Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΡΒΑΛΙΑ
Την περασμένη Κυριακή ο πρωθυπουργός τίμησε με την παρουσία του ως ομιλητής, μία εκδήλωση για την συμπλήρωση 100 χρόνων από την έκδοση της «Καθημερινής». Καλά έκανε γιατί ασφαλώς πρόκειται για ένα ιστορικό έντυπο. Όμως μέσα στα πολλά διθυραμβικά και εγκωμιαστικά που ξεστόμισε για την αγαπημένη του εφημερίδα, ισχυρίστηκε ότι «χωρίς να κρύψει ποτέ την παραταξιακή της προτίμηση ιεραρχούσε πάντα πρώτο το εθνικό συμφέρον».
Είπε ακόμη ο πρωθυπουργός ότι μοιάζει παράδοξο πως «μια εφημερίδα που γεννήθηκε στον Εθνικό Διχασμό, θεωρείται στις μέρες μας, γέφυρα ιδεών και ρευμάτων, αλλά και σύμβολο ψύχραιμης ανάλυσης των ειδήσεων». Παράδοξο και αυτό το τελευταίο αφού …στις μέρες μας η ίδια εφημερίδα κατηγόρησε τον πατέρα του για χρηματισμό και ενεπλάκη μαζί του σε μία …καθόλου ψύχραιμη αντιπαράθεση. Αλλά ας αφήσουμε την σημερινή εποχή και την «Καθημερινή» υπό την νέα της ιδιοκτησία, να κριθεί από τους αναγνώστες.
Έπλεξε το εγκώμιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης στον ιδρυτή της Γεώργιο Βλάχο και στην διάδοχο του. Στις δικές τους «νηφάλιες προσεγγίσεις» απέδωσε την μακροβιότητα της Καθημερινής. «Η πολιτική της τοποθέτηση υπήρξε μία, σαφής και ειλικρινής… Σταθερές παρέμειναν και οι πατριωτικές της θέσεις, με εμβληματική στιγμή την ανοιχτή επιστολή προς τον Χίτλερ την επόμενη μέρα της ναζιστικής εισβολής», είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός. Φοβούμαι ότι ξέχασε κάποιες ατυχείς στιγμές του εκδότη της, όπως το «Οίκαδε» και το …«Ουτε ένα εύζωνον δια νέας περιπέτειας».
Ξέχασε επίσης κάποιες οβιδιακές μεταμορφώσεις, όπως την στήριξη του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, παρά τις επιθέσεις στο πρόσωπο του Μεταξά που ο Γεώργιος Βλάχος έκρινε ως «μικρό άνθρωπο», επειδή αρνήθηκε να αναλάβει την αρχηγία της (καταδικασμένης) μικρασιατικής εκστρατείας με την οποία εξ’ αρχής διαφωνούσε. Ξέχασε επίσης ο κ. Μητσοτάκης κάποια ξεσπάσματα πρωτοφανούς εμπάθειας του ιστορικού εκδότη της Καθημερινής, που απείχαν πολύ από …νηφάλιες προσεγγίσεις όπως το περιβόητο: «Σε πτύω τρις κατά πρόσωπον, τέως αλήτη και νυν Πρωθυπουργέ» εις βάρος του Ελευθέριου Βενιζέλου. Ξέχασε και ότι στην περίοδο του μεσοπολέμου ο Βλάχος υποστήριζε ότι η αρμονική ενσωμάτωση των λεγόμενων «Νέων Χωρών» στο ελληνικό κράτος θα γινόταν εφικτή μόνο με «παραχώρηση δικαιωμάτων σε μειονοτικούς πληθυσμούς όπως οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης και οι Σλαβόφωνοι της Βόρειας Ελλάδας» θέση ριζικά αντίθετη από αυτή των Βενιζελικών που πίστευαν στην ανταλλαγή πληθυσμών και την ομογενοποίηση της Βόρειας Ελλάδας με την συστηματική καλλιέργεια ελληνικού εθνικού φρονήματος. Ξέχασε τέλος ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι πριν την (πραγματικά ιστορική) επιστολή του Γεωργίου Βλάχου προς τον Αδόλφο Χίτλερ, είχαν προηγηθεί οι ανταποκρίσεις της θυγατέρας του και μετέπειτα εκδότριας της «Καθημερινής», Ελένης Βλάχου από τους Ολυμπιακούς του 1936.
Εμφανώς γοητευμένη από το Χιτλερικό καθεστώς, η κυρία Βλάχου που υπέγραφε τότε ως Ελένη Αρβανιτίδη, περιγράφοντας την τελετή έναρξης, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Γι αυτήν την έναρξιν των Ολυμπιακών Αγώνων, ποτέ δεν φαντάστηκα ότι μπορούσε να είναι τόσο θαυμάσια, τόσο μεγαλοπρεπής, τόσο συγκινητική… Η τελετή άρχισε στις 4 ακριβώς με την είσοδο του Χίτλερ… Το Στάδιο ολόκληρο για τρία λεπτά, ήταν μία παμμέγιστη φωνή, μια εκκωφαντική βοή, ένα ατελείωτο «Χαιλ Χίτλερ». Ηταν στιγμές αληθινής, βαθειάς συγκινήσεως, ομαδικού ενθουσιασμού. Ολοι μαζί τραγουδούσαμε τον γερμανικό Εθνικό Υμνο…»
Ίσως και για αυτό η βαφτισιμιά της, Μαριάννα Κορομηλά, σε μια συνέντευξη της στο Lifo το 2013, παρατηρούσε πικρόχολα για την νονά της: «Ήταν μία γυναίκα αντιπαθητική και ολοσδιόλου αντιπνευματική. Ως ανταποκρίτρια στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 στο Βερολίνο εξύμνησε τον Χίτλερ (σ.σ. και τον Γκαίμπελς με τον οποίο αντάλλαξε θερμή χειραψία…) και το ’67 έκλεισε τα έντυπα της αφήνοντας άνεργους εκατοντάδες εργαζομένους χωρίς αποζημίωση γιατί θεώρησε τους Συνταγματάρχες «παραδουλεύτρες». Δεν είχε προλάβει να επιβληθεί η δικτατορία των στρατηγών που θα προτιμούσε η ίδια».
Υ.Γ. Όλα αυτά τα θύμισα, όχι για να μειώσω το ισχυρό δημοσιογραφικό αποτύπωμα, την προσωπικότητα ή το διαμέτρημα του Γεωργίου Βλάχου και της κόρης του. Απλά για να εξηγήσω ότι στην ιστορία του ελληνικού τύπου και της Καθημερινής δεν υπάρχουν μόνο …οι ενάρετες στιγμές, όπως αυτές που θέλει να συγκρατεί ο κύριος πρωθυπουργός επειδή σήμερα η συγκεκριμένη εφημερίδα τον υποστηρίζει. Τα έγραψα επίσης επειδή κάποια στιγμή χρειάζεται να καταλάβουμε ότι στην νεότερη ιστορία μας εκδότες με επιρροή δεν ήταν μόνο ο Βλάχος, ο Λαμπράκης ή ο Κόκκας. Υπήρχαν και άλλοι όπως ο Δημήτριος Καλαποθάκης, πρόεδρος του Μακεδονικού Κομιτάτου, χωρίς τον εθνεγερτήριο λόγο του οποίου, στη Βόρειο Ελλάδα θα ομιλείτο σήμερα απταίστως η …βουλγαρική. Και για τον οποίο δεν βρέθηκε κανείς από τους σημερινούς επιλήσμονες πολιτικούς να οργανώσει μία εκδήλωση μνήμης…