Με την κωδική ονομασία επιχείρηση Γόμορρα φέρεται μία από τις μεγαλύτερες αεροπορικές επιδρομές που σημειώθηκαν στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και γενικότερα στην παγκόσμια ιστορία των πολεμικών αεροπορικών επιχειρήσεων.
Η επιχείρηση αυτή σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε από την βρετανική Βασιλική Αεροπορία (RAF) με στόχο προσβολής τη γερμανική πόλη και λιμένα του Αμβούργου, με συμμετοχή αεροσκαφών δύο βρετανικών αεροπορικών διοικήσεων και μίας των ΗΠΑ.
Αν και ο σχεδιασμός της προέβλεπε συνεχή διάρκεια αεροπορικής προσβολής 8 ημερών (συμπεριλαμβανομένων των νυκτερινών ωρών), η όλη επιχείρηση εντάθηκε τις νυκτερινές ώρες στις 27 προς 28 (1ος μεγάλος βομβαρδισμός), 29 προς 30 (2ος μεγάλος βομβαρδισμός) και 2 προς 3 Αυγούστου του 1943 (3ος μεγάλος βομβαρδισμός), όπου και έληξε.
Από τους ανελέητους αυτούς βομβαρδισμούς και τον όλεθρο που σκόρπισαν συνυπολογίζοντας το φαινόμενο των θυελλωδών ανέμων που προκλήθηκαν ένεκα των υψηλών θερμοκρασιών που αναπτύχθηκαν, καθώς και την ασφυξία που σημειώθηκε, ίσως θα πρέπει μακάβρια να ομολογηθεί η απόλυτη επιτυχία της επιλογής της ονομασίας της προς τη βιβλική καταστροφή των Σοδόμων και της Γομόρρας. Οι ίδιοι δε οι Βρετανοί χαρακτήρισαν αργότερα το Αμβούργο «Χιροσίμα της Γερμανίας».
Βομβαρδισμοί
Οι αεροπορικές επιδρομές της επιχείρησης ξεκίνησαν στις 24 Ιουλίου του 1943 περίπου στη 01:00΄ με διάρκεια περίπου μιας ώρας. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ακολούθησε μια δεύτερη επιδρομή μικρής διάρκειας. Αμέσως μετά τα μεσάνυχτα της 25ης προς 26η Ιουλίου ακολουθεί η τρίτη αεροπορική επιδρομή που λόγω όμως άσχημων καιρικών συνθηκών διακόπηκε. Κατά τη διάρκεια της ημέρας αυτής δεν πραγματοποιήθηκε επιδρομή.
1ος μεγάλος βομβαρδισμός
Την νύχτα της 27ης Ιουλίου και λίγο πριν τα μεσάνυχτα εξαπολύεται πάνω από τον ουρανό του Αμβούργου η μεγαλύτερη μέχρι τότε αεροπορική επιδρομή στην οποία συμμετέχουν 739 αεροσκάφη. Επί 40 περίπου λεπτά της ώρας υπολογίσθηκε πως περισσότερα από 600 πλήρη φορτία μεταφερομένων βομβών ρίχτηκαν σε έκταση από το κέντρο της πόλης μέχρι και τον λιμένα, δηλαδή σε μόλις περίπου 3 τ.χλμ.
Η μεγάλης έντασης πυρκαγιά που ακολούθησε, στην οποία και συνέβαλαν και οι διάφορες αποθήκες καυσίμων γύρω από τον λιμένα, καθώς και εγκαταστάσεις χημικών και παραγωγής εκρηκτικών, αναπτύσσοντας θερμοκρασία περίπου 800 °C μέχρι ύψους 1000 ποδών, στάθηκε ικανή να δημιουργήσει ένα αιφνίδιο θερμικό ανοδικό ρεύμα αέρος με φυσικό επακόλουθο την εκδήλωση τοπικών θυελλωδών ανέμων εκ των αμέσως παρακείμενων περιοχών ταχύτητας 240 χλμ. την ώρα, δίνοντας έτσι την εικόνα πύρινης λαίλαπας με τις φλόγες να στροβιλίζονται επί δυο ώρες. Αυτό το απρόσμενο φαινόμενο, που τελικά κόπασε μετά τρίωρο από τη γένεσή του, ήταν και η κύρια αιτία της άμεσης εξάπλωσης της πυρκαγιάς σε έκταση 21 τ.χλμ. καταστρέφοντας τα πάντα στο πέρασμά της. Κάτω από αυτές τις θερμοκρασίες ακόμα και η άσφαλτος των οδών αναφλεγόταν μετατρέποντας τους δρόμους σε κανάλια λάβας και δηλητηριωδών αερίων, καθιστώντας αδύνατη την προσέγγιση και πολύ περισσότερο την προσπέλαση για πυρόσβεση και διάσωση αμάχων.
2ος μεγάλος βομβαρδισμός
Συνέχεια του προηγούμενου βομβαρδισμού, την νύκτα της 29ης προς 30η Ιουλίου εξαπολύθηκε νέος ανελέητος βομβαρδισμός στον οποίο και συμμετείχαν περισσότερα από 700 αεροσκάφη της RAF προκειμένου να ολοκληρωθεί η βιβλική καταστροφή της πόλης, καθ’ όμοιο τρόπο του προηγουμένου αλλά σαφώς σε μικρότερο βαθμό αφού η μεγαλύτερη καταστροφή είχε ήδη επιτελεστεί.
3ος μεγάλος βομβαρδισμός
Η επιχείρηση Γόμορρα έληξε στις 3 Αυγούστου (1943) οπότε και πραγματοποιήθηκε στα πλαίσιά της η τελευταία αεροπορική επιδρομή στο Αμβούργο, από αργά το βράδυ της προηγουμένης με συμμετοχή 740 αεροσκαφών, που λόγω όμως των δυσμενών καιρικών συνθηκών δεν κατάφεραν να πετάξουν όλα πάνω από το Αμβούργο, βομβαρδίστηκαν όμως δευτερεύοντες στόχοι. Ο βομβαρδισμός αυτός, αν και τελευταίος της επιχείρησης Γόμορρα, δεν ήταν και ο τελευταίος του Αμβούργου μέχρι τη λήξη του πολέμου.
Συνέπειες
Σύμφωνα με τα γερμανικά επίσημα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα και που αφορούν τα συγκεντρωτικά των αεροπορικών επιδρομών της επιχείρησης Γόμορρα, περίπου 9.000 τόνοι βομβών υπολογίστηκε ότι ρίχτηκαν στη διάρκεια αυτών, οι οποίοι και έσπειραν το θάνατο σε περίπου 42.600 ανθρώπους και επέφεραν τον τραυματισμό περίπου σε 37.000.
Οι υλικές καταστροφές στη πόλη και τον λιμένα του Αμβούργου υπήρξαν τεράστιες, παραλύοντας κάθε δραστηριότητα. Επί συνόλου 524 μεγάλων βιομηχανικών εργοστασίων καταστράφηκαν ολοσχερώς 183, ενώ από περίπου 9.000 εργοστάσια ελαφράς βιομηχανίας και βιοτεχνίας καταστράφηκαν τα 4.118 πλησιάζοντας έτσι το 50% αυτών.
Επί του συνόλου των 414.000 οικιών στη πόλη του Αμβούργου, καταστράφηκαν οι 214.600, υπερβαίνοντας ελάχιστα το 50% αυτών. Για πολλές εγκαταστάσεις υποδομών της πόλης και του λιμένος, εκ της ολικής καταστροφής που υπέστησαν, παρέμεινε αδύνατη η αποκατάστασή τους.
Τέλος αναφέρθηκε ότι περίπου 1.200.000 κάτοικοι, δηλαδή τα 2/3 του συνολικού πληθυσμού του Αμβούργου και περιχώρων του, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη λόγω της μόλυνσης της ατμόσφαιρας.
Μνημεία του ολέθρου
Όλα τα θύματα των αεροπορικών επιδρομών τάφηκαν, εξ ανάγκης, σε ομαδικούς τάφους στο νεκροταφείο Ohlsdorf του Αμβούργου.
Μεταξύ των διαφόρων μνημείων που ανεγέρθηκαν για να θυμίζουν τους τρεις αυτούς βομβαρδισμούς της επιχείρησης Γόμορρα είναι αφενός η εκ του μύθου της Στυγός, της ελληνικής μυθολογίας, ανάγλυφη αναπαράσταση, υπό τον τίτλο «Το πέρασμα της Στυγός», έργο του Γκέρχαρτ Μαρκς, που απεικονίζει τον Χάροντα να διαπορθμεύει ένα νεαρό ζευγάρι με το παιδί τους υπό τρόμο καθώς και η αναπαράσταση ανθρώπου σε γωνία καταφυγίου που χάνει τη ζωή του από τη θερμότητα και το μονοξείδιο του άνθρακα, όπως αυτό συνέβη σε καταφύγιο πολυκαταστήματος όπου όσοι είχαν καταφύγει σ΄ αυτό βρήκαν τραγικό θάνατο.
Τέλος πολλά νέα σπίτια και οικήματα που κτίστηκαν στη συνέχεια πάνω στα ερείπια των βομβαρδισμών αυτών φέρουν αναμνηστική πινακίδα «Καταστράφηκε το 1943 – …Ξανακτίστηκε»
Παρότι το πανύψηλο κωδωνοστάσιο της εκκλησίας του Αγ. Νικολάου (Nikolaikirche) αποτέλεσε στόχο των Βρετανών πιλότων διασώθηκε από όλους τους βομβαρδισμούς που δέχθηκε το Αμβούργο στον Β’ Π.Π., αν και η εκκλησία υπέστη πολλές ζημίες.
Διεύθυνση επιχείρησης Γόμορρα
Την επιχείρηση Γόμορρα διεύθυνε ο Βρετανός στρατάρχης της RAF Σερ Άρθουρ Χάρρις (1892 – 1984) ο οποίος στον Β’ Π.Π. ήταν ο ανώτερος διοικητής των βομβαρδιστικών αεροσκαφών. Υπήρξε λάτρης των νυκτερινών προσβολών μη περιοριζόμενος όμως μόνο σε στόχους στρατηγικού ενδιαφέροντος αλλά και κατά αμάχων πληθυσμών, κατά σαφέστατη παραβίαση των αρχών του Δικαίου του Πολέμου, υποστηρίζοντας (μάλλον θέλοντας να δικαιολογηθεί) την άποψη ότι κατ΄ αυτόν τον τρόπο μπορεί να επιτευχθεί η επιζητούμενη πτώση του ηθικού, δηλώνοντας απερίφραστα επ’ αυτού σχετικά:
…η καταστροφή των σπιτιών, επιχειρήσεων κοινής ωφελείας, των μεταφορών και της ζωής, η δημιουργία του προβλήματος των προσφύγων σε πρωτοφανή κλίμακα, και η κατανομή του ηθικού τόσο στο σπίτι όσο και στα μέτωπα μάχης από το φόβο που ενισχύουν οι βομβαρδισμοί, γίνονται δεκτά και στους επιδιωκόμενους σκοπούς της βομβαρδιστικής πολιτικής μας. Δεν είναι υποπροϊόντα των προσπαθειών για να χτυπήσει τα εργοστάσια.
Η βρετανική κυβέρνηση του Τσώρτσιλ επέδειξε ιδιαίτερη επιφυλακτικότητα στην ούτως ή άλλως ακραία αυτή εξαγγελία, χωρίς να γίνεται αναφορά στον παραλογισμό που υπέκρυπτε: «Σκόπιμα, φονεύουμε (βομβαρδίζουμε) αμάχους για να επιφέρουμε πτώση ηθικού αμάχων και μαχητών μετώπων» που τελικά αποτελεί μια κυνική ομολογία εγκλήματος πολέμου.
Στη στρατιωτική τακτική ο οποιοσδήποτε βομβαρδισμός (πυροβολικού, ναυτικός, αεροπορικός) μοναδικό σκοπό έχει την μερική ή ολική εξουδετέρωση κάποιου εμπόλεμου στόχου, στρατιωτικού, βιομηχανικού κ.λπ. και σε καμία περίπτωση εξουδετέρωση αμάχου. Ο όρος άμαχος αναφέρεται πάντα σ΄ αυτόν που τυγχάνει να συνυπάρχει στο χώρο μιας στρατιωτικής επιχείρησης και σε καμία περίπτωση σ΄εκείνον άλλου γεωγραφικού τόπου. Τέλος οι άμαχοι είναι παντού άμαχοι και διατηρώντας αυτόν τον χαρακτηρισμό το οποιοδήποτε ηθικό τους, για τους εμπόλεμους, είναι αδιάφορο. Ως εκ τούτου οποιαδήποτε προσβολή και καταστροφή χωριών και πόλεων αυτών είναι έγκλημα πολέμου.
Παρά ταύτα αργότερα, ο ίδιος ο Άρθουρ Χάρρις, στα «Απομνημονεύματά» του, παραδέχθηκε ότι η «Επιχείρηση Γόμορρα ήταν μια βαναυσότητα της μεθόδου του», που όμως όταν συνέβη θεωρήθηκε περίλαμπρη βρετανική νίκη.
Αεροπορική τακτική επιχείρησης
Εξετάζοντας την επιχείρηση Γόμορρα από καθαρά αεροπορικής τακτικής και ειδικότερα στους τρεις μεγάλους βομβαρδισμούς, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το πρωτοφανές και απρόσμενο φαινόμενο του πύρινου ανεμοστρόβιλου, διαπιστώνονται τα ακόλουθα:
– Όλα τα αεροσκάφη που συμμετείχαν στους τρεις βομβαρδισμούς ήταν βρετανικά της Βασιλικής Αεροπορίας (RAF), ομοίως της Καναδικής (RCAF) και της Αυστραλιανής (RAAF). Τα αμερικανικά αεροσκάφη (USAF) περιορίστηκαν σε ημερήσιες επιδρομές.
– Και οι τρεις μεγάλοι βομβαρδισμοί επιχειρήθηκαν με νυκτερινές πτήσεις, εξορμώντας από αεροδρόμια της Αγγλίας, ακολουθώντας την αεροπορική τακτική αφενός του υψηλού οριζόντιου βομβαρδισμού και αφετέρου του συγκεντρωτικού βομβαρδισμού.
– Τα αεροσκάφη που έλαβαν μέρος ήταν τύπου Λάνκαστερ, βαρέα βομβαρδιστικά, εξοπλισμένα από την αρχή του έτους με τις τελευταίου τύπου ηλεκτρονικές συσκευές της εποχής, όπως η συσκευή υδροθείου, κ.ά. που επέτρεπαν ασφαλή νυκτερινή πτήση καθώς και χρήση ηλεκτρονικών αντιμέτρων, απελευθερώνοντας ρινίσματα αλουμινίου δημιουργώντας έτσι ψευδοστόχους στα εχθρικά ραντάρ.
– Το Αμβούργο την εποχή εκείνη ήταν πράγματι μεγάλο βιομηχανικό κέντρο, με βαριές βιομηχανίες, περίπου 200 παρήγαγαν μόνο στρατιωτικό υλικό, εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών, σημαντικά ναυπηγεία και βάση υποβρυχίων (μία από τις πολλές), η ύπαρξη των οποίων είχε δημιουργήσει τελευταία ιδιαίτερα έντονο ρεύμα αστυφιλίας με σημαντική ανάπτυξη πληθυσμού. Δεν αποτελούσε όμως βάση γερμανικού στρατιωτικού σχηματισμού.
– Με δεδομένα τη χρονική διάρκεια των βομβαρδισμών, τον αριθμό των αεροσκαφών που έλαβαν μέρος σ΄ αυτούς, καθώς και την εφαρμογή εξ αυτών ηλεκτρονικών αντιμέτρων αλλά και τον συγκεντρωτικό χαρακτήρα ρίψης βομβών συνάγεται ότι και οι τρεις επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν όχι με μαζική διέλευση όλων των αεροσκαφών αλλά κατά κύματα 15 – 20 μονάδων με μικρή υψομετρική διαφορά μεταξύ τους ανά χρονικά διαστήματα 1,5 έως 2 λεπτά της ώρας. Ο δε δεύτερος βομβαρδισμός, που έγινε λίγο ανατολικότερα του πρώτου δεν ήταν και τόσο επιτυχής. Ίσως αυτό να οφειλόταν σε κακή χαρτογράφηση για νυκτερινή προσβολή στόχων αλλά και ούτε το φαινόμενο του πύρινου ανεμοστρόβιλου επαναλήφθηκε. Ο τρίτος ήταν και ο λιγότερο επιτυχής.
– Εκ των συνεπειών των τριών βομβαρδισμών που ακολούθησαν, αλλά και των απωλειών που σημειώθηκαν, κρίνεται ανεπιφύλακτα η πλήρης επιτυχία της επιχείρησης. Ταυτόχρονα όμως αποκαλύπτεται αφενός η γερμανική αδυναμία της έγκαιρης προειδοποίησης προσέγγισης αεροσκαφών καθώς και η πολύ περιορισμένη αντιαεροπορική κάλυψη που διέθετε το Αμβούργο. Είναι γεγονός ότι η επιχείρηση ξεκίνησε με περιορισμένους συνήθεις βομβαρδισμούς που ίσως να μην προκάλεσαν στους Γερμανούς ιδιαίτερες ανησυχίες. Έτσι οι δύο αυτοί βομβαρδισμοί προκάλεσαν αιφνιδιασμό με συνέπεια να θορυβήσουν έντονα ακόμα και τον Χίτλερ. Μάλιστα ο Άλμπερτ Σπέερ, Γερμανός υπουργός Εξοπλισμού και Πολεμικής Παραγωγής δήλωσε πως τέτοια έξι πλήγματα κλίμακας Αμβούργου αν ακολουθούσαν, θα τερμάτιζαν τον πόλεμο.
– Όσον αφορά στη μανία και το δέος που προκάλεσαν ο συγκεντρωτικός χαρακτήρας αυτών των επιχειρήσεων και τον τεράστιο σε αριθμό βομβών που ερρίφθησαν, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι περί τα τέλη του 1941 η βρετανική Διοίκηση Βομβαρδιστικών αντιμετώπιζε το δίλημμα ή να αποτραβηχτεί από στρατηγικές επιθέσεις κατά του Άξονα ή να στραφεί σε μεγάλους στόχους. Έτσι στράφηκε μεν προς τη δεύτερη άποψη βομβαρδίζοντας αρχικά λιμένες και αεροδρόμια με μεγάλη όμως δυσκολία λόγω της σπουδαίας γερμανικής Διοίκησης Καταδιωκτικών. Η εφεύρεση όμως νέων ηλεκτρονικών συσκευών και η εγκατάσταση αυτών στα βρετανικά βομβαρδιστικά (αρχές του 1943) επέτρεπαν πλέον σ΄ αυτά και για νυκτερινές προσβολές. Συνδυάζοντας και το γεγονός ότι τότε η Γερμανία επιχειρούσε προέλαση στη Σοβιετική Ένωση ενώ στην Άπω Ανατολή κυριαρχούσε ήδη μια αυτοκρατορία συνέβαλαν ώστε ο στρατάρχης Άρθουρ Χάρρις να υπερασπίζεται πλέον τις νυκτερινές προσβολές πόλεων, ίσως και με κάποια δόση απελπισίας, με ολοκληρωτικούς συγκεντρωτικούς, συνεχείς και βαρύτατους βομβαρδισμούς οι οποίοι πλέον δεν ήταν ούτε τυχαίοι, ούτε αδιάκριτοι.