Ποιητής και πεζογράφος, απ’ τους σημαντικότερους της γενιάς, που με το έργο του, την τυραννισμένη προσωπικότητα, το σύντομο αλλά «έντονο» βίο μέχρι και την αυτοκτονία του, δημιούργησε τρανό μύθο γύρω από το όνομά του και επηρέασε τους κατοπινούς ποιητές. Τα χνάρια του εξακολουθούν να παραμένουν ισχυρά και «ζωογόνα» για τους σύγχρονους ομότεχνούς του και όχι μόνο.
Ο Κώστας Καρυωτάκης έφυγε με τη θέλησή του απ’ τη ζωή στις 21 Ιουλίου 1928 σε ηλικία μόλις 32 ετών.
Ποιήματά του μελοποίησαν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μίμης Πλέσσας, ο Γιάννης Σπανός, ο Δήμος Μούτσης, ο Γιάννης Γλέζος, ο Λουκάς Θάνος, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Νίκος Ξυδάκης, η Λένα Πλάτωνος, ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, τα Υπόγεια Ρεύματα, οι Δραμαμίνη, ο Βασίλης Δημητρίου.
Κώστας Καρυωτάκης – Τα πρώτα χρόνια
Είχε γεννηθεί στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896. Ήταν δευτερότοκο παιδί του νομομηχανικού Γεωργίου Καρυωτάκη, με καταγωγή από τα Χανιά, και της Αικατερίνης Σκάγιαννη από την Τρίπολη. Λόγω της εργασίας του πατέρα του, η οικογένειά του αναγκαζόταν να αλλάζει συχνά τόπο διαμονής. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη Λευκάδα, το Αργοστόλι, τη Λάρισα, την Πάτρα, την Καλαμάτα, την Αθήνα (1909-1911) και τα Χανιά (1911-1913) απ’ όπου και αποφοίτησε από το Γυμνάσιο με βαθμό «λίαν καλώς».
Το 1914 ο Κώστας Kαρυωτάκης έρχεται στην Αθήνα για σπουδές στη Νομική Σχολή και στα τέλη του 1917 απέκτησε το πτυχίο του. Το 1916, φοιτητής στο Β΄έτος Νομικής, άρχισε να δημοσιεύει ποιήματά του σε λαϊκά περιοδικά αλλά και σε εφημερίδες όπως η Ακρόπολη. Το 1917 ο πατέρας του απολύθηκε από το δημόσιο ως αντιβενιζελικός.
Το 1919 επιστρατεύθηκε αλλά πήρε ολιγόμηνη αναβολή λόγω υγείας. Το ίδιο έτος έλαβε άδεια δικηγόρου. Επιχείρησε να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου, ωστόσο η έλλειψη πελατείας και ενδεχομένως το γεγονός πως δεν του «ταίριαζε» το επάγγελμα, τον ώθησαν στην αναζήτηση θέσης δημοσίου υπαλλήλου.
Διορίσθηκε υπουργικός γραμματέας Α’ στη Θεσσαλονίκη, προφανώς για να είναι κοντά στους γονείς του, που διέμεναν εκεί.
Μετά την οριστική απαλλαγή του από τον ελληνικό στρατό (παρουσιάσθηκε μόνο για λίγες μέρες), τοποθετήθηκε σε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων οι νομαρχίες Σύρου, Άρτας και Αθήνας. Στο τέλος για ν’ αποφύγει τις μεταθέσεις απ’ τη μια νομαρχία στην άλλη, μεταπήδησε στο Υπουργείο Πρόνοιας και μάλιστα στην κεντρική του υπηρεσία, στην Αθήνα.
Κώστας Καρυωτάκης – Η ποίηση και ο έρωτας με την Πολυδούρη
Η πρώτη του ποιητική συλλογή, Ο Πόνος του Ανθρώπου και των Πραμάτων, δημοσιεύτηκε το 1919. Τον ίδιο χρόνο εξέδωσε το σατιρικού περιεχομένου περιοδικό Η Γάμπα, του οποίου η δημοσίευση όμως απαγορεύτηκε μετά από έξι τεύχη κυκλοφορίας. Η δεύτερη συλλογή του, υπό τον τίτλο Νηπενθή, εκδόθηκε το 1921. Το Δεκέμβριο του 1927 εκδόθηκε η τελευταία του ποιητική συλλογή με τίτλο Ελεγεία και Σάτιρες. Τον Φεβρουαρίου του 1928 αποσπάστηκε στην πόλη της Πάτρας και λίγο αργότερα στην Πρέβεζα.
Το 1920 ο Κώστας Καρυωτάκης γνωρίζεται με την επίσης χαρισματική αλλά και «καταραμένη» ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη (1/4/1902 – 29/4/1930). Η ίδια σε επιστολή της σε φίλη της αναφέρει για τον Καρυωτάκη: «Στο κάτω-κάτω εγώ αγάπησα έναν ποιητή. Δεν αγάπησα έναν ήρωα. Αν ήθελα ήρωα, θα αγαπούσα τον Ανδρούτσο».
Πληροφορίες λένε πως η Πολυδούρη τού είχε προτείνει γάμο, αλλά αυτός αρνήθηκε με τη αιτιολογία ότι «πάσχει από ανίατο αφροδίσιο νόσημα και δεν θέλει να πάρει στο λαιμό του καμιά γυναίκα». Τη νόσο την περιγράφει ο Καρυωτάκης χαρακτηριστικά στο ποίημά του Ωχρά Σπειροχαίτη, που είναι το όνομα του μικροβίου που προκαλεί τη σύφιλη.
Κώστας Καρυωτάκης – Πρέβεζα
Ο Κώστας Καρυωτάκης έφτασε στην Πρέβεζα με καράβι στις 18 Ιουνίου 1928, μετά από δυσμενή μετάθεση. Η θέση εργασίας του ήταν στη Νομαρχία Πρεβέζης. Στα καθήκοντά του η σύνταξη και ο έλεγχος των τίτλων κυριότητας των αγροτεμαχίων διανομής προς τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας.
Το σπίτι που νοίκιασε και έμεινε τις τελευταίες μέρες της ζωής του ο Καρυωτάκης το 1928, βρίσκεται στην οδό Δαρδανελίων, στο λεγόμενο Σεϊτάν Παζάρ. Η σπιτονοικοκυρά του Καρυωτάκη, Καλλιόπη Λυγκούρη, νεαρή κοπέλα το 1928, μίλησε σε ντοκιμαντέρ του Φρέντυ Γερμανού, λέγοντας ότι «στο σπίτι ο Καρυωτάκης δεν είχε καθόλου βιβλία, παρά μόνο χειρόγραφα δικά του, τα οποία μετά το θάνατό του δεν ήξερε ότι ήταν ποιήματα και τα πέταξε»… Επίσης δήλωσε ότι «Είχε τρία κουστούμια γαλλικά, που αγόρασε στο Παρίσι και ήταν πάντα άψογα ντυμένος με γραβάτα». Λέγεται ότι «ο Καρυωτάκης ήρθε σε ρήξη με τον τότε Νομάρχη, ο οποίος πιθανώς χρηματιζόταν με λίρες Μικρασιατών στο θέμα της μη ισότιμης και δίκαιης παροχής αγροτεμαχίων».
Κώστας Καρυωτάκης – Θάνατος οι λεροί κι ασήμαντοι δρόμοι…
Στο ντοκιμαντέρ του Φρέντυ Γερμανού, ο δήμαρχος Πρέβεζας τη διετία 1977-1978, Ηρακλής Ντούσιας, περιέγραψε ότι, δύο ώρες προ της αυτοκτονίας του, περί τις 2.30 μ.μ., ο Καρυωτάκης πήγε στο τότε παραλιακό καφενείο «Ο Ουράνιος Κήπος» στη θέση Βρυσούλα, ιδιοκτησίας τότε Νιόνιου Καλλίνικου, όπου παρήγγειλε και ήπιε μια βυσσινάδα. Ο καφεπώλης παραξενεύτηκε τότε, γιατί ο ποιητής τού άφησε στο τραπέζι 75 δραχμές πουρμπουάρ, ενώ η τιμή του αναψυκτικού ήταν 5 δρχ. Ζήτησε ένα τσιγάρο να καπνίσει και μια κόλλα χαρτί (τετράδιο) όπου έγραψε τις τελευταίες σημειώσεις του, οι οποίες βρέθηκαν στην τσέπη του και διασώθηκαν. Στο τέλος έγραψε: «Συνιστώ σε όσους σκοπεύουν να αυτοκτονήσουν, να αποφύγουν τη μέθοδο του πνιγμού, εάν γνωρίζουν καλό κολύμπι. Εγώ ταλαιπωρήθηκα στη θάλασσα 10 ώρες και δεν κατάφερα τίποτα!».
Ο γιος του οπλοπώλη Ιωάννη Αναγνωστόπουλου, πολιτικός μηχανικός ΤΕ, δηλώνει στο ντοκιμαντέρ του Φρέντυ Γερμανού ότι «την προηγουμένη ημέρα τής αυτοκτονίας ο Καρυωτάκης αγόρασε από το κατάστημα του πατέρα του ένα περίστροφο, με το οποίο επέστρεψε σε λίγες ώρες διαμαρτυρόμενος ότι είχε βλάβη, ενώ είχε ξεχάσει να βγάλει την ασφάλεια». Αυτό εξηγήθηκε ως πρόθεσή του να αυτοκτονήσει αυθημερόν.
Τελικά, στις 21 Ιουλίου 1928, το απόγευμα 4.30 μ.μ., και σε ηλικία μόλις 32 ετών, ο Κώστας Καρυωτάκης περπάτησε από το καφενείο «Ουράνιος Κήπος» της Βρυσούλας προς τη θέση Βαθύ της Μαργαρώνας, μια απόσταση περίπου 400 μέτρων. Ξάπλωσε κάτω από έναν ευκάλυπτο και αυτοκτόνησε με πιστόλι στην καρδιά.
Ο Κώστας Καρυωτάκης και οι ποιητές της «Χαμένης Γενιάς»
Όπως γράφει ο έγκυρος και εύστοχος ερευνητής Βαγγέλης Αρναουτάκης: «Ο Καρυωτάκης, πήρε για πάντα μαζί του το καλοκαίρι, σαν αιώνια καταδίκη στις 21 Ιουλίου του 1928. Η κοινή μοίρα των ποιητών μιας γενιάς που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, παρέδωσε το λογικό της και τη ζωή της στη θλίψη και στο θάνατο. Οι καταραμένοι ποιητές της «Χαμένης γενιάς», όπως κάποτε σημείωνε ο Θωμάς Γκόρπας: Φυματίωση, φτώχεια, πιοτό, ξενύχτι, απελπισμένοι έρωτες και μέγα πάθος για μια νέα ποίηση, μια ζωντανή γλώσσα, μια Ελλάδα καλύτερη.
Ο Έρωτας κι ο Θάνατος της γενιάς του Νεορομαντισμού και της Νεοσυμβολιστικής Ποίησης του Μεσοπολέμου: ο Φιλύρας και ο Ουράνης, η Πολυδούρη και, βεβαίως, ο Λαπαθιώτης και ο Καρυωτάκης ως κυρίαρχη μορφή. Μια ποίηση που τα χαρακτηριστικά της είναι: η απαισιοδοξία, η μελαγχολία, η αίσθηση του ανικανοποίητου και του αδιεξόδου, η απουσία ιδανικών και ο θρήνος για την απώλειά τους». Σαν ένας καθρέφτης της σύγχρονης εποχής, μόνο που, τότε, έπαιρναν το βάρος στις ψυχές τους οι ποιητές».
*Η εν λόγω «μονογραφία» έχει «συνοπτικό» χαρακτήρα. Επιχειρεί να «κωδικοποιήσει» τον ποιητή σε λίγες γραμμές…
Στοιχεία αντλήθηκαν, μεταξύ άλλων, από τη wikipedia. Από εκεί προέρχονται και οι φωτογραφίες. Ημερομηνία πρώτης δημοσίευσης στο ogdoo.gr: 21/07/2015
Κώστας Καρυωτάκης-Ντοκιμαντέρ «Εποχές και Συγγραφείς»
Η ζωή και το έργο του μεγάλου Έλληνα ποιητή Κώστα Καρυωτάκη μέσα από την εκπομπή της ΕΡΤ.
.
Στη σειρά «ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΑ» ο ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΣ παρουσιάζει μια ανθολογία από τις εκπομπές του, συμπληρώνοντας πορεία 25 χρόνων στην ελληνική τηλεόραση. Στα πλαίσια της σειράς προβάλλει ένα αφιέρωμα – έρευνα από την ΠΡΕΒΕΖΑ με θέμα τον Λυρικό – Τραγικό Ποιητή και Πεζογράφο ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ.
Ο ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΣ πραγματοποιεί μια ιστορική αναδρομή στις τελευταίες ώρες του ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ πριν την αυτοκτονία του, προβάλλοντας ιστορικές συνεντεύξεις ατόμων. Επίσης, μαθαίνουμε για τη σχέση του με τη Ποιήτρια ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ, που γνώρισε τον Καρυωτάκη το 1920 σε Δημόσια Υπηρεσία της ΑΘΗΝΑΣ, όπου αυτή και αυτός εργαζόταν προσωρινά.
Απόσπασμα από συνέντευξη του ΘΑΝΟΥ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ στον ΜΑΡΙΟ ΒΑΛΙΝΔΡΑ, που παρουσιάζει πιστοποιητικό υγείας του αδελφού του σχετικά με το καρδιακό νόσημα το οποίο έπασχε και όχι αφροδίσιο όπως είχε ισχυριστεί στην ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ, προκειμένου να αποφύγει το γάμο.
Ο κτηνοτρόφος από το ΜΥΤΙΚΑ ΠΡΕΒΕΖΑΣ ΤΑΞΙΑΡΧΗΣ ΝΙΤΣΑΣ, περιγράφει πως βοήθησε τον Ποιητή στην παραλία ΜΟΝΟΛΙΘΙ, όπου προσπάθησε να πνιγεί, ενώ ακούγεται απόσπασμα από το τελευταίο του σημείωμα Ποιητή όπου σαρκάζει την εφιαλτική περιπέτεια της απόπειρας του.
Η σπιτονοικοκυρά του ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΛΥΓΚΟΥΡΗ περιγράφει συνήθειες και συμπεριφορά του, για το μικρό διάστημα που τον έζησε από κοντά. Επίσης, ο γιος του Οπλοπώλη ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ και ο Καφεπώλης ΗΡΑΚΛΗΣ ΝΤΟΥΣΙΑΣ περιγράφουν λεπτό προς λεπτό τις κινήσεις του Ποιητή μέχρι τη στιγμή της αυτοκτονίας του στις 21 Ιουλίου του 1928.
Η εκπομπή ολοκληρώνεται με την προβολή της γνωστής φωτογραφίας που δείχνει νεκρό τον ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ με το κεφάλι του στηριζόμενο πάνω στο ψάθινο καπέλο. Το αφιέρωμα πλαισιώνεται από πλούσιο κινηματογραφικό αρχειακό υλικό που καλύπτει ιστορικά γεγονότα από τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 έως τον σεισμό στην ΚΟΡΙΝΘΟ το 1928, πλάνα από το σπίτι του ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ στην ΠΡΕΒΕΖΑ και διάφορες εικόνες από την ΑΘΗΝΑ του μεσοπολέμου.
Η εκπομπή εμπλουτίζεται με αποσπασματικές αφηγήσεις και καταγραφές απ’ το Ημερολόγιο της Ποιήτριας της Νεορομαντικής σχολής ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ, με εμφανείς επιδράσεις από τον έρωτα της ζωής της ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ, και αποσπάσματα από ένα γράμμα του Ποιητή προς τον αδελφό του, από γράμμα σ’ ένα φίλο του, από το Ποίημα «ΥΠΟΘΗΚΑΙ», από το τελευταίο ποίημα του «ΠΡΕΒΕΖΑ», καθώς και το τελευταίο γράμμα στην γυναίκα που αγάπησε ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ, ΠΡΕΒΕΖΑ 28 Ιουνίου του 1928, που αναδεικνύει την απόγνωση του Καρυωτάκη για την επαρχιακή ζωή και την μικρότητα της τοπικής κοινωνίας.