Με ταχύτατους ρυθμούς συνεχίζονται οι έρευνες για τις συνθήκες θανάτου της Μαλένας και της Ίριδας μετά την αποκάλυψη ότι η 9χρονη αδελφή τους Τζωρτζίνα έχασε τη ζωή της από τα χέρια της ίδιας της μητέρας τους. Δύο εισαγγελικοί λειτουργοί και οι αξιωματικοί του Τμήματος Ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας Αττικής έχουν αναλάβει να ρίξουν φως στον θάνατο των δύο κοριτσιών μέσα σε διάστημα 20 μηνών, από τον Ιούλιο του 2019, όταν πέθανε η 3,5 ετών Μαλένα, έως τον Μάρτιο του 2020, όταν άφησε την τελευταία της πνοή η μόλις έξι μηνών Ίριδα.
Οι δικογραφίες για τους θανάτους των δύο κοριτσιών έχουν ανασυρθεί από το αρχείο, ενώ οι σχετικοί φάκελοι έχουν διαβιβαστεί στο Τμήμα Δίωξης Ανθρωποκτονιών της Αθήνας. Σε συνεννόηση με τους δύο εισαγγελείς οι αξιωματικοί άρχισαν χθες να παίρνουν καταθέσεις από μάρτυρες. Πρόσωπα «κλειδιά» θεωρούνται ένας άνδρας στον οποίο είχε απευθυνθεί η Ρούλα Πισπιρίγκου, συγγενικά της πρόσωπα και οι ιατροδικαστές που θα απαντήσουν στα εύλογα ερωτήματα ως προς τα αίτια θανάτου των δύο κοριτσιών.
Σημαντική κρίνεται η μαρτυρία του άνδρα που εργάζεται σε εταιρία ασφαλείας υψηλών προσώπων, στον οποίο είχε απευθυνθεί η μητέρα των παιδιών. Μάλιστα, ο εν λόγω φέρεται ότι ήταν στενός φίλος του δολοφονημένου πυγμάχου Τάσου Μπερδέση. Οπως έχει αποκαλύψει ο ίδιος, μετά τα πρώτα δημοσιεύματα για τις συνθήκες θανάτου των παιδιών συνάντησε την Πισπιρίγκου δύο φορές, παρουσία συγγενικών της προσώπων.
Αρχικά η 33χρονη του ζήτησε να αναλάβει την προστασία της, ενώ στη συνέχεια τον είχε ρωτήσει πώς γίνονται οι ανακρίσεις στο Τμήμα Ανθρωποκτονιών. Μέσω του προσώπου αυτού η Ρούλα Πισπιρίγκου προσπαθούσε να βρει κάποιον να κάνει κακό στον Μάνο Δασκαλάκη, ώστε να γυρίσει πίσω στην Πάτρα όπου είχε εγκαταλείψει τη συζυγική στέγη και έμενε στην Αθήνα. Το συγκεκριμένο πρόσωπο κατήγγειλε ανώνυμα τα παραπάνω στον Alpha και, όπως προκύπτει, η Πισπιρίγκου τού ζήτησε είτε να πάει ο ίδιος στην Αθήνα είτε να βάλει κάποιον άλλον να… σακατέψει στο ξύλο τον εν διαστάσει σύζυγό της.
«Πήγε να πάρει το κινητό μου»
«Ο θείος της με φώναξε, ενώ του είχα πει ότι δεν μπορώ να βοηθήσω. Παρ’ όλα αυτά, πήγα τελικά στο σπίτι της. Πήγε να πάρει το κινητό μου, της λέω “δεν το ξανακουμπάς, πάμε παρακάτω”. Μου είπε ότι ο Μάνος είναι στην Αθήνα, δουλεύει ταξί, είναι με μια γκόμενα… Της είπα ότι κακώς με πήραν κι ότι δεν έχω κανέναν άνθρωπο για τη δουλειά που ήθελαν» είχε δηλώσει και είχε προσθέσει:
«Μου φάνηκε να είναι σατανική αυτή η γυναίκα. Μου ζήτησε να βρω κάποιον να σακατέψουν τον Μάνο. Φαντάζομαι ότι πίστευε πως στον χώρο μου θα νόμιζε ότι υπάρχουν κακοποιοί. Κάνω φυλάξεις υψηλών προσώπων, αλλά δεν έχουμε τέτοιους ανθρώπους. Μου ζήτησε να κατέβει με οποιονδήποτε τρόπο στην Πάτρα ο Μάνος. Να φάει ξύλο, κάτι τέτοιο».
Επίσης, ο μάρτυρας ανέφερε πως μίλησε για δεύτερη φορά με την κατηγορουμένη, η οποία του είπε: «Τελικά, ξέρω πού μένει, είναι σε μια γκόμενα στην Αθήνα». Εκτός από τον συγκεκριμένο, στο «κάδρο» των ερευνών είναι μέλη της οικογένειας, ιατροδικαστές, κοινωνικοί λειτουργοί, ενώ γίνεται έρευνα και ως προς το ποιοι μπορεί να βοήθησαν την 33χρονη να προμηθευτεί την κεταμίνη.
Στο μεταξύ, η 18η τακτική ανακρίτρια Αθηνών συνεχίζει την έρευνα για την υπόθεση της δολοφονίας της Τζωρτζίνας. Χθες η ανάκριση συνεχίστηκε με τις καταθέσεις γιατρών και νοσηλευτών από το Καραμανδάνειο Νοσοκομείο της Πάτρας, όπου νοσηλεύτηκε η άτυχη μικρούλα. Οπως δήλωσε ο διοικητής της 6ης Υγειονομικής Περιφέρειας, οι καταθέσεις θα συνεχιστούν την Πέμπτη, με νοσηλευτές του Καραμανδανείου και επιστημονικό προσωπικό από την Αθήνα, που θα εξιστορήσουν τι είδαν κατά τη νοσηλεία του άτυχου κοριτσιού.