Το επικίνδυνο και ριψοκίνδυνο πάντα θα υπάρχει. Αυτό δεν σημαίνει πως θα πρέπει να παραιτούμαστε.
Όταν οι επενδυτές χάνουν στην αγορά, ο πόνος που νιώθουν είναι μεγαλύτερος από την απόλαυση του κέρδους που έχουν αποκτήσει από μια άλλη επένδυση. Συνεπώς, οι επενδυτές θα λέγαμε ότι αποφεύγουν τον κίνδυνο και δεν καταφέρνουν να απολαύσουν τους καρπούς των κόπων τους.
Αγοράζοντας όταν νιώθουν ασφάλεια και πουλώντας όταν νιώθουν φόβο, μπορεί να καταλήξουν να αγοράζουν με υψηλά κόστη και να πουλάνε με χαμηλά, και αυτή είναι μια εγγυημένη στρατηγική ήττας. Οι επιτυχημένοι επενδυτές είναι αλαζόνες όταν οι άλλοι φοβούνται και φοβούνται όταν οι άλλοι είναι αλαζόνες.
Το πρόβλημα είναι πως οι περισσότεροι επενδυτές είναι άνθρωποι και η φυσική επιλογή ενδυνάμωσε το χαρακτηριστικό της υπερβολικής προσοχής, καθώς αυτό βοηθούσε τους προγόνους μας να επιβιώσουν. Όσον αφορά στο παιχνίδι της επένδυσης, μπορούμε να χάσουμε κάποια χρήματα. Όμως, στο παιχνίδι της ζωής, το κόστος της είναι υπερβολικά πολύτιμο για να το ριψοκινδυνεύσουμε.
Ο εγκέφαλος που αποφεύγει τον κίνδυνο
Το νευρικό σύστημα έχει εξελιχθεί όπως οι συσκευές ελέγχου της κίνησης. Τα ζώα κινούνται κυρίως για να τραφούν, να αναπαραχθούν και να αποφύγουν τον κίνδυνο. Από αυτά τα κίνητρα, η αποφυγή του κινδύνου είναι η υψηλότερη προτεραιότητα, επειδή όσοι πέφτουν ευκολότερα θύματα των θηρευτών αφήνουν λίγους απογόνους.
Οι εγκέφαλοι όλων των θηλαστικών διαθέτουν ένα σύστημα συναγερμού – το δικτυωτό σύστημα ενεργοποίησης – που τα προειδοποιεί και τα ενεργοποιεί κάθε φορά που αισθάνονται μια απειλή. Αυτή η απόκριση μάχης – φυγής είναι ένα από τα βασικά στοιχεία της συναισθηματικής μας ζωής και μας βοηθά να εξηγήσουμε και την λειτουργία αποφυγής του κινδύνου.
Τα πιο νευρικά ζώα – θηράματα, όπως οι λαγοί, εξαφανίζονται ακόμα και στον παραμικρό θόρυβο. Το κάνουν ακόμα κι όταν δεν υπάρχει κίνδυνος τελικά, αλλά με αυτό τον τρόπο έχουν μάθει να προστατεύονται.
Αλλά και οι άνθρωποι είχαμε εχθρούς στη φύση: λιοντάρια, τίγρεις και πούμα. Έτσι, αναπτύξαμε τον εγκέφαλο αποφυγής κινδύνου. Το άγχος μας είναι η βιολογική μας κληρονομιά. Αυτό το φαινόμενο αντανακλάται και στην κοινωνική, επαγγελματική και οικονομική ζωή.
Ο φόβος της αποτυχίας
Ανάμεσα στα πολλά πιθανά μειονεκτήματα του να μεγαλώνεις σε συνθήκες φτώχειας είναι και οι χαμηλότερες προσδοκίες των παιδιών. Είναι ευχαριστημένα με την ικανοποίηση των βασικών τους αναγκών και δεν θέλουν να πετύχουν σπουδαία πράγματα αναγκαστικά στη δουλειά τους.
Αυτή η έλλειψη φιλοδοξίας αναλύεται υπό όρους φόβου αποτυχίας. Τα παιδιά που φοβούνται περισσότερο την αποτυχία αποφεύγουν τις δύσκολες προκλήσεις και κυρίως ικανοποιούν τους εαυτούς τους με απλούς στόχους, εύκολα επιτεύξιμους.
Αυτό όμως ενισχύεται και από τους γονείς. Οι γονείς αφιερώνουν ελάχιστο χρόνο στο να ενισχύσουν τις προσπάθειες των παιδιών τους σε δύσκολες εργασίες. Αντιθέτως, τα τιμωρούν για τις αποτυχίες. Συνεπώς, αυτά τα παιδιά αποφεύγουν δύσκολες δραστηριότητες για να μην μπουν στη διαδικασία της αποτυχίας. Ως ενήλικες, επιζητούν βραχυπρόθεσμους στόχους αντί για μακροπρόθεσμες φιλοδοξίες.
Θα έλεγε κανείς ότι αυτοί οι γονείς προσπαθούν να προετοιμάσουν τα παιδιά τους για ένα μέλλον, των οποίων οι φιλοδοξίες είναι τόσες όσες και των γονιών τους. Το συμπέρασμα είναι ότι αν έχουμε υψηλό φόβο αποτυχίας, είναι σχεδόν απίθανο να επιζητήσουμε μακροπρόθεσμα project, όπως την ίδρυση μιας νέας επιχείρησης.
Όμως, το επικίνδυνο και ριψοκίνδυνο πάντα θα υπάρχει. Αυτό δεν σημαίνει πως θα πρέπει να παραιτούμαστε ή να μην αγγίζουμε οποιοδήποτε μεγαλόπνοο σχέδιο έχει περάσει από το νου μας, ούτε να «καθόμαστε για πάντα στ’ αυγά» μας. Αν το περιβάλλον είναι επικίνδυνο, προχωρήστε με προσοχή, αλλά εκμεταλλευτείτε όποιους πόρους έχετε διαθέσιμους.
Nigel Barber, εξελικτικός ψυχολόγος
Πηγή: enallaktikidrasi