Αναζητώντας διέξοδο μέσα από τις σύγχρονες Πλαγκτές Πέτρες

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ως ποιο βαθμό έχουμε πλησιάσει στο σημείο επιρροής της σύγχρονης Σκύλας και της Χάρυβδης; Υπάρχει ρεαλιστική διέξοδος;

miranda in the storm 1916

Η Σκύλλα και η Χάρυβδη ήταν σύμφωνα με την μυθολογία δυο φοβερά τέρατα της θάλασσας. Οι ναυτικοί που κινδύνευαν στα ταξίδια τους από τα απειλητικά κύματα και τις θύελλες, έπλαθαν με τη φαντασία τους μυθικές μορφές, που λυσσομανούσαν και προσπαθούσαν αγριεμένες να τους καταστρέψουν. Έτσι γεννήθηκαν τα δυο τρομακτικά αυτά τέρατα. Οι θαλασσινοί έβαζαν με το νου τους πως δεν επρόκειτο απλά για δυνατό άνεμο και για θεόρατα κύματα. Πίστευαν ότι κάτι περισσότερο κρύβεται πίσω απ’ όλα αυτά, κάποιο πλάσμα κακό στην ψυχή και τρομερό στην όψη που γύρευε το χαμό τους· αυτό προκαλούσε όλη τη φοβερή αναταραχή και η κακοκαιρία δεν ήταν τυχαία.

Έλεγαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη βρίσκονταν η μια απέναντι από την άλλη, σ’ ένα στενό θαλάσσιο πέρασμα που, σύμφωνα με τον Όμηρο, ονομαζόταν Πλαγκτές Πέτρες (οι μετέπειτα Συμπληγάδες). Το πέρασμα αυτό ήταν εντελώς αδύνατο να το διασχίσει κάποιος, λόγω της φοβερής κατάστασης που επικρατούσε εκεί από την παρουσία των δυο τεράτων· ούτε πουλί πετούμενο δε γλίτωνε, αν τολμούσε να το περάσει. Εκεί υπήρχαν πολλά απότομα βράχια, πολύ ψηλά, και το κύμα έσκαγε πάνω τους με φοβερό θόρυβο. Το στενό αυτό το τοποθετούσαν σε διάφορα σημεία. Άλλοι έλεγαν πως ήταν ο Βόσπορος, άλλοι στο ακρωτήριο Ταίναρο κι άλλοι κοντά στα Κανάρια νησιά, εκτός Μεσογείου δηλαδή. Οι πιο πολλοί πίστευαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη κατοικούσαν στο στενό της Μεσσήνης, ανάμεσα στην Ιταλία και τη Σικελία.

Σήμερα, τα πράγματα έχουν κάπως αλλάξει, τα στοιχεία της φύσης έχουν εν μέρει τιθασευτεί, και κάποιοι ισχυρίζονται πως μπορεί μάλιστα και να ελέγχονται από τον άνθρωπο (H.A.R.R.P.). Αυτό όμως που δεν έχει ακόμη τιθασευτεί είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος, που κατάφερε να τιθασεύσει τα θηρία για να γίνει ο ίδιος θεριό και να απειλεί τώρα άλλους ανθρώπους.

Η «Χάρυβδη» των αγορών

Είναι πλέον γενική παραδοχή πως η κρίση που βιώνουμε είναι κρίση του συστήματος. Αυτό γίνεται φανερό καθώς διαπιστώνουμε πως έχει επηρεάσει ολόκληρο τον πλανήτη και τη μεγάλη πλειονότητα των χωρών, αλλά και όλες τις σφαίρες και τομείς της οικονομικής δραστηριότητας. Ήταν βέβαια αυτό ξεκάθαρο από την αρχή, αλλά οι προσεγγίσεις που κυριάρχησαν παρέκαμψαν –ηθελημένα ή άθελα δεν έχει και τόση σημασία- την ουσία, αποδίδοντας την κρίση σε παράπλευρα φαινόμενα (τοξικά τραπεζικά προϊόντα, χρηματοπιστωτική κρίση, κρίση χρέους κ.α.). Δεν υπάρχει πια αμφιβολία, πως η κρίση είναι αποτέλεσμα της κατάρρευσης του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος αποθεώνει τη λεγόμενη ελευθερία της αγοράς και του ανταγωνισμού.

Αποδείχθηκε, για μια ακόμα φορά, ότι οι αγορές λειτουργώντας ανεξέλεγκτα, γίνονται αδηφάγες και αδίστακτες, επιτίθενται ολομέτωπα σε εθνικές οικονομίες και ως εκ τούτου, η εκμετάλλευση και η κερδοσκοπία εκτοξεύονται και βυθίζουν μεγάλες λαϊκές μάζες στη φτώχεια και την ανέχεια.

Δυστυχώς, οι θεραπείες αντιμετώπισης της κρίσης αποδείχθηκαν ανεπαρκείς και ανίκανες να την αντιμετωπίσουν. Ακολουθήθηκαν πολιτικές κοινωνικοποίησης των ζημιών και πολιτικές λιτότητας, οι οποίες τελικά έβαλαν τις οικονομίες σε ένα φαύλο κύκλο με όλες τις αρνητικές επιπτώσεις τις οποίες υφίστανται κατά πρώτο και κύριο λόγο οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι νέοι, οι ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.

Η «Σκύλα» ή αλλιώς η γερμανική οπτική

Από την άλλη, είδαμε να αναπτύσσεται στον αντίποδα μια άλλη δυναμική, η οποία οδηγεί όμως στο ίδιο αρνητικό αποτέλεσμα. Πρόκειται για τα όσα διαδραματίζονται εντός της Ευρωζώνης. Παρ’ ότι ο Μπαρόζο θέλει να εμφανίζονται οι προτάσεις του ως αντιμαχόμενες τον γερμανικό «συντηρητισμό», οι γερμανικές θέσεις φαίνεται εντούτοις να υπερισχύουν. Που στοχεύουν αυτές οι θέσεις; Στοχεύουν στο να μετατρέψουν, ιδιαίτερα την Ευρωζώνη, σε δημοσιονομικό κολαστήριο: αυστηρές κυρώσεις, αποκλεισμό από κονδύλια, παραπομπή στο Ευρωδικαστήριο, ακόμη και αποπομπή από το κοινό νόμισμα.

Απ’ τη σκοπιά της βέβαια η Γερμανία έχει δίκιο να αρνείται πεισματικά την «κοινοτικοποίηση» των ευρωπαϊκών χρεών -μέσω ευρωομολόγων ή άλλων εργαλείων που γρήγορα μπορούν να απαξιώσουν οι αγορές- και να επιμένει στην επιτάχυνση της «πολιτικής ενοποίησης». Δεν είναι μόνο θέμα «τσιγγουνιάς». Είναι η οπτική της «αυτοκρατορίας», της αυταρχικής ηγεμονίας σε όλη την Ευρωζώνη που βρίσκεται αυτόματα αντιμέτωπη με την ηγεμονία του δολαρίου. Είναι όμως και η στρατηγική επιβίωσης και αναπαραγωγής της μεγάλης καπιταλιστικής αγοράς, που μετά από δεκαετίες απορύθμισης χρειάζεται κάποια δόση επαναρρύθμισης για να εξασφαλίσει, πέρα από τα βραχυπρόθεσμα κέρδη, τη μακροπρόθεσμη κυριαρχία της. Πρόκειται φυσικά για μια «επαναρρύθμιση», όχι όμως υπέρ των κοινωνιών που καταδικάζονται σε διαρκή λιτότητα και αποκλεισμό από τις διαρκώς συρρικνούμενες κρατικές δαπάνες, αλλά υπέρ της προστασίας του μηχανισμού παραγωγής υπεραξίας, κατάκτησης νέων αγορών, διεύρυνσης της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης με νέα εργαλεία πειθάρχησης και εξουθένωσης της εργατικής δύναμης. Εν ολίγοις, η γερμανική επιμονή στην προτεραιότητα της πολιτικής λύσης εκφράζει και τη βούλησή της να κατευνάσει τον «αυθορμητισμό» των αγορών, ιδιαίτερα του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου που θα ’θελε να πλημμυρίσει ο πλανήτης με ευρώ, υπέρ των μακροπρόθεσμων συμφερόντων τους.

Φυσικά ο γερμανικός ορθολογισμός φτάνει ως εκεί. Αδυνατεί να υπερβεί τη θεμελιώδη αντίφαση του καπιταλισμού που, σε αδρές γραμμές, θέλει από τους ίδιους ανθρώπους να είναι πάμφθηνοι, πειθήνιοι και λιτοδίαιτοι μισθωτοί, αλλά μόλις βγουν από την πόρτα της δουλειάς να μεταμορφώνονται σε σπάταλους, ενθουσιώδεις καταναλωτές. Έτσι, ρισκάρει μια βαθιά, καταστροφική ύφεση, ρισκάρει ακόμη και την αποσύνθεση της Ευρωζώνης.

Διέξοδος ή αδιέξοδος;

Διακρίνοντας άρα πως έχουμε να κάνουμε με δύο επικρατούσες δυνάμεις οι οποίες λειτουργούν επικίνδυνα, βλέποντάς το από την σκοπιά του απλού πολίτη, λογικά θα πρέπει να αναρωτηθούμε μέχρι ποιό βαθμό έχουμε προσεγγίσει, ως χώρα, το σημείο επιρροής αυτών των δύο δυνάμεων. Θα πρέπει να διακρίνουμε, μέχρι ποιο βαθμό επηρεάζουν οι δυνάμεις αυτές την πολιτική που ακολουθείται από τα διάφορα κόμματα. Βλέποντάς το επιφανειακά, θα λέγαμε, πως υπάρχουν δυο βασικά στρατόπεδα, το «μνημονιακό» και το «αντιμνημονιακό». Είναι όμως έτσι τα πράγματα;

Μια προσεκτική παρατήρηση στη ρητορική των θεωρούμενων μνημονιακών κομμάτων, θα φανερώσει, πως υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές. Η Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά δείχνει να βρίσκεται στη δίνη της γερμανικής οπτικής,  ενώ το κόμμα των Παπανδρέου, το ΠΑΣΟΚ, φαίνεται να είναι ολοκληρωτικά παραδομένο στα χέρια των αγορών (μήπως εξαιτίας παλιών οφειλών;). Άρα τα μνημονιακά κόμματα βρίσκονται σε δυο διαφορετικές πλευρές, συγκλίνουν όμως σε ότι αφορά τον όλεθρο που μας επιφυλάσσεται από τις δύο απειλητικές δυνάμεις.

Και τι θα πούμε για τους αντιμνημονιακούς, που έχουν πάρει μάλιστα πρόσφατα τη λαϊκή υποστήριξη μέσω των εκλογών; Ποια είναι η διέξοδος που προτείνουν; Ποιοι είναι «οι από μηχανής θεοί» που επικαλούνται; Υπάρχει ρεαλιστική διέξοδος; Η απάντηση θα πρέπει να αναζητηθεί, όχι στη μεταφυσική της αρχαίας μυθολογίας, αλλά στην αξιολόγηση της διεθνούς κατάστασης που επικρατεί. Ποια είναι αυτή; Μπορεί να περιγραφεί με μόνο δύο λέξεις: Απογοήτευση και Απόγνωση.

Ναι! Αυτή είναι η κατάσταση που επικρατεί σε διεθνή κλίμακα. Τι σημαίνει άρα αυτό; Αυτό σημαίνει, πως και η διέξοδος θα πρέπει να αναζητηθεί συλλογικά.

Δεν θα ήταν άρα λογικό να συμπεράνουμε πως τα αντιμνημονιακά κόμματα θα πρέπει να φανερώνουν, σε κάποιο βαθμό, διεθνιστικά χαρακτηριστικά; Ποιο είναι το κόμμα το οποίο είναι γνωστό για τα διεθνιστικά του χαρακτηριστικά και το οποίο φαίνεται να έχει σήμερα το μεγαλύτερο λαϊκό έρεισμα; Δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ; Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία γι αυτό.

Σημαίνει όμως ταυτόχρονα αυτό πως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτός που εκφράζει στον τόπο μας τη διεθνή συλλογική συσπείρωση των λαών, απέναντι στη δυναμική που αναπτύσσουν οι δύο κυρίαρχες δυνάμεις του ολέθρου; Ίσως! Ποια είναι όμως η μέθοδος που προτείνει αυτή η διεθνιστική συσπείρωση ως διέξοδο;

Είναι –ίσως και χωρίς να είναι αυτό ακόμη συνειδητοποιημένο- η Παγκόσμια Διακυβέρνηση, η οποία θα ασκηθεί μέσω ενός ενισχυμένου Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ).

Είναι όμως αυτή πράγματι η διέξοδος; Σε τι διαφέρει η Παγκόσμια Διακυβέρνηση από τη μισητή, απολυταρχική, Νέα Τάξη Πραγμάτων, γνωστή και ως Τέταρτο (Δ’) Ράιχ;

Αν κάποιος ερευνά με σκοπό να ανακαλύψει την αλήθεια ή να βρει διέξοδο μέσα από τις σύγχρονες συμπληγάδες, τότε θα πρέπει να είναι έτοιμος και για ανατροπές, διότι το ευχάριστο δεν είναι πάντοτε και το αληθινό ή το σωστό. Μερικές φορές μάλιστα, μπορεί να είναι ακριβώς το αντίθετο.

***

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ