Γένοβα 19 Σεπτέμβρη 1970
Ο 22χρονος φοιτητής Κώστας Γεωργάκης διαμαρτυρήθηκε με την αυτοπυρπόλησή του για την δικτατορία στην Ελλάδα.
Στον πατέρα του άφησε το ακόλουθο γράμμα:
«Αγαπημένε μου πατέρα, σε παρακαλώ συγχώρα με χωρίς να κλάψης. Ο γυιός σου δεν είναι ήρωας. Είναι ένας άνθρωπος σαν όλους τους ανθρώπους ίσως με περισσότερο φόβο. Φίλησε το χώμα της πατρίδας για μένα. Μετά από τρία χρόνια καταπίεσης, δεν μπορώ ν’ αντέξω άλλο. Δεν θέλω εσύ να αντιμετωπίσης κανένα κίνδυνο γι αυτή μου την πράξη, αλλά δεν μπορώ ούτε να σκεφθώ ούτε να ενεργήσω αν δεν είμαι ελεύθερος. Ζήτω η Δημοκρατία, Κάτω η Τυραννία. Η πατρίδα μας που γέννησε την ελευθερία θα εξαφανίση τους τυράννους.
Συγχώρα με αν μπορείς
ο Κώστας σου»
Με τον θάνατο του Κώστα Γεωργάκη έγινε φανερό σε όλους πως το φασιστικό εγκληματικό χέρι δουλεύει ασταμάτητα, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα, φανερά και κρυφά, για να διαλυθεί το αντιφασιστικό κίνημα στην Ιταλία.
Στο «ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ΔΕΛΤΙΟ» αρ. 11, του Α.Μ.Ε.Ε. στην Ιταλία, τον Οκτώβρη του 1970, τα στοιχεία που παρατίθονται είναι…
χαρακτηριστικά του κλίματος εκείνης της περιόδου:
«Με τον θάνατο του Γεωργάκη μπόρεσαν να βγουν στο φως ορισμένες μόνο από τις πτυχές του εγκληματικού φασιστικού οργίου και κύρια τις δυνατότητες που διαθέτουν οι φασιστικές υπηρεσίες (Προξενεία κ.λ.π.) για τον χαφιεδισμό και την παρακολούθηση των ελλήνων αντιφασιστών, καθώς και τα μέσα που διαθέτει και τους τρόπους που χρησιμοποιεί το φασιστικό καθεστώς για τον εκβιασμό και την απελπιστική τρομοκράτησή τους…»
Την ημέρα της κηδείας του Κώστα η χούντα της Αθήνας εξαπόλυσε τους χαφιέδες της και οι προξενικές αρχές είχαν επιφορτιστεί με «σημαντικό» έργο!
Οι έλληνες αντιφασίστες έπρεπε και εκείνες τις ώρες, τις ώρες της ταφής, τις ώρες που ακόμη και στους αρχαίους χρόνους οι εχθροί τις σέβονται και τις τιμούν, να δώσουν ακόμη μια μάχη. Ενώ οδηγούσαν στην αιώνια ανάπαυση τον συνάδελφό τους, τον σύντροφό τους, αναγκάζονταν να απωθούν και να δίνουν μάχη σώμα με σώμα με τους χαφιέδες της χούντας που «μεταμφιεσμένοι» σε δήθεν δημοσιογράφους φωτογράφιζαν όσους συμμετείχαν στην κηδεία.
Ο θάνατος του Κώστα θύμισε σε όλο τον κόσμο ότι στην Ελλάδα υπήρχε μια στρατιωτική φασιστική δικτατορία.
Ο 22χρονος φοιτητής Κώστας Γεωργάκης διαμαρτυρήθηκε με την αυτοπυρπόλησή του για την δικτατορία στην Ελλάδα.
Στον πατέρα του άφησε το ακόλουθο γράμμα:
«Αγαπημένε μου πατέρα, σε παρακαλώ συγχώρα με χωρίς να κλάψης. Ο γυιός σου δεν είναι ήρωας. Είναι ένας άνθρωπος σαν όλους τους ανθρώπους ίσως με περισσότερο φόβο. Φίλησε το χώμα της πατρίδας για μένα. Μετά από τρία χρόνια καταπίεσης, δεν μπορώ ν’ αντέξω άλλο. Δεν θέλω εσύ να αντιμετωπίσης κανένα κίνδυνο γι αυτή μου την πράξη, αλλά δεν μπορώ ούτε να σκεφθώ ούτε να ενεργήσω αν δεν είμαι ελεύθερος. Ζήτω η Δημοκρατία, Κάτω η Τυραννία. Η πατρίδα μας που γέννησε την ελευθερία θα εξαφανίση τους τυράννους.
Συγχώρα με αν μπορείς
ο Κώστας σου»
Με τον θάνατο του Κώστα Γεωργάκη έγινε φανερό σε όλους πως το φασιστικό εγκληματικό χέρι δουλεύει ασταμάτητα, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα, φανερά και κρυφά, για να διαλυθεί το αντιφασιστικό κίνημα στην Ιταλία.
Στο «ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ΔΕΛΤΙΟ» αρ. 11, του Α.Μ.Ε.Ε. στην Ιταλία, τον Οκτώβρη του 1970, τα στοιχεία που παρατίθονται είναι…
χαρακτηριστικά του κλίματος εκείνης της περιόδου:
«Με τον θάνατο του Γεωργάκη μπόρεσαν να βγουν στο φως ορισμένες μόνο από τις πτυχές του εγκληματικού φασιστικού οργίου και κύρια τις δυνατότητες που διαθέτουν οι φασιστικές υπηρεσίες (Προξενεία κ.λ.π.) για τον χαφιεδισμό και την παρακολούθηση των ελλήνων αντιφασιστών, καθώς και τα μέσα που διαθέτει και τους τρόπους που χρησιμοποιεί το φασιστικό καθεστώς για τον εκβιασμό και την απελπιστική τρομοκράτησή τους…»
Την ημέρα της κηδείας του Κώστα η χούντα της Αθήνας εξαπόλυσε τους χαφιέδες της και οι προξενικές αρχές είχαν επιφορτιστεί με «σημαντικό» έργο!
Οι έλληνες αντιφασίστες έπρεπε και εκείνες τις ώρες, τις ώρες της ταφής, τις ώρες που ακόμη και στους αρχαίους χρόνους οι εχθροί τις σέβονται και τις τιμούν, να δώσουν ακόμη μια μάχη. Ενώ οδηγούσαν στην αιώνια ανάπαυση τον συνάδελφό τους, τον σύντροφό τους, αναγκάζονταν να απωθούν και να δίνουν μάχη σώμα με σώμα με τους χαφιέδες της χούντας που «μεταμφιεσμένοι» σε δήθεν δημοσιογράφους φωτογράφιζαν όσους συμμετείχαν στην κηδεία.
Ο θάνατος του Κώστα θύμισε σε όλο τον κόσμο ότι στην Ελλάδα υπήρχε μια στρατιωτική φασιστική δικτατορία.
Πως στην χώρα που γέννησε τον πολιτισμό, οι αρχές της πολιτισμένης ζωής δεν υπάρχουν. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η δημοκρατία καταπατήθηκαν από μια χούφτα επίορκων αξιωματικών, πρακτόρων της C.I.A.
Ο Κώστας Γεωργάκης ταυτίστηκε με τον ευγενικό αγώνα εκείνης της γενιάς για Λευτεριά και Δημοκρατία.
Οι φλόγες που ξεπήδησαν από το κορμί του ενέπνευσαν και έγιναν σύμβολο αγώνα και πάλης.
Ο Ιταλικός λαός και η πόλη της Γένοβας, στο σημείο της θυσίας του, έστησαν μνημείο που θυμίζει σε όλους τον αγωνιστή Κώστα.
Ο Κώστας Γεωργάκης ταυτίστηκε με τον ευγενικό αγώνα εκείνης της γενιάς για Λευτεριά και Δημοκρατία.
Οι φλόγες που ξεπήδησαν από το κορμί του ενέπνευσαν και έγιναν σύμβολο αγώνα και πάλης.
Ο Ιταλικός λαός και η πόλη της Γένοβας, στο σημείο της θυσίας του, έστησαν μνημείο που θυμίζει σε όλους τον αγωνιστή Κώστα.
Στη μαρμάρινη πλάκα της Γένοβας γράφονται τα εξής:
«Στο νεαρό Έλληνα ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΓΕΩΡΓΑΚΗ, που θυσίασε τα 22 χρόνια του για τη Λευτεριά και τη Δημοκρατία στη πατρίδα του. Όλοι οι ελεύθεροι άνθρωποι τιμούν την ηρωική του πράξη. Η Ελεύθερη Ελλάδα θα τον τιμά πάντα.
19 Σεπτέμβρη 1970»
Το Νοέμβρη του 1972 επισκέφθηκε την Γένοβα καλεσμένος στο συνέδριο του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Μαζί με στελέχη του Π.Α.Κ. που τον συνόδευαν – ένας από αυτούς ήταν και ο Κώστας Τσίμας – επισκέφθηκαν μαζί με τον Ιταλό δήμαρχο της πόλης το μνημείο της θυσίας. Ήταν ίσως η μοναδική φορά που κάποιος πολιτικός θυμήθηκε τον Κώστα.
Σήμερα, μετά από 40 χρόνια, λίγοι θυμούνται εκείνη την θυσία.
Η αμνησία και η «πολιτική της αφασίας» κυριαρχούν στην ζωή της πατρίδας μας. Οι δολοφόνοι του Κώστα χαμογελούν μέχρι σήμερα.
Ευτυχώς, κάποιοι θυμούνται.
Κάποιοι δεν ξεχνούν και δεν υποτάσσονται.
19 Σεπτέμβρη 1970»
Το Νοέμβρη του 1972 επισκέφθηκε την Γένοβα καλεσμένος στο συνέδριο του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Μαζί με στελέχη του Π.Α.Κ. που τον συνόδευαν – ένας από αυτούς ήταν και ο Κώστας Τσίμας – επισκέφθηκαν μαζί με τον Ιταλό δήμαρχο της πόλης το μνημείο της θυσίας. Ήταν ίσως η μοναδική φορά που κάποιος πολιτικός θυμήθηκε τον Κώστα.
Σήμερα, μετά από 40 χρόνια, λίγοι θυμούνται εκείνη την θυσία.
Η αμνησία και η «πολιτική της αφασίας» κυριαρχούν στην ζωή της πατρίδας μας. Οι δολοφόνοι του Κώστα χαμογελούν μέχρι σήμερα.
Ευτυχώς, κάποιοι θυμούνται.
Κάποιοι δεν ξεχνούν και δεν υποτάσσονται.