Ραγδαία εξάπλωση της πανδημίας του κορωνοϊού καταγράφεται στην Τουρκία. Παρά ταύτα ο Τούρκος πρόεδρος δεν φαίνεται διατεθειμένος να επιβάλει γενική απαγόρευση κυκλοφορίας. Τα νοσοκομεία προετοιμάζονται για τα χειρότερα.
Σε καμία άλλη χώρα του κόσμου ο SARS-CoV-2 δεν εξαπλώνεται με τόση ταχύτητα όσο στην Τουρκία. Ενώ όμως οι περισσότερες κυβερνήσεις επιβάλλουν απαγορεύσεις κυκλοφορίας ή επαφών όπως στη Γερμανία, η Τουρκία φαίνεται να ακολουθεί το δικό της δρόμο.
Ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν φαίνεται να επενδύει στην παρούσα φάση περισσότερο στον περιορισμό των διεθνών και περιφερειακών συγκοινωνιών. Επιπλέον έκλεισε εκπαιδευτικά ιδρύματα και πάρκα ενώ μεγάλες εκδηλώσεις ακυρώθηκαν. Απαγόρευση κυκλοφορίας ισχύει μόνον για τους πολίτες άνω των 65 ετών που, λόγω ηλικίας, ανήκουν στις ευπαθείς ομάδας. Οι υπόλοιποι καλούνται να λάβουν προληπτικά μέτρα σε εθελοντική βάση.
Όχι από Ερντογάν και αντιπολίτευση
Το ερώτημα που κυριαρχεί τις τελευταίες μέρες στον δημόσιο διάλογο της Τουρκίας είναι εάν και κατά πόσον είναι αναγκαία εκτεταμένα περιοριστικά μέτρα. Την ώρα που ο υπουργός Υγείας Κότσα προκρίνει την απαγόρευση κυκλοφορίας, ο Ερντογάν εμφανίζεται καταρχήν αντίθετος. Προφανώς ο Τούρκος πρόεδρος δεν θέλει να ρισκάρει πιθανή νέα διολίσθηση της παραπαίουσας από το καλοκαίρι του 2018 τουρκικής οικονομίας.
Τις θέσεις Ερντογάν στηρίζει μάλιστα και η τουρκική αντιπολίτευση. Σε δηλώσεις της προς τη Deutsche Welle η βουλευτής του CHP και επιδημιολόγος Ουσλουέρ επισήμανε ότι η απαγόρευση κυκλοφορίας δεν είναι καθοριστικής σημασίας. Πολύ σημαντικότερες είναι οι κοινωνικές πτυχές. «Υπάρχουν άνθρωποι που πρέπει να πάνε στη δουλειά. Πρέπει να αποτρέψουμε το ενδεχόμενο απολύσεων και να προστατεύσουμε τους εργαζομένους».
Με κριτική διάθεση αντιμετωπίζει ενδεχόμενη γενική καραντίνα και ο γενικός γραμματέας του τουρκικού Ιατρικού Συλλόγου ΤΤΒ Γιλμάζ. Σύμφωνα με τους κανόνες της επιδημιολογίας, όπως λέει, ενδείκνυται περισσότερο η σωστή απομόνωση ασθενών και όχι απαραίτητα η γενική απαγόρευση κυκλοφορίας.
«Ίσως αύριο να΄ ναι αργά»
Ανάμεσα στους πιο ένθερμους υποστηρικτές της πρότασης για επιβολή γενικής απαγόρευσης είναι ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης Ιμάμογλου. «Η Κων/πολη είναι από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές του κόσμου. Η ταχύτητα μετάδοσης (του κορωνοϊού) είναι πολύ μεγάλη. Γι΄ αυτό και θα έπρεπε να αποφασιστεί απαγόρευση εξόδου. Εάν δεν επιδείξουμε θάρρος σήμερα, ίσως αύριο να΄ ναι αργά».
Σε παρόμοια μήκος κύματος και ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Helmholtz στο Πολυτεχνείο της Δρέσδης Καγκάν Κιζίλ. Ο τουρκικής καταγωγής νευρολόγος θεωρεί απολύτως αναγκαία την επιβολή περιοριστικών μέτρων για τον περιορισμό της εξάπλωσης. «Γνωρίζουμε ότι οι φρικτές καταστάσεις σε Ιταλία, Ισπανία και εν μέρει στις ΗΠΑ οφείλονται στο ότι δεν επιβλήθηκαν επαρκή μέτρα social distancing. Μέχρι στιγμής η Τουρκία δεν έχει επιβάλλει αυστηρά μέτρα καραντίνας. Η πλειονότητα των πολιτών μπορεί και μετακινείται ακόμη ελεύθερα».
Παράδειγμα προς μίμηση η Γερμανία;
Διάσταση απόψεων δεν υπάρχει μόνον επί της προτεινόμενης απαγόρευσης κυκλοφορίας. Η τουρκική κυβέρνηση επικρίνεται και για το γεγονός ότι πραγματοποιεί ελάχιστα τεστ σε ύποπτα περιστατικά. Σύμφωνα με τις αρχές, καθημερινά πραγματοποιούνται περί τα 77.000 τεστ. «Δεν είναι αρκετά», προειδοποιεί ο επιστήμονας Κιζίλ. «Τα τεστ είναι σημαντικά για την πρόληψη. Οι ασθενείς πρέπει να απομονώνονται». Σύμφωνα με τον ίδιο, η ραγδαία εξάπλωση μπορεί να αποτραπεί μόνον όταν καταγράφονται συστηματικά τα επιβεβαιωμένα κρούσματα. «Η Γερμανία αποτελεί καλό παράδειγμα». Στη Γερμανία πραγματοποιούνται περίπου 500.000 τεστ σε εβδομαδιαία βάση.
Δεδομένου ότι η τουρκική κυβέρνηση ξεκίνησε τα τεστ με μεγάλη καθυστέρηση, ειδικοί εκτιμούν ότι ο πραγματικός αριθμός των ανθρώπων που έχουν νοσήσει είναι κατά πολύ μεγαλύτερους από τους επίσημους αριθμούς.
Πολλοί γιατροί σε τουρκικά νοσοκομεία που μίλησαν στη Deutsche Welle θεωρούν αποτυχημένη την έως τώρα τακτική της τουρκικής κυβέρνησης. Οι ίδιοι αναμένουν σύντομα μεγάλο κύμα ασθενών που θα θέσει σε σκληρή δοκιμασία τις αντοχές του συστήματος υγείας της Τουρκίας. Η κυβέρνηση, αντίθετα, υποστηρίζει ότι η χώρα είναι καλά θωρακισμένη και πως διαθέτει επαρκή αριθμό αναπνευστήρων και μονάδων εντατικής θεραπείας.
πηγή: DW