Έφυγε χθες από τη ζωή ο γνωστός στιχουργός Γιάννης Τσατσόπουλος σε ηλικία 64 ετών.
Ο Γιάννης Τσατσόπουλος που ήταν και φιλόλογος έχει γράψει τραγούδια για τον Σωκράτη Μάλαμα, τη Δήμητρα Γαλάνη, τον Ανδρέα Καρακότα και για και την Μελίνα Κανά.
Στην περίπτωση του Σ.Μαλάμα έγιναν μεγάλες επιτυχίες τα τραγούδια «Να βάλω τα μεταξωτά« και «Πιες».
«Ο στιχουργός Γιάννης Τσατσόπουλος, ο φίλος μου ο Γιάννης, έφυγε στα 64 του χρόνια,μετά από μακρόχρονη περιπέτεια της υγείας του, στην οποία είχε πολύτιμους συμπαραστάτες τις αδερφές του και κυρίως την ανιψιά του Μαρία, την οποία θέλω να ευχαριστήσω και δημοσίως.
Ο Γιάννης ήταν τα νιάτα μου στο τραγούδι. Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία, διορίστηκε στη Μέση εκπαίδευση ώσπου συνταξιοδοτήθηκε για λόγους υγείας. Εκτός από στίχους έγραφε και διηγήματα. Το πρώτο στιχάκι του το έγραψε με αφορμή έναν διαγωνισμό ενός περιοδικού(νομίζω ΚΑΙ λεγόταν, αν δεν απατώμαι) κάπου εκεί στα τέλη της δεκαετίας του 80 και πήρε το πρώτο βραβείο. Το πρώτο του διήγημα το έγραψε με αφορμή ένα διαγωνισμό της τσαγερί Ζώγια στη Θεσσαλονίκη και ξαναπήρε το πρώτο βραβείο. Έγραφε κυρίως αν είχε λόγο να γράψει. Ήμουν από τότε θαυμαστής του ταλέντου του», έγραψε μεταξύ άλλων ο Χρίστος Γ. Παπαδόπουλος.
Σε λίγη ώρα ο τελευταίος αποχαιρετισμός στο στιχουργό #Γιάννη_Τσατσόπουλο στα νεκροταφεία Αναστάσεως του Κυρίου στη Θεσσαλονίκη. Εγώ τον αποχαιρετώ με μια παλιά μας στιγμή που δεν θυμαμαι πότε είναι και πού και κανείς δεν υπάρχει πια να μου θυμίσει…Υποθέτω γύρω στο 1995, γυρω στα 30 εγω στα 35 ο Γιαννης.
Ως κατευόδιο του στέλνω #το_χασάπικο_του_λούμπεν, αυτό το τραγούδι που έγραψαν με το Δημητρη Μαρκατόπουλο το 1990-1991 κι ειχα ρίξει μαυρο κλάμα όταν το πρωτακουσα κι ειχα πρασινίσει απο ζήλεια. Δισκογραφήθηκε το 2001 , στα “τραγούδια του χαμένου ποιητή” που εκδόθηκαν απο το Σείριο κι ήταν μια απο τις δυο συμμετοχές του Γιαννη. Πιθανότατα να μην το χεις ξανακούσει ποτέ γιατι τετοια τραγουδια δε χωρανε στο ελληνικο ραδιόφωνο. Άκουσε το σαν καινούργιο κι ας μην ειναι οι δημιουργοί του πια εδώ να το χαρούν.
Γεια σου,Γιαννάκο! Το χώμα, ξέρω, δεν μπορεί παρά να ειναι πιο ελαφρύ απο τη ζωή που έτσι σε σκέπασε.
“Στον ύπνο μου πετούν κορυδαλλοί
και μ’ αγουροξυπνάνε
την ώρα που οι φίλοι μου οι παλιοί
δίτροχα καβαλάνε.
Κατώφλια ντύνονται φιλιά
και κόκκινα γεράνια
σπίτι και ταίρι και δουλειά
χτίζουν την περηφάνια.
Πέντε άδραξαν σφυρί κι αμόνι
για το σήμερα
κι έπινα του καμινέτου αφιόνι
μες στη χίμαιρα
κι άλλοι πέντε με καμβά το κρύο
ήλιους κέντησαν
από το τυφλό λεωφορείο
με χαιρέτησαν.
Ύστερα ως το λυκόφως γέρνω
το κορμάκι μου
ώσπου στο έρεβος καθρέφτη φέρνω
το σαράκι μου.
Με τα μάτια λίμνες της πορφύρας
και φως κάλπικο
βηματίζω σαν λακές στης μοίρας
το χασάπικο.
Στη λερή ταβέρνα στα σφαγεία
βγαίνω Σάββατο
μια πλανόδια φωτογραφία
με το θάνατο.
Πίνω μ’ άλλους δυο απ’ το ποτήρι
και σηκώνομαι
με της εφηβείας τους τη γύρη
φαρμακώνομαι.
ΤΟ ΧΑΣΑΠΙΚΟ ΤΟΥ ΛΟΥΜΠΕΝ, Στίχοι: Γιάννης Τσατσόπουλος, Θεσσαλονίκη 1990-1991