Το κύριο άρθρο του Κώστα Βαξεβάνη από το σημερινό Documento
Για κάποιο λόγο τα παιδιά έχουν έντονη συµµετοχή στις επικοινωνιακές καµπάνιες του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ειδικά όταν ο Μητσοτάκης έχει να αντιµετωπίσει κάποιο επικοινωνιακό φιάσκο, όταν αποτύχει δηλαδή µε τη χρήση των ενηλίκων στις επιλογές του, καταφεύγει στα παιδιά. Τη συνήθεια αυτή του πρωθυπουργού είχε εντοπίσει από το 2019 ακόµη ο γνωστός γραφίστας Jo Di σε ένα δηµοσίευµά του πλήρως στοιχειοθετηµένο (όποιος ενδιαφέρεται ας ρίξει μια ματιά εδώ https://jodi.graphics/5259). Παιδιά σε εκατοντάδες φωτογραφίες με τον πρωθυπουργό, άλλα τ’ αγκαλιάζει, με άλλα βγάζει σέλφι, άλλα τον κοιτάνε απλώς αμήχανα.
Ο Μητσοτάκης φαίνεται να επιχειρεί μέσω των φωτογραφιών να πατήσει στο συναίσθημα, το οποίο δύσκολα βγάζει ο ίδιος κι ακόμη δυσκολότερα το γεννά σε άλλους. Τα παιδιά επιστρατεύονται σαν όχημα συναισθήματος. Ισως πάλι να τα αγαπά υπερβολικά και απλώς δεν μπορεί να το κρύψει.
Στην παρουσίαση του αναπτυξιακού προγράμματος της ΝΔ για την Ηπειρο που έκανε ο Μητσοτάκης στα Ιωάννινα χρησιμοποίησε μια ακόμη φωτογραφία με παιδιά, στην οποία δεν είχε συμμετοχή. Ηταν μια φωτογραφία του 1961, που απεικονίζει τρία ξυπόλυτα κοριτσάκια στο Μεγάλο Περιστέρι, για την οποία έκανε την εξής αναφορά:
«Τρία κοριτσάκια τα οποία δεν έχουν καν παπούτσια, που όμως έχουν ένα τεράστιο χαμόγελο. Μέσα από αυτή τη φωτογραφία νομίζω ότι είναι το καλύτερο σύμβολο μίας Ελλάδας η οποία αντέχει, έχει μέλλον, έχει προοπτική και τελικά ξέρει πως μπορεί να κοιτάει ψηλά, σταθερά, τολμηρά, να στοχεύει μόνο μπροστά…»
Η φωτογραφία αυτή είναι μάλλον η αδυναμία του Μητσοτάκη ή με αυτή δηλώνει την ένδεια όχι των ρακένδυτων κοριτσιών αλλά της ευρηματικότητας των επικοινωνιολόγων του. Την ίδια φωτογραφία είχε χρησιμοποιήσει το 2018 σε ομιλία του στη Βουλή λέγοντας περίπου τα ίδια πράγματα:
«Στο γραφείο μου έχω μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του φιλέλληνα φωτογράφου Μπομπ ΜακΚέιμπ. Απεικονίζει τρία κοριτσάκια στο Μεγάλο Περιστέρι στην Ηπειρο το 1961. Δεν φοράνε παπούτσια και τα ρούχα τους είναι μπαλωμένα. Περπατάνε πάνω σε ένα χωματόδρομο και πίσω τους φαίνονται αχνά κάτι χαμόσπιτα, έχουν όμως ένα αστραφτερό χαμόγελο και ένα αισιόδοξο βλέμμα που πετάει σπίθες. Συμβολίζουν την Ελλάδα που δεν το έβαλε κάτω. Που ατενίζει με θάρρος το μέλλον».
Ο Μητσοτάκης επιχειρεί να δώσει μια ρομαντική διάσταση σε αυτό που δείχνει η φωτογραφία, δηλαδή στην ανέχεια και τη φτώχεια, αλλά το πιο χυδαίο είναι ότι το κάνει με την ασφάλεια του ανθρώπου που δεν τα έχει ζήσει ποτέ. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπήρξε ξυπόλυτος μόνο σε παραλίες και πείνασε ενδεχομένως μόνο κατά την επιλογή κάποιας οικειοθελούς δίαιτας για καλύτερο σώμα. Δεν γνωρίζει τι είναι φτώχεια, ενώ αποδίδει μια μεταφυσική διάσταση πάλης και επικράτησης του καλού σε αυτό που είναι μια φυσική λειτουργία ενός αθώου παιδιού, δηλαδή να χαίρεται και να γελά.
Ο πρωθυπουργός δεν είναι ανόητος ούτε επιδεικνύει την έλλειψη ενσυναίσθησης που συχνά του αποδίδουν. Ο Μητσοτάκης λειτουργεί πάνω σε συστημικά πρότυπα που συνυπάρχουν με τον νεοφιλελευθερισμό σε όλο τον κόσμο. Οσο πιο άδικο γίνεται το σύστημα, όσο πιο πολύ εντείνονται οι αντιθέσεις και οι αδικίες τόσο θα επιχειρείται να αποσυνδεθεί από τις αιτίες που τις δημιουργούν.
Το κοινωνικό και πολιτικό αυτό αφήγημα δεν είναι ανόητο αλλά εγκληματικά πονηρό. Γιατί έτσι δεν φταίνε οι πολιτικές επιλογές, οι πολιτικοί όπως ο Μητσοτάκης, αλλά εσύ ο ίδιος που δεν κατασκευάζεις τη χαρά που χρειάζεσαι. Στις new age καπιταλιστικές νοητικές εφευρέσεις το πρόβλημα μετακινείται από τις κοινωνικές αντιθέσεις στο εσωτερικό του ανθρώπου. Η ζωή ανεξαρτητοποιείται από τις υλικές της προϋποθέσεις και εμφανίζεται να εξαρτάται από την καλή ή την κακή διάθεση, την αυτοβελτίωση και διάφορες συνταγές ευτυχίας. Φυσικά όσοι προάγουν αυτές τις θεωρίες είναι αρκετά πλούσιοι και ξεδιάντροποι ώστε να δίνουν συμβουλές επιβίωσης σε αυτούς από τους οποίους στερούν τους πόρους και τις προϋποθέσεις.
Η βιομηχανία της ευτυχίας, που ανθεί ακριβώς στις κοινωνίες που εντείνονται οι αντιθέσεις, καλεί τον άνθρωπο να αναστείλει τις απαιτήσεις του στη ζωή και να κυνηγά την αόριστη ευτυχία που γίνεται εσωτερική υπόθεση. Μοιάζει με τον σκύλο που κυνηγά την ουρά του. Αλήθεια, σκέφτηκε ποτέ ο Μητσοτάκης τα παιδιά του ξυπόλυτα, πεινασμένα, έρμαια της άδικης διαμόρφωσης της κοινωνίας αλλά χαμογελαστά; Μάλλον όχι. Οι συνταγές αυτές είναι για τους άλλους.
Τον Μάιο του 2023 ο Μητσοτάκης σε συνάντηση που είχε με φοιτητές αναφέρθηκε και πάλι στο μοτίβο ζωής που έχει για τους άλλους: «Σκοπός δεν είναι τόσο τα λεφτά αλλά να βλέπουμε τη ζωή με άλλη ματιά, λίγο πιο ολιστικά». Στη δική του «ολιστική» οπτική, ωστόσο, έχει μερικές δεκάδες ακίνητα, τεράστια περιουσία, ενώ διεκδικεί ακόμη και τις επιδοτήσεις μερικών εκατοντάδων ευρώ για τα χωράφια του.
Ο Μητσοτάκης δεν έχει άλλη αντίληψη για τη ζωή που αγγίζει άλλες φιλοσοφικές αναζητήσεις. Εχει αυτή την αντίληψη για τη δική μας ζωή. Θα υποφέρουμε, θα πεινάμε, θα αγανακτούμε, θα βρισκόμαστε πάνω από φέρετρα, αλλά πρέπει να γελάμε για να παράγουμε την αναγκαία αντοχή ως υπόσχεση για το μέλλον.
Η φιλοσοφία Μητσοτάκη μοιάζει με την αντίληψη αυτών που κοιτάνε πρόσωπα παιδιών από την Αφρική και λένε «μπορεί να πεινάνε αλλά είναι ευτυχισμένα». Δημιουργούν δηλαδή μια αντίληψη για επιπόλαιη κατανάλωση, επειδή ο φωτογραφικός φακός έπιασε ένα παιδάκι να γελάει και δεν έπιασε τα άλλα παιδάκια που πεθαίνουν γιατί τα τσίμπησε ένα κουνούπι.
Οι Μητσοτάκηδες του κόσμου δημιουργούν μια μαγική εικόνα για να παραμείνουν οι ίδιοι εικονίσματα για προσκύνημα. Δεν είναι τυχαία η προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη να αποδίδει προσωπική ευθύνη σε τρίτους όποτε η πολιτική του παράγει αδιέξοδα. Ενα θεωρητικό νεφέλωμα ευθύνης που περιλαμβάνει τους πάντες εκτός από τον ίδιο επιχειρείται να καθιερωθεί επικοινωνιακά όποτε τα κάνει θάλασσα. Ο βαλκανικός νεοφιλελευθερισμός τύπου Μητσοτάκη παράγει καθημερινά κοινωνικούς αυτοματισμούς όπου διάφοροι «κακοί», «γραφειοκράτες», «βαρίδια του δημοσίου» φταίνε και ταυτόχρονα εμφανίζει «λύσεις» life coaching. Για να ζεις καλά δεν χρειάζονται χρήματα αλλά να είσαι χαρουμενάκι και να κλείσεις το κατάλληλο γυμναστήριο.
Πριν από πολλά χρόνια ο Πέτρος Κωστόπουλος κατάφερε να πείσει τμήμα της κοινωνίας ότι η ζωή είναι πολύ μικρή ώστε να την περνάς έχοντας σφιγμένες γροθιές και πρόσωπο. Η ευτυχία βρισκόταν κάπου στο μαλακό υπογάστριο, του οποίου η λειτουργία φαινόταν να κινεί τη γη γύρω από τον άξονά της. Ο Κωστόπουλος δεν είχε πολιτικό δόλο, χρησιμοποίησε απλώς ένα μοντέλο στο οποίο μπορούσε να είναι κυρίαρχος. Σήμερα ο Μητσοτάκης προωθεί το μοντέλο του απολιτίκ αδιάφορου που πρέπει να αναπαράγει την ευτυχία σαν να πρόκειται για εσωτερική αμοιβάδα. Οφείλει δε να εμπνέεται σχεδόν από τη δυστυχία σαν κινηματογραφικός ήρωας στις ασπρόμαυρες ταινίες του Ξανθόπουλου. Κακό σενάριο σε ακατάλληλη εποχή. Γιατί ο Μητσοτάκης είναι πλέον ξυπόλυτος. Στ’ αγκάθια.