Καθείς εφ ω ετάχθη άλλωστε.
Το εργατικό λαϊκό κίνημα, όχι μόνο δεν είναι αντίπαλος του πατριωτικού κινήματος, αλλά για το ίδιο το πατριωτικό κίνημα, ο αγωνιζόμενος λαός, αποτελεί το πρώτιστο πεδίο αναφοράς του.
Εργατικό λαϊκό κίνημα, σημαίνει λαός αγωνιζόμενος για τα δίκια του, και το πρωταρχικό δίκαιο αυτού του λαού, είναι το δικαίωμά του σε μια πατρίδα αδούλωτη και ανεξάρτητη.
γράφει ο Reporto
http://ellinikoforum.blogspot.com/2010/03/blog-post_7981.html
Εργατικό λαϊκό κίνημα σημαίνει, εν δυνάμει και υπό προϋποθέσεις, λαός αγωνιζόμενος για πολιτικές ανατροπές.
Βασική προϋπόθεση αυτών των πολιτικών ανατροπών, είναι ο αγωνιζόμενος λαός να είναι εξοπλισμένος με πολιτικά ανατρεπτικές ιδεολογίες. Οι οποίες ωστόσο θα παραμένουν κενό γράμμα, αν δε συνδυάζονται και με αιτήματα – στόχους που οδηγούν σε πολιτικές ανατροπές.
Όμως η πρώτιστη ιδεολογία αυτού του λαού – του κάθε λαού – είναι η αγάπη του για την ίδια του την πατρίδα.
Ως άλλο προπατορικό «αμάρτημα» τον συνοδεύει από τη γέννησή του μέχρι και το θάνατο.
Και όσο είναι ύπουλο, δόλιο και επικίνδυνα αποπροσανατολιστικό να επιχειρεί κανείς να φέρει σε αντιπαράθεση την πρωταρχική ιδεολογία του κάθε λαού με τις φιλοσοφικές και ταξικές – ιδεολογικοπολιτικές του προσεγγίσεις…
Άλλο τόσο είναι υπονομευτικό να επιχειρεί να αναστείλει την ενεργοποίηση των πατριωτικών του αντανακλαστικών – παραβλέποντας ότι το επιβάλλουν οι ίδιες οι εξελίξεις – προσδοκώντας να εξασφαλίσει προηγουμένως τη γενικότερη ιδεολογικοπολιτική του «ετοιμότητα» έτσι όπως εκείνος την αντιλαμβάνεται.
Οι εξελίξεις δεν περιμένουν τους ονειροπαρμένους να αφυπνιστούν.
Το «βάστα Τούρκο να γιομίσω» δεν είναι στάση ζωής και πολιτικής δράσης.
Όταν τους όρους και τους χρόνους της αντιπαράθεσης σε κεφαλαιώδη προβλήματα τους καθορίζουν οι διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας, τότε έχει κανείς δύο επιλογές:
– η παραιτείται από τη μάχη ξιφουλκώντας κατά πάντων με λογύδρια, κατακεραυνώνοντας τους πάντες για την πολιτική ανετοιμότητα των μαζών.
– η τσακώνει παραμάσχαλα την αξιοπρέπειά του και μπαίνει σ αυτή τη μάχη, μαθαίνοντας να αγαπά ακόμα και τα λάθη του, εφ όσον αφ΄ξνει τον εαυτό του να διδαχθεί από αυτά.
Οι λαοί άλλωστε πάντα διδάσκονταν περισσότερα από τη δράση τους και όχι από τους αυτόκλητους υποβολείς της …επαναστατημένης γνώσης.
ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ: ΟΡΓΑΝΑ ΠΟΥ ΤΟ ΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΛΑΚΕΔΕΣ ΠΟΥ ΤΟ ΥΠΗΡΕΤΟΥΝ
Τα όργανα και οι θεσμοί που τα οχυρώνουν, είναι για την εύκολη δουλειά. Για να νομοθετούν και να καταστέλλουν. Είναι για το μεροκάματο του πολιτικάντη δηλαδή, και για το βιοπορισμό του εκτελεστή των εντολών του.
Για τη βρώμικη δουλειά υπάρχουν οι λακέδες. Τα υποκριτικά ανδρείκελα. Όλοι αυτοί που χάνονται μέσα στο πλήθος για να υποκριθούν πως είναι σάρκα από τη σάρκα του. Στην ουσία αποτελούν ένα επικίνδυνο νεόπλασμα. Μια υπεκφυγή της ιστορίας. Μια απάτη της καθημερινότητας. Μια μαύρη τρύπα στην κοινωνία. Τον πιο ύπουλο εχθρό του λαού αποτελούν, κι ας υποκρίνονται ότι μιλάνε για λογαριασμό του.
Θέλει κότσια όμως να μιλάς για τον αγώνα όλων εκείνων που αντιδρούν και αντιστέκονται για το ψωμί και την πατρίδα τους, για το μέλλον των παιδιών τους. Κι αυτά τα κότσια τα αποχτάς, μόνο αν λιώσεις τη σόλα σου στο πεζοδρόμιο. Με τις πρωτοβουλίες και με τα λάθη σου, με την οργή και την αγανάκτησή σου. Αλλά σε κάθε περίπτωση παλεύοντας και όχι αναμασώντας διαδικτυακές απαντήσεις σε διαδικτυακές προκλήσεις, που ούτε καν αυτές δεν τόλμησες.
Το να μην έχεις τα κότσια δεν είναι κακό. Το να διεκδικείς όμως το ρόλο του κριτή των πάντων εκ του ασφαλούς, το μόνο που καταφέρνεις είναι να αποδεικνύεις περίτρανα πως τα “λιοντάρια με πούπουλα” ήταν, είναι και θα παραμένουν ένα γραφικό στολίδι στην πολύπαθη κοινωνία μας.
Επειδή ωστόσο λέγονται και γράφονται πολλά από επαγγελματίες κριτικούς της πολιτικής και των αγώνων, καλό είναι να ξεκαθαριστούν ορισμένες αλήθειες…
– όχι γιατί οι κουτοπόνηρες αλεπούδες δε θα συνεχίσουν να κάνουν κρεμαστάρια όλα όσα ποτέ τους δεν έφτασαν.
– όχι γιατί η συμπαθέστατη συνομοταξία των ανέξοδων φαφλατάδων θα εκλείψει από την καθημερινότητα όλων μας.
Αλλά γιατί οι αλήθειες που αποσαφηνίζονται, θα συνεχίσουν να βγάζουν κοροϊδευτικά τη γλώσσα, σ΄ όλους εκείνους τους άβουλους και άτολμους που θα συνεχίσουν να περνούν την ώρα τους επιχειρώντας μάταια να τις κακοποιήσουν.
ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΡΩΤΗ:
Το λαθρονομοσχέδιο που η εθνοκτόνος κυρίαρχη πολιτική μετέτρεψε σε νόμο του κράτους, στην πιο ντροπιαστική νύχτα που βίωσε ποτέ το ελληνικό κοινοβούλιο, ούτε αποσπασματικό μέτρο ήταν, ούτε κεραυνό εν αιθρία απετέλεσε.
Ήταν και παραμένει ένα οργανικό κομμάτι μιας πολιτικής συνολικότερης που στοχεύει ευθέως το εργατικό κίνημα, τις υψηλές αξίες αυτού του λαού, αποσκοπεί στην αποδόμηση της Ελληνικής κοινωνίας, αβαντάρει τις λογικές του ενδοτισμού στην εξωτερική πολιτική, προωθεί τα σχέδια της παγκόσμιας διακυβέρνησης, και διευκολύνει τις στρατηγικές επιδιώξεις της Νέας Τάξης.
Υπό το πρίσμα αυτής της προσέγγισης η Επιτροπή Εθνικής Σωτηρίας έθεσε από την πρώτη στιγμή το πλαίσιο της ιδεολογικής και πολιτικής αντιμετώπισής του, και υπό αυτό το πρίσμα επεχείρησε να κρίνει και τη στάση όλων απέναντι στο έκτρωμα.
ΑΛΗΘΕΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗ:
Η καθολική αντίθεση του ελληνικού λαού στο πατριδεμπόριο που επιχειρείται μέσω του λαθρονόμου, είναι σαφέστατα δεδομένη, όπως δεδομένη είναι και η διαφορετικότητα των προσεγγίσεων αναφορικά με τη διαχείριση της αντιπαράθεσης με τους κυβερνητικούς χειρισμούς που το αφορούν.
Αν είχαμε επιλέξει την αναπαυτική θέση του κριτή των πάντων, θα ήταν για όλους εμάς εύκολο να εξαπολύσουμε μύδρους, για όλους εκείνους που «δεν μπόρεσαν» ή «δεν τόλμησαν» να δουν την «αλήθεια» όπως τολμήσαμε ή θελήσαμε να τη δούμε εμείς.
Επιλέξαμε όμως τη δράση. Δύσκολο μονοπάτι η δράση.
Στη δράση δεν αντιπολιτεύεσαι – ακόμα και τον εαυτό σου – επειδή έκανες την κριτική αυτοσκοπό.
Στη δράση συνθέτεις, και κυρίως αγωνίζεσαι.
Στη δράση πολλές φορές είσαι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένος να ακολουθείς τα γεγονότα γιατί δεν έχεις πάντα την πολυτέλεια να καθορίζεις εσύ την ημερήσια διάταξη στο κουβεντολόι της ζωής.
Και κυρίως στη δράση, δεν έχεις κανένα δικαίωμα να αποκλείσεις από κανέναν το δικαίωμα να είναι Έλληνας πολίτης, ούτε πολύ περισσότερο να του αμφισβητελις το δικαίωμα να αγωνίζεται γι αυτό.
Αυτό και κάναμε. Δεν είδαμε ούτε μια στιγμή τη διαφορετικότητά μας ως εμπόδιο αξεπέραστο, αλλά τη μετατρέψαμε σε πολύτιμο δυναμικό εργαλείο.
Την κάναμε κινητοποιήσεις και στάση ζωής. Γι αυτό άλλωστε υπάρχον σήμερα κάποιοι που τρώνε τη σκόνη των κινητοποιήσεων και καταπιάνονται με κριτικές βαρύτητας σαράντα καρδιναλίων για το .χρώμα αυτής της σκόνης. Αυτή είναι η μοίρα τους άλλωστε. Να αμπελοφιλοσοφούν και να τρώνε τη σκόνη. Αν είχαν τα κότσια να είναι πρωταγωνιστές, θα τη δημιουργούσαν με τη δράση τους. Δε θα την έτρωγαν κρίνοντας εκ του ασφαλούς τη δράση άλλων.
ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΡΙΤΗ:
Το λαθρονομοσχέδιο έγινε νόμος. Αλλά την ψυχή αυτού του λαού την εθνική συνείδηση του οποίου επιχειρεί να ξεριζώσει, όχι μόνο δε θα την κατακτήσει ποτέ, αλλά τη δικαιολογημένη αγανάκτησή του θα την μετατρέπει σε δράση για την κατάργησή του στην πράξη.
Και θα τον καταργήσει αυτός ο λαός. Ο ίδιος λαός που δε συμμετείχε στις κινητοποιήσεις όπως θα θέλαμε. Αυτός που ξέρει να ξεσηκώνεται όταν ο κόμπος φτάνει στο χτένι, κι ας ξανακάθεται στον καναπέ του μόλις ο κόμπος ξεπεραστεί, μέχρι να εμφανιστεί ο επόμενος.
Δυστυχώς ή ευτυχώς η ιστορία του εργατικού κινήματος και του λαϊκού κινήματος γενικότερα, δεν είναι ελαστικό κορμάκι για όλα τα σώματα.
Και η αναφορά σ αυτή την ιστορία, δεν αποτελεί φάρμακο δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν.
Πολύ δε περισσότερο όταν πρόκειται για κατά παραγγελίαν αναφορά. Και ακόμα χειρότερα όταν έχουμε αποφασίσει προκαταβολικά τι θέλουμε να αποδείξουμε, και εκ των υστέρων καταφεύγουμε τσιτατολογώντας στην ιστορία του εργατικού – λαϊκού κινήματος, αναζητώντας επαναστατικό άλλοθι και αποκούμπι.
Και αυτή η ιστορία του εργατικού – λαϊκού κινήματος, που δεν ήταν ευθύγραμμη, έχει και εξεγέρσεις, έχει και επαναστάσεις, έχει και ανατροπές, δυστυχώς έχει και καναπέδες. Κι όποιος αυτό δεν τολμά να το δει γιατί κάποιοι του είπαν πως όσο πιο φανφαρώδικα μιλά για την επανάσταση, τόσο πιο εύκολα θα καταλάβει στον ύπνο του τη Βαστίλη, απλά πελαγοδρομεί. Ταυτόχρονα έχει υποτιμήσει ανεπίτρεπτα τις δυνατότητες και τα μέσα που έχει το πολιτικό σύστημα να καθηλώνει στους καναπέδες.
Βαθειά μας πεποίθηση, είναι πως η όξυνση της οικονομικής κρίσης διευκολύνει την αφύπνιση των μαζών.
Η προσφυγή του πολιτικού συστήματος στην περαιτέρω συρρίκνωση των δημοκρατικών ελευθεριών και την καταστολή, θα εξάψει ακόμα περισσότερο την οργή των εργαζομένων.
Επιδίωξή μας είναι τα αιτήματα του λαϊκού κινήματος να πολιτικοποιηθούν έτι περαιτέρω. Οι αγωνιστικές διαθέσεις αυτού του λαού που στις μέρες μας ξεχύνεται στους δρόμους αντιδρώντας στα μέτρα εξόντωσης, δεν έχουν ανάγκη από λιβανωτούς και βαθυστόχαστες κουραδολογίες.
Αν αυτός ο αγώνας μείνει στη λαγνεία του αιτήματος, τότε θα ξεφουσκώσει την επόμενη μέρα στην πρώτη «παροχή» που θα κληθεί να τον εκτονώσει.
Αν αυτός ο αγώνας δε συνδυαστεί με γενικότερα πολιτικά αιτήματα, πολιτικής ανατροπής και εθνικοανεξαρτησιακού χαρακτήρα που εκ των πραγμάτων τίθενται στην ημερήσια διάταξη, τότε θα ξεφουσκώσει σαν τρύπιο ασκί.
Και θα ξεφουσκώσει γιατί απλά θα τον τροφοδοτεί το πρόβλημα… και όχι το αίτημα.
Αλλά ποιος να καταλάβει τη σημασία αυτής της διαφοράς.
Κι όσο αυτή την αλήθεια δε θα την κατανοούν οι αμπελοφιλόσοφοι των δήθεν «πολιτικών» αναλύσεων, θα αποδεικνύονται απλά ανεπαρκέστατοι και λίγοι.
Η Επιτροπή Εθνικής Σωτηρίας, δεν επέλεξε να ηγηθεί. Προσπάθησε να εμπνεύσει το κίνημα σ έναν αγώνα αγνό και όμορφο.
Δεν επεδίωξε να αντικαταστήσει το κίνημα. Επιχείρησε να συμπληρώσει τις επεξεργασίες, τις ιδέες και τους στόχους του, με τα επίκαιρα ζητήματα που υποθηκεύουν το μέλλον του τόπου.
Αλλά και.
Δεν αρκέστηκε στο ρόλο της κλασομπανιέρας. Τόλμησε να διατυπώσει προτάσεις για γενικευμένη απειθαρχία, για πολιτική αντίσταση, για φορολογική επανάσταση των ελλήνων πολιτών.
Δε φοβάται τη σύγκρουση με την αντιπρόταση. Αλλά θεωρεί άθλιο το μηδενισμό.
Δεν επέλεξε να γίνει λακές του συστήματος. Τόλμησε να το αμφισβητήσει.
Δεν επέλεξε πρακτικές σεχταρισμού και εσωστρέφειας την ώρα της δράσης. Μπήκε στη δράση με όποιο τρόπο μπορούσε.
Και το σημαντικότερο.
Έχει μόνο δυό μήνες ζωής και τους πήρε και τα σώβρακα.
Κι αν κατάφερε να έχει μια συμβολή – την όποια συμβολή – στην ανάδειξη των εφιαλτικών για τον τόπο συνεπειών του λαθρονόμου και όχι μόνο, είναι γιατί δεν έφτυσε το κίνημα αλλά το κάλεσε στη δράση.
Και κυρίως γιατί δεν επέλεξε το ρόλο του πολιτικού λακέ στην υπηρεσία του συστήματος, αλλά την αντιπαράθεση μαζί του.