Ο Ιωάννης Κονδυλάκης (1861−1920) ήταν Έλληνας λογοτέχνης, διηγηματογράφος, δημοσιογράφος και χρονογράφος. Ήταν ο πρώτος πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ και από τα γνωστότερα έργα του είναι ο “Πατούχας” και “Όταν ήμουν δάσκαλος” .
Φωτογραφία από: http://www.athenssculptures.com/2014/01/john-kondilakis.html
Ως λογοτέχνης, θεωρείται από τους κύριους εκπροσώπους του ελληνικού νατουραλισμού και “πατέρας του χρονογραφήματος”, όπως τον ονόμασε πρώτος ο Παύλος Νιρβάνας.
Γεννήθηκε στη Βιάννο Λασηθίου της Κρήτης το 1861. Στη γενέτειρά του βρίσκεται και η προτομή του, έργο του Ρεθεμνιώτη γλύπτη Γιάννη Κανακάκη. Είχε έναν αδελφό, τον Χαράλαμπο Κονδυλάκη, δάσκαλο στο επάγγελμα. Η Κρητική Επανάσταση του 1866 οδήγησε την οικογένειά του να εγκατασταθεί στον Πειραιά για μια τριετία και να συνεχίσει εκεί τις γυμνασιακές του σπουδές. Κατόπιν επανήλθε στην Κρήτη. Το δημοτικό σχολείο το τελείωσε στο χωριό του, ενώ τα εφηβικά του χρόνια τα πέρασε στα Χανιά.
Το 1877 ο Κονδυλάκης εγκατέλειψε το Γυμνάσιο για να πάρει μέρος στις επαναστατικές κινήσεις που γίνονταν στη Μεγαλόνησο. Την περίοδο 1879-1881 εργάστηκε στα Χανιά και στη Σητεία ως δικαστικός υπάλληλος.
Το 1884 σε ηλικία 23 χρόνων «μυστακοφόρος και σοβαρός» όπως έλεγε θυμοσοφικά κάπου ο ίδιος, αποφοίτησε από τη Βαρβάκειο Σχολή Αθηνών. Την ίδια χρονιά πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία με το διήγημα «Η Κρήσσα ορφανή» που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Εστία». Φοίτησε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς να πάρει πτυχίο, ενώ έγραφε στην «Εφημερίδα» του Δημητρίου Κορομηλά.
Εκπαιδευτική και δημοσιογραφική σταδιοδρομία
Από το 1885 υπηρέτησε ως δάσκαλος στην Κρήτη (Μώδι Χανίων), θέση την οποία γρήγορα εγκατέλειψε για να ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία. Συνεργαζόταν με την εφημερίδα «Άμυνα» των Χανίων, ενώ το 1889 για σύντομο χρονικό διάστημα εξέδιδε και δική του εφημερίδα, την «Νέα Εβδομάδα». Αλλά η αρθρογραφία του ενόχλησε τις τουρκικές αρχές που τον εκτόπισαν.
Εγκαταστάθηκε τότε (1889) οριστικά στην Αθήνα, όπου και πάλι ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Άστυ, Σκριπ και Εστία.
Αρχικά χρησιμοποιούσε πολλά ψευδώνυμα (όπως Κονδυλοφόρος, Δον Κανάγιας καί Jean Sans Terre ή στα ελληνικά Ιωάννης Ακτήμαν, αλλά στη πορεία κράτησε το «Διαβάτης» ενώ τα δύο τελευταία τα έκανε για να υποδηλώσει την φτώχεια του από την οποία πάντα υπέφερε. Τα ψευδώνυμά του είναι χαρακτηριστικά για τον αυτοσαρκασμό και για το χιούμορ τους.
Για είκοσι χρόνια έγραφε το καθημερινό χρονογράφημα της εφημερίδας Εμπρός, της οποίας ήταν και αρχισυντάκτης. Τα χρονογραφήματά του (έγραψε συνολικά περισσότερα από 6.000) διακρίνονται για το κομψό προσωπικό ύφος τους, το χιούμορ και την οξύτητα της παρατήρησης
Λογοτεχνικό έργο
Ως λογοτέχνης παρουσιάζεται αρχικά με ηθογραφικά διηγήματα, για να φτάσει σε ένα αξιόλογο μυθιστόρημα, τον Πατούχα, που αν και παραμένει μέσα σε πλαίσια ηθογραφικά, προχωρεί σε βάθος ψυχολογικό και δυνατή διαγραφή χαρακτήρων. Συγκεκριμένα παρουσιάζει την ψυχολογία του αγνού ορεσίβιου κρητικού βοσκού του οποίου το αφυπνισμένο ερωτικό ένστικτο είναι το μόνο που θα μπορέσει να τον συνδέσει με την ανθρώπινη ομάδα.
Σύμφωνα με δική του μαρτυρία, τον «Πατούχα» τον έγραψε στα διαλείμματα των συνεδριάσεων της Βουλής για την «Εφημερίδα» του Κορομηλά.
Έγραφε στην καθαρεύουσα. Ήταν ένας εκ των ιδρυτών και πρώτος πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ. Εκτός των άλλων, έχει χαρακτηριστεί και ως ο «Πατέρας του χρονογραφήματος».
Το 1918 ξαναπήγε στην Κρήτη. Τότε σταμάτησε να γράφει στην καθαρεύουσα και υιοθέτησε τη δημοτική, παρουσιάζοντας μια στροφή. Ταξίδεψε και στην Αλεξάνδρεια. Τις εντυπώσεις του από το ταξίδι αυτό τις αφηγήθηκε σε σειρά άρθρων στην κρητική εφημερίδα «Νέα Εφημερίδα» που εκδιδόταν στο Ηράκλειο, με τίτλο «Μια περιπέτεια από Χανίων εις Αλεξάνδρειαν». Μετέβη εκεί, προσκαλεσμένος από κάποιον βαμβακέμπορο, ο οποίος ήθελε να εκδώσει εφημερίδα και να του αναθέσει την διεύθυνσή της. Αλλά, επικαλούμενος οικονομικά προβλήματα, ο έμπορος υπαναχώρησε.
Το 1920 προσβλήθηκε από ημιπληγία. Πέθανε σε ηλικία 59 ετών στο Πανάνειο Νοσοκομείο του Ηρακλείου στις 25 Ιουλίου 1920.
Μια αποτίμηση
Στο έργο του Κονδυλάκη υπάρχει πλήθος ιστορικών απηχήσεων από τις ποικίλες και δραματικές ιστορικές τύχες της Κρήτης εκείνα τα χρόνια, ιδιαίτερα την περίοδο από το 1866 έως και το 1898, όπως και ειδήσεις για την κοινωνική,την πολιτική και την πολιτιστική ζωή του νησιού, πολύτιμες για το ψυχογράφημα του κρητικού.
Η γλώσσα που χρησιμοποίησε στα έργα του ο Κονδυλάκης ήταν απλή καθαρεύουσα διανθισμένη με το χιούμορ που πάντα συνόδευε τον συγγραφέα και κάνει ακόμη και σήμερα ευχάριστη την ανάγνωση των έργων του.
Ο Παλαμάς για τον Κονδυλάκη:
«Ο Κονδυλάκης εμόρφωσε το χρονογράφημα με όλην την πρωτοτυπίαν και την ευρυθμίαν του ταλάντου του. Χωρίς έντασιν και μεγαληγορίαν, και λυρικήν ή ρητορικήν ευγλωττίαν, και διακόσμησιν της φράσεως και σπανιότητα της λέξεως, ησύχως, οιονεί απλάστως, με κοινά και καθιερωμένα ονόματα και σχήματα της δημοσιογραφικής καθαρευούσης αυτοσχεδιάζων αφροντίστως, ως εφαίνετο, εις τα τραπέζια, συχνά πυκνά, των καφενείων τα χρονογραφήματά του τα διέπλαττεν εν τούτοις εν ταυτώ εις κοινωνιολογικά αρθρίδια, εις ψυχαγωγικάς διηγήσεις, εις κριτικάς γνωμοδοτήσεις, εις ευτραπέλους ιστορίας, εις γραμμάς, απαραιτήτους πλέον καθισταμένας δια το πολύ των αναγνωστών φύλλον, οποίον το ‘Εμπρός’, μέσα εις τας οποίας το χιούμορ και η παρατήρησις, το παίγνιον και η σοβαρότης συνεπλέκοντο δυσδιακρίτως, αλλά διά τούτο και καθίσταντο ευάρεστοι και επιζήτητοι».
Για τον Κώστα Στεργιόπουλο, η πεζογραφία του Κονδυλάκη είναι ένας σταθμός απ’ όπου, περνώντας η ηθογραφία μας μετεξελίσσεται σε ψυχογραφία, κάτι που φαίνεται και στον «Πατούχα» και στην «Πρώτη αγάπη», η έκταση των οποίων του επιτρέπει να αναπτύξει καλύτερα τις ψυχογραφικές και ψυχολογικές του ικανότητες, εισάγοντας και στοιχεία φροϋδικά, πριν ακόμη γίνει γνωστή η θεωρία του Φρόυντ.
Το 1987 δημοσιεύτηκε από τον Θεοχάρη Δετοράκη μια σειρά άρθρων του Ιωάννη Κονδυλάκη (τέσσερα τον αριθμό), στα οποία ο Κρητικός λογοτέχνης υποστήριζε την άποψη πως η προέλευση της χαρακτηριστικής κρητικής βράκας ανάγεται στους Σαρακηνούς.
Έργα
Διηγήματα (1884)
Ή Κρήσσα ορφανή διήγημα (1884)
Ο Πατούχας κρητική ηθογραφία της κρητικής επαναστάσεως (1892)
Οι Άθλιοι των Αθηνών (1895)
Όταν ήμουν δάσκαλος και άλλα διηγήματα κρητική ηθογραφία της κρητικής επαναστάσεως (1916)
Ενώ διέβαινα (1916) (χρονογραφήματα)
Ή Πρώτη αγάπη (1919) διήγημα, κρητική ηθογραφία της κρητικής επαναστάσεως
(αφήγημα με ψυχαναλυτικό χαρακτήρα, πρωτοποριακό έργο αφού γράφτηκε προτού γίνουν γνωστές στην Ελλάδα οί φρουδικές θεωρίες, το μόνο έργο του στη δημοτική γλώσσα)
Το ’62. Κάτω ο τύραννος
(κυκλοφόρησε σε δύο τόμους το 1962, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες στην εφημερίδα «Σκριπ» από τον Οκτώβριο του 1895 έως τον Ιούνιο του 1896)
Μελέτες
Συμπλήρωμα στο Σ. Ζαμπέλιου – Κ. Κριτοβουλίδου «Ιστορία των Επαναστάσεων της Κρήτης» (1893)
Μεταφράσεις
Μετέφρασε όλα τα ευρεθέντα στην εποχή του έργα του Λουκιανού καθώς και ορισμένα γαλλικά μυθιστορήματα των
Μαρσέλ Προυστ (ηδονές και ημέρες,Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο),
Φλωμπέρ (Μαντάμ μποβαρύ,Σαλαμπό,Ό πειρασμός του Αγίου Αντωνίου και τόμο τριών διηγημάτων:Μια απλή καρδιά, Ο θρύλος του Αγίου Ιουλιανού του Φιλοξενητή, Ηρωδιάς),
Μπαλζάκ (Κρόμγουελ, Ανθρώπινη κωμωδία)
Μπωντλαίρ (Σάλονς, H Φανφαρλό, Κρασί και χασίς, Ρομαντική τέχνη, Τα άνθη του κακού,Τεχνητοί παράδεισοι, H μελαγχολία του Παρισιού, Ό ζωγράφος της σύγχρονης ζωής, Το έργο και η ζωή του Ευγένιου Ντελακρουά, Η καρδιά μου ξεγυμνωμένη, Απόκρυφα ημερολόγια και αισθητικά παράδοξα) και
Μολιέρου (Ο ιπτάμενος γιατρός, Η ζήλια του μουντζούρη, Ασυλλόγιστος, Ο ερωτευμένος γιατρός, Οι γελοίες κομψευόμενες, Σγαναρέλος ή ο κατά φαντασίαν κερατάς, Το σχολείο των συζύγων, Οι εκνευριστικοί, Το σχολείο των γυναικών, Η κριτική του σχολείου των γυναικών, Ο αυτοσχεδιασμός των Βερσαλλιών, Γάμος με το στανιό, Ταρτούφος ή απατεώνας, Η πριγκίπισσα της ελπίδας, Δόν Ζουάν ή το πέτρινο φαγοπότι, Ο μισάνθρωπος, Ό Έλληνας γιατρός, Μελικέρτη, Γιατρός με το στανιό, Ο Σικελός ή ο έρωτας ζωγράφος, Αμφιτρύωνας, Ζώρζ Νταντέν ή ο αμήχανος σύζυγος, Ο φιλάργυρος, Ο κύριος Ντε Πουρσονιάκ, Ο αρχοντοχωριάτης, Οι υπέροχοι εραστές, Ψυχή, Οι κατεργαριές του Σκαπίνου, Οι ψευδοδιανοούμενες, Ο κατά φαντασίαν ασθενής και Η κόμισσα του Ντεσκαρμπάγκνας).
wikipedia