Το «Βουτσάς» καθιερώθηκε από τον παππού του, που ήταν βαρελοποιός. Έφτιαχνε βαρέλια, που τότε τα έλεγαν «βουτσιά» και έτσι δημιουργήθηκε το επίθετο που κράτησε ο ηθοποιός και στη δουλειά του. Όπως ανέφερε ο ίδιος, όταν ξεκίνησε την καριέρα του, κάποιος θιασάρχης του πρότεινε να αλλάξει το επίθετό του και να το κάνει Βέσελης, αλλά ο ηθοποιός αρνήθηκε.
Ο ηθοποιός έχει χάσει έναν μεγαλύτερο αδελφό που είχε το όνομα Κώστας, από δάγκειο πυρετό, μια μόλυνση που εξαπλώνεται μέσω των κουνουπιών. Το αγοράκι ήταν 6 ετών και όταν ο ηθοποιός ήρθε στη ζωή, πήρε το όνομα Κώστας προς τιμήν του χαμένου του αδελφού, που ποτέ δεν γνώρισε.
Μετά τον πόλεμο και τη γερμανική Κατοχή, ο Βουτσάς ασχολήθηκε με τον αθλητισμό.
Ήταν αθλητής ταχύτητας και άλματος εις μήκους σε ένα Βυζαντινό σύλλογο που λεγόταν ΒΑΟ.
Όταν ο προπονητής του τον έστειλε για μια προετοιμασία σε μια κατασκήνωση στη Μηχανιώνα, ο Βουτσάς είχε την πρώτη του επαφή με το θέατρο. Καθώς έκανε προπόνηση άκουσε μια πρόβα για ένα θεατρικό της κατασκήνωσης και έκανε ένα αρνητικό σχόλιο για το παιδί που υποδύονταν τον μεθυσμένο.
Τότε ο υπεύθυνος του θεατρικού για να τον προκαλέσει, του είπε να το κάνει ο ίδιος καλύτερα αν μπορούσε.
Και ο Βουτσάς το έκανε.
Στον εμφύλιο ο Κώστας Βουτσάς με τους φίλους του, που ήταν οργανωμένοι στα «Αετόπουλα» της αριστεράς, μοίραζαν προκηρύξεις στους κινηματογράφους.
Οι νεαροί ανέβαιναν στον εξώστη, πέταγαν ψηλά τις προκηρύξεις και μέχρι αυτές να προσγειωθούν στο πάτωμα, κατέβαιναν στην πλατεία και παρίσταναν τους θεατές.
Έτσι ο Βουτσάς γνώρισε έναν χώρο στον οποίο αργότερα θα μεγαλουργούσε. Τον κινηματογράφο.
Αφού τελείωσε το Μακεδονικό Ωδείο Θεσσαλονίκης και συμμετείχε σε διάφορες παραστάσεις περιπλανώμενων θιάσων, τα γνωστά μπουλούκια, αποφάσισε να φύγει από τη Θεσσαλονίκη και να κατέβει στην Αθήνα να αναζητήσει την τύχη του.
Την ημέρα που έφευγε πήγε στον σταθμό του τρένου άρπαξε μια πέτρα που είχε γίνει μαύρη από τα λάδια της ατμομηχανής και την πέταξε μακριά. Δηλαδή έριξε στην κυριολεξία -όπως λέει και ο ίδιος- μαύρη πέτρα πίσω του.
Ήθελε να πετύχει επαγγελματικά στην Αθήνα και να μην αναγκαστεί να γυρίσει πίσω αποτυχημένος.
Όταν έφτασε στην Αθήνα έδωσε εξετάσεις για να πάρει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, που ήταν τότε απαραίτητη για τους ηθοποιούς.
Ο Κώστας Βουτσάς χρειάστηκε να δώσει τρεις φορές, μιας και τις δυο πρώτες η επιτροπή τον απέρριψε.
Όπως ανέφερε ο ίδιος ο ηθοποιός, ένα από τα μέλη της επιτροπής του είπε πως δεν κάνει για το θέατρο και τον συμβούλεψε να πάει να εργαστεί σε τράπεζα σαν υπάλληλος.
Ευτυχώς ο Βουτσάς δεν τον άκουσε, επέμεινε, πήρε την άδεια και έγινε ένας από τους πιο αγαπητούς ηθοποιούς μέχρι σήμερα.