Από το 1341 ως το 1347 το Βυζάντιο βρισκόταν σε εμφύλιο πόλεμο. Κάτω από αυτές τις ζοφερές συνθήκες ο Ιωάννης Καντακουζηνός πρότεινε στον σουλτάνο Ορχάν να τον βοηθήσει και αυτός σε αντάλλαγμα θα του έδινε την κόρη του Θεοδώρα για σύζυγο, μαζί με αμέτρητους θησαυρούς ως προίκα.
Ο Ορχάν, όταν άκουσε την πρόταση, άνοιξε το στόμα του σαν το διψασμένο βόδι σε καλοκαιριάτικο καύσωνα, που πίνει από λάκκο γεμάτο με κρύο νερό αχόρταγα από τη δροσιά του.
Αυτή η αντίδραση έχει την εξήγησή της: όταν επρόκειτο να ζευγαρώσουν οι Τούρκο με κάποια Ελληνίδα, Ιταλίδα ή άλλη αλλοεθνή, την έβλεπαν σαν να ήταν καμιά Αφροδίτη, ενώ δεν ήθελαν την ομοεθνή και την ομόγλωσσή τους. Ο Όρχαν, λοιπόν, που ήταν και πολύ εμφανίσιμος, συγκατένευσε με μεγάλη ευχαρίστηση και έγινε ο γάμος.
Από μπροστά σαρακοστή και από πίσω Πάσχα
Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος πάντρεψε τον μετέπειτα αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο με την 11χρονη κόρη του μεγάλου δούκα της Ρωσίας, την Άννα, η οποία πέθανε από πανούκλα τρία χρόνια μετά τον γάμο της, το 1417.
Το 1421 ο Μανουήλ ξαναπάντρεψε τον γιο του με την κόρη του μαρκήσιου της Φεράρας Μαρία τη Μομφερατική για λόγους πολιτικούς. Ο Ιωάννης όμως δεν μπορούσε να ανεχτεί αυτή τη συμβίωση, γιατί η κόρη είχε βέβαια ένα υπέροχο σώμα, χάρμα οφθαλμών, αλλά το πρόσωπό της ήταν πολύ άσχημο.
Η μορφή της παρέπεμπε στη χυδαία λαϊκή ρήση: «Από μπροστά σαρακοστή, και από πίσω Πάσχα».
Ο «Παναής απ’ τα Μέγαρα» χωρίς… μύτη
Ο αρραβώνας στο Βυζάντιο θεωρούνταν ιερός και γι’ αυτό δεν διαλυόταν παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπως, για παράδειγμα, για να γίνει κανείς μοναχός ή αν αποκαλυπτόταν ότι το ζευγάρι ήταν ετερόδοξο.
Κάθε προσβολή της μνηστείας θεωρούνταν έγκλημα. Αν για παράδειγμα, κάποιος άρπαζε μνηστευμένη, όχι μόνο την έχανε, αλλά του έκοβαν και τη μύτη.
Μία στον καθένα
Στο Βυζάντιο «σωστός» γάμος ήταν μόνο ο πρώτος. Ο δεύτερος επιτρεπόταν, αλλά ταυτόχρονα θεωρούνταν «ευπρεπής μοιχεία». Γι’ αυτό, όσους έκαναν δεύτερο γάμο δεν τους στεφάνωναν, αλλά τους διάβαζαν ευχή «στεφανική». Επίσης δεν έπαιζαν μουσικά όργανα και οι συμμετέχοντες δεν χόρευαν.
Όσο για τον τρίτο γάμο, αυτός θεωρούνταν πολυγαμία και απαγορευόταν από την Εκκλησία. Όποιος παρέβαινε την απαγόρευση τιμωρούνταν με αφορισμό για τρία ή τέσσερα χρόνια. Για τις γυναίκες, βέβαια, οι περιορισμοί ήταν περισσότεροι. Οι νυμφευόμενοι δηλαδή φρόντιζαν να μην παίρνουν ως συζύγους χήρες για να αποφεύγουν τη σκληρή κοινωνική αποδοκιμασία.
Επιπλέον, όποιος έπαιρνε γυναίκα διαζευγμένη ή χήρα δεν επιτρεπόταν να χειροτονηθεί παπάς.
Από πού προέρχεται η λέξη κερατάς;
Οι Βυζαντινοί πίστευαν ότι κερατάς είναι αυτός που έχει μεγάλα κέρατα, δηλαδή το ελάφι, το κριάρι ή ο ταύρος. Τα ζώα αυτά χαρακτηρίζονται αφενός από χαμηλή νοημοσύνη, αφετέρου από υπερβολική ανεκτικότητα.
Για τον λόγο αυτόν κερατάς κατάντησε να θεωρείται ο σύζυγος που έχει ως χαρακτηριστικό τη μωρία και την ανεκτικότητα που έχουν αυτά τα ζώα.
Πηγή: «Η άγνωστη πλευρά του Βυζαντίου. Ιστορικά παράδοξα», Ιωάννης Γρυντάκης, Γεώργιος Δάλκος, Άγγελος Χόρτης, Έκτορας Χόρτης. Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
mixanitouxronou