Πηγή: http://www.spiegel.de/international/business/0,1518,816669,00.html
(Μετάφραση)
Στροφή της Μέρκελ στις Ανανεώσιμες
Το Αυξανόμενο Κόστος της Ενέργειας Θέτει σε Κίνδυνο τη Γερμανική
Βιομηχανία
Την περασμένη άνοιξη η Καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ έβαλε τη Γερμανία σε
τροχιά εξάλειψης των πυρηνικών εργοστασίων και στράφηκε στις
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Τώρα, όμως, αρκετές βιομηχανίες υποφέρουν
καθώς οι τιμές του ηλεκτρικού αυξάνονται ραγδαία. Πολλές εταιρίες
υποχρεώνονται να κλείσουν εργοστάσια ή να μετακινηθούν στο εξωτερικό.
Τα κόκκινα πανώ κρέμονται ακόμα έξω από την πύλη του εργοστασίου
παραγωγής ατσαλιού στην οδό Oberschlesien. Γράφουν: «Κάτω τα χέρια!» ή
«Το εργοστάσιο ατσαλιού του Krefeld πρέπει να παραμείνει!».
Αλλά τώρα είναι αργά. Παρόλα τα πανώ, τις διαδηλώσεις και τις
διαμαρτυρίες , η ThyssenKrupp, η μεγαλύτερη εταιρία παραγωγής ατσαλιού
στη Γερμανία, πούλησε το εργοστάσιο του Krefeld στην Φινλανδική,
ανταγωνιστική της εταιρία Outukumpu πριν 2 εβδομάδες. Ο νέος
ιδιοκτήτης σκοπεύει να σταματήσει την παραγωγή μέχρι το τέλος του
επόμενου έτους, αφήνοντας άνεργους περισσότερους από 400 εργάτες. Η
οικονομική απώλεια για αυτή την πόλη του κάτω Ρήνου θα είναι
σημαντική.
Το κλείσιμο του εργοστασίου στο Krefeld δεν οφείλεται ούτε στον
ανταγωνισμό από την Άπω Ανατολή λόγω χαμηλών ημερομισθίων, ούτε σε
κακή διαχείριση από τα κεντρικά της ThyssenKrupp στο Έσσεν, αλλά
μάλλον στην άστοχη πολιτική της Γερμανικής κυβέρνησης. Αυτή,
τουλάχιστον, είναι η άποψη όσων βάλλονται από το κλείσιμο αυτό. Από
την περασμένη άνοιξη που η κυβέρνηση της Άγκελα Μέρκελ αποφάσισε
ξαφνικά να καταργήσει σταδιακά την πυρηνική ενέργεια (στον απόηχο της
πυρηνικής καταστροφής στη Φουκουσίμα της Ιαπωνίας), η κατάσταση για
τις βιομηχανίες που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες ηλεκτρικής
ενέργειας, έχει γίνει πολύ πιό ρευστή.
Η τιμή της ενέργειας ανεβαίνει και ο κίνδυνος διακοπής του ηλεκτρικού
αυξάνεται. Αλλά η άμεσα απαραίτητη διεύρυνση του δικτύου, καθώς και η
αντικατάσταση των εργοστασίων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και η
ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών, εξελίσονται πολύ αργά. Ένας όλο
αυξανόμενος αριθμός οικονομικών αναλυτών, επιχειρηματικών στελεχών και
αρχηγών συνδικάτων κατηγορούν ξεκάθαρα το συνασπισμό της Μέρκελ, ο
οποίος «ζευγαρώνει» τους συντηρητικούς με τους- φιλικούς προς τις
επιχειρήσεις- Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP). Η κυβέρνηση, όπως λένε,
έχει επιταχύνει την απο-βιομηχανοποίηση.
Η προμήθεια ενέργειας είναι τώρα «ο μεγαλύτερος κίνδυνος της Γερμανίας
ως τόπος για επιχειρήσεις» λέει ο Hans Heinrich Driftmann, πρόεδρος
της Ένωσης Γερμανικών Βιομηχανικών Επιμελητηρίων και Εμπορίου (DIHK).
«Στη Γερμανία πρέπει να ανησυχεί κανείς για το κόστος του
ηλεκτρισμού», προειδοποιεί ο Ευρωπαϊκός Επίτροπος Ενέργειας Günther
Oettinger. Και ο Bernd Kalwa, μέλος του γενικού συμβουλίου εργαζομένων
στην ThyssenKrupp, λέει: «Περίπου 5.000 θέσεις εργασίας είναι σε
κίνδυνο μόνο στην δική μας εταιρία, λόγω της ανεύθυνης ενεργειακής
πολιτικής που επιδιώκεται στο Ντίσελντορφ και το Βερολίνο».
Έλλειψη προσανατολισμού
Σε μακρο-οικονομικούς όρους, η επικείμενη κατάρρευση της βαριάς
βιομηχανίας είναι ακόμα πιό ανησυχητική, επειδή οι χαμένες θέσεις
εργασίας δεν θα αντισταθμιστούν με κάποιο άλλο τρόπο. Δεν έχει
διαφανεί ακόμα το θαύμα της πράσινης οικονομίας που υποσχέθηκε η
ομοσπονδιακή κυβέρνηση οτι θα συνόδευε την νέα ενεργειακή πολιτική της
Γερμανίας. Αντιθέτως, πολλοί κατασκευαστές ανεμογεννητριών και ηλιακών
πάνελ παραπονιούνται οτι οι δουλειές δεν πάνε καλά και απολύουν.
Κάποιες ηλιακές εταιρίες έχουν ήδη κλείσει. Ο περιβαλλοντικός τομέας
αντιμετωπίζει μια σειρά από προβλήματα, τα περισσότερα από τα οποία –
και εδώ είναι η ειρωνεία- οφείλονται στις υψηλές τιμές της ενέργειας.
Εν τω μεταξύ, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι αδύναμη και φαίνεται να
στερείται προσανατολισμού. Ο υπουργός περιβάλλοντος Norbert Röttgen,
μέλος των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) της Μέρκελ και ο υπουργός
οικονομικών Philipp Rösler του (FDP), διαφωνούν επί βασικών θεμάτων.
Ο Röttgen ζητάει αυστηρότερους κανόνες διατήρησης της ηλεκτρικής
ενέργειας, κάτι στο οποίο ο Rösler είναι αντίθετος. Ο Röttgen ήταν
αντίθετος με την απαίτηση του Rösler να κοπούν οι επιδοτήσεις για
ηλιακά, πολύ καιρό πριν τη συμφωνία αυτής της εβδομάδας για μείωση
τέτοιας στήριξης μέχρι και 30%, από το Μάρτιο και έπειτα. Επειδή τα
δύο υπουργεία έχουν τόσο διαφορετική ατζέντα για πάρα πολύ καιρό, οι
γερμανοί αντιπρόσωποι απείχαν για μήνες απο τις ψηφοφορίες κατά τη
διάρκεια συνεδριάσεων ενεργειακής πολιτικής στις Βρυξέλλες.
Και τώρα, το άμεσο κλείσιμο επτά πυρηνικών εργοστασίων τον περασμένο
Μάρτιο επηρεάζει τις προμήθειες, όπως δείχνει το παράδειγμα του
Krefeld. Το εργοστάσιο ατσαλιού χρειάζεται τεράστιες ποσότητες
ηλεκτρικού για να παράγει ανοξείδωτο ατσάλι, το ποίο χρησιμοποιείται
σε προϊόντα όπως οι νεροχύτες και τα αμαξώματα των αυτοκινήτων. Το
μέταλλο θερμαίνεται σε πάνω από 1.600 βαθμούς Κελσίου σε γιγαντιαίους
φούρνους. Ένα και μόνο χυτήριο καταναλώνει σε μία ώρα, περίπου όση
ενέργεια καταναλώνουν 10 νοικοκυριά σε ένα χρόνο. Ο ηλεκτρισμός είναι
το ένα πέμπτο του συνολικού κόστους του εργοστασίου, λέει ο
διευθυντής, Harald Behmenburg.
Η τιμή του ηλεκτρικού όλο και ανεβαίνει. Στο εργοστάσιο του Krefeld, η
τιμή μιας κιλοβατώρας έχει τριπλασιαστεί από το 2000.
Και δεν φαίνεται να σταματάει αυτή η άνοδος. Όταν η Μέρκελ παρουσίασε
την νέα ενεργειακή πολιτική τον περασμένο χρόνο, λέει ο διευθυντής του
εργοστασίου Behmenburg, ο προγραμματισμός για το μέλλον έγινε πλέον
αδύνατος. Συνεχίζει λέγοντας πως είναι αδύνατο να ξέρει κανείς τι θα
συμβεί στο θέμα της προμήθειας και στις τιμές του ηλεκτρικού τα
επόμενα χρόνια. Το εργοστάσιο δεν είχε καμιά πιθανότητα επιβίωσης.
Αυξομειώσεις τάσης και διακοπές ηλεκτροδότησης
Και άλλες εταιρίες μπορεί να έχουν την ίδια μοίρα. Η ενεργειακή
πολιτική του Βερολίνου επηρεάζει όλους τους τομείς της κλασσικής
βιομηχανίας, από τη βιομηχανία ατσαλιού και αλουμινίου μέχρι τη
βιομηχανία χαρτιού και τσιμέντου, καθώς και τη χημική βιομηχανία. Η
βιομηχανία μετάλλου, από παλιά ένας σημαντικός τομέας στη Γερμανία,
ήδη μεταναστεύει σε χώρες με φθηνότερο ρεύμα.
Ο όμιλος GEA, με έδρα το Ντύσελντορφ, έκλεισε τις εγκαταστάσεις
ψευδαργύρου στο κοντινό Ντάτελν. Η Aurubis, ο μεγαλύτερος παραγωγός
χαλκού στην Ευρώπη με έδρα το Αμβούργο, επικρίνει την αύξηση τιμής της
ενέργειας και έχει ανακοινώσει τα σχέδιά της για επενδύσεις στο
εξωτερικό, ιδιαίτερα στην Ασία και τη Νότια Αμερική. Σύμφωνα με
πρόσφατη έρευνα από την DIHK (Γερμανική Ένωση Εμπορικού και
Βιομηχανικού Επιμελητηρίου), περίπου μία στις πέντε βιομηχανικές
επιχειρήσεις σκοπεύει να μεταθέσει τις δραστηριότητές της στο
εξωτερικό, ή το έχει ήδη κάνει. Η έρευνα έδειξε, επίσης, ότι περίπου
60% των βιομηχανιών αυτών, φοβάται για διακοπές ρεύματος ή αυξομείωση
τάσης στο δίκτυο, επειδή η αιολική και ηλιακή ενέργεια είναι ακόμα
πολύ αναξιόπιστες.
Η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει οδηγήσει σε σημαντικά
φαινόμενα μετατόπισης της απασχόλησης στους τομείς της συμβατικής
παραγωγής ενέργειας, καθώς και σε άλλες βιομηχανίες που είναι
ιδιαίτερα ενεργοβόρες» καταλήγει η έκθεση που παρουσιάστηκε σε
συνέδριο στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Παιδείας και Έρευνας πέρυσι. Η
αντιπολίτευση έχει και αυτή αναγνωρίσει τη μεγάλη σημασία του θέματος.
«Κάποιοι πιστεύουν οτι η πράσινη οικονομία είναι το παν, προειδοποιεί
ο Sigmar Gabriel, πρόεδρος του κεντρο-αριστερού Σοσιαλ-Δημοκρατικού
κόμματος (SPD). «Αλλά ξεχνάνε οτι δεν μπορούν να φτιάξουν μια
ανεμογεννήτρια χωρίς ατσάλι, πλαστικό, μηχανολογικά και ηλεκτρολογικά
συστήματα».
Είναι εξίσου σημαντικό να σταθεροποιηθεί το ενεργειακό δίκτυο όσο το
δυνατόν γρηγορότερα, ώστε να αποφευχθούν μπλακ-άουτ. Μέχρι τώρα, η
αξιοπιστία της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας της Γερμανίας ήταν μεγάλο
πλεονέκτημα για την ανάπτυξη επιχειρηματικότητας στη χώρα. Αλλά η
απώλεια αρκετών πυρηνικών εργοστασίων, μαζί με την απρόβλεπτη παραγωγή
ηλεκτρισμού από αιολικές και ηλιακές πηγές, έχουν αλλάξει την
κατάσταση.
Έλλειψη προσανατολισμού στο Βερολίνο
Οι φορείς εκμετάλλευσης των μεγάλων δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας είναι
σε κατάσταση συναγερμού επί εβδομάδες. Η διαχειρίστρια εταιρία TenneT
χρειάστηκε να αντλήσει από τα εφεδρικά αποθέματα. Παρόλα αυτά έχουν
ήδη δημιουργηθεί σοβαρά προβλήματα από διακοπές ρεύματος κλασμάτων
δευτερολέπτου, τις οποίες οι συνηθισμένοι καταναλωτές ούτε
αντιλαμβάνονται, αλλά που δημιουργούν δυσκολίες στη βιομηχανία με
περίπλοκες διαδικασίες παραγωγής. Από τότε που η Μέρκελ εισηγήθηκε τη
νέα ενεργειακή πολιτική, η εταιρία παραγωγής αλουμινίου Norsk Hydro
έχει δηλώσει ζημιές μισού εκατομυρίου ευρώ στα γερμανικά της
εργοστάσια λόγω αυξομείωσης της τάσης. Ακόμα και ελάχιστες διακοπές
ρεύματος μπορούν να μπλοκάρουν τους ευαίσθητους κυλίνδρους της
εταιρίας.
Οι απώλειες θα μπορούσαν να είναι ακόμα μεγαλύτερες αν η Hydro δεν
είχε ήδη μειώσει σημαντικά την παραγωγή στο Neuss, κοντά στο
Ντύσελντορφ. Εδώ και περισσότερο από δύο χρόνια, έχουν κλείσει δύο
γραμμές παραγωγής και από τότε πολλοί από τους 450 εργάτες του
εργοστασίου δουλεύουν μειωμένο ωράριο. Αυτό δεν οφείλεται, όμως, σε
μειωμένες παραγγελίες.
Το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και των εκπομπών CO2 είναι τόσο
υψηλό που οι ενεργοβόρες διαδικασίες στα χυτήρια αλουμινίου δεν είναι
πλέον κερδοφόρες. Περίπου το 50% του γενικού κόστους οφείλεται στην
ενέργεια.
Η διεύθυνση ελπίζει οτι η νομοθεσία που πρόκειται να ψηφιστεί από την
Ευρωπαϊκή Ένωση, τουλάχιστον θα εξαλείψει το κόστος για τις εκπομπής
CO2 ώστε το εργοστάσιο να μπορέσει να επιστρέψει στον κανονικό ρυθμό
παραγωγής του. Αλλά δεδομένης της συνεχιζόμενης, καλπάζουσας αύξησης
του κόστους για ηλεκτρικό, είναι αβέβαιο αν αυτό θα είναι αρκετό,
πράγμα που οδηγεί σε αβέβαιο μέλλον τόσο το εργοστάσιο όσο και τους
εργαζόμενους σε αυτό. Είναι αδιέξοδο, λέει ένας υπάλληλος που συντηρεί
τα χυτήρια που σκουριάζουν στα τεράστια κτήρια του εργοστασίου.
Οι υπεύθυνοι εταιριών που θίγονται, όπως ο Heinrich Hiesinger, γενικός
διευθυντής της ThyssenKrupp, λένε ότι στόχος δεν είναι να αντιστρέψουν
τη διαδικασία κατάργησης των πυρηνικών. Αλλά προσθέτει, η βιομηχανία
«χρειάζεται μια αξιόπιστη βάση. Αυτό που θέλουμε είναι να διατηρήσουμε
την παραγωγή μας στη Γερμανία ανταγωνιστική». Για το σκοπό αυτό, ο
Hiesinger σχεδιάζει να προτείνει ένα είδος συγκριτικής
αξιολόγησης.Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, οι μέσες ευρωπαϊκές τιμές θα
χρησιμοποιούνται ως σημείο αναφοράς για το τι θα πληρώνει η γερμανική
βιομηχανία.
Η αναζήτηση μια εύλογης απάντησης
Ο βιομηχανικός κλάδος ανησυχεί επειδή δεν είναι ξεκάθαρο πώς η
κυβέρνηση σκοπεύει να εγγυηθεί τη διάθεση ηλεκτρικού στο μέλλον.
Αντλιοστάσια υδροηλεκτρικών μονάδων θα πρέπει να κατασκευαστούν έτσι
ώστε να μπορούν να αποθηκεύουν ενέργεια τις περιόδους που ο αέρας και
ο ήλιος είναι περιορισμένοι. Αλλά δεν φαίνεται να ετοιμάζονται
καινούργιες εγκαταστάσεις. Θα πρέπει, επίσης, να δαπανηθούν
δισεκατομύρια σε αξιόπιστα ενεργειακά δίκτυα ώστε να μεταφερθεί ο
ηλεκτρισμός που θα παράγεται από τα αιολικά από την ακτή, στην
βιομηχανική περιοχή του Ruhr, και στις νότιες περιοχές της Βαβαρίας
και του Baden-Württemberg. Αλλά τόσο οι βουλευτές όσο και οι
περιφερειάρχες διαφωνούν στο πού θα πρέπει να τοποθετηθούν αυτές οι
γραμμές και αν είναι απαραίτητο να μπουν όλες υπογείως. Τέλος,
χρειάζονται επειγόντως επιπλέον εργοστάσια που θα καίνε φυσικό αέριο.
Πολύ λίγες εταιρίες, όπως είναι αναμενόμενο, είναι διατεθειμένες να
επενδύσουν σε εγκαταστάσεις που μπορεί να είναι ή μπορεί να μην είναι
κερδοφόρες, ανάλογα με το πού θα φυσάει ο πολιτικός άνεμος.
«Στο Βερολίνο, φαίνεται να πιστεύουν ότι τα θέματα που δημιουργεί το
νέο ενεργειακό σχέδιο θα λυθούν από μόνα τους», διαμαρτύρεται ένας
αντιπρόσωπος εταιρίας. «Δεν υπάρχει καμία ένδειξη συντονισμού των
κομβικών θεμάτων», λέει η Birgit Ortlieb της Ένωσης Καταναλωτών
Βιομηχανικής Ενέργειας της Γερμανίας (VIK), η οποία συμπεριλαμβάνει
πολλές ενεργοβόρες εταιρίες. Ακόμα και βουλευτές από τον κυβερνώντα
συνασπισμό της Μέρκελ παραδέχονται ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί η
κατάσταση έτσι. Ιδιαίτερα ο υπουργός περιβάλλοντος Röttgen προσπαθεί
να κερδίσει χρόνο και χρειάζεται πίεση για να δραστηριοποιηθεί, λέει
ένας οικονομικός αναλυτής του FDP (Κόμμα Ελεύθερων Δημοκρατών). Ο
Thomas Bareiss, συντονιστής ενεργειακής πολιτικής των συντηρητικών της
Μέρκελ, ο οποίος ήταν από την αρχή επιφυλακτικός για τη νέα ενεργειακή
πολιτική της κυβέρνησης, πρότεινε τη δημιουργία ενός νέου υπουργείου
ενέργειας λόγω των συνεχιζόμενων διαφωνειών των υπουργών Röttgen και
Rösler.
Στα κεντρικά γραφεία της ThyssenKrupp στο Έσσεν, οι υπάλληλοι είναι
αποφασισμένοι να μη δεχθούν αμαχητί την ενεργειακή πολιτική της
ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Στις επερχόμενες γενικές εκλογές το 2013 και
πριν τις εκλογές των κρατιδίων, ο Kalwa του εργατικού συμβουλίου της
εταιρίας και οι συνάδελφοί του, σκοπεύουν να πάνε σε κομματικές
συγκεντρώσεις και να ρωτήσουν τους υποψήφιους πώς σκοπεύουν να
ρυθμίσουν την παροχή ενέργειας στη Γερμανία με οικονομικά αποδοτικό
και αξιόπιστο τρόπο.
«Μόνο αυτοί που μπορούν να δώσουν μια αληθοφανή απάντηση μπορούν να
προσδοκούν στην ψήφο μας», λέει το ηγετικό μέλος της ένωσης
μεταλλεργατών.