Το συνολικό κόστος για την ελληνική οικονομία από την κλιματική αλλαγή είναι δυνατόν να φτάσει τα 701 δισ. ευρώ έως το 2100, ανέφερε χθες ο Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Θεόδωρος Μητράκος κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της πανελλαδικής έρευνας της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού για την κλιματική αλλαγή.
Η Τράπεζα της Ελλάδος ήταν από τις πρώτες κεντρικές τράπεζες που έβαλε στην ατζέντα της το θέμα της κλιματικής αλλαγής, συστήνοντας το 2009 την Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ).
Σύμφωνα με τον κ. Μητράκο, στόχος της εν λόγω Επιτροπής που μετρτά πλέον δέκα χρόνια ζωής ήταν και παραμένει η ανάδειξη των κινδύνων και των ευκαιριών που απορρέουν από την κλιματική αλλαγή και η ενσωμάτωσή τους στη χάραξη οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.
Όπως ανέφερε ο Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, η πρωτοποριακή έρευνα της ΕΜΕΚΑ με τίτλο: «Οι περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα» έχει τεκμηριωμένα αναδείξει ότι το κόστος της κλιματικής αλλαγής για την ελληνική οικονομία προβλέπεται ιδιαίτερα υψηλό.
Συγκεκριμένα, στην περίπτωση μη δράσης για την κλιματική αλλαγή, το συνολικό αυτό κόστος, σωρευτικά μέχρι το 2100, εκτιμάται ότι μπορεί να φθάσει τα 701 δισ. ευρώ. Αυτό διότι κατά την μελέτη το ΑΕΠ της Ελλάδας μπορεί να μειώνεται κατά 2% σε ετήσια βάση μέχρι το 2050 και ακόμη περισσότερο μέχρι το 2100, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
«Στο πλαίσιο των εθνικών και των ευρωπαϊκών πολιτικών μετριασμού της κλιματικής αλλαγής, ο μετασχηματισμός του παραγωγικού προτύπου σημαντικών τομέων της οικονομίας, όπως ο τουρισμός, η παραγωγή ενέργειας και ο πρωτογενής τομέας, προς ένα πρότυπο που θα ανταποκρίνεται στις αρχές της βιωσιμότητας μπορεί και πρέπει να αποτελέσει τη βάση για την αειφόρο ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας», είπε ο κ. Μητράκος.
Πηγή: cnn.gr