Ισόνομη αξιοκρατική δημοκρατία: Ένα νέο πολίτευμα

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

20120501-110324.jpgΝικόλαος Ηλ. Μουτσόπουλος
Πρώτο μέρος
Ισόνομη αξιοκρατική δημοκρατία
ένα νέο πολίτευμα
Ελάχιστες αναγκαίες διαπιστώσεις για την σημερινή δομή του συστήματος.
Από την επομένη της μεταπολίτευσης οι Έλληνες περίμεναν από τα πολιτικά κόμματα, εκτός από την ψήφιση πολυάριθμων και προκλητικών προνομίων για τους πολιτικούς, να τεθούν στη βουλή τα κρίσιμα ερωτήματα που θα καθόριζαν μια σαφή και ισόνομη πορεία όλων των Ελλήνων προς την κατεύθυνση που η πλειοψηφία του λαού θα αποφάσιζε.
Ένα πολιτικό ερώτημα που δεν ετέθη ποτέ στην βουλή ενώ επί δεκαετίες όλοι περιμέναμε να συζητηθεί και να απαντηθεί είναι: Αν η οικονομία θα πρέπει να επιχειρείται από το δημόσιο ή από τον ιδιωτικό τομέα.
Αν ο Ελληνικός λαός, ακούγοντας τις προτάσεις, αποφάσιζε το δεύτερο, θα έπρεπε να αρθεί η απαξίωση και η ανισότητα με την οποία το σύνολον των κομμάτων και η δημόσια διοίκηση αντιμετωπίζουν τον ιδιωτικό τομέα.
Αν αποφάσιζε το πρώτο, τότε να στοιχηθούμε όλοι πίσω από την ολοκληρωτική ιδεολογία για να μας οδηγήσει στον σοβιετικό παράδεισο.
Επειδή όμως: ότι είναι αντιφατικό είναι υποβολιμαίο, πρέπει να αναζητήσουμε τον πραγματικό λόγο της παγκόσμιας αυτής πολιτικής ευρεσιτεχνίας της ασάφειας και τότε θα

αντιληφθούμε ότι μάταια περιμένουμε επί τόσες δεκαετίες τα κόμματα της μεταπολίτευσης να θέσουν στη βουλή αντίστοιχα κρίσιμα πολιτικά ερωτήματα δημοσίως.
Μπορούμε όμως να τα θέσουμε εμείς οι πολίτες. Ας αναρωτηθούμε λοιπόν: Πρέπει δημόσιος και ιδιωτικός τομέας στην οικονομία να διέπονται από ισότιμους εργασιακούς και οικονομικούς κανόνες; ή θα πρέπει να διατηρηθούν τα ειδικά προνόμια, η ευνοιοκρατία, η αναξιοκρατία, η αδιαφάνεια και η ασυλία που απολαμβάνει το ευρύτερο δημόσιο;
Επειδή η απάντηση είναι αυτονόητη σε ένα τέτοιο καθαρό ερώτημα γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν το θέτουν ποτέ.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο γίνεται η εσκεμμένη παραπλάνηση των πολιτών και εφαρμόζεται η χωρίς ενιαίες αρχές και κανόνες για όλους αντιφατική ανισόνομη πολιτική τους. Διότι έχουν αποφασίσει κατ’ αρχήν προνόμια δι’ εαυτούς και ημέτερους για τα οποία θα πρέπει να επιβαρύνονται οι υπόλοιποι μη προνομιούχοι Έλληνες, παραβιάζοντας κάθε έννοια ισονομίας και αξιοκρατίας.
Γνωρίζοντας λοιπόν ότι η εφαρμογή της ισονομίας θα πλήξει και τα δικά τους προνόμια, δεν πρόκειται να θέσουν τέτοια ουσιαστικά ερωτήματα ούτε να εφαρμόσουν την ισονομία.
Πριν φθάσω στις προτάσεις μου, ένα ερώτημα ακόμα που η σωστή απάντησή του θα απεικονίσει τις υπάρχουσες πολιτειακές αρρυθμίες, είναι:
ΠΟΙΕΣ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΘΕ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΕΝ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΜΑΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑ; ΚΑΙ ΠΟΙΑ ΤΑ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΙΝΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΑΝΙΚΑΝΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ;
Ας δούμε τις αξίες του συντάγματος:
Επειδή πολλοί πολιτικοί επικαλούνται την πολιτική σταθερότητα ως την ενδεχόμενη κεντρική αξία του συντάγματος, θα αναφερθώ πρώτα σ’ αυτήν.
Η σταθερότητα όμως από μόνη της δεν αποτελεί αξία. Η όποια αξία, περιέχεται στο πολιτικό περιεχόμενο που περικλείει αυτή η σταθερότητα. Ένα πολιτικό περιεχόμενο που μας κρατά σταθερά στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης. Άλλωστε, πολιτική σταθερότητα μπορεί να έχει και μια ολοκληρωτική ιδεολογία που δεν επιτρέπει την άλλη άποψη, ή ένα υπερπροστατευόμενο με ειδικά προνόμια ερμητικά κλειστό πολιτικό σύστημα εξουσίας όπως το δικό μας, που κάνει απαγορευτική την γνωστοποίηση κάθε νέας πολιτικής πρότασης που δεν το συμφέρει. Δεν νομίζω λοιπόν πως αυτού του είδους η σταθερότητα αποτελεί αξία ενός συντάγματος.
Όσο για τις υπόλοιπες, οι περισσότερες αξίες που περιέχονται σ’ ένα δημοκρατικό σύνταγμα, αναφέρονται ονομαστικά και στο υπάρχον. Στην εφαρμογή τους όμως σχεδόν καμία από αυτές δεν υλοποιείται πλήρως όπως συμβαίνει σε μια προηγμένη δημοκρατία με σαφή διαχωρισμό και ανεξαρτησία μεταξύ τους των τριών εξουσιών. Η δημοκρατία στην χώρα μας παραμένει ελλειμματική χωρίς το ουσιαστικό περιεχόμενο της σημαντικότερης αξίας της. Η ισονομία, ακρογωνιαίος λίθος κάθε δημοκρατίας, παρεμποδίζεται από την ελλιπή διατύπωση των άρθρων του συντάγματος. Τα αντιφατικά έως μεροληπτικά υπέρ προνομιούχων συντεχνιών νομοθετήματα της βουλής που επιμένουν να καταστρατηγούν την επιταγή του συντάγματος περί ισονομίας. Την θεσμοθετημένη αδυναμία της δικαιοσύνης να παρεμποδίσει την ενιαία νομοθετικοεκτελεστική μας εξουσία από αυτήν την συνταγματική παρανομία, δεδομένης της ανυπαρξίας συνταγματικού δικαστηρίου. Την αδυναμία απόδοσης δικαιοσύνης για όλα τα μεγάλα κοινωνικά και οικονομικά εγκλήματα που αποδεδειγμένα διεπράχθησαν εις βάρος του κοινωνικού συνόλου.
Η «ελεύθερη» έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας για το σύνολον των πολιτικών προτάσεων που διατυπώνει η κοινωνία είναι γράμμα κενό περιεχομένου αφού τα αμέτρητα προνόμια των κομμάτων, οι πολυέξοδοι επικοινωνιακοί κομματικοί μηχανισμοί, η πανάκριβη εκλογική διαδικασία που φρόντισαν να δημιουργήσουν, τα υπέρογκα ποσά χρηματοδότησης που φρόντισαν να εισπράττουν από τον φορολογούμενο και μάλιστα προκαταβολικά για να ευνοούνται μόνο τα υπάρχοντα κόμματα από το ολιγοπώλιο της πληροφόρησης και άτυπο συγκυρίαρχο της εξουσίας, τους εξασφαλίζουν την αποκλειστικότητα σ’ αυτήν και αποκλείουν στην πράξη την γνωστοποίηση των πολιτικών απόψεων κάθε ανεξάρτητου πολίτη που έχει να συνεισφέρει μια νέα θετική πρόταση δημοκρατικής αλλαγής του συστήματος. Έτσι ο κάθε ψηφοφόρος, χωρίς την δυνατότητα ενημέρωσης για το σύνολον των πολιτικών προτάσεων συμπεριλαμβανομένων και των αποκλεισμένων επικοινωνιακά πολιτών, προσέρχεται στις κάλπες και ουσιαστικά υπογράφει μια λευκή επιταγή στην ίδια πάντα ανακυκλούμενη κλειστή εξουσία, δίνοντάς της ταυτόχρονα προκαταβολικά άφεση αμαρτιών για ότι αρνητικό ήθελε προκύψει, αφού αυτή, έχει την δυνατότητα να παραγράφει αναδρομικά κάθε έγκλημά της. Η αυτονόητη για κάθε πολίτη έννοια ότι η δικαιοσύνη πρέπει να απονέμεται ισόνομα χωρίς να εξαιρεί την εξουσία με επαίσχυντα συνταγματικά άρθρα όπως το 85, δεν φαίνεται να είναι αποδεκτή από την εξουσία και αυτό το γεγονός το έχουν διαπιστώσει οι πολίτες. Αν όμως τα κόμματα παρανομούν και αυτοεξαιρούνται της ισονομίας, τότε σε τι διαφέρουν από τις συμμορίες;
Όμως ακόμα και όταν οι πολιτικές επιλογές του πολίτη περιορίζονται αντιδημοκρατικά σ’ αυτήν την κλειστή και εν πολλοίς ανεξέλεγκτη εξουσία, πόσο ελεύθερα εκφράζεται η
λαϊκή κυριαρχία όταν ποδηγετείται με παραπλανητικές
υποσχέσεις; Εκμαυλίζεται με ανήθικα προνομιακές παροχές σε επιλεγμένες συντεχνίες; Εξαγοράζεται με χιλιάδες αναξιοκρατικούς διορισμούς ημετέρων σε θέσεις αργομισθίας; Με αποτέλεσμα να κυριαρχεί η αναξιοκρατία και η διαφθορά σε κλειστά κυκλώματα του δημοσίου.
Με αυτό το σύνταγμα και την εφαρμοσθείσα πολιτική πρακτική όλες οι πολιτειακές αξίες νοθεύτηκαν. Οι επικοινωνιακοί, ελεγκτικοί, ακυρωτικοί και επανορθωτικοί μηχανισμοί της δημοκρατίας που έπρεπε να λειτουργούν πλήρως, θεσμικά και ανεξάρτητα, εξουδετερώθηκαν και έχουν αντικατασταθεί από αντιδημοκρατικές πρακτικές στις οποίες ευρύχωρα στεγάζονται: Η ανισονομία. Η ευνοιοκρατία. Η αδιαφάνεια. Η διαφθορά. Η αναξιοκρατία.
Άρα το πολιτικό μας σύστημα έχει σοβαρά δημοκρατικά ελλείμματα.
Αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και πολιτική αξιοπιστία.
Όταν η αμείλικτη πραγματικότητα επιβάλλει στους διαχειριστές του συστήματος, είτε να ζητήσουν συγνώμη από τον Ελληνικό λαό για τις αδιέξοδες επιλογές που μια ζωή υπηρετούσαν και να πάνε σπίτι τους , είτε να προσποιηθούν ότι μόλις τώρα είδαν το «φώς το αληθινό» και «ότι θα αλλάξουν!», αυτοί επιλέγουν το δεύτερο.
Κατ’ αρχήν κανείς δεν θα διαφωνούσε με την προσαρμογή τους στην σωστή πολιτική κατεύθυνση αν δεχόμαστε ότι ο πολιτικός δεν πρέπει να κρίνεται για την μακροχρόνια και επαναλαμβανόμενη πολιτική του ανεπάρκεια και ότι ελέω κλειστού πολιτικού συστήματος, όπως το δικό μας, πρέπει να το ανεχόμαστε ώσπου επί τέλους να μάθει αυτά που ήδη ξέρει από καιρό ο κάθε πολίτης.
Το κατά πόσον όμως ένας πολιτικός «νομιμοποιείται» λογικά και ηθικά να παραμένει στην ενεργό πολιτική όταν αλλάζει ριζικά τις μακροχρόνιες βασικές πολιτικές του κατευθύνσεις, είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απασχολήσει τους ψηφοφόρους.
Ένα άλλο πιο πρακτικό ερώτημα είναι το κατά πόσον είναι ικανός να εφαρμόσει όλα αυτά που επί τόσα χρόνια εξοργιστικά δεν κατανοούσε.
Ποιος θα κάνει την αλλαγή
Κατά την γνώμη μου καμία ουσιαστική αλλαγή δεν πρόκειται να γίνει από τους σημερινούς διαχειριστές κυρίως διότι, βολεμένοι μέσα στα προνόμιά τους, δεν την θέλουν.
Η αλλαγή θα προέλθει από την αυξανόμενη έκφραση αμφισβήτησης συνολικά του πολιτικού μας συστήματος από σημαντική μερίδα πολιτών που καταδεικνύει ότι υπάρχουν ανεξάρτητα σκεπτόμενοι πολίτες που αναγνωρίζουν το αδιέξοδο των μεταπολιτευτικών πολιτικών, έχουν διαπιστώσει την πολιτική αναξιοπιστία των κομμάτων για εφαρμογή της ισονομίας, την αναξιοπιστία των επανειλημμένων διακηρύξεών τους για ουσιαστική αντιμετώπιση των τεραστίων προβλημάτων που οι ίδιοι δημιούργησαν προκειμένου να εξαγοράσουν χρόνο παραμονής τους στην εξουσία. Έχουν διαπιστώσει ότι οι δημιουργοί του προβλήματος δεν είναι δυνατόν να διαχειρίζονται την λύση του και δεν εξαπατώνται πλέον να χρησιμοποιούνται μόνο ως ο επικυρωτικός μηχανισμός νομιμοποίησης του συστήματος.
Όταν η αμφισβήτηση αυτή γενικευτεί σε πλειοψηφία και υπεύθυνες πλέον, γενικά αποδεκτές προτάσεις, δημιουργήσουν μια νέα πολιτική έκφραση που θα τις στηρίξει, τότε θα επιβληθεί αυτή η απολύτως αναγκαία για την ολοκλήρωση της δημοκρατίας μας θεσμική αλλαγή.
Οι δικές μου προτάσεις:
Με τις προτάσεις που ακολουθούν στην συνέχεια στο δεύτερο απόσπασμα του βιβλίου, μορφοποιώ σε συγκεκριμένες πολιτειακές μεταρρυθμίσεις, την προσδοκία των πολιτών για μια ευνομούμενη δημοκρατία, τις βασικές αξίες της οποίας κανένα κόμμα δεν αντιπροσωπεύει.
Ελπίζω, καταγράφοντας απόψεις απαλλαγμένες από την τροχοπέδη του πολιτικού κόστους ή των ατομικών συμφερόντων, να προβληματίσω όσους αναγνώστες του παρόντος αναζητούν κρατική αποτελεσματικότητα και θετικές πολιτικές λύσεις, «δείχνοντας» την ανάγκη και την κατεύθυνση μιας ριζοσπαστικής θεσμικής αναδιάταξης της χώρας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ