Ο Ενδυμίων ήταν ο δεύτερος μυθικός βασιλιάς της αρχαίας Ήλιδας. Σύμφωνα με τον Παυσανία γιος του Αέλθιου και εγγονός της Πρωτογένειας και του Δία απόγονος του Δευκαλίωνα. Κατά τον Ησίοδο ήταν γιος του Δία και της Καλύκης.
Ο Ενδυμίων ήταν αρχηγός των Αιολών τους πήρε από την Θεσσαλία, όπου εκεί έδιωξε από τη βασιλεία τον Κλύμενο και έγινε αυτός βασιλιάς της Ήλιδας … Επίσης ότι ίδρυσε πρώτος αυτός τους αγώνες δρόμου και ότι ο τάφος του ήταν στο στάδιο της Ολυμπίας. Στη Σπάρτη τον τιμούσαν ως τοπικό ήρωα καθώς επίσης στην Αρκαδία, στην Αιτωλία και σ’ άλλες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας.
Παντρεύτηκε την Αστεροδία ή την Υπερίππη ή την Χρομία, γιοι του ήταν ο Επειός, ο Παίονας και ο Αιτωλός , όλοι επώνυμοι λαών και κόρη του η Ευρυκύδα μητέρα του Ηλείου.
Κάποτε ο Ενδυμίων διοργάνωσε αγώνα δρόμου δρόμου στην Ολυμπία ανάμεσα στους γιους του για σκοπό όποιος βγει νικητής να τον διαδεχτεί. Νικητής ήταν ο Επειός όπου και τον διαδέχτηκε αλλά και έδωσε το όνομα του στον λαό.
Περίφημος είναι ο μύθος για τον Ενδυμίωνα κατά τον οποίο ο γιος του Δία ήταν ωραιότατος νέος ο πιο ωραίος των θνητών, που τον ερωτεύτηκε η Σελήνη και τον επισκεπτόταν στο σπήλαιό του. Επειδή η Σελήνη ήθελε να τον βλέπει διαρκώς, ο Δίας τον έκανε να κοιμάται αιώνια, χωρίς να χάνει την ομορφιά του και τη νεότητά του. Ο ύπνος αυτός έμεινε παροιμιώδης.
Σύμφωνα μ’ άλλη εκδοχή ο Ενδυμίωνας, καθώς έβοσκε τα πρόβατά του, αποκοιμήθηκε πάνω σ’ ένα βράχο και τον άρπαξε η Σελήνη και γέννησε από αυτόν πενήντα κόρες.
Όμως, ο Ενδυμίωνας ήταν άνθρωπος και επομένως ήταν επιρρεπής στη γήρανση και τελικά στο θάνατο. Η Σελήνη δε μπορούσε να αντέξει στη σκέψη αυτής της σκληρής μοίρας. Σύμφωνα με μια εκδοχή αυτού του μύθου, εξασφάλισε την αιώνια νεότητα του Ενδυμίωνα κάνοντάς του μάγια για να κοιμάται παντοτινά. Με αυτό τον τρόπο, ο Ενδυμίωνας θα ζούσε μέσα στον ύπνο του για πάντα στο πέρασμα του χρόνου.
Σύμφωνα με μία μεταγενέστερη παραλλαγή του μύθου που μεταφέρεται από τον Ρωμαίο ποιητή Οβίδιο και από μεταγενέστερους ποιητές, ο Ενδυμίων ήταν βοσκός από την Καρία με απαράμιλλη ομορφιά. Η Σελήνη τον είδε σε μία σπηλιά του Λάτμου και τον ερωτεύτηκε. Τον επισκεπτόταν κάθε βράδυ την ώρα που κοιμόταν, όμως ανησυχώντας πως σαν θνητός θα γεράσει και θα πεθάνει παρακάλεσε τον Δία να τον αφήσει να κοιμάται για πάντα τον αγέραστο ύπνο ώστε να μην τον χάσει ποτέ. Τότε τον πήρε ο Δίας στον ουρανό όπου μετά τον έριξε στον Άδη. Ο Δίας όμως του έδωσε το προνόμιο όσο κοιμάται να μένει αγέραστος και αθάνατος.
Στην πόλη Ηράκλεια που βρισκόταν στους πρόποδες του Λάτμου, ο Ενδυμίων λατρευόταν ως μυθικός ιδρυτής της πόλης και υπήρχε ιερό αφιερωμένο σ’ αυτόν.
Ένα ποίημα του Καβάφη είναι εμπνευσμένο από την ιστορία του Ενδυμίωνα. Ο τίτλος του ποιήματος είναι «Ενώπιον του αγάλματος του Ενδυμίωνος»
“Επί άρματος λευκού που τέσσαρες ημίονοι
πάλλευκοι σύρουν, με κοσμήματ’ αργυρά,
φθάνω εκ Μιλήτου εις τον Λάτμον. Ιερά
τελών – θυσίας και σπονδάς – τω Ενδυμίωνι,
από την Αλεξάνδρειαν έπλευσα εν τριήρει πορφυρά.-
Ιδού το άγαλμα. Εν εκστάσει βλέπω νυν
του Ενδυμίωνος την φημισμένην καλλονήν.
Ιάσμων κάνιστρα κενούν οι δούλοι μου· κ’ ευοίωνοι
επευφημίαι εξύπνησαν αρχαίων χρόνων ηδονήν.”
* Έρευνα -συλλογή πληροφοριών Γιώβη Βασιλική
mythiki-anazitisi