Χάθηκε η μπάλα, είναι η φράση που ακούγεται στο γαλάζιο στρατόπεδο

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Υπό τις χειρότερες δυνατές συνθήκες ετοιμάζεται να υποδεχθεί το νέο έτος η κυβέρνηση. Μάλιστα, αν και τέτοιες ημέρες πέρυσι ο Κ. Μητσοτάκης διαβεβαίωνε τους πάντες ότι το 2021 θα είναι η χρονιά της «ελευθερίας» από τον κορονοϊό, κυρίως χάρη στο εμβόλιο, αποδεικνύεται τώρα ότι η κατάσταση είναι χειρότερη σε όλα τα μέτωπα.

Ειδικά αυτό που συμβαίνει τις τελευταίες ημέρες δεν έχει προηγούμενο, κάνοντας στελέχη της Ν.Δ. να σηκώνουν τα χέρια ψηλά, ενώ πολλοί βουλευτές που βρίσκονται στις περιφέρειές τους για τις γιορτές αποφεύγουν τις δημόσιες εμφανίσεις, μην έχοντας πειστικές απαντήσεις στα ερωτήματα του κόσμου. Ακόμη κι εάν η μεγάλη μεταδοτικότητα της παραλλαγής Ομικρον προσφέρει τη δικαιολογία για τον νέο συναγερμό που έχει σημάνει, για τις παλινωδίες και το αλαλούμ των μέτρων και του χρόνου εφαρμογής τους -που αφήνουν πολλαπλά εκτεθειμένη την κυβέρνηση-, δεν υπάρχει κανένα άλλοθι. «Εχει χαθεί η μπάλα» είναι η φράση που ακούγεται όλο και πιο συχνά τις τελευταίες ώρες.

Το Μέγαρο Μαξίμου επιχείρησε να κινηθεί με έναν κουτοπόνηρο τρόπο, δίνοντας ως «περίοδο χάριτος» μέχρι και την επομένη της Πρωτοχρονιάς, αλλά ακόμη μια φορά διαπιστώθηκε ότι η διαχείριση που κάνει είναι πρωτίστως επικοινωνιακή, με αποτέλεσμα να πέσει τελικά στο δικό του δόκανο. Και κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει στα σοβαρά τι άλλαξε μέσα σε ελάχιστα εικοσιτετράωρα ώστε να επισπευσθεί η έναρξη των μέτρων, δεδομένου ότι οι ίδιοι οι επιστήμονες της επιτροπής ειδικών προειδοποιούσαν εδώ και πολλές ημέρες για την εκτίναξη των κρουσμάτων.

Τα μέτρα πλήττουν και τους εμβολιασμένους, που έχουν αρχίσει και αυτοί να δυσπιστούν, την ώρα μάλιστα που διεθνώς πληθαίνουν οι επιστημονικές φωνές ότι η Ομικρον φέρνει πιο κοντά τη μετατροπή της πανδημίας σε ενδημικότητα και πάντως φαίνεται ότι ο εμβολιασμός δεν έχει καταφέρει να ανακόψει το κύμα της πανδημίας. Σε ανάλογη απελπισία βρίσκονται και οι επαγγελματίες της εστίασης.

Με τον κ. Μητσοτάκη να φεύγει, εν μέσω αυτού του κλίματος, για διακοπές στα χιονισμένα Ζαγοροχώρια, το σκηνικό και στην υπόλοιπη κυβέρνηση δεν είναι καλύτερο. Οι περισσότεροι υπουργοί έχουν πάθει «αφωνία» και καθένας ασχολείται κυρίως με το δικό του προφίλ, ενώ ακόμη κι εκείνοι που βγαίνουν μπροστά «σπάνε πια τα μούτρα» τους. Χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις των Αδ. Γεωργιάδη και Μ. Βορίδη, που είτε αδυνατούν πλέον να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, μην κρύβοντας τον εκνευρισμό τους, είτε συλλαμβάνονται εκτός τόπου και χρόνου. Ο δε κυβερνητικός εκπρόσωπος Γ. Οικονόμου βλέπει την αξιοπιστία του να έχει πέσει στο ναδίρ και ο καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός Υγείας Θ. Πλεύρης χρεώνεται ήδη τα πρώτα κύματα της αποτυχίας.

Μπαίνοντας το 2022, η εικονική πραγματικότητα, την οποία είχε φιλοτεχνήσει με τη βοήθεια των μέσων ενημέρωσης εδώ και 2,5 χρόνια η κυβέρνηση, έχει πια πολύ σοβαρές ρωγμές. Αν υπολογιστεί ότι η νέα χρονιά κάνει επίσης ποδαρικό με μεγάλες αυξήσεις στα είδη διατροφής, ακόμη και τα πιο βασικά, και με τις τιμές του φυσικού αερίου και του ρεύματος να αλλάζουν κυριολεκτικά τα φώτα σε εκατομμύρια νοικοκυριά που βρίσκονται σε απόγνωση, το μείγμα που απειλείται να διαμορφωθεί είναι εκρηκτικό.

Στην τελευταία του παρέμβαση στη Βουλή ο κ. Μητσοτάκης απέρριψε το αίτημα για εκλογές, επικαλούμενος την πολιτική σταθερότητα. Ομως φαίνεται ότι ο πολιτικός χρόνος πυκνώνει, με αποτέλεσμα ολοένα και περισσότεροι να εκτιμούν (και να προετοιμάζονται ανάλογα) ότι το επόμενο διάστημα θα είναι ανοιχτό σε καταιγιστικές εξελίξεις. Η αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας τείνει να εξελιχθεί σε καταλύτη, που θα γίνει ακόμη πιο δραστικός στην περίπτωση που χρειαστεί να ληφθούν ακόμη πιο βαριά μέτρα. Ο κ. Πλεύρης προανήγγειλε επέκταση του υποχρεωτικού εμβολιασμού, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι μερίδα ειδικών πιέζει και για γενικό lockdown, καθώς η πίεση στα νοσοκομεία διαρκώς μεγαλώνει, ενώ καθημερινά δεκάδες υγειονομικοί που νοσούν βγαίνουν εκτός μάχης. Η μείωση της καραντίνας σε πέντε ημέρες είναι ένα ρισκογόνο ημίμετρο, την ώρα που παραμένουν εμμονικά σε αναστολή σχεδόν 7.000 υγειονομικοί που δεν έχουν εμβολιαστεί. Με αυτά τα δεδομένα, η σημερινή κυβέρνηση δεν παίζει απλώς με τη φωτιά, αλλά βρίσκεται στα όρια της πλήρους απώλειας του ελέγχου.

Στα πολιτικά (αλλά και σε επιχειρηματικά) παρασκήνια η συζήτηση που φουντώνει εκ νέου αφορά τις «λύσεις» που μπορεί να δοθούν, εάν επιταχυνθεί η πορεία προς το αδιέξοδο. Πέραν της άρνησης του κ. Μητσοτάκη και της προσωπικής του επιθυμίας να ολοκληρώσει πλήρη τετραετία στον πρωθυπουργικό θώκο, η προσφυγή στις κάλπες (που για κάποιους πάντως θα καταστούν αναπόφευκτες μέσα στο πρώτο εξάμηνο της χρονιάς λόγω και του οικονομικού Αρμαγεδδώνα που θα ακολουθήσει σε ευρωπαϊκό επίπεδο) προσκρούει σε σημαντικό βαθμό και στην ιδιαιτερότητα των συνθηκών της πανδημίας.

Από την άλλη πλευρά, όμως, διακινούνται ουκ ολίγα σενάρια για την αναζήτηση λύσης από την υπάρχουσα Βουλή. Η αλήθεια είναι ότι έδρασε πρόσφατα σαν «λαγός» και επ’ αυτού ο Γ. Βαρουφάκης αντιπροτείνοντας στον κ. Τσίπρα ότι μπορεί να σχηματιστεί μια άλλη κυβέρνηση χωρίς να διαλυθεί η Βουλή. Τις συζητήσεις τροφοδότησε περαιτέρω το πρόσφατο άρθρο του υπουργού Επικρατείας Γ. Γεραπετρίτη, που παρέπεμπε στο πρότυπο της κυβέρνησης Παπαδήμου το 2011-2012, αλλά τη μεγαλύτερη αίσθηση προκάλεσε η (πολιτική) παρέμβαση του καθηγητή της Σορβόνης Γρ. Γεροτζιάφα, που ζήτησε από τον κ. Μητσοτάκη να τηλεφωνήσει στον κ. Τσίπρα για να χαράξουν «κοινή στρατηγική», διότι «είμαστε σε εθνική κρίση με την πανδημία». Υγειονομικός σύμβουλος του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Γεροτζιάφας, το είπε αυτό λίγες ημέρες αφότου ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε διαβεί τον Ρουβίκωνα ζητώντας εκλογές. Ως απάντηση (για λογαριασμό και του κ. Τσίπρα, άραγε;) σε αυτή την τάση θεωρείται η καταγγελία που ακολούθησε εκ μέρους του Νίκου Παππά ότι «διάφορα κέντρα» θέλουν να σύρουν τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια κυβέρνηση με «τεχνοκράτη πρωθυπουργό και κόμματα-δορυφόρους».

Νέος παίκτης στο πόκερ συνεργασιών και συγκλήσεων

Και ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο το «μοντέλο Ντράγκι» της Ιταλίας, ύστερα και από την αποχώρηση της Μέρκελ, αναζητά μιμητές, στο εγχώριο πολιτικό πόκερ των συνεργασιών και των συγκλήσεων έχει μπει ως παίκτης καινούργιων απαιτήσεων και το ΚΙΝ.ΑΛ., μετά την εκλογή της νέας ηγεσίας του.

Μάλιστα το δημοσκοπικό «πουσάρισμα» του Νίκου Ανδρουλάκη χρησιμοποιείται ως μοχλός πίεσης προς την αξιωματική αντιπολίτευση, ώστε να βάζει πιο εύκολα νερό στο κρασί της, την ώρα πάντως που εξ αντικειμένου και τα τρία (τουλάχιστον) αυτά κόμματα συμπίπτουν στα βασικά μέτρα -και ιδίως τα εμβολιαστικά- για την αντιμετώπιση της «εθνικής κρίσης» της πανδημίας. Μάλιστα η κριτική που ασκούν οι ηγεσίες ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ. στην κυβέρνηση αφορούν τις «καθυστερήσεις» και την «ατολμία» της στη λήψη μέτρων…

ΔΗΜΟΦΙΛΗ