαμε κάποια ενημέρωση πριν για τις εξελίξεις που λάβανε χώρα χθες, τουλάχιστον για να γνωρίζουμε κι εμείς τι πρέπει να κάνουμε».
 
«Μάλιστα» είπε ο πρωθυπουργός σοβαρός.
 
«Λεωνίδα, Φάνη», είπε ο πρωθυπουργός απευθυνόμενος στους δύο υπουργούς του, «εσείς θέλετε να πείτε κάτι σε συνέχεια των όσων είπε ο Γιάννης;»
 
«Πρόεδρε όχι», είπαν και οι δυο σχεδόν ταυτόχρονα.
 
«Λοιπόν», είπε ο πρωθυπουργός, «νομίζω ότι ίσως να φταίω κι εγώ, όχι για τα όσα συνέβησαν χτες, αλλά μάλλον για το ότι πολύ πιο πριν, μάλιστα από τις πρώτες μέρες αν όχι ώρες που αναλάβαμε τη κυβέρνηση, δεν ξεκαθαρίσαμε κάποια πολύ λίγα αλλά εξαιρετικά μεγάλης σπουδαιότητας πράγματα, και το χειρότερο είναι, ότι θεωρούσα, κι ακόμα και τώρα θεωρώ, ότι τα είχαμε αυτά ξεκαθαρισμένα. Κι εξηγούμαι. Να αρχίσω από την ετικέτα του πράγματος. Την απαγόρευση δηλαδή των εκπροσώπων της Τρόϊκα, να συναντώνται με μέλη της κυβέρνησης. Δεν χρειάζεται να θυμίσω πόσο λοιδορούσαμε τα μέλη της προηγούμενης κυβέρνησης που έριχναν το κύρος τους και την πολιτική τους αξιοπρέπεια,  και εν τέλει το ίδιο το κύρος και την αξιοπρέπεια της χώρας, όπως εμείς οι ίδιοι καταγγέλλαμε, με το να συνομιλούν με υπαλλήλους, θυμάστε ότι τους αποκαλούσαμε, «υπαλληλίσκους», και τους καλούσαμε τη κυβέρνηση οι όποιες τους επαφές να  γίνονται στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο με τους ξένους δανειστές και τις ξένες κυβερνήσεις. Γιάννη, Λεωνίδα, Φάνη, σας παρακαλώ πολύ, αν κάτι λέω που δεν στέκει ή δεν ισχύει, να με διακόψετε και να μου θυμίσετε τι ακριβώς αποτελεί συμφωνία στο κυβερνητικό μας πρόγραμμα.»
 
«Πρόεδρε», διέκοψε ο αντιπρόεδρος, «ναι όλα αυτά έτσι έχουν, όμως, δεν θάπρεπε προηγούμενα να υπάρχει μια συνεννόηση, ένα σχέδιο πώς να δρομολογήσουμε τα πράγματα; Κι ακόμα έστω και αν έχουν έτσι τα πράγματα…»
 
«Έστω κι αν έχουν έτσι;» τον διέκοψε ο πρωθυπουργός
 
«Όχι «έστω», έχεις δίκαιο πρόεδρε», είπε ο αντιπρόεδρος, και συνέχισε : «Όχι «έστω». Έτσι έχουν τα πράγματα, όμως, θέλω να πω, μήπως θάπρεπε πιο διπλωματικά, πιο ήπια ας πούμε να φέρουμε τα πράγματα εκεί που θέλουμε, και κάτι ακόμα.  Μας απασχόλησε το θέμα της μυστικής σύσκεψης που είχες με τους επιχειρηματίες, που και γι’ αυτό το θέμα θα έπρεπε, νομίζουμε να είχαμε κάποια προηγούμενη ενημέρωση και ανταλλαγή απόψεων».
 
«Φυσικά» είπε ο πρωθυπουργός, «πιστεύω ότι πληροφορηθήκατε τι ειπώθηκε στις χθεσινές δύο συσκέψεις που έγιναν εδώ. Η μια της Τρόϊκα με τον Βρασιώτη και η άλλη με τους επιχειρηματίες και με μένα.»
 
«Ναι, βέβαια», είπε ο αντιπρόεδρος ενώ οι δύο υπουργοί κούνησαν κι αυτοί το κεφάλι καταφατικά σαν η ερώτηση να απευθύνονταν και προς αυτούς.
 
«Διαφωνείτε κάπου, ως προς την ουσία και όχι ως προς την διαδικασία»; ρώτησε ο πρωθυπουργός κοιτάζοντας και τους τρείς.
 
«Ως προς την ουσία, όχι», είπε ο αντιπρόεδρος, ενώ και οι δύο υπουργοί επανέλαβαν : «Όχι, όχι»!
 
«Ωραιότατα!» είπε ο πρωθυπουργός, και συνέχισε : «Μένουμε λοιπόν σύμφωνοι στο ότι δεν έκανα κάτι πέραν των όσων έχουμε υποσχεθεί προεκλογικά και πέραν των όσων προβλέπει το ίδιο το κυβερνητικό πρόγραμμα, για το οποίο υπήρξαν διαβουλεύσεις με όλα τα στελέχη μας όταν συντάσσονταν, και επομένως, επιτρέψτε μου να επιμείνω, ότι ως πρωθυπουργός, δεν θεωρώ υποχρέωσή μου κάθε φορά που θα πηγαίνω να υλοποιήσω το πρόγραμμα να ξαναπροκαλώ νέες συζητήσεις επί αποφασισμένων θεμάτων, και το ερώτημα είναι προς τι; Θα είχε ουσία μια τέτοια αξίωση, μονάχα αν επρόκειτο να αναλάβω πρωτοβουλία που βρίσκεται έξω από τα κοινώς αποφασισμένα τόσο σε επίπεδο κόμματος όσο και κυβέρνησης. Ό,τι όμως έγινε χθες, βρίσκονταν απολύτως εντός των αποφασισμένων πολιτικών μας και μεθόδων δράσης μας, εκτός κι αν πια δεν θυμάμαι καλά. Είναι έτσι, ότι δηλαδή, ενήργησα εντός των ορίων του κυβερνητικού μας προγράμματος;» και καθώς έθετε αυτή την ερώτηση κοίταξε επίμονα και τους τρείς υπουργούς του.
 
«Βεβαίως, έτσι είναι…» είπε ο αντιπρόεδρος, ενώ οι δύο υπουργοί επανέλαβαν : «Βεβαίως, δεν χωρεί αμφιβολία πάνω σ’ αυτό…»
 
«Μάλιστα δε, σας προτρέπω», είπε ο πρωθυπουργός, απευθυνόμενος προς τους υπουργούς του, «στο χώρο ευθύνης σας να αρχίσετε να υλοποιείτε τα υπεσχημένα προεκλογικά και όσα περιλαμβάνονται στο κυβερνητικό πρόγραμμα, έχοντας αποβάλλει το κλασικό δημοσιοϋπαλληλικό πνεύμα, που δεν αρμόζει καν σε μια σύγχρονη μορφή διακυβέρνησης, πόσο μάλλον στο επίπεδο της ανώτατης πολιτικής ηγεσίας, διότι πιστεύω ακράδαντα, φίλοι μου, πως αν τώρα στην αρχή, που είναι ζεστά τα αίματα, για να χρησιμοποιήσω απλά μια χαρακτηριστική φράση, δεν βάλλουμε το νερό στο αυλάκι, δεν πρόκειται να το βάλουμε ποτέ, και για να το πω ανοιχτά, απλά θα ψάχνουμε δικαιολογίες, όπως έκανε πάντα ο παλαιοκομματισμός, και μια ξύλινη γλώσσα για να ισχυριζόμαστε γιατί δεν έγινε τούτο και το άλλο. Φιλοδοξώ, να δικαιολογούμαστε πολύ λίγο, ακριβώς γιατί θα κάνουμε πολλά και σωστά».
 
«Πρόεδρε», πήρε πάλι το λόγο ο αντιπρόεδρος, «έχεις τη στήριξη όλων μας, εννοώ όλου του υπουργικού συμβουλίου και το ξέρεις. Αλλά, βλέποντας τώρα τα πράγματα «από μέσα από την εξουσία», διερωτώμαι και ίσως να διερωτώνται και άλλοι» (στο σημείο αυτό ένα αμυδρό χαμόγελο διαγράφηκε στο πρόσωπο του πρωθυπουργού) «μήπως λόγοι πολιτικού ρεαλισμού θα επέβαλαν κάπως μια πιο «εύκαμπτη» προσέγγιση στα πράγματα».
 
«Γιάννη» είπε ο πρωθυπουργός, «ξέρεις, πάντα περίμενα αυτό το «αλλά», που άκουσα μόλις προ ολίγου, όμως απλά το περίμενα για λίγο αργότερα. Όμως, πέστε μου, όλα όσα υποστηρίζαμε προεκλογικά, υποστηρίζαμε όλοι μας και τολμώ να πω εγώ λιγότερο φανατικά από όλους σας, για αντισυνταγματικότητα των Μνημονίων, για τη φοροδιαφυγή, για την ατιμωρησία και άλλα τέτοια πολλά, ισχύουν ή άλλαξαν οι απόψεις μας πάνω σ’ αυτά; Και ακόμα περισσότερο, ισχύει ή δεν ισχύει η κοινή μας προεκλογική διαπίστωση και δέσμευση μαζί, ότι η υποχωρητικότητα, η ενδοτικότητα και η «ευκαμψία» απέναντι σε μια ανυποχώρητη και άκαμπτη αθλιότητα, δεν αποτελεί και τη καλύτερη στρατηγική αντιμετώπισής της»;
 
Ο πρωθυπουργός σ’ αυτό το σημείο σταμάτησε, και κοίταξε τους τρείς υπουργούς του, περιμένοντας κάποια απάντηση, αλλά αυτοί τον κοίταζαν αμίλητοι.
 
«Ισχύουν αυτά που είπα ή όχι;» ξαναρώτησε ο πρωθυπουργός και απευθυνόμενος στον καθένα τους χωριστά, ρωτούσε ; «Γιάννη; Λεωνίδα; Φάνη;»
 
Οι δύο υπουργοί έσκυψαν ελαφρά το κεφάλι, και απάντησε ο αντιπρόεδρος.
 
«Ναι, φυσικά ισχύουν. Όπως ισχύει όμως και ο ρεαλισμός στη πολιτική. Στη πολιτική, για να θυμίσω κάτι που είχε πει ένας μεγάλος πολιτικός που δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή, υπάρχουν πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται, και πράγματα που γίνονται αλλά δεν λέγονται».
 
Ο πρωθυπουργός χαμογέλασε. Είπε απευθυνόμενος στον αντιπρόεδρό του :
 
«Γιάννη, και ποιος δεν ξέρει αυτή τη φράση! Όμως, πρέπει να ξέρουμε πότε έχει αξία. Αν εξυπηρετείς με τα λόγια σου ή τη σιωπή σου, αν εξυπηρετείς με τη διάσταση λόγων και έργων την εθνική υπόθεση, και μέχρι τούτη τη στιγμή, δεν έχω πεισθεί ότι ενήργησα εναντίον του εθνικού μας συμφέροντος, αυτό είναι ένα ζήτημα πραγματικό. Όμως αυτή τη στιγμή ακούω αντιρρήσεις για ζητήματα διαδικασίας, που στη περίπτωση κάθε ανούσιας και εθνικά επιζήμιας κρατικής πολιτικής, σε οποιαδήποτε χώρα, είναι ακριβώς που οι διαδικασίες βασιλεύουν και η ουσία απουσιάζει, ενώ οι διαδικασίες τελικά δεν υπάρχουν παρά μονάχα για τις ίδιες τις διαδικασίες. Πάντως», είπε ο πρωθυπουργός και σηκώθηκε για να δηλώσει το τέλος της συνάντησης, και μαζί μ’ αυτόν σηκώθηκαν και οι τρεις υπουργοί του, «δεν προτίθεμαι να πολιτευθώ αποδεχόμενος αντισυνταγματικές συμφωνίες που καθορίζουν τις τύχες του λαού και θα μας δοθεί η ευκαιρία σύντομα, ή κατά μόνας ή στο υπουργικό συμβούλιο, να συνεχίσουμε τη συζήτηση και να διευκρινισθούν τυχόν αδιευκρίνιστα σημεία του κυβερνητικού προγράμματος.  Μάλιστα, μπορώ να σας ενημερώσω, ότι μετά τα όσα έγιναν με τη Τρόϊκα και τους επιχειρηματίες, ήρθε η ώρα της κάθαρσης και στο πολιτικό σύστημα, και εντός των επομένων ημερών θα κατατεθεί πρόταση στη Βουλή για εξεταστική των πραγμάτων επιτροπή για το πώς η χώρα έφτασε στο σημείο που έφτασε, σύμφωνα πάντα με τις προεκλογικές μας δεσμεύσεις και το κυβερνητικό μας πρόγραμμα, και αν εντοπιστούν ποινικές ευθύνες πολιτικών εξόν από τις όποιες πολιτικές ευθύνες και ιδίως κυβερνητικών παραγόντων των προηγούμενων κυβερνήσεων, τότε αυτές αμελητί θα πάρουν το δρόμο της δικαιοσύνης. Η χώρα δεν μπορεί να οικοδομήσει το μέλλον της χρησιμοποιώντας τα ίδια σάπια πολιτικά και οικονομικά υλικά, και «υλικό» εδώ είναι οι πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες του τόπου, που μετέτρεψαν ένα περήφανο λαό σε «υλικό» στα χέρια ξένων δυνάμεων και ντόπιων συμμάχων τους, αυτοί λοιπόν, δεν δικαιούνται τον εξαιρετικής τιμής τίτλο του «ανθρώπου»». Όσο ο πρωθυπουργός έλεγε τα παραπάνω προχώραγε προς την πόρτα του γραφείου του, την οποία και άνοιξε ο ίδιος. Σαν τέλειωσε τα λόγια του, οι τρείς υπουργοί τον χαιρέτησαν με χειραψία ενώ ο πρωθυπουργός τους αποχαιρετούσε με τα μικρά τους ονόματα.
 
Κεφάλαιο τέταρτο : Οι εγγυητές της ομαλότητας…
 
«Σε βεβαιώνω, κύριε Λουκίδη», λέει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ιωάννης Τσαπόπουλος στον μεγαλοεπιχειρηματία, «είχαμε πλήρη άγνοια, μαύρα μεσάνυχτα των σχεδίων του πρωθυπουργού. Μάλιστα, σήμερα το πρωί που τον επισκέφτηκα, μαζί με τον υπουργό οικονομικών και τον υπουργό εργασίας, του το είπαμε».
 
Ο Μάριος Λουκίδης ήταν ακόμα έντρομος από όσα προηγήθηκαν στο πρωθυπουργικό μέγαρο.
 
«Μα τι ήταν αυτό;» είπε ο Λουκίδης. «Ο άνθρωπος έδρασε αχαρακτήριστα. Δηλαδή, δηλαδή, τι να πω… Είμαι έκπληκτος… Μα είναι δυνατόν;…. Είναι αυτό συμπεριφορά πρωθυπουργού;… Αυτό είναι… είναι… είναι συμπεριφορά που ταιριάζει μονάχα στους νόμους της πιο άγριας μορφής αγοράς… δηλαδή, ούτε και εμείς δεν μεταχειριζόμαστε τέτοιες μεθόδους… ή, για να το πω διαφορετικά και πιο σωστά, τέτοιες μεθόδους μονάχα εμείς μεταχειριζόμαστε, όμως αυτό, δικαιολογείται διότι η αγορά είναι σκληρή,… δεν έχει έλεος,… όμως ένας πρωθυπουργός, ένας πρωθυπουργός,… τι να πω…, πού είναι η κοινωνική δικαιοσύνη εδώ;» έλεγε ο Λουκίδης και σχεδόν έτρεμε καθώς μίλαγε, ενώ με το μαντήλι του σκούπιζε συνεχώς το πρόσωπό του παρ’ όλο ότι δεν ήταν ιδρωμένος.
 
Ο αντιπρόεδρος, δεν μπόρεσε να μη χαμογελάσει με την εικόνα που αντίκριζε.
 
«Ηρεμήστε κύριε Λουκίδη» του είπε ο αντιπρόεδρος, και περίμενε λίγα δευτερόλεπτα, ενώ ο Λουκίδης έπινε νερό. «Ηρεμίστε. Βλέπετε, μάλλον όλοι μας θα υποχρεωθούμε αν συνεχίσει έτσι το πράγμα, να αναγνωρίσουμε ότι αυτός ο νεαρός άντρας που μόλις είναι λίγο πάνω από τα σαράντα, και που φαίνονταν ως τη στιγμή που πήρε τη κυβέρνηση τόσο πολύ… τόσο πολύ…, πώς να το πω, μειλίχιος…»
 
«Διαχειρίσιμος», πρόσθεσε ο Λουκίδης
 
«Πείτε το όπως θέλετε», είπε ο αντιπρόεδρος και συνέχισε «λοιπόν, νομίζω ότι θα μας εκπλήξει σε βαθμό που ίσως δεν φανταζόμαστε».
 
«Αλλοίμονό μας αν πρόκειται για άλλες τέτοιες εκπλήξεις», είπε ο Λουκίδης.
 
«Όπως και αν έχει το πράγμα», είπε ο αντιπρόεδρος, «είναι ο πρωθυπουργός, και ένας πρωθυπουργός είναι μονάχα θεωρητικά primus inter pares, πρώτος μεταξύ ίσων. Στην πράξη είναι primus χωρίς το pares, κάτι που βέβαια δεν ίσχυε γενικά για τους πρωθυπουργούς του τόπου, που ήταν φημισμένοι για το γεγονός ότι κατηγορούνταν, μάλλον δίκαια, ότι ήταν κλεισμένοι σε ένα γυάλινο πύργο, και ήταν οι υπουργοί αυτοί που αλώνιζαν δημιουργώντας ο καθένας το δικό του μεγαλύτερο ή μικρότερο φέουδό του στη κυβέρνηση. Φαίνεται πως εδώ μάλλον δεν θα υπάρξουν φέουδα υπουργικά παρά ένα μόνο, αυτό του πρωθυπουργού. Σήμερα το κατάλαβα, και μπορώ να πω κύριε Λουκίδη, πως σήμερα, όχι μόνο εγώ, μα και οι δύο συνάδελφοί μου που με συνόδεψαν, μπορώ να πω ότι στην ουσία βλέπαμε μπροστά μας έναν άνθρωπο που ήταν σαν να τον γνωρίζαμε πρώτη φορά. Πριν γίνει πρωθυπουργός δεν έκανε το παραμικρό χωρίς προηγούμενα να ρωτήσει τους συνεργάτες του στο κόμμα τι και πώς έπρεπε να το κάνει, και σήμερα, το δήλωσε καθαρά, πως δεν υπάρχει καμία αναγκαιότητα να ρωτά προηγούμενα τη γνώμη κανενός επί θεμάτων που αποτελούν εγκεκριμένη κυβερνητική πολιτική και προεκλογική δέσμευση».
 
«Μάλιστα», είπε ο Λουκίδης ξεφυσώντας . «Όμως, κύριε αντιπρόεδρε, αν ζήτησα να σας δω, και σας ευχαριστώ που με δεχθήκατε, ήταν για να σας εκφράσω βέβαια την έντονη δυσαρέσκειά μου για τα όσα έγιναν σε βάρος της επιχειρηματικής τάξης χτες στο πρωθυπουργικό μέγαρο…»
 
«Μάλλον εναντίον κάποιων επιχειρηματιών, για να είμαστε πιο ακριβείς και δίκαιοι κύριε Λουκίδη, και όχι όλης της επιχειρηματικής τάξης γενικώς, ούτε καν όχι όλης της μεγαλοεπιχειρηματικής τάξης της χώρας. Γνωρίζετε δα πώς σχολιάστηκε το γεγονός ότι κληθήκατε μόνο εσείς, εννοώ εσείς οι σαράντα και όχι άλλοι εκατό ας πούμε που επίσης έχουν όλα τα προσόντα ώστε να ανήκουν στη τάξη σας», είπε ο αντιπρόεδρος.
 
«Τέλος πάντων, για τα όσα έγιναν σε βάρος ημών των σαράντα… όμως δεν είναι μόνο αυτός ο σκοπός της εδώ παρουσίας μου. Γνωρίζετε ότι εμείς οι σαράντα, δεν είμαστε δα μονάχα επιχειρηματίες που δραστηριοποιούμαστε στη χώρα, μα και διεθνώς, με διεθνείς διασυνδέσεις, όχι μονάχα οικονομικές μα και πολιτικές… με αντιλαμβάνεσθε…»
 
Ο αντιπρόεδρος κούνησε ελαφρά το κεφάλι του χαμογελώντας, δείχνοντας ότι αντιλήφθηκε όσα είπε και υπονόησε μα και σα να του έλεγε να συνεχίσει, πράγμα που έκανε ο Λουκίδης, που συνέχισε λέγοντας :
«Είμαστε σε θέση να βοηθήσουμε ειλικρινά όποιον μας βοηθήσει  το ίδιο ειλικρινά, τόσο επ’ ωφελεία του τόπου, όσο βεβαίως και του ιδίου…, εννοώ… εννοώ… πολιτικά, ξέρετε,… και επειδή…, γνωρίζετε βεβαίως…, ότι η πολιτική είναι ένα πράγμα που κοστίζει, εκείνη την πολιτική που είναι προς όφελος του τόπου, δεν έχουμε κανένα ενδοιασμό να βάλουμε, εμείς οι σαράντα δηλαδή…, το χέρι μας βαθιά στη τσέπη και να τη χρηματοδοτήσουμε…, επ’ ωφελεία του τόπου πάντα… με εννοείτε κύριε αντιπρόεδρε»;
 
«Σας εννοώ, κύριε Λουκίδη», είπε χαμογελώντας το αντιπρόεδρος, στο χαμόγελο του οποίου ο Λουκίδης ανταποκρίθηκε με ένα δικό του χαμόγελο. Παίρνοντας θάρρος από τη στάση του αντιπροέδρου, ο Λουκίδης συνέχισε :
 
«Φυσικά, γνωρίζετε ότι έχουμε προσωπικές σχέσεις με υψηλά πολιτικά και κυβερνητικά πρόσωπα στο εξωτερικό, με μεγάλους παράγοντες της οικονομίας και του εμπορίου επίσης στο εξωτερικό μα κι εδώ, μα μιλώ περισσότερο για το εξωτερικό διότι το τι συμβαίνει εδώ μέσα στη μικρή μας χώρα είναι γνωστό… κι ακόμα, γνωρίζετε ότι δύο από μας τους σαράντα έχουμε στην ιδιοκτησία μας τα δύο μεγαλύτερα τηλεοπτικά δίκτυα της χώρας, που για το καλό του τόπου, είμαστε πρόθυμοι να τα θέσουμε στην υποστήριξη των κατάλληλων πολιτικών που θα ήταν διατεθειμένοι να εργαστούν για την ανάπτυξη του τόπου… με αντιλαμβάνεστε κύριε αντιπρόεδρε…»
 
Ο αντιπρόεδρος ξανά συγκατένευσε με το κεφάλι του. Ο Λουκίδης συνέχισε :
 
«Ο νέος πρωθυπουργός, αναμφίβολα είναι ένας άνθρωπος νέος,… νέος φυσικά…, ένας άνθρωπος με πάθος…, φυσικά με αγάπη για τη πατρίδα του, αλίμονο, ποιος από όλους εμάς δεν αγαπάει την πατρίδα του…, λοιπόν,.. λοιπόν…, τι έλεγα;… α! ναι!, είναι νέος… όμως, ξέρετε κύριε αντιπρόεδρε, καμιά φορά η απειρία και η βιασύνη αντί να σε κάνουν να υπηρετήσεις έναν υψηλό στόχο στην ουσία σε μεταβάλλουν στη μεγαλύτερη απειλή του… με αντιλαμβάνεστε;»
 
Ο αντιπρόεδρος απάντησε πάλι συγκατανεύοντας με το κεφάλι του.
 
«Ξέρετε» συνέχισε ο Λουκίδης, «χρειαζόμαστε ένα είδος ας πούμε εγγυητή της ομαλότητας, κάτι περισσότερο από ένα άνθρωπο που έχει μονάχα πάθος. Χρειαζόμαστε πείρα, χρειαζόμαστε μετριοφροσύνη και βεβαίως, υπομονή και έναν ηγέτη που θα πείσει το λαό ότι χωρίς θυσίες δεν μπορεί να περιμένει το μάννα εξ ουρανού, αυτό το θαύμα πάει πέρασε».
 
«Εγγυητές στο τόπο υπάρχουν, κύριε Λουκίδη, γι΄ αυτό να είστε σίγουρος. Είναι ο πρωθυπουργός, ως πρωθυπουργός, εγώ, ως δεύτερος τη τάξει στη κυβέρνηση… και ίσως κι άλλοι», είπε ο αντιπρόεδρος.
 
«Μα βέβαια, αυτό δεν λέω κι εγώ τόση ώρα; Ο πρωθυπουργός κι εσείς. Ο πρωθυπουργός κι εσείς», είπε ο Λουκίδης τονίζοντας την κάθε λέξη στο «κι εσείς», και κοιτάζοντας κατ΄ ευθείαν στα μάτια τον αντιπρόεδρο. «Όμως, έρχεται στιγμή κύριε αντιπρόεδρε, που το συμφέρον του τόπου, που είναι υπέρτερο κάθε άλλης προσωπικής ή πολιτικής σχέσης, απαιτεί να παραμερίζεται πριν η χώρα γίνει αποκαΐδια. Αυτό το χρέος πρέπει να είναι βαθιά ριζωμένο στον κάθε ηγέτη, σε έναν ηγέτη όπως εσείς, εγγυητή της ομαλότητας, όπως κι ο ίδιος παραδεχτήκατε για τον εαυτό σας».
 
Ο αντιπρόεδρος σηκώθηκε σιγά – σιγά από τη θέση του και ήρθε προς το μέρος του Λουκίδη, τείνοντάς του το χέρι για να τον αποχαιρετήσει.
 
«Λοιπόν κύριε Λουκίδη», του είπε, «είναι η πρώτη φορά που είχαμε μια τόσο ενδιαφέρουσα συνομιλία, και ελπίζω να τα ξαναπούμε».
 
«Κύριε αντιπρόεδρε», του είπε ο Λουκίδης ενώ του έσφιγγε ακόμα το χέρι, «σίγουρα θα τα ξαναπούμε. Και κάτι ακόμα πριν φύγω. Τα δύο μεγαλύτερα τηλεοπτικά κανάλια της χώρας, θα είναι πάντα στη διάθεσή σας, θα είστε πάντα, ας πούμε το τιμώμενο πρόσωπο σε όλες τις πολιτικές και όχι μόνο εκπομπές υψηλής τηλεθέασης, και κάτι ακόμα. Επιτρέψτε μου να σας μεταφέρω το προσωπικό αίτημα του κυρίου Τομ Σμιθ, να δείτε έστω ιδιωτικά, τους εκπροσώπους της Τρόϊκα, και μάλιστα να εκδώσετε και ένα δελτίο τύπου που να λέει ότι η επίσκεψη θα είναι εντελώς εθιμοτυπική, χωρίς να γίνει καμία αναφορά σε μνημόνια και τέτοια. Ας πούμε, ότι ζήτησαν να σας δουν για να σας αποχαιρετήσουν πριν φύγουν από τη χώρα τις επόμενες μέρες. Πιστέψτε με, ο κύριος Σμιθ, έχει επιρροή εκεί που εργάζεται, στο Διεθνές Ταμείο και όχι μόνο».
 
«Καλά, θα το σκεφτώ» είπε ο αντιπρόεδρος και ο Λουκίδης έφυγε από το γραφείο του.
 
Όταν έμεινε μόνος του ο αντιπρόεδρος, έκατσε στο γραφείο του χαμογελώντας, και άνοιξε ένα φάκελο. Όμως, πριν καν προλάβει να κοιτάξει οτιδήποτε, χτύπησε το τηλέφωνο ενδοεπικοινωνίας με την ιδιαιτέρα του. «Ναι»; ρώτησε ο αντιπρόεδρος. «Κύριε αντιπρόεδρε», του είπε η ιδιαιτέρα του, «μόλις μου τηλεφώνησαν από το Κανάλι 1 και μου είπαν ότι σε τρία λεπτά στο απογευματινό σύντομο δελτίο ειδήσεων, θα υπάρχει μια αναφορά στο πρόσωπό σας, που ίσως θα σας ενδιέφερε» «Ευχαριστώ» είπε ο αντιπρόεδρος, πήρε το τηλεκοντρόλ και άνοιξε τη τηλεόραση στο Κανάλι 1, που είχε ακόμα διαφημίσεις. Σε λίγο άρχισαν οι σύντομες απογευματινές ειδήσεις. Η παρουσιάστρια του σύντομου δελτίου, άρχισε να λέει τις ειδήσεις.
 
«Κυρίες και κύριοι καλό σας απόγευμα. Είναι οι απογευματινές ειδήσεις του Καναλιού 1. Ραγδαίες οι πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στη χώρα μετά τα χθεσινά γεγονότα στο πρωθυπουργικό μέγαρο. Κύκλοι πολιτικοί και οικονομικοί εδώ, στην Ευρώπη μα και στην Αμερική, τονίζουν την εξαιρετικά ρευστή κατάσταση στην οικονομία της χώρας ενώ για πρώτη φορά εμφανίζονται και ανήσυχοι για την ίδια την πολιτική και κοινωνική ομαλότητα της χώρας. Στην Ευρώπη ιδιαίτερα, υπάρχει πυρετός διαβουλεύσεων, μετά την ουσιαστική και πρωτοφανή άρνηση του πρωθυπουργού να ενημερώσει τους Ευρωπαίους ηγέτες, έως ότου ο ίδιος κρίνει σκόπιμο να το κάνει, παρά το καθησυχαστικό δελτίο τύπου που διένειμε χθες το πρωθυπουργικό γραφείο. Ήδη, οικονομικοί και πολιτικοί κύκλοι, αρχίζουν να θεωρούν τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης ως τον παράγοντα εκείνο που θα μπορούσε να εγγυηθεί την ομαλότητα της χώρας, παρά το γεγονός ότι είναι γνωστό πως ο αντιπρόεδρος είναι θερμός πολιτικός υποστηρικτής του πρωθυπουργού και της πολιτικής του. Όμως, παρόλα αυτά, πολλοί θεωρούν ότι θα πρέπει να έχει πιο ενεργή συμμετοχή στο κυβερνητικό έργο, και κυρίως, να μην παραμερίζεται σε κρίσιμα ζητήματα όπως αυτά της χθεσινής μέρας. Συνεχίζουμε με το επόμενο θέμα…» Ο αντιπρόεδρος στο σημείο αυτό, έκλεισε τη τηλεόραση, και χώθηκε βαθιά στη καρέκλα του, χαμογελώντας με ικανοποίηση…
 
Δεν πέρασαν πάνω από πέντε λεπτά, και χτύπησε το τηλέφωνο της ιδιαιτέρας γραμματέας του  :
 
«Κύριε αντιπρόεδρε, ο κύριος υπουργός οικονομικών σας ζητά στο τηλέφωνο», του είπε.
 
«Δώσ’ τον» είπε, και αμέσως μετά δύο δευτερόλεπτα συνέχισε : «Έλα Λεωνίδα… ναι, το είδα… όχι βέβαια δεν γνώριζα τίποτα…. Ναι, ήταν εδώ πριν λίγο, αλλά, δεν νομίζω… τώρα βέβαια που το λες… πάντως όπως και να έχει το πράγμα, δεν υπάρχει δική μου ανάμειξη, είναι μια καθαρή πρωτοβουλία του Τύπου… Α, μπα;… Όχι, εγώ είδα μόνο το Κανάλι 1… α, ώστε έτσι, το ίδιο σχόλιο έγινε και από το Κανάλι 3… μάλιστα, μάλιστα… κοίτα ζήτησε να με δει, και τον δέχτηκα… βεβαίως και γνωρίζω ότι έκανα καλά… καλά τώρα, αυτός έλεγε τα δικά του, κι εγώ απλά τον άκουγα… ναι, ναι Λεωνίδα, θα τα πούμε κι από κοντά… τι πράγμα;… ε, ναι… είναι αλήθεια ότι του είπα ότι εγγυητής της ομαλότητας της χώρας δεν είναι μόνο ο πρωθυπουργός, εδώ δεν είμαστε αρχή ενός ανδρός… ναι, ναι… ναι, σε χαιρετώ… βεβαίως και θα τα πούμε σύντομα… γεια σου»
 
Μόλις έκλεισε το τηλέφωνο, αμέσως ξαναχτύπησε. Το σήκωσε : «Ναι». «Κύριε αντιπρόεδρε», του είπε η ιδιαιτέρα του γραμματέας, σας ζητά ο υπουργός κύριος Δεστούνης». «Καλά, δώσ’ τον κι αυτόν, όμως μη μου δώσεις κανένα άλλον, πες ότι βρίσκομαι σε σύσκεψη και έχεις εντολή να μη με διακόψεις. Εξόν κι αν είναι ο πρωθυπουργός ή γυναίκα μου », είπε κάπως βαριεστημένα και συνέχισε σε δύο με τρία δευτερόλεπτα να μιλάει στην ίδια γραμμή : «Έλα Φάνη, ναι, το είδα… όχι, κι εγώ εξεπλάγην, τι να σου πω, δεν ξέρω τίποτα…. λοιπόν Φάνη, με βρίσκεις αυτή τη στιγμή σε με ένα σοβαρό ραντεβού που έχω και δεν μπορώ να σου μιλήσω άλλο… βεβαίως και θα τα πούμε σύντομα… γεια σου τώρα, γεια…»

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ